Προς το περιεχόμενο

Πίνακας επιτευγμάτων

  1. Crash24

    Crash24

    News Editors


    • Πόντοι

      13

    • ΜΗΝΥΜΑΤΑ FORUM

      2.040


  2. nchatz

    nchatz

    News Editors


    • Πόντοι

      2

    • ΜΗΝΥΜΑΤΑ FORUM

      1.922


  3. Ocelote

    Ocelote

    Members


    • Πόντοι

      1

    • ΜΗΝΥΜΑΤΑ FORUM

      1.505


  4. Hal9000

    Hal9000

    Administrators


    • Πόντοι

      1

    • ΜΗΝΥΜΑΤΑ FORUM

      20.073


Δημοφιλές περιεχόμενο

Προβολή περιεχομένου με τις περισσότερες αντιδράσεις από 24/03/2024 σε Reviews

  1. Πριν λίγα χρόνια, η Xiaomi μπήκε στην κατηγορία των flagships για τα καλά και με το Xiaomi 14 Ultra υπενθυμίζει πού στοχεύει. Συνεχίζοντας την στρατηγική συνεργασία με την Leica, η Xiaomi ενσωματώνει ένα εντυπωσιακό σύστημα κάμερας στη ναυαρχίδα της, η οποία στοχεύει να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις τις κραταιές δυνάμεις της κατηγορίας. Έχοντας χρησιμοποιήσει το smartphone για ένα διάστημα, μεταφέρουμε την εμπειρία μας. Σχεδιασμός – Οθόνη Στον τομέα του σχεδιασμού, δεν έχουν γίνει δραματικές αλλαγές συγκριτικά με το περυσινό μοντέλο. Η πλάτη είναι επενδυμένη με οικολογικό δέρμα μαύρου ή άσπρου χρώματος, έχοντας το λογότυπο της Xiaomi κάθετα στην κάτω αριστερή γωνία, ενώ το 1/3 της συσκευής καταλαμβάνεται από το τεράστιο κομμάτι της κάμερας που βρίσκεται ψηλά. Είναι μια στρογγυλή βάση που περιλαμβάνει τέσσερις φακούς και φλας, με το λογότυπο της Leica στο κέντρο. Με μια ματιά (και αρκετή φαντασία), θυμίζει την όψη μιας κλασικής κάμερας Leica η οποία διαθέτει παρόμοια χρώματα και διάταξη στη μέση της, με το ασημένιο σώμα να εκτείνεται επάνω και κάτω. Προφανώς, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο εδώ, όμως σίγουρα ο σχεδιασμός είναι κομψός δεδομένου του πρώτου σοκ που προκαλεί η τεράστια κάμερα. Σε διαστάσεις, κινείται σε αναμενόμενα υψηλά νούμερα, φτάνοντας τα 16.14x7.53x0.92cm με βάρος 224 γραμμάρια. Ενισχύεται με προστασία IP68 για νερό και σκόνη, ενώ το πλαίσιο αλουμινίου υπόσχεται αντοχή. Η οθόνη, που θα δούμε αναλυτικά αργότερα, διαθέτει γυαλί “Xiaomi Shield Glass” που φαίνεται ποιοτικό μεν, όμως δεν δοκιμάσαμε τις αντοχές του. Σε κάθε περίπτωση, η ποιότητα κατασκευής σε κάθε επίπεδο είναι υψηλή και αρμόζουσα μιας τέτοιας συσκευής. Στην δεξιά πλευρά θα βρούμε το πλήκτρο ρύθμισης έντασης και ενεργοποίησης, με την θύρα για κάρτα SIM να βρίσκεται στην κάτω πλευρά μαζί με τη θύρα USB-C. Ο αναγνώστης δακτυλικού αποτυπώματος βρίσκεται πίσω από την οθόνη, όχι ιδιαίτερα χαμηλά, οπότε το ξεκλείδωμα με ένα χέρι είναι εφικτό παρά το μέγεθος της συσκευής. Βέβαια, υποστηρίζει και face unlock, για ακόμη ευκολότερο ξεκλείδωμα. Περνώντας στην οθόνη, βλέπουμε ένα πάνελ 6.73” τύπου LTPO AMOLED, με ανάλυση WQHD+ (3200x1440), δυναμικό ρυθμό ανανέωσης 1Hz-120Hz και μέγιστη φωτεινότητα στα 3000nits (περίπου 1000nits σε κανονική λειτουργία). Η Xiaomi συνεχίζει να επιλέγει ελαφρώς κυρτές πλευρές για την οθόνη, όχι μόνο στα πλάγια αλλά και κατακόρυφα, κάτι που σπάνια εντοπίζεται αλλού. Στο χέρι, η συσκευή κάθεται τέλεια παρά το μέγεθός της, καθώς και το πλαίσιο αλουμινίου έχει κυρτότητα που συνεχίζει έως την πλάτη, οπότε δεν υπάρχουν γωνίες που κάνουν άβολο το κράτημα μετά από ώρα. Το μοναδικό δύσκολο, όπως σε κάθε συσκευή τέτοιου μεγέθους, είναι η χρήση με ένα χέρι. Παρακολουθώντας περιεχόμενο σε HDR10+ (υποστηρίζει και Dolby Vision), η οθόνη δείχνει την ποιότητά της, έχοντας εξαιρετική απόδοση χρώματος και φωτεινότητα, αλλά και πραγματικά μαύρα χάρη στο πάνελ. Ο χρήστης έχει την δυνατότητα να προσαρμόσει την οθόνη περαιτέρω, μέσω έτοιμων color modes ή προσαρμόζοντας τις τιμές RGB, κάτι που δεν συναντάμε συχνά. Η οθόνη επίσης προσφέρει δυνατότητα always-on και διάφορα οπτικά στυλ, οπότε σε επίπεδο λειτουργιών, δεν υπολείπεται οποιασδήποτε άλλης ναυαρχίδας. Κάτω από έντονη ηλιοφάνεια, η οθόνη παρέμεινε εύκολη στην ανάγνωση ακόμη και με γυαλιά, με την αυτόματη ρύθμιση φωτεινότητας. Τα 3000nits που αναφέρονται, δεν θα τα δει κανείς πρακτικά στην καθημερινότητά του, καθώς αφορούν περιεχόμενο HDR κι όχι απλή χρήση, όμως ακόμη και στα 1000nits η οθόνη ήταν ευανάγνωστη. Σημειώνουμε πως η συσκευή διαθέτει στερεοφωνικά ηχεία (ένα κάτω συν το μεγάφωνο επάνω) με υψηλή ένταση, οπότε ακουμπώντας το κινητό και παρακολουθώντας ταινίες η εμπειρία ήταν άψογη – το ίδιο ισχύει και για παιχνίδια. Επιδόσεις – Μπαταρία Οι διαθέσιμες εκδόσεις του Xiaomi 14 Ultra δεν είναι πολλές, οπότε η εμπειρία για κάθε χρήστη θα είναι λίγο-πολύ ίδια. Έρχεται με Qualcomm Snapdragon 8 Gen 3 (1x Cortex-X4 @ 3.3GHz, 3x Cortex-A720 @ 3.2GHz, 2x Cortex-A720 @ 3.0 GHz, 2x Cortex-A520 @ 2.3 GHz, GPU: Adreno 750). Κάθε μοντέλο έρχεται με 16GB LPDDR5X RAM και 512GB UFS 4.0 ROM, με την κινεζική αγορά να διαθέτει περισσότερες επιλογές, όμως τουλάχιστον οι διεθνείς αγορές (όπως η δική μας) λαμβάνει την έκδοση με 16GB RAM αντί για 12GB. Πέραν αυτών, το Xiaomi 14 Ultra διατίθεται σε λευκό ή μαύρο χρώμα, με λευκό οικολογικό δέρμα και ασημένιο πλαίσιο ή μαύρο οικολογικό δέρμα και μαύρο πλαίσιο, αντίστοιχα. Πρώτα, τα benchmarks. Ο Snapdragon 8 Gen 3 έφερε σκορ 6852 (Multi-Core) και 2214 (Single-Core) στο Geekbench 6, καταλαμβάνοντας θέση στην πρώτη τριάδα και στην κορυφή, αντίστοιχα. Φυσικά, οι διαφορές από τον υπόλοιπο ανταγωνισμό είναι ουσιαστικά μηδαμινές, με μονάχα λίγες μονάδες να διαχωρίζουν τα κινητά. Όχι πως σημειώνεται ως αρνητικό για το Xiaomi 14 Ultra, απλά τονίζουμε την ομοιογένεια που προκύπτει στις ναυαρχίδες, αφού οι περισσότερες ενσωματώνουν το κορυφαίο SoC της Qualcomm. Ουδεμία έκπληξη προκαλεί, επομένως, το γεγονός πως και στην πραγματικότητα δεν εντοπίζονται αποκλίσεις από το αναμενόμενο. Το Xiaomi 14 Ultra διαχειρίζεται με χαρακτηριστική άνεση την απλή καθημερινότητά μας, περιλαμβάνοντας multi-tasking και πολλαπλά παράθυρα στο παρασκήνιο, από Slack και Outlook/Gmail μέχρι social, OneDrive και συναφείς εφαρμογές. Το multi-tasking κύλισε νεράκι, ακόμη και με παιχνίδι ανοιχτό στο παρασκήνιο, κάνοντας την εμπειρία αναμενόμενα άψογη. Σε παιχνίδια, δοκιμάσαμε τα Genshin Impact, Call of Duty Warzone Mobile, PUBG Mobile, Mortal Kombat και άλλα. Οι επιλογές σε παιχνίδια με υποστήριξη για 120Hz ήταν λίγες, οπότε το μεγαλύτερο μέρος των δοκιμών το περάσαμε στα 60Hz/fps. Παιχνίδια με υψηλές απαιτήσεις, όπως το Genshin Impact, τα πήγαν περίφημα και σταθερά στα 60fps στις υψηλότερες ρυθμίσεις γραφικών, με λιγότερο απαιτητικά παιχνίδια να κρατούν τον πήχη στα ίδια επίπεδα. Ίσως το πιο αξιοσημείωτο εδώ, είναι η διαχείριση θερμότητας. Η Xiaomi αναφέρει την ύπαρξη μεγαλύτερου θαλάμου ατμού στη συσκευή, κάτι που παρατηρήσαμε εμμέσως από την θερμοκρασία που παρέμενε σε διαχειρίσιμα επίπεδα μετά από μια ώρα συνεχούς παιχνιδιού π.χ. με Genshin Impact. Το κινητό ζεσταινόταν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν γινόταν καν ενοχλητικό στο άγγιγμα. Ένα σημείο όπου ο προκάτοχός του υπέφερε συγκριτικά με τον ανταγωνισμό, είναι η αυτονομία. Περιληπτικά, το Xiaomi 13 Ultra οριακά έβγαζε μία ημέρα χρήσης, μάλιστα όχι ιδιαίτερα έντονης. Στο Xiaomi 14 Ultra βρίσκουμε μπαταρία 5000mAh, ίδιας χωρητικότητας με του προηγούμενου μοντέλου, όμως ένας συνδυασμός λογισμικού και SoC καταφέρνει να αποδώσει μεγαλύτερη αυτονομία στη φετινή συσκευή. Πλέον, κάνοντας την συνηθισμένη χρήση στη συσκευή μας, καταφέραμε να φτάνουμε στην ώρα του ύπνου με απόθεμα 20%-25%. Είναι αναβάθμιση μεν, παραμένει πίσω από τον ανταγωνισμό δε, καθώς σε καθαρό χρόνο χρήσης (screen time) είχαμε 3-4 ώρες την ημέρα. Σε αυτό που υπερτερεί του ανταγωνισμού, είναι η φόρτιση. Αφενός διαθέτει ταχεία φόρτιση 90W, αφετέρου ο συμβατός φορτιστής περιλαμβάνεται στο πακέτο, όταν άλλοι οριακά περιλαμβάνουν ένα… καλώδιο. Με τον φορτιστή αυτόν, η μπαταρία κάνει το 0%-100% σε περίπου 35 λεπτά οπότε τουλάχιστον αν υπάρχει πρίζα κοντά (π.χ. στη δουλειά, πριν το σχόλασμα), ο αντίκτυπος της χαμηλής αυτονομίας κάπως ισοσταθμίζεται. Το Xiaomi 14 Ultra κατέχει μια πρωτιά: είναι η πρώτη συσκευή με HyperOS. Το νέο λειτουργικό της Xiaomi αντικαθιστά το MIUI, παραμένει όμως βασισμένο σε Android 14. Για όσους έχουν τριβή με το MIUI, οι διαφορές δεν θα είναι κοσμογονικές – σε θεμελιώδες επίπεδο, δεν αλλάζει κάτι (π.χ. σε λειτουργίες ή χειρισμό). Αυτό που κυρίως αλλάζει είναι η απόδοση, με το νέο λειτουργικό να φαίνεται σταθερότερο και ταχύτερο, καθώς προβλήματα που συχνά-πυκνά αντιμετωπίζαμε σε προηγούμενες συσκευές δεν εμφανίστηκαν εδώ. Και στο HyperOS, η Xiaomi επενδύει στη διπλή διαχείριση ειδοποιήσεων/συντομεύσεων. Σύροντας το δάχτυλο από πάνω προς τα κάτω, ξεκινώντας από την αριστερή πλευρά έρχονται οι ειδοποιήσεις κι από την δεξιά οι συντομεύσεις. Για όσους έχουν συνηθίσει σε άλλες παραλλαγές του Android, η διαφορά είναι μεγάλη κι ίσως ενοχλητική. Για όσους προέρχονται από iPhone ή πρόσφατες συσκευές Xiaomi, δεν θα φανεί ξένο. Η Xiaomi υπόσχεται τέσσερις αναβαθμίσεις Android και πενταετή υποστήριξη μέσω ενημερώσεων ασφαλείας, ένα πολύ θετικό βήμα όμως πίσω από τον ανταγωνισμό. Αυτό που δεν είδαμε στο HyperOS είναι μια μεγάλη ενσωμάτωση AI χαρακτηριστικών, στα πρότυπα του άμεσου αντιπάλου του μοντέλου, του Galaxy S24 Ultra, κάτι που κάνει τη διαφορά στο λογισμικό. Θεωρητικά βέβαια μπορεί η Xiaomi να καλύψει αυτό το κενό με κάποια μελοντική αναβάθμιση του HyperOS παρουσιάζοντας AI λειτουργίες χρήσιμες στον τελικό χρήστη όπως κάποια σύνοψη μεγάλων κειμένων, χρήσιμων εργαλείων στην επεξεργασία φωτογραφιών και άλλα. Για την ώρα πάντως, ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει ούτε σε επίπεδο φημολογίας. Κάμερα Πάμε στην κάμερα, το νούμερο ένα σημείο αναφοράς της συσκευής. Χρησιμοποιεί μια τετράδα καμερών με αισθητήρες 50MP έκαστη, όμως η βασική διαθέτει αισθητήρα Sony LYT-900 και μέγεθος 1”. Ο υπερευρυγώνιος φακός διαθέτει αισθητήρα Sony IMX858 κι ύστερα, περιλαμβάνονται δύο τηλεφακοί με οπτικό zoom 3.2x και 5x αντίστοιχα. Ο βασικός φακός διαθέτει μεταβαλλόμενο διάφραγμα, από f/1.63 σε f/2.0, f/2.80 και f/4.0, όπως και οπτική σταθεροποίηση. Ξεκινώντας με τη βασική κάμερα, οι φωτογραφίες βγαίνουν επαρκώς φωτεινές χωρίς να χαλάει η φυσικότητα των χρωμάτων ή των σκοτεινών σημείων, σε μια ηλιόλουστη ημέρα. Φωτογραφίζοντας σε πάρκο, στον δρόμο και μέσα στο σπίτι ή στο μπαλκόνι, τα αποτελέσματα ήταν σταθερά εντυπωσιακά και τονίζουμε το «φυσικά». Το μεταβαλλόμενο διάφραγμα, σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες δυνατότητες της κάμερας, μπορούν να προσφέρουν εξαιρετικό εφέ bokeh. Οι δύο τηλεφακοί βοηθούν, διαχωρίζοντας πολύ καλά το θέμα από το παρασκήνιο και το θόλωμα, οπότε όποιος έχει γνώσεις φωτογραφίας ή όρεξη να πειραματιστεί, σίγουρα θα αποκτήσει φοβερά αποτελέσματα. Ειδικά στα πορτρέτα, το σύνολο των δυνατοτήτων συνδυάζεται και το αποτέλεσμα είναι φανταστικό, εφάμιλλο μιας καλής mirrorless ή DSLR. Τα πρόσωπα κρατούν αναλλοίωτη την λεπτομέρεια ακόμη και στο δέρμα, ενώ οι άκρες παραμένουν διακριτές, με εξαίρεση δύσκολες περιπτώσεις όπου οι άκρες των μαλλιών ίσως χαθούν στο παρασκήνιο – όλα αυτά σε κοντινότερη ανάλυση. Κάνοντας zoom στο 3.2x, τα αποτελέσματα παραμένουν στο υψηλότερο επίπεδο και δεν παρατηρούμε κάποια αισθητή διαφορά σε χρώματα, ποιότητα ή θόρυβο μεταξύ μιας απλής φωτογραφίας και μίας τραβηγμένης σε 3.2x. Στο 5x, τα αποτελέσματα παραμένουν λίγο-πολύ ίδια, πάντοτε μιλώντας για την απόδοση σε 50MP σε όλα τα παραπάνω σενάρια. Στο 10x zoom, ψηφιακό πλέον, οι διαφορές είναι εμφανείς και κυρίως αφορούν θόρυβο, αλλά και εντονότερη αντίθεση. Δεν είναι άσχημα, ειδικά δεδομένου του επιπέδου μεγέθυνσης, οπότε συνολικά σε συνθήκες ημέρας ή καλού φωτισμού δεν υπάρχει οποιοδήποτε παράπονο από την κάμερα. Σε πορτρέτα, μακροφωτογραφία, zoom ή απλή χρήση του 1x, η απόδοση είναι η κορυφαία που έχουμε δει φέτος και δύσκολα θα εκθρονιστεί στο μέλλον. Η νυχτερινή λήψη παράγει εφάμιλλης ποιότητας αποτελέσματα, διατηρώντας την λεπτομέρεια στις πηγές φωτός, διαχωρίζοντας σωστά τα χρώματα και εμφανίζοντας λεπτομέρειες μέσα σε σκοτεινά σημεία χωρίς παραφωνίες που προκύπτουν από υπερβολική επεξεργασία. Οι σκιές εμφανίζονται λίγο φωτεινότερες από όσο θα μας άρεσε, όμως όχι αισθητικά άσχημες – παραμένει ξεκάθαρο πως είναι νυχτερινές φωτογραφίες και δεν γίνεται προσπάθεια μετατροπής της νύχτας σε μέρα, όπως βλέπουμε ορισμένες φορές. Τα ίδια ισχύουν και για τους δύο τηλεφακούς, που παράγουν αξιέπαινα αποτελέσματα, με εξαίρεση ίσως τον φακό 5x που βγάζει λίγο πιο μουντές φωτογραφίες. Περνώντας στον υπερευρυγώνιο φακό, η απόδοση δεν είναι ίδια με της βασικής κάμερας, όπως ήταν αναμενόμενο. Αξιοσημείωτο πως φτάνει έως 0.5x αντί για 0.6x που συνήθως βλέπουμε. Η απόδοση είναι ποιοτική, οριακά χαμηλότερη από ότι στις υπόλοιπες κάμερες κι αυτό οφείλεται κυρίως στον θόρυβο που ευκολότερα εμφανίζεται εδώ. Παρόλα αυτά, χρώματα, λεπτομέρεια και αντίθεση είναι πολύ κοντά στην βασική κάμερα αν όχι ίδια σε ορισμένες περιπτώσεις. Σε νυχτερινές λήψεις, τα αποτελέσματα είναι παραπάνω από ικανοποιητικά με μια ματιά, αλλά σε κοντινή ανάλυση εμφανίζονται ατέλειες στην λεπτομέρεια. Στα βίντεο, οι κάμερες προσφέρουν πάλι ποιοτικά αποτελέσματα, καταγράφοντας σε 4K60 ανεξαιρέτως (ακόμη και η μπροστινή το καταφέρνει). Η οπτική σταθεροποίηση και το εύρος χρώματος είναι αξιοσημείωτα εδώ, καθώς από την βασική έως την υπερευρυγώνια και τους τηλεφακούς, οι κάμερες προσφέρουν πρακτικά ίδια εμπειρία λήψης, χρώματα αν και θα καταλάβετε την εναλλαγή των καμερών στο zoom. Περπατώντας και καταγράφοντας, ακόμη και με τον υπερευρυγώνιο φακό, το αποτέλεσμα είναι σταθερό και αισθητικά όμορφο. Σε νυχτερινές λήψεις, το μοναδικό που δεν ικανοποιεί τόσο συγκριτικά με όλα όσα προσφέρονται, είναι η απόδοση της υπερευρυγώνιας κάμερας – κυρίως διότι τα χρώματα είναι πιο μουντά και ο θόρυβος εμφανίζεται συχνά. Τέλος, η μπροστινή κάμερα των 32MP είναι εμφανώς πιο απλή συγκριτικά με τις υπόλοιπες, όμως ποιοτικά ικανοποιητική. Οι λεπτομέρειες διατηρούνται, το δέρμα δεν ωραιοποιείται σε αφύσικο βαθμό και τα καταφέρνει καλά σε μέτριο φωτισμό εντός σπιτιού. Δεν θα εντυπωσιάσει, ούτε θα αφήσει κάποιον με παράπονο, αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Να μιλήσουμε λίγο και για το Photography Kit, το οποίο περιλαμβάνεται άνευ επιπλέον κόστους για τις προπαραγγελίες, χωρίς να έχουμε ενημέρωση αν στη συνέχεια θα πωλείται ξεχωριστά. Πρόκειται για εξέλιξη του kit που είδαμε και στο προηγούμενο μοντέλο, το οποίο πρακτικά μετατρέπει το Xiaomi 14 Ultra σε φωτογραφική μηχανή. Το kit αποτελείται από μια λαβή (με ενσωματωμένη μπαταρία 1500mAh) με πλήκτρα κλείστρου, διαφράγματος και zoom, μια επιπλέον θήκη για το κινητό και δύο χρωματιστά μεταλλικά δαχτυλίδια (προσαρμογέας φίλτρου 67mm) για τον φακό που αλλάζουν την όψη της συσκευής. Η λαβή συνδέεται μέσω USB-C με το κινητό, δίνοντάς του την όψη μιας mirrorless κάμερας και παράλληλα, φορτίζοντάς το. Μπορεί η χωρητικότητα να μην είναι τεράστια, όμως με τη λαβή ενσωματωμένη, ουσιαστικά χρησιμοποιούσαμε το κινητό για φωτογραφίες επί αρκετή ώρα δίχως να έχει πραγματικό αντίκτυπο στην μπαταρία, αφού αναπληρωνόταν. Εν ολίγοις, όποιος σκοπεύει να ασχοληθεί πολύ με φωτογραφίσεις, το kit βολεύει στο κομμάτι της αυτονομίας. Φυσικά, βολεύει και στο κομμάτι της άνεσης. Τα φυσικά πλήκτρα κάνουν την εμπειρία λίγο-πολύ ίδια με μιας παραδοσιακής κάμερας, ενώ η σύνδεση μέσω USB-C μηδενίζει τον χρόνο απόκρισης, ο οποίος ήταν λίγο μεγαλύτερος στην περυσινή εκδοχή λόγω σύνδεσης μέσω Bluetooth. Στο χέρι, η λαβή προσθέτει σημαντικό βάρος σε ένα ήδη βαρύ κι ογκώδες κινητό, όμως διευκολύνει τόσο πολύ στο κράτημα που δεν αποτελεί πρόβλημα. Εξάλλου, δεν θα βρίσκεται μόνιμα συνδεδεμένη στο κινητό. Η θήκη που περιλαμβάνεται δίνει όψη δέρματος στην πλάτη του Xiaomi 14 Ultra κι εναρμονίζεται με τη λαβή, οπότε το αποτέλεσμα θυμίζει ακόμη περισσότερο μια φωτογραφική μηχανή της Leica. Τα χρωματιστά δαχτυλίδια είναι όμορφα, αν και προτιμήσαμε το ασημένιο αντί του μπρούτζινου χρώματος, καθώς έδενε καλύτερα με το κινητό για τα δικά μας γούστα. Το μοναδικό παράπονο εδώ είναι πως η κάμερα ήδη εξέχει αρκετά, οπότε τα δαχτυλίδια ακουμπούν π.χ. στο τραπέζι όταν ακουμπάμε το κινητό, οπότε εύκολα μπορούν να γρατζουνιστούν. Συμπέρασμα Το Xiaomi 14 Ultra είναι μια φανταστικών δυνατοτήτων κάμερα, που συνοδεύεται από ένα ικανότατο smartphone. Δεν είναι υπερβολή να κλείσουμε έτσι, αφού πέραν της ομολογουμένως ασυναγώνιστης φωτογραφικής μηχανής που ενσωματώνει, το Xiaomi 14 Ultra ακολουθεί λίγο-πολύ το περυσινό μοντέλο σε σχεδιασμό και δυνατότητες, απλώς αναβαθμίζοντας τα εξαρτήματα. Για άτομα που θέλουν το κάτι παραπάνω σε κάμερα, αλλά κι ένα smartphone που δεν θα ζοριστεί πουθενά αλλού, το Xiaomi 14 Ultra είναι η δελεαστικότερη πρόταση της αγοράς. Ο πιο ουσιαστικός ανταγωνισμός είναι ο εαυτός του, δηλαδή η υψηλή τιμή (1499€) που το τοποθετεί σε μια «μοναχική» λίστα στην κορυφή. Πέραν αυτού, το μεγαλύτερο παράπονό μας έχει να κάνει με την αυτονομία, για την οποία σίγουρα δεν θα γραφτούν ύμνοι όπως αναμφίβολα θα συμβεί για την κάμερα.
    7 πόντοι
  2. Η Huawei έρχεται να ταράξει τα νερά στον χώρο των ακουστικών TWS με τα FreeClip, μία πρόταση που υιοθετεί έναν εντελώς διαφορετικό σχεδιασμό συγκριτικά με ό,τι έχουμε δει ως τώρα. Ενδεχομένως κάποιοι να υποστηρίξουν πως δεν υπήρχε ανάγκη για κάτι τόσο διαφορετικό (όταν μάλιστα έχουμε ήδη τα in-ear, half in-ear και over-ear), όμως στην πραγματικότητα μία έξτρα επιλογή με την ονομασία open-ear, και μάλιστα όταν είναι τόσο ποιοτική, δεν πρόκειται να βλάψει κανέναν. Τουναντίον μάλιστα, τα FreeClip αποτελούν μία ενδιαφέρουσα τεχνικά πρόταση που τυγχάνει να είναι και μία από τις πιο κομψές που υπάρχουν στην αγορά. Πάμε να τα δούμε. Σχεδιασμός - Εφαρμογή Το design των FreeClip είναι εκείνο που μαγνητίζει το ενδιαφέρον. Εν αντιθέσει με ό,τι έχουμε δει ως τώρα, τα εν λόγω ακουστικά θυμίζουν κλιπ -εξ ου και η ονομασία τους. Αποτελούνται από τρία τμήματα: το Acoustic Ball που είναι και το ακουστικό, το Comfort Bean που εφαρμόζει την πίσω πλευρά του αφτιού και το C bridge που τα ενώνει. Στην πράξη τοποθετούνται πανεύκολα με το C bridge να έχει οριζόντιο προσανατολισμό. Σημειώστε ότι κλιπ με την έννοια του… κλιπ (όπως π.χ. θα ίσχυε σε ένα σκουλαρίκι) δεν υπάρχει πουθενά. Αν και ο σχεδιασμός παραπέμπει σε κάτι τέτοιο, ο χρήστης απλώς τα τοποθετεί στα αφτιά του κι εκείνα… στέκονται. Η Huawei αναφέρει πως χρησιμοποίησε δεδομένα από 30.000 ανθρώπους (και αντίστοιχα αφτιά) προκειμένου να πετύχει design που να καλύπτει όσο το δυνατόν περισσότερες περιπτώσεις και σε γενικές γραμμές τα κατάφερε. Φορώντας τα FreeClip είναι σαν να… μην τα φορά κανείς χωρίς καμιά υπερβολή. Με αμελητέο βάρος που εντοπίζεται στα 5,6 γραμμάρια ανά ακουστικό, η όλη εμπειρία είναι από τις πιο άνετες που είχαμε -αν όχι η πλέον άνετη. Εν ολίγοις, μία που θα τα φορέσετε και μία που θα ξεχάσετε πως βρίσκονται στα αφτιά σας. Η δε εφαρμογή τους είναι εξαιρετική. Τα φορέσαμε περπατώντας, τρώγοντας, ανεβαίνοντας σκάλες και τρέχοντας μεταξύ άλλων: ό,τι κι αν κάναμε παρέμειναν στη θέση τους χωρίς το παραμικρό πρόβλημα, κάτι που τα καθιστά ως εκ τούτου εξαιρετική επιλογή και για τους λάτρεις της άσκησης. Αν αναρωτιέστε «και γιατί να μην προτιμήσουν κάποιο από τα δοκιμασμένα σετ TWS γυμναστικής» ο λόγος είναι απλός: διότι τα FreeClip μπορούν να πλαισιώσουν άνετα ακόμα και τις πιο επίσημες εμφανίσεις. Έρχονται σε δύο χρώματα, ανοιχτό μοβ και μαύρο που αναδεικνύουν ακόμα περισσότερο τον όμορφο σχεδιασμό τους. Τα ακουστικά φυσικά συνοδεύονται από θήκη μεταφοράς και φόρτισης, στο ίδιο χρώμα με αυτά. Ανεξαρτήτως του χρώματος που θα προτιμήσετε, θα πρέπει να έχετε υπ’ όψιν σας πως η θήκη έρχεται με ματ υφή ενώ τα ακουστικά με γυαλιστερή, δημιουργώντας μία ενδιαφέρουσα αντίθεση -η οποία καθόλου δεν μας χαλάει, αφού η αντανακλαστική επιφάνεια των ακουστικών δείχνει υπέροχη. Η θήκη διαθέτει LED ένδειξη τριών χρωμάτων που αποτυπώνει την κατάσταση της μπαταρίας της: κόκκινο αν είναι κάτω του 25%, κίτρινο μεταξύ 25% και 75% και πράσινο για άνω του 75%. Το δε σχήμα της είναι στρογγυλό ταιριάζοντας με τη γενικότερη προσέγγιση που επέλεξε για τα FreeClip η Huawei. Στην αυτονομία που προσφέρει στα τελευταία, θα αναφερθούμε παρακάτω. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Καλό το look, όμως αυτό που θέλει κάποιος από ένα σετ ακουστικών είναι πρώτα απ’ όλα να… κάνει τη δουλειά του και τα FreeClip δεν απογοητεύουν. Αν διαθέτετε συσκευή Android ή πιο συγκεκριμένα Huawei (με HarmonyOS), θα σας συστήναμε να κατεβάσετε την εφαρμογή AI Life, μέσω της οποίας θα κάνετε τα πάντα, από τη ζεύξη τους με το κινητό σας, μέχρι τη ρύθμισή τους και την εγκατάσταση firmware updates. Τα FreeClip υποστηρίζουν παράλληλη σύνδεση με δύο συσκευές, παρέχοντας έτσι έξτρα ευελιξία αφού μπορείτε να τα χρησιμοποιείτε π.χ. ενώ εργάζεστε στο laptop, όντας παράλληλα σε θέση να απαντήσετε σε κλήσεις στο τηλέφωνό σας χωρίς κανένα πρόβλημα -η δε μετάβαση από τη μία συσκευή στην άλλη γίνεται χωρίς καμία καθυστέρηση. Το κάθε ακουστικό διαθέτει δύο μικρόφωνα και σύστημα που αναγνωρίζει και εξουδετερώνει σε μεγάλο βαθμό τον ήχο από τον αέρα και φωνές από το περιβάλλον. Με αυτή την τριπλή πρακτικά λύση, τα FreeClip προσφέρουν μία πολύ καλή εμπειρία ακρόασης στον συνομιλητή σας, έστω κι αν ορισμένες φορές οι φωνές των γύρω σας περνούν στην κλήση. Η παθητική εξουδετέρωση θορύβων δεν είναι εξίσου αποτελεσματική με τα μοντέλα που διαθέτουν ελαστικά ακροφύσια σφραγίζοντας ερμητικά τα αφτιά, όμως αν μη τι άλλο προσφέρει μία ισορροπημένη εμπειρία ακρόασης χωρίς να χάνεται η επαφή με το περιβάλλον. Να είστε απλά προσεκτικοί με την ένταση του ήχου, αφού αν το παρακάνετε, θα γίνετε ενοχλητικοί για τους διπλανούς σας. Ο ήχος από την πλευρά του είναι καλός. Οι ομιλίες σε κλήσεις, podcasts και audiobooks είναι καθαρές ενώ μέσα από την εφαρμογή AI Life και το EQ της, θα έχετε τη δυνατότητα να προσαρμόσετε διάφορες ρυθμίσεις. Τα FreeClip φέρουν πιστοποίηση IP54, έτσι ώστε να συνεχίσετε να τα χρησιμοποιείτε και ιδρωμένοι (αλλά όχι στη βροχή). Η δε αυτονομία τους φτάνει τις οκτώ ώρες (αναπαραγωγή μουσικής) με μία πλήρη φόρτιση και τις 32 αν συνυπολογίσουμε και τη θήκη. Όχι κι άσχημα. Από τις διάφορες έξυπνες λειτουργίες των FreeClip, δεν γίνεται να μην ξεχωρίσουμε την αναγνώριση αφτιού. Παίρνοντας τα ακουστικά στα χέρια σας, θα διαπιστώσετε πως δεν υπάρχει δεξί και αριστερό: και τα δυο είναι ίδια! Η διανομή των ρόλων γίνεται ανάλογα με τη θέση που έχουν στη θήκη τους. Αν νιώσετε πως είναι ανάποδα, δεν έχετε παρά να ξαναβάλετε στη θήκη τους κλείνοντας το καπάκι και έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα να τα τοποθετήσετε εκ νέου στα αφτιά σας! Κατά τα άλλα υποστηρίζονται έλεγχος μέσω αγγίγματος (για κλήσεις και αναπαραγωγή μουσικής) και Audio Sharing (για παράλληλη σύνδεση FreeClip/FreeBuds σε συσκευές Huawei). Συμπέρασμα Τα FreeClip είναι τα καλύτερα ακουστικά στην κλάση τους αφήνοντας πίσω τους άλλες παρόμοιες προτάσεις όπως τα LinkBuds της Sony που δίνουν έμφαση στην άνεση και δευτερευόντος στα άλλα χαρακτηριστικά! Η Huawei δημιουργεί επί της ουσίας μία νέα κατηγορία, προσφέροντάς μας μία πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση με αχτύπητο design και δυνατές επιδόσεις. Ακροβατώντας μεταξύ των fashionable και workout TWS, τα FreeClip τα καταφέρνουν καλά -απέχοντας από το τέλειο- στις προδιαγραφές και των δύο κατηγοριών. Η τιμή τους είναι βέβαια κομματάκι «αλμυρή» στα €199, ενώ χρειάζονται συσκευή Huawei προκειμένου να ξεδιπλώσουν όλες τις αρετές τους. Αν είστε σε θέση να αποδεχθείτε και να καλύψετε τις συγκεκριμένες απαιτήσεις, τότε σκεφτείτε τα σοβαρά, ειδικά τις πρώτες μέρες διάθεσης όπου η Huawei δίνει δώρο με κάθε αγορά, το Band 8.
    2 πόντοι
  3. Η ASUS συνεχίζει την επέλασή της στον χώρο των φορητών υπολογιστών. Σειρά έχει το ανανεωμένο ASUS ROG Zephyrus G16 του 2024 σε διάφορες εκδόσεις και τιμές, το οποίο έκλεψε τις εντυπώσεις στη CES 2024 όταν και οι δρόμοι μας διασταυρώθηκαν πρώτη φορά. Η συγκεκριμένη σειρά διαθέτει ισχυρά χαρακτηριστικά, ανήκοντας στην οικογένεια των ROG, και τα Zephyrus ισορροπούν μεταξύ κομψότητας και δύναμης τόσο οπτικά όσο και πρακτικά. Είναι laptop που μπορεί να αντέξει gaming ή γραφιστικά, όμως διατηρεί λεπτό προφίλ και εύκολη φορητότητα. Έχοντας χρησιμοποιήσει για αρκετό διάστημα το ASUS ROG Zephyrus G16, παραθέτουμε τη γνώμη μας. Σχεδιασμός – Οθόνες Ξεκινάμε με το πάχος, μιας και είπαμε πως έχει λεπτό προφίλ, το οποίο φτάνει στα 17.4mm. Δεδομένων των χαρακτηριστικών του (π.χ. RTX 4090), είναι εντυπωσιακό πόσο λεπτό παραμένει, με τους μηχανικούς της εταιρείας να κάνουν θαύματα τόσο σ' αυτό το μοντέλο όσο και στο αδερφάκι του των 14". Ως 16άρι σε διαστάσεις οθόνης, φτάνει τα 35.4x24.6cm και μπορεί εύκολα να τοποθετηθεί σε τσάντα πλάτης. Το βάρος του αγγίζει σχεδόν τα 2 κιλά, οπότε ούτε είναι πούπουλο, ούτε ασήκωτο – η μεταφορά γενικώς είναι εύκολη υπόθεση. Όσο για την εξωτερική του εμφάνιση, είναι ιδιαίτερη και τραβάει τα βλέμμα όμως όχι για τους συνήθεις λόγους που το κάνει ένα gaming laptop. Στο επάνω κάλυμμα θα βρούμε μια διαγώνια γραμμή στο κέντρο, στην οποία βρίσκονται μικρά LED που μπορούν να ανάβουν ρυθμικά είτε για ομορφιά, είτε συγχρονισμένα με λειτουργίες όπως οι ειδοποιήσεις. Μπορούν, βέβαια, και να απενεργοποιηθούν όμως δεν μας ενόχλησαν. Πέραν αυτών, στην κάτω αριστερή γωνία υπάρχει ένα λογότυπο ASUS ROG και κατά τα άλλα, το αλουμινένιο σώμα είναι καθαρό και όμορφο που δύσκολα θα καταλάβει κάποιος ότι μιλάμε για ένα από τα καλύτερα gaming laptop της αγοράς. Στα χέρια μας ήρθε η λευκή έκδοση (Platinum White) όμως κυκλοφορεί και σε πιο παραδοσιακό μεταλλικό γκρι. Στη δεξιά πλευρά θα βρούμε μία θύρα USB 3.2 Gen2 Type-C που ντουμπλάρει ως DisplayPort 1.4 με G-Sync και φέρει USB PD 100W 3.0. Επιπλέον, θα βρούμε μια θύρα USB 3.2 Gen2 Type-A και έναν αναγνώστη καρτών SD. Στην αριστερή πλευρά βρίσκεται η υποδοχή του φορτιστή, οπότε οι θύρες USB μένουν ελεύθερες, μαζί με μία Thunderbolt 4/DP2.1 για iGPU και 100W PD 3.0. Βρίσκονται επίσης μια θύρα HDMI 2.1 FRL και μία κοινή θύρα ακουστικών/μικροφώνου. Ένα συχνό παράπονο που έχουμε σε σύγχρονα laptops σχετικά με τις θύρες, δεν υφίσταται εδώ, αφού πέραν της ξεχωριστής θύρας για τροφοδοσία υπάρχει και αναγνώστης καρτών – όλα καλοδεχούμενα. Ανοίγοντας το laptop βλέπουμε εξίσου λιτό σχεδιασμό, με το πληκτρολόγιο κεντραρισμένο και αριστερά-δεξιά να βρίσκονται κάθετες σειρές οπών, πίσω από τις οποίες βρίσκονται τα ηχεία. Συγκεκριμένα, έρχεται με έξι ηχεία (2 tweeters και 4 woofers, με υποστήριξη Dolby Atmos) και η εμπειρία ήχου είναι φανταστική. Πλούσια, γεμάτη μπάσο και με καθαρά πρίμα, είναι εξίσου άριστη για παιχνίδια, βίντεο και μουσική. Πίσω στον σχεδιασμό, το πληκτρολόγιο καταλαμβάνει σχεδόν τη μισή έκταση, έχοντας χώρο για τέσσερα πλήκτρα macro στην επάνω αριστερή μεριά και προς τα δεξιά βρίσκεται το κουμπί ενεργοποίησης. Τα πλήκτρα έχουν ικανοποιητικό βάθος, γέρνοντας περισσότερο προς το ρηχό, όμως προσαρμοστήκαμε εύκολα και πληκτρολογούσαμε κείμενα με άνεση. Ενδιαφέρον έχει το touchpad, που είναι γιγαντιαίων διαστάσεων και καταλαμβάνει την κάθετη έκταση από το πληκτρολόγιο έως και την κάτω άκρη, ενώ σε πλάτος είναι περίπου το ένα τρίτο του συνόλου και λίγο παραπάνω. Είναι αρκετά εύχρηστο και το μεγάλο μέγεθος βόλεψε σε μικροεργασίες στο Photoshop, ενώ σε browsing και απλές δουλειές ήταν παραπάνω από αρκετό για κάθε κίνηση. Στην κάτω πλευρά του laptop θα βρούμε πολλαπλές εξόδους αέρα, λόγω του συστήματος απαγωγής θερμότητας vapor chamber που ενσωματώνεται. Με τον τρόπο που ανοίγει η οθόνη, δεν τερματίζει στις 180 μοίρες οπότε το κενό από κάτω της αξιοποιείται από τους αεραγωγούς. Έτσι, ο θερμός αέρας δεν καταλήγει στο κάτω μέρος της οθόνης, όπως συμβαίνει σε πολλά laptops, αλλά φεύγει μακριά από το σώμα της συσκευής. Θα δούμε στην πορεία και πόσο καλά διαχειρίζεται τη θερμότητα. Η οθόνη έχει μέγεθος 16” και εντυπωσιακό πάνελ OLED (κυκλοφορεί και με TFT) ανάλυσης 2.5K (2560x1600) με ρυθμό ανανέωσης στα 240Hz και μέγιστη φωτεινότητα στα 500nits. Απευθυνόμενη σε επαγγελματίες, έχει κάλυψη 100% DCI-P3 και πιστοποιήσεις Pantone, Dolby Vision και VESA DisplayHDR TrueBlack 500. Όπως και σε άλλα laptops της εταιρείας, έτσι κι εδώ η εμπειρία είναι αψεγάδιαστη τόσο σε χρώματα, όσο και σε χρόνους απόκρισης ή ομαλότητα. Κάνοντας color correction σε διάφορα βίντεο, η εμπειρία ήταν απολαυστική και δεν είχε να ζηλέψει κάτι από το… αντίπαλο δέος που συχνά προτιμούν οι γραφίστες. Τα πράγματα ήταν εξίσου θετικά στο gaming, όπου δοκιμάσαμε τίτλους με σκοτεινά περιβάλλοντα ή πλούσιες χρωματικές παλέτες. Στο πρόσφατο Dead Space, οι σκοτεινοί διάδρομοι και τα χαμηλά φώτα που τρεμόπαιζαν μέσα τους αποτυπώθηκαν τέλεια χάρη στο OLED πάνελ, ενώ τίτλοι όπως το Okami HD ή το Hi-Fi Rush έλαμψαν και πήραν ζωή. Από την άλλη, παιχνίδια όπως το Counter-Strike 2 που δεν εμπίπτουν τόσο στις παραπάνω κατηγορίες, επωφελήθηκαν από τον πολύ υψηλό ρυθμό ανανέωσης που μπορούσε να υποστηρίξει τόσο η οθόνη, όσο και η κάρτα γραφικών. Συνολικά, η οπτικοακουστική απόδοση είναι κορυφαίου επιπέδου από κάθε άποψη. Μια σύντομη αναφορά και στην 1080p webcam, μόνο και μόνο για τις υψηλές επιδόσεις της. Η ASUS δεν σκέφτηκε να… γλιτώσει σε κόστη χρησιμοποιώντας μια φθηνή επιλογή, αντ’ αυτού ενσωματώνοντας μια αξιόλογη κάμερα που εξυπηρετεί ακόμη και για vlogging, με ευκρινή εικόνα και χαμηλό θόρυβο. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Στα χέρια μας έφτασε το ASUS ROG Zephyrus G16 με Intel Core Ultra 9 185-H, 32GB LPDDR5x RAM, κάρτα γραφικών NVIDIA GeForce RTX 4090 16GB και 2TB PCIe 4.0 NVMe M.2 SSD. Υπάρχουν παραλλαγές με οθόνη TFT, κάρτα γραφικών RTX 4050 έως 4090 και επεξεργαστή Intel Core Ultra 7, με αντίστοιχες αλλαγές σε RAM και αποθηκευτικό χώρο. Αυτό οδηγεί τις τιμές να ξεκινούν από τις 2000€ και φτάνουν έως τα διπλάσια χρήματα. Υπάρχουν επιλογές για Intel Core Ultra 7, Intel Core Ultra 5 και συνδυασμούς RAM/ROM έως 32GB/2TB, οπότε το πιο οικονομικό μοντέλο αναμένεται κάτω από τις 2000€. Και εδώ γίνεται ένα σημαντικό βήμα, ρίχνοντας σημαντικά την τιμή αγοράς συγκριτικά με προηγούμενα μοντέλα της σειράς. Μια ακόμη σημείωση για τις διαφορές έχει να κάνει με τις οθόνες, οι οποίες στα πιο προσιτά μοντέλα έχουν ανάλυση 2K (1920x1200) και ρυθμό ανανέωσης στα 60Hz, όμως κατά τα άλλα διατηρούν κοινά χαρακτηριστικά. Δοκιμάσαμε, αρχικά, κάποια benchmarks. Πρώτο ήταν το Cinebench R23, για το οποίο πήραμε δεδομένα σε Turbo (80W), Performance (65W) και Silent (60W) mode. Στη πρώτη περίπτωση, το σκορ κινήθηκε περίπου στις 18.500 (multi core) και στις 3.000 (single core), πέφτωντας ελάχιστα με τις δύο άλλες επιλογές Και σε πραγματικά σενάρια χρήσης, είδαμε πως το Performance mode ήταν αρκετό ακόμη και σε απαιτητικά παιχνίδια, ενώ το Silent κάλυπτε με άνεση μεσαίων απαιτήσεων τίτλους όπως και εργασία σε π.χ. Adobe Photoshop. Το Turbo δεν μας χρειάστηκε πραγματικά, τουλάχιστον στη δική μας ρουτίνα, όμως αναμφίβολα υπάρχουν ανάγκες που καλύπτει είτε σε βαριές εργασίες είτε σε ακόμη πιο πολύπλοκα games. Σε άλλα benchmarks πήραμε σκορ 2448 στο Geekbench 6.2 για single core επιδόσεις και 14195 για multi-core, 7027 στο Time Spy Extreme στο 3D Mark και 7594 στο PC Mark 10. Οι ανεμιστήρες λειτουργούν σε πολύ χαμηλά επίπεδα θορύβου, με μέγιστη τιμή περίπου τα 50dB σε Turbo Mode, φτάνοντας τα 42-45dB σε Performance με χαμηλότερο όριο τα 35dB σε Silent mode. Ακόμη και σε Turbo, ο ήχος των ηχείων καλύπτει τον θόρυβο των ανεμιστήρων, ενώ σε Performance ή Silent είναι αμελητέα ενόχληση που «πνίγεται» σε περιβάλλον γραφείου ούτως ή άλλως και θα γίνει αντιληπτός μόνο σε απόλυτη ησυχία (π.χ. στο σπίτι). Μετρήσαμε επίσης τις θερμοκρασίες στα παραπάνω τρία modes. Παίζοντας Cyberpunk 2077 σε Turbo mode, οι θερμοκρασίες άγγιξαν τους 90 βαθμούς Κελσίου σε CPU και 85 σε GPU. Γυρίζοντας σε Performance mode, είχαμε πτώση 5-10 μονάδων σε CPU και GPU, ενώ σε Silent mode η πτώση ήταν ακόμη μεγαλύτερη και το «ταβάνι» πλέον ήταν στους 75-80 βαθμούς Κελσίου. Παρατηρήσαμε πως το laptop ήταν πολύ ζεστό στην αφή προς σημείο από όπου εξάγεται ο θερμός αέρας, οπότε δοκιμάσαμε να το τοποθετήσουμε σε μια απλή βάση που το σήκωνε ελαφρώς ψηλότερα. Με αυτή την απλή κίνηση, η θερμοκρασία έπεσε περίπου 5-7 μονάδες σε Turbo και Performance mode, με μικρότερη αλλά υπαρκτή πτώση ακόμη και σε Silent. Φαίνεται πως ο αέρας δεν παγιδεύεται στην οθόνη μεν, αλλά δύσκολα ξεφεύγει από κάτω της και δη αν πρόκειται για ξύλινη επιφάνεια. Σε επιδόσεις, δεν περιμέναμε κάτι λιγότερο από το «τέλειο». Ray tracing όπου ήταν εφικτό, γραφικά στο Ultra και ανάλυση QHD ήταν το «ταβάνι» σε διάφορα παιχνίδια, όπως Cyberpunk 2077, όπου πήραμε 70-80fps με ελάχιστες πτώσεις. Πηγαίνοντας σε παιχνίδια όπως DOTA 2, Red Dead Redemption 2, The Witcher III: Wild Hunt, Doom Eternal και άλλα, ο τριψήφιος αριθμός fps ήταν στάνταρ, πάντοτε μιλώντας για Turbo mode. Στο Performance, η απόδοση έπεσε μεν όμως όχι δραματικά, με το Cyberpunk 2077 να κινείται ανάμεσα σε 65-70fps και τους υπόλοιπους τίτλους να είναι πάνω από τα 100fps ή ελάχιστα κάτω. Τέλος, το Silent mode τα πήγε καλά τηρουμένων των αναλογιών, κρατώντας σταθερά 30fps με ίδιες ρυθμίσεις στο Cyberpunk 2077, τις οποίες αν ρίχναμε σε ένα μίγμα Medium/High παίρναμε ξανά σταθερά 60fps. Είχαμε μεγάλες πτώσεις ακόμη και στο Doom Eternal, που είναι τρομερά βελτιστοποιημένο, τρέχοντας πλέον στα 80fps – σχεδόν στο ένα τρίτο συγκριτικά με το Turbo. Παλαιότεροι τίτλοι ή λιγότερο απαιτητικοί θα τρέξουν σταθερά και στις μέγιστες ρυθμίσεις σε Silent mode, ενώ το Performance ήταν η χρυσή τομή για εμάς. Η μπαταρία των 90Wh προσφέρει αυτονομία που τερματίζει περίπου στις 6 ώρες, βάσει δικών μας δοκιμών. Ρίχνοντας τον ρυθμό ανανέωσης στα 60Hz και κρατώντας την φωτεινότητα στο 60%, δουλεύαμε σε προγράμματα Office για περίπου 5-6 ώρες σε Silent mode. Δοκιμάζοντας παιχνίδια, ακόμη και σε Silent mode, παίρναμε το πολύ μιάμιση ώρα χρήσης. Για επεξεργασία φωτογραφιών σε Photoshop, κινούταν κάπου στις 2-3 ώρες ενώ για βίντεο, έπεφτε πάλι στις 1-2 ώρες. Είναι κυρίως υπολογιστής που απαιτεί σταθερή τροφοδοσία, δεδομένων των δυνατοτήτων του, αλλά για βασικές εργασίες η αυτονομία είναι απλώς ικανοποιητική και μπορεί να κρατηθεί μερικές ώρες εκτός πρίζας. Το τροφοδοτικό των 240W που τον συνοδεύει χρειάζεται περίπου 2 ώρες για μια πλήρη φόρτιση, χρόνος που αυξάνεται αν χρησιμοποιείται τροφοδοσία USB-C – τουλάχιστον προσφέρει ευελιξία για μια ώρα ανάγκης. Μέσω της εφαρμογής Armoury Crate γίνεται η επιλογή προφίλ λειτουργίας (Turbo κλπ), όπως και δίνεται η δυνατότητα για δημιουργία προφίλ όπου ο χρήστης ρυθμίζει ταχύτητα ανεμιστήρων κλπ. Από το ίδιο λογισμικό παραμετροποιείται η λειτουργία του LED στην πλάτη της οθόνης, όπως και χρωματικές ρυθμίσεις οθόνης, ρύθμιση των πλήκτρων macro και άλλα. Στην περίπτωση του LED, όπως αναφέραμε έχουμε πλέον μια απλή λωρίδα και παρελθόν αποτελούν οι πρώτες υλοποιήσεις που έδιναν πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα με animation και γράμματα. Αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητικό αφού κατά γενική ομολογία τα νεότερα μοντέλα ειναι πιο όμορφα, δίνοντας έναν πιο επαγγελματικό χαρακτήρα αν και στο εσωτερικό τους διαθέτουν κορυφαία χαρακτηριστικά για gaming αξιώσεων. Σε κάθε περίπτωση, όπως έχουμε σημειώσει και παλιότερα, το Armoury Crate είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις εύχρηστου, χρήσιμου και καθόλου παρεμβατικού λογισμικού που συνεισφέρει θετικά στην εμπειρία. Συμπέρασμα Το φετινό ASUS ROG Zephyrus G16 είναι μια σπάνια περίπτωση, όπου σε κάθε σχεδόν τομέα τα καταφέρνει περίφημα χωρίς αστερίσκους. Από τον συνδυασμό CPU/GPU μέχρι τις θύρες κι από την οθόνη έως τα ηχεία ή την webcam, είναι μια premium λύση που δικαιολογεί το (καθόλου ευκαταφρόνητο) κόστος αγοράς. Ένα σημείο όπου αναμέναμε να μην διακριθεί -κι έτσι συμβαίνει- είναι η αυτονομία, ενώ παρά το καλοφτιαγμένο σύστημα διαχείρισης θερμότητας, μια απλή βάση το κάνει να αποδίδει ακόμη καλύτερα (και δεν θα έπρεπε).
    2 πόντοι
  4. Η OnePlus πάντοτε προσπαθούσε να προσφέρει premium εμπειρίες και συσκευές, εφάμιλλες μιας ναυαρχίδας σε όλα πλην του κόστους. Με το OnePlus 12, η εταιρεία ακολουθεί την ίδια τακτική και ενσωματώνει πολλά στοιχεία που ανήκουν σε smartphones από το «επάνω ράφι», είτε πρόκειται για την κάμερα είτε για το σύνολο των λειτουργιών. Είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε τη συσκευή για ένα σύντομο διάστημα, οπότε και παραθέτουμε την εμπειρία μας μαζί της. Σχεδιασμός – Οθόνη Από το προηγούμενο μοντέλο στο νέο, οι εξωτερικές αλλαγές δεν είναι μεγάλες όμως ορισμένες είναι εμφανείς. Η βασικότερη έχει να κάνει με το υλικό της πλάτης, το οποίο αντί για γυαλιστερό πλέον είναι ανάγλυφο (στη μαύρη έκδοση) κι έτσι μένει ευκολότερα σταθερό στο χέρι, ενώ δεν μαζεύει δαχτυλιές εύκολα. Η πράσινη έκδοση είναι πιο εντυπωσιακή, όμως η γυαλιστερή πλάτη γλιστράει και οι δαχτυλιές φαίνονται. Δεν υπάρχει καλό και κακό εδώ, παρά μόνο γούστο, κι εφόσον στην πραγματικότητα το κινητό θα μπει σε θήκη από την πρώτη ημέρα λίγη σημασία έχει για εμάς. Το σημαντικό εδώ είναι η ύπαρξη Corning Gorilla Glass 5 και στις δύο περιπτώσεις, προσφέροντας ανθεκτικότητα στη συνολική κατασκευή. Με διαστάσεις 16.43x7.58x0.92cm, το OnePlus 12 είναι ελαφρώς πιο μακρόστενο από ένα συνηθισμένο smartphone τέτοιων αναλογιών, οπότε ευκολότερα μπορούμε να το «τυλίξουμε» στο ένα χέρι και να το κρατάμε με ασφάλεια. Σε αυτό βοηθάει και η ελαφριά κυρτότητα στις πλευρές της οθόνης, κάνοντας το χέρι να αγκαλιάζει τη συσκευή με φυσικό τρόπο. Στην πλάτη, τα βλέμματα θα τραβήξει αναμφίβολα το μεγάλο κομμάτι της κάμερας. Ένα μεγάλο σε έκταση, αλλά μικρό σε πάχος, στρογγυλό εξόγκωμα φιλοξενεί τους τρεις φακούς της κάμερας. Παρότι φαινομενικά είναι η ίδια διάταξη με του προηγούμενου μοντέλου, τα χρώματα δένουν καλύτερα με την πλάτη της συσκευής, κάτι που παρατηρούμε στο Flowy Emerald (πράσινο) χρώμα. Έτσι, ναι μεν το ένα τρίτο της πλάτης αφιερώνεται στην κάμερα, όμως εναρμονίζεται με το χρώμα. Κατά τα άλλα, η πλάτη φέρει μόνο το λογότυπο της OnePlus στο κέντρο και τίποτα άλλο. Στη δεξιά πλευρά θα βρούμε το κουμπί ενεργοποίησης και το κουμπί ρύθμισης έντασης, όμως το κουμπί σίγασης βρίσκεται αριστερά πλέον. Η δεξιά πλευρά έρχεται πιο κοντά στα πρότυπα των περισσότερων εταιρειών όμως για όσους το είχαν συνηθίσει, θα χρειαστεί ένα διάστημα προσαρμογής. Κατά τα άλλα, δεν αλλάζουν πολλά, με την επάνω πλευρά καθαρή από πλήκτρα και εισόδους και την κάτω να φιλοξενεί τη θύρα USB-C και την υποδοχή κάρτας SIM. Μπροστά θα βρούμε μια πανέμορφη οθόνη LTPO OLED 6.8” με δυναμικό ρυθμό ανανέωσης 1Hz-120Hz, ανάλυση QHD+ (3168x1440) και προστασία Gorilla Glass Victus 2. Η OnePlus υπόσχεται μέγιστη φωτεινότητα στα 4300nits, όμως οι πραγματικές μετρήσεις σε όλο το πάνελ δείχνουν πως κινείται περίπου στα 1200nits – η διαφορά είναι στον τρόπο μέτρησης. Σε κάθε περίπτωση, η οθόνη ανταγωνίζεται εύκολα ναυαρχίδες της εποχής προσφέροντας άνετη ανάγνωση ακόμη και υπό το φως του ήλιου, αλλά και πολύ χαμηλό όριο για να μην τυφλώνει σε σκοτεινούς χώρους. Συνολικά, η ακρίβεια των χρωμάτων, η ποιότητα εικόνας και η απόκριση ήταν άψογα, κάτι που φάνηκε πολύ σε παιχνίδια και ταινίες. Στο κάτω μέρος της οθόνης ενσωματώνεται αισθητήρας ανάγνωσης δακτυλικού αποτυπώματος, ο οποίος λειτουργεί σβέλτα ακόμη και με ελαφρώς βρεγμένο δάχτυλο χάρη σε βελτιώσεις που έκανε η εταιρεία. Καλό θα ήταν να μην εκτίθεται σε νερό το κινητό, ωστόσο, καθώς φέρει προστασία IP65 – ικανοποιητική μεν, σίγουρα όχι αντάξια ναυαρχίδας. Μέσα στο κουτί βρίσκονται διάφορα καλούδια, από τον φορτιστή 100W έως ενσωματωμένη μεμβράνη οθόνης. Αν μη τι άλλο, μας έλειψαν τέτοιες κινήσεις. Επιδόσεις – Μπαταρία Η ναυαρχίδα της OnePlus συνδυάζεται με εκείνη της Qualcomm, αξιοποιώντας τον Snapdragon 8 Gen 3. Από πλευράς μνήμης, έρχεται με 12GB ή 16GB RAM και 256GB, 512GB ή 1TB αποθηκευτικού χώρου. Ενσωματώνει επίσης Wi-Fi 7, Bluetooth 5.4 και 5G καλύπτοντας κάθε ανάγκη ασύρματης σύνδεσης και με το παραπάνω. Για τον επεξεργαστή, τα benchmarks δίνουν μια γεύση των όσων είδαμε και στην πράξη. Συγκεκριμένα, σε Geekbench 6 φέρνει σκορ 2241 (Single-Core) και 6779 (Multi-Core), ενώ σε 3D Mark Wild Life Unlimited σκόραρε 19482 με μέσο όρο τα 116fps. Φυσικά, όλα αυτά επιβεβαιώθηκαν και σε σενάρια πραγματικής χρήσης, όπου το κινητό διαχειριζόταν με ευκολία κάθε είδους multi-tasking που δοκιμάσαμε ενώ μας έκανε θετική εντύπωση η καλή διαχείριση θερμότητας σε εκτεταμένες περιόδους παιχνιδιού. Συνολικά, οι επιδόσεις του μαρτυρούν μια συσκευή που αποδίδει στο υψηλότατο επίπεδο και θα συνεχίσει εκεί για καιρό. Με μπαταρία που φτάνει τα 5400mAh, το OnePlus 12 είναι στα +400mAh συγκριτικά με τον προκάτοχό του. Αυτό φαίνεται και στην πράξη, καθώς έβγαζε άνετα μια ημέρα χρήσης με 5G ενεργοποιημένο, ενώ ρίχνοντας την κατανάλωση η αυτονομία ξεπερνούσε τη μια ημέρα. Συνολικά, τα αποτελέσματα είναι τα αναμενόμενα αν όχι λίγο καλύτερα από του ανταγωνισμού στην κατηγορία. Ένα σημείο όπου δεν υπάρχει σύγκριση με τον ανταγωνισμό είναι η φόρτιση. Με 100W ενσύρματη και 50W ασύρματη φόρτιση, οι χρόνοι είναι πραγματικά αμελητέοι – το 0%-100% γίνεται σε λιγότερο από 40 λεπτά. Με 15 λεπτά στην πρίζα, το κινητό φορτίσει περίπου έως το 50%. Και υπενθυμίζουμε, ο φορτιστής που προσφέρει τέτοιες δυνατότητες είναι μέρος του πακέτου, οπότε δεν υπάρχουν κρυμμένα κόστη δεκάδων ευρώ. Το φετινό Oxygen OS βασίζεται σε Android 14 και παραμένει μια φανταστική εμπειρία. Συνδυάζει απλότητα και πρακτικότητα, κάτι που λείπει από πολλά λειτουργικά πλέον. Είναι πολύ κοντά σε μια εμπειρία stock Android, με όλη την ταχύτητα που υπόσχεται μια τέτοια ναυαρχίδα. Η OnePlus παρέχει υποστήριξη μέσω τεσσάρων αναβαθμίσεων λειτουργικού και πενταετή υποστήριξη μέσω ενημερώσεων ασφαλείας, κάτι που λίγες εταιρείες προσφέρουν. Κάμερα Στην τριάδα καμερών κυριαρχεί η βασική των 50MP (f/1.6) με οπτική σταθεροποίηση, συνοδευόμενη από μια ultra-wide 48MP και έναν αναβαθμισμένο τηλεφακό 64MP με 3x οπτικό zoom και 120x ψηφιακό zoom. Η μπροστινή κάμερα των 32MP επίσης εντυπωσιάζει, ενσωματώνοντας ψηφιακή σταθεροποίηση. Να σημειώσουμε πως η βασική κάμερα ενσωματώνει φακό Sony LYT-808, από τους κορυφαίους της εταιρείας ενώ για ακόμη μια χρονιά, η Hasselblad συνεργάστηκε με την OnePlus στο σύστημα καμερών. Η ποιότητα εικόνας της βασικής κάμερας είναι αξιοθαύμαστη, με ζωντανά όμως όχι πολύ έντονα χρώματα, διατήρηση λεπτομέρειας και πρακτικά ανύπαρκτο θόρυβο σε καλά φωτισμένα περιβάλλοντα. Κάτι που παρατηρήσαμε είναι μια τάση προς τους θερμούς τόνους, όχι ιδιαίτερα έντονη για να ενοχλεί όμως σίγουρα υπαρκτή. Καθώς προτιμάμε πιο φυσικά αποτελέσματα στις φωτογραφίες μας, θα πούμε ότι λειτούργησε υπέρ και σίγουρα δίνει μια ξεχωριστή ταυτότητα στην OnePlus. Ειδικά όταν αξιοποιούσαμε το Master Mode (Pro Mode), μπορούσαμε να δημιουργήσουμε φοβερά αποτελέσματα με σχετικά λίγο κόπο. Το πλήθος ρυθμίσεων, από ταχύτητα κλείστρου έως vignette και πολλαπλές ρυθμίσεις εστίασης, προσφέρει όλα τα εργαλεία που χρειάζονται έμπειροι ή πειραματιζόμενοι φωτογράφοι για να φτιάξουν κάτι σύνθετο. Υπάρχουν δυνατότητες για Hi-Res και RAW, όμως οι φωτογραφίες RAW δεν αξιοποιούν πλήρως τις δυνατότητες της κάμερας και η ανάλυση δεν είναι στο μέγιστο δυνατό. Αυτό παραμένει σημείο όπου ο ανταγωνισμός προχώρησε, διότι κατά τα άλλα, η σουίτα της OnePlus είναι πλούσια και σε ορισμένα σημεία, καλύτερη από ορισμένων ναυαρχίδων. Τα πορτρέτα αξιοποιούν το 3x zoom για να δώσουν εκπληκτικά αποτελέσματα, με πολύ καλό bokeh και διαχωρισμό ατόμου από το παρασκήνιο. Φέρνει πιο κοντά το θέμα από το 2x άλλων συσκευών, κάνοντας ευκολότερη τη διαδικασία του καδραρίσματος. Αξιοποιώντας το zoom σε απλές φωτογραφίες, βλέπουμε άριστα αποτελέσματα έως το 3x (το όριο του οπτικού) και μικρή πτώση ποιότητας έως το 10x. Τα αποτελέσματα του 10x είναι πολύ καλής ποιότητας και για μια φωτογραφία σε συναυλία ή κάτι παρεμφερές, είναι παραπάνω από ικανοποιητικά. Από εκεί και έπειτα, μέχρι το 120x, τα αποτελέσματα γίνονται ολοένα και πιο «λασπωμένα» με τις λεπτομέρειες να χάνονται, οπότε δεν έχει ιδιαίτερο νόημα. Παρόλα αυτά, πάντοτε καλό να υπάρχει η επιλογή, καθώς με την σταθερότητα ενός τριπόδου και σε πιο ικανά χέρια ίσως φέρει καλά αποτελέσματα. Σε σκοτεινές σκηνές, η απόδοση ήταν εξίσου καλή στη βασική κάμερα. Η λεπτομέρεια διατηρείται σε πολύ ικανοποιητικό βαθμό, όπως και τα χρώματα, ενώ τα πολύ φωτεινά σημεία έχουν επίσης καλή διατήρηση των παραπάνω χωρίς να «απορροφούνται» τα πάντα στο φως. Ο θόρυβος είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα αλλά σίγουρα εμφανίζεται σε πολύπλοκες λήψεις. Γενικά μας άφησε ικανοποιημένους, όπως και η αυτόματη εναλλαγή σε Night Mode. Για την ultra-wide κάμερα, τα αποτελέσματα είναι ικανοποιητικά. Τα χρώματα χάνουν την ζωηράδα της βασικής κάμερας και γίνονται λίγο πιο μουντά, ενώ η λεπτομέρεια διατηρείται καλά μεν όμως σε κοντινή ανάλυση εμφανίζονται ατέλειες. Παραμένει μια τίμια και αξιόπιστη λύση για περιπτώσεις φωτογράφισης τοπίων ή τέτοιων χρήσεων, όπου δύσκολα θα απογοητεύσει. Οι φωτογραφίες με την selfie κάμερα έχουν βελτιώσεις που προέρχονται κυρίως από το λογισμικό, καθώς διατηρούνται φυσικότεροι οι τόνοι και φεύγει το στρώμα μουντίλας που καλύπτει τις εικόνες όταν ο φωτισμός είναι μέτριος. Τα αποτελέσματα δεν δείχνουν υπερβολικά επεξεργασμένα, οπότε είναι φυσικά κι αντίστοιχα, η εικόνα ήταν άψογη για χρήση σε βιντεοκλήσεις. Συμπέρασμα Στη συντριπτική πλειοψηφία των δυνατοτήτων, το OnePlus σκαρφαλώνει στην κορυφή και ανταγωνίζεται άμεσα -αν όχι ξεπερνάει- άλλες συσκευές στην κατηγορία του. Από την οθόνη έως τον επεξεργαστή κι από την φόρτιση έως την κάμερα και το λειτουργικό, αποδίδει στο υψηλότερο επίπεδο. Με τιμή γύρω στα 1000€ και δυνατότητες απόσυρσης για περαιτέρω πτώση του κόστους, είναι μια πραγματικά καλή ευκαιρία για όσους αναζητούν ένα flagship σε πιο προσιτή τιμή, δίχως εμφανείς αδυναμίες.
    2 πόντοι
  5. Η Logitech κάνει δυναμική εισαγωγή στην υποκατηγορία των premium webcams με την MX Brio 4K. Η αλήθεια είναι πως το οικοσύστημα των MX συσκευών της εταιρείας ήταν γνωστό ως τώρα για τα εξαιρετικά ποντίκια και τα πληκτρολόγιά του και δεν μας είχε συνηθίσει σε καμία περίπτωση σε webcams, όμως για όλα υπάρχει μία πρώτη φορά. Με ολοένα και περισσότερο κόσμο να εργάζεται από το σπίτι ή τέλος πάντων απομακρυσμένα τα τελευταία χρόνια, οι webcams είναι μία από τις κατηγορίες που ωφελήθηκαν σημαντικά. Σε πρώτη φάση η αγορά γέμισε με προσιτές οικονομικά προτάσεις, όμως δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους και οι ακριβότερες που με τα ξεκάθαρα ανώτερα τεχνικά τους χαρακτηριστικά, απευθύνονται σε ένα κοινό που δίνει έμφαση στην εικόνα (του), είτε για σενάργια απομακρυσμένης εργασίας, είτε για ανάγκες streaming, όπου ο χρήστης και στις δύο περιπτώσεις δίνει μεγάλη έμφαση στην ποιότητα της εικόνας. Η MX Brio 4K λοιπόν έρχεται να κοιτάξει στα μάτια λύσεις όπως η HyperX Vision S και η Razer Kiyo Pro Ultra. Τι έχει όμως να προσφέρει; Σχεδιασμός – Χαρακτηριστικά Από πλευράς design, η MX Brio 4K δίνει έμφαση στην ανθεκτικότητα και τη λειτουργικότητα αποφεύγοντας τις υπερβολές. Επί της ουσίας πρόκειται για ένα ορθογώνιο διαστάσεων 98 x 44 x 36 χιλ. στο μέσον του οποίου ξεχωρίζει ο φακός. Το σώμα είναι κατασκευασμένο κυρίως από αλουμίνιο με χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα (κάτι που φαίνεται και από το βάρος το οποίο είναι στα 137 γραμμάρια) και λέμε κυρίως διότι στο η πλάτη του, γύρω από τη θύρα USB Type-C, μέσω της οποίας γίνεται και η σύνδεση με υπολογιστή, είναι από πλαστικό. Γενικώς η όλη κατασκευή είναι αρκετά στιβαρή και αποπνέει τον premium αέρα που θα περίμενε κάποιος από μία webcam της εν λόγω κατηγορίας και τιμής (229€). Στην πρόσοψη υπάρχουν δύο μικρόφωνα beamforming ενώ στη βάση συναντάμε μία τυπική υποδοχή βίδας ¼ ιντσών για τρίποδο, κάτι που αν μη τι άλλο αποτελεί μία ευχάριστη -και ευπρόσδεκτη- έκπληξη. Η τοποθέτηση της MX Brio 4K δεν γίνεται ακουμπώντας τη ή «μαγκώνοντάς» την επάνω στην οθόνη. Μαζί με την κάμερα, θα βρείτε ένα σταντ το οποίο κολλά στην οθόνη και αποτελεί επί της ουσίας τη βάση της webcam, δίνοντάς της το απαραίτητο ύψος έτσι ώστε εκείνη να μπορεί να περιστραφεί κατά 90ο προς τα εμπρός (θα εξηγήσουμε παρακάτω τον λόγο). Στη συσκευασία περιλαμβάνεται καλώδιο USB Type-C σε Type-C το οποίο ωστόσο θα θέλαμε λίγο μακρύτερο καθώς έχει μήκος 1,5 μέτρο. Η Logitech κάνει ακόμα εύκολη την ενεργοποίηση κλεισίματος της κάμερας σε επίπεδο hardware, περιστρέφοντας τον κύριο δακτύλιο της κάμερας, ενισχύοντας έτσι την ιδιωτικότητα. Ως προς τα χαρακτηριστικά της τώρα, η MX Brio 4K ενσωματώνει αισθητήρα Sony STARVIS 8,5 MP και ευρυγώνιο φακό f/2,0 με επιλογές οπτικού πεδίου 90ο, 78ο και 65ο. Προσφέρει 4x ψηφιακό zoom και καταγράφει εικόνα 4K/30fps, εναλλακτικά ρίχνοντας την ανάλυση πάτε στα 1080p/60fps. Αν η ανάλυση 4K δεν σας είναι απαραίτητη σε ό,τι κάνετε (από τηλεδιασκέψεις στο πλαίσιο της δουλειάς σας, μέχρι βίντεο για το κανάλι σας οι streamers/unboxers), θα σας προτείναμε να επιλέξετε το δεύτερο: η απόλυτα ομαλή εικόνα θα σας ανταμείψει. Φυσικά μιλάμε για τον καλύτερο αισθητήρα που μπορεί κάποιος να έχει σε webcam, με τις διαφορές σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη webcam να είναι εύκολη υπόθεση. Σε ότι αφορά τις τηλεδιασκέψεις, υποστηρίζονται οι καλύτερες εφαρμογές του είδους όπως τα Teams, Zoom και Google Meet. Στα θετικά της MX Brio 4K το φυσικό κάλυμμα που ενεργοποιείται με μία απλή περιστροφή της στεφάνης του φακού. Μία λειτουργία στην οποία οφείλουμε να κάνουμε ξεχωριστή μνεία, είναι η παρουσίαση της επιφάνειας εργασίας σας και με αυτό, δεν εννοούμε αυτή στην οθόνη του υπολογιστή σας αλλά την επιφάνεια στην οποία εργάζεστε (το γραφείο, το τραπέζι της κουζίνας ή ό,τι άλλο χρησιμοποιείτε τέλος πάντων). Θυμάστε που αναφερθήκαμε στη βάση της webcam πιο πάνω; Χάρη σε αυτή λοιπόν, η MX Brio 4K μπορεί να περιστραφεί προς τα εμπρός κατά 90ο με μία κίνηση του χεριού σας, έτσι ώστε να δείξει αυτό που έχετε μπροστά σας. Η εικόνα περιστρέφεται αυτόματα κι εσείς θα είστε σε θέση να παρουσιάσετε σημειώσεις, προϊόντα, φαγητά κλπ. Εμπειρία χρήσης Έχοντας τοποθετήσει την MX Brio 4K (δεν θα αντιμετωπίσετε κανένα πρόβλημα, είτε το κάνετε στην οθόνη του desktop σας, είτε στο καπάκι του laptop σας), σε πρώτη φάση θα χρειαστεί να τη ρυθμίσετε. Εδώ δεν θα μπορούσαμε να ζητήσουμε κάτι παραπάνω από τη Logitech αφού στη διάθεσή σας βρίσκονται όχι μία, ούτε δύο αλλά τρεις διαφορετικές εφαρμογές! Όποια κι αν επιλέξετε πάντως θα έχετε τη δυνατότητα να ρυθμίσετε το οπτικό πεδίο, την έκθεση, τον κορεσμό των χρωμάτων, το HDR, την προσαρμογή φωτεινότητας κ.α. Θα επιλέξετε μεταξύ αυτοματοποιημένων λειτουργιών ή θα πειραματιστείτε με κάθε ρύθμιση χειροκίνητα. Για τους επαγγελματίες υπάρχει το Logi Tune το οποίο δίνει πρόσβαση σε διάφορες λειτουργίες και τεχνολογίες όπως τα RightLight (σε συνδυασμό με το HDR ενισχύει σημαντικά την ποιότητα της εικόνας) και RightSight (αυτοματοποιεί πλήρως την κίνηση της webcam και σας κρατά διαρκώς στο κάδρο κεντράροντας την εικόνα σε εσάς και φροντίζοντας έτσι ώστε σε περίπτωση που βρίσκεστε με άλλους σε κάποιο meeting room να μη μείνει κανείς εκτός κάδρου, όμως η λειτουργία του δεν είναι πάντα αψεγάδιαστη). Οι οικιακοί χρήστες θα κάνουν τη δουλειά τους με το Logi Options+ το οποίο κατά πάσα πιθανότητα θα έχουν ήδη εγκατεστημένο στον υπολογιστή τους αν διαθέτουν κάποιο άλλο προϊόν της σειράς MX της Logitech. Όσο για τους streamers, εκείνοι μάλλον θα προτιμήσουν το G Hub. Μας άρεσε ακόμα η λειτουργία Show Mode, με την κάμερα να μπορεί να δείχνει στο συνομιλητή σας με το πάτημα ενός κουμπιού το τι έχετε ακριβώς μπροστά σας (πχ. κάποιες σημειώσεις). Η ποιότητα της εικόνας είναι πάρα πολύ καλή. Εφ’ όσον ο φωτισμός του χώρου σας είναι ικανοποιητικός, τότε θα απολαύσετε κορυφαία λεπτομέρεια με ζωηρά χρώματα και χωρίς καθόλου πρακτικά θόρυβο. Ακόμα κι αν βρεθείτε όμως σε ένα απόλυτα σκοτεινό δωμάτιο, η MX Brio 4K θα συνεχίσει να προσφέρει εξαιρετική εικόνα με χρώματα σε φυσικούς τόνους -χωρίς το δέρμα π.χ. να δείχνει ωχρό. Μπορείτε ακόμα να φτιάξετε συγκεκριμένα presets ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν (πχ χαμηλός φωτισμός, ηλιοφάνεια) προκειμένου να μην κάνετε κάθε φορά τις σχετικές ρυθμίσεις. Μας άρεσε ακόμα το autofocus, με την όλη διαδικασία να γίνεται όχι μόνο ταχύτερα αλλά και με πολύ καλό τελικό αποτέλεσμα. Γενικώς οι επιδόσεις της webcam της Logitech είναι απόλυτα ισορροπημένες, κάτι που την καθιστά λύση-πασπαρτού ανεξαρτήτως συνθηκών -από τα meetings για τις ανάγκες της εργασίας σας, μέχρι τα βραδινά streaming ή D&D sessions σας. Επιβεβαιώσαμε και τον ισχυρισμό της εταιρείας ότι η απεικόνιση ενός προσώπου είναι αρκετά καλύτερη με την MX Brio 4K απ' ότι έχουμε δει μέχρι σήμερα στην κατηγορία, με μεγαλύτερη λεπτομέρεια, ακόμα και σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού. Η MX Brio 4K κάνει καλή δουλειά και σε ένα άλλο σενάριο όπου ο χρήστης κάθεται συχνά μπροστά από ένα παράθυρο, με τον ήλιο να "καίει" το background, επηρεάζοντας έτσι και την εικόνα του. Με τη νέα κάμερα της Logitech, υπάρχει η όσο το δυνατή λιγότερη παραμόρφωση της εικόνας, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι πολύ καλύτερο από τον προκάτοχο της συσκευής. Ο ήχος στέκεται κι εκείνος σε πάρα πολύ καλά επίπεδα με τη σειρά του. Σύμφωνα με τη Logitech, τα μικρόφωνα έχουν εμβέλεια 1,2 μέτρων, κάτι που ίσως σε ορισμένες περιπτώσεις δημιουργεί ηχώ όμως όχι σε τέτοιο επίπεδο ώστε να αλλοιώνει τη φωνή σας ή να δυσκολεύει τους συνομιλητές σας. Συμπέρασμα Μείναμε ικανοποιημένοι από την MX Brio 4K; Απόλυτα. Η Logitech έχει δημιουργήσει μία από τις καλύτερες και πληρέστερες webcams που θα βρείτε, με την πρότασή της να καλύπτει ακόμα και τους πλέον απαιτητικούς. Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι σε ποιους απευθύνεται; Με τιμή που ξεπερνά το φράγμα των €200 στοχεύει σε ένα πολύ ιδιαίτερο κοινό από το οποίο εξαιρούνται οι απλοί και business χρήστες οι οποίοι θα κάνουν τη δουλειά τους, είτε με την ενσωματωμένη κάμερα του laptop τους, είτε με μία πολύ φθηνότερη webcam στο ¼ της τιμής της MX Brio 4K. Ως εκ τούτου, η τελευταία χτυπά κυρίως την πόρτα των streamers ή όσων παράγουν σε επαγγελματικό πλαίσιο περιεχόμενο βίντεο (δημιουργούς περιεχομένου, εισηγητές/consultants, ειδικούς στον τομέα της πνευματικής υγείας κ.α.). Αν αυτοί μπορούν να δικαιολογήσουν το κόστος της, τότε η MX Brio 4K συνιστά επιλογή που δεν θα μετανιώσουν.
    1 πόντος
  6. Μετά το FRITZ!Box 6850 5G, το FRITZ!Repeater 3000 AX , το FRITZ!7530 AX τα FRITZ!Box 4060/4040, το FRITZ!Repeater 6000, το FRITZ!Repeater 1200 AX και το FRITZ!Repeater 3000 που ανέβηκαν στο παρελθόν στον πάγκο των δοκιμών, σειρά είχε να δούμε την αναβαθμισμένη έκδοση του FRITZ!Box 5530 Fiber που δεν είναι άλλο από το FRITZ!Box 5590 Fiber. Όπως έχουμε μάθει και από τα υπόλοιπα μοντέλα της AVM το 5590 μεταφράζεται ως: 55 επειδή είναι για τεχνολογία Fiber και το 90 επειδή είναι το καλύτερο και πιο δυνατό μοντέλο της σειράς. Το FRITZ!Box 5590 Fiber ήρθε για να αντικαταστήσει το FRITZ!Box 5491 που ήταν ο προκάτοχος του για το GPON όπως και του FRITZ!Box 5490 που ήταν για AON. Σήμερα θα δούμε αναλυτικά το FRITZ!Box 5590 Fiber. Αυτή η νέα και ενδιαφέρουσα πρόταση της AVM έρχεται να προστεθεί στην γκάμα των προϊόντων που μπορούν να μας προσφέρουν Internet μέσα από την δύναμη της οπτική ίνας. Για αρκετούς τα FTTH Modem Routers (ΟΝΤ) είναι κάτι άγνωστο. Για άλλους είναι μία πραγματικότητα που την ζουν κάθε μέρα αφού το FTTH έχει φτάσει στην περιοχή τους ενώ για άλλους είναι ένα "'όνειρο" και είναι στην αναμονή περιμένοντας το FTTH να γίνει διαθέσιμο. Πριν προχωρήσουμε στο Review θα πρέπει να αναφέρουμε μερικές τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με την τεχνολογία του FTTH και στην δική μας περίπτωση του GPON όπως και για το FRITZ!5590 Fiber. Αυτή η εισαγωγή είναι απαραίτητη για να λυθούν οι απορίες που θα προκύψουν. Ας ξεκινήσουμε: Στην Ελλάδα το FTTH που δίνουν οι πάροχοι είναι τεχνολογίας PON (Passive Optical Network) και υπάρχει και το AON (Active Optical Network). Το PON συγκεκριμένα είναι GPON δηλαδή Gigabit Passive Optical Network. Τι είναι τώρα το GPON και πως λειτουργεί. Με πολύ απλά λόγια από την πλευρά του παρόχου υπάρχει ένα OLT (Optical Line Terminal) το οποίο είναι το "μηχάνημα" που πάνω σε αυτό έχουν συνδεθεί οι οπτικές ίνες που φέρνουν το Internet στο σπίτι μας και στο ONT (Optical Network Terminal). Ενδιάμεσα από το OLT και το ONT υπάρχουν Passive Optical Splitters. Τι κάνουν αυτά: Τα Passive Optical Splitters δέχονται μία οπτική ίνα ως Input και βγάζουν πολλές ίνες ως Output. Οπότε από το OLT μπορεί να έχουμε πχ 10 ίνες οι οποίες όμως δεν θα πάνε σε 10 σπίτια αλλά η κάθε μία από αυτές μπορεί να πάει σε ένα passive optical splitter που το χωρίζει σε 32 ίνες. Έτσι σε μία ίνα αντί για 1 συνδρομητή μπορεί να είναι 32 συνδρομητές. Πάμε τώρα σε αυτό που ενδιαφέρει στην πράξη εμάς τους τελικούς χρήστες. Εφόσον μία οπτική ίνα εξυπηρετεί 32 συνδρομητές πρέπει με κάποιο τρόπο να γίνει διαχωρισμός ποιος συνδρομητής είναι ποιος. Οπότε το κάθε ONT έχει ένα μοναδικό ID που συνήθως αναφέρεται πάνω στο ίδιο το ONT. Στην περίπτωση του FRITZ!Box 5590 το ID είναι της μορφής AVMG xxxx xxxx. Για να αναγνωριστεί και να "συγχρονίσει" το ONT πάνω στην οπτική ίνα πρέπει ο πάροχος να το δηλώσει στο OLT. Αν δεν το δηλώσει τότε δεν θα γίνει ποτέ το Connection. Με την ισχύουσα νομοθεσία στην Ελλάδα που αναφέρει ότι ο πάροχος πρέπει να υποστηρίζει οποιοδήποτε Modem Router, θα νομίζαμε ότι θα μπορούσαμε να αγοράσουμε ένα FTTH Modem Router κοινώς ένα ONT και να δώσουμε στον πάροχο μας το ID και να είμαστε έτοιμοι για surfing. Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Στην περίπτωση του FTTH ο πάροχος δεν θα δεχτεί να περάσει το ID του ONT ώστε να γίνει η σύνδεση. Μας δίνει ένα δικό του ONT το οποίο απλά μετατρέπει την οπτική ίνα σε Ethernet και μετά μας δίνει την επιλογή να εγκαταστήσουμε οποιοδήποτε Router επιθυμούμε αρκεί να έχει WΑΝ Port. Στην παρακάτω φωτογραφία βλέπουμε ένα HUAWEI ONT το οποίο απλά μετατρέπει την οπτική ίνα σε Ethernet. Που θέλουμε να καταλήξουμε. Τo FRITZ!Box 5590 Fiber λειτουργεί και ως ONT αλλά ταυτόχρονα έχει και WΑΝ Port για να εγκατασταθεί ως Router. Την παρούσα στιγμή δεν μπορούμε λόγω των περιορισμών να εγκαταστήσουμε το FRITZ!Box 5590 Fiber ως ONT αλλά μόνο ως Router. Θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε όλα τα χαρακτηριστικά του εν λόγω CPE αλλά η διασύνδεση θα είναι με το ONT που μας έχει δώσει ο πάροχος και όχι απευθείας με την οπτική ίνα πάνω στο FRITZ!Box 5590 Fiber. Την δεδομένη στιγμή που γράφεται το παρόν Review μόνο η Cosmote δίνει το FRITZ!Box 5530 Fiber στις συνδέσεις 1Gbit χωρίς την χρήση ξεχωριστού ONT. Στο μέλλον ας ελπίσουμε ότι θα αλλάξουν κάποια πράγματα στην νομοθεσία και θα μπορεί ο χρήστης να χρησιμοποιήσει το FRITZ!Box 5590 Fiber χωρίς ONT. Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε το SFP που έχει το FRITZ!Box 5590 Fiber το οποίο είναι για GPON και πρέπει να συνδεθεί με οπτική ίνα LC-APC και όχι SC-APC που δέχονται τα ONT των ελληνικών παρόχων. Σε αυτό το Review θα αναλύσουμε τα χαρακτηριστικά και τις λειτουργίες που μας προσφέρει το FRITZ!Box 5590 Fiber. Οι ρυθμίσεις και η παραμετροποίηση δεν αλλάζουν σε κάτι συγκριτικά με τα υπόλοιπα FRITZ!Box λόγω του ενιαίου FRITZ!OS 7 που είναι εγκατεστημένο στις συσκευές. Οπότε οποιοδήποτε μοντέλο και να έχει ήδη στην κατοχή του ο χρήστης από αυτήν την σειρά αλλά και την προηγούμενη, το Web Interface είναι ακριβώς το ίδιο. Υπάρχει η ίδια ευκολία ρυθμίσεων (Mesh, WPS) για τον αρχάριο χρήστη που μπορεί να μην κατέχει πολλές γνώσεις. Οι δυνατότητες που διαθέτει είναι πάρα πολλές όπως θα δούμε και επίσης αναβαθμίζονται συνεχώς. Το μόνο που θα χρειαστεί για την εγκατάσταση του είναι μια μια παροχή ρεύματος και να τρέξουμε την αυτοματοποιημένη διαδικασία. Μέσα σε 2-3 λεπτά είναι έτοιμο για χρήση. Η AVM για όποιον δεν γνωρίζει διαθέτει μια μεγάλη γκάμα προϊόντων όπως VDSL2/ADSL2+/4G/5G/FTTH Routers, Powerlines, WiFi Sticks, DECT Phones(FON), Repeaters όπως και συσκευές για Radiator Control, Power Outlets. Ιδρύθηκε το 1986, έχει έδρα το Βερολίνο και το 2021 απασχολούσε 880 υπαλλήλους. Το 2021 πραγματοποίησε τζίρο 570 εκατομμύρια ευρώ. Τo τμήμα υποστήριξης όπως και το τμήμα κατασκευής βρίσκονται στη Γερμανία, ενώ τα προϊόντα της εταιρείας συνοδεύονται από 5 χρόνια εγγύησης. Η AVM είναι ένας από τους κορυφαίους κατασκευαστές προϊόντων στην Ευρώπη για ευρυζωνικές και ψηφιακές συνδέσεις. To όνομα AVM όλοι το γνωρίζουν πλέον μετά από τόσα χρόνια και δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς είναι συνώνυμο με την πρωτοπορία, την αξιοπιστία και την τεχνολογική υπεροχή. Διαθέτει το ευέλικτο λειτουργικό σύστημα FRITZ!OS που είναι σήμα κατατεθέν της AVM. Το πρώτο μου προϊόν από την AVM ήταν ενα Bluetooth ISDN που για την εποχή του ήταν πολύ "μπροστά". Η AVM με λίγα λόγια, απλά ξεφεύγει από το μέσο όρο των συμβατικών Routers που κατακλύζουν την αγορά. Φέτος η AVM κλείνει και τα 20 χρόνια στην αγορά. https://en.avm.de/about-avm/press/press-releases/2024/03/20-years-of-fritzbox-the-heart-of-the-digital-home-is-celebrating-its-birthday H AVM ακόμα και όταν βγάλει ένα νεότερο προϊόν συνεχίζει να αναβαθμίζει και τα παλιότερα μοντέλα. Έτσι ξέρουμε ότι τα χρήματα που θα διαθέσουμε για την αγορά του εξοπλισμού δεν θα πάνε χαμένα λόγω ότι μετά από κάποιο χρονικό διάστημα θα βγει νεότερο μοντέλο. Επίσης κάτι που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι αντίθετα με άλλες εταιρείες δεν υπάρχουν ΣΥΝΗΘΩΣ Version 1 , Version 2, Version 3. Το τονίζουμε αυτό διότι πολλές εταιρείες βγάζουν το ίδιο προϊόν σε νέο Version με αποτέλεσμα να σταματάει η υποστήριξη μετά από λίγο καιρό στο παλιό Version. Και επειδή το Hardware είναι διαφορετικό έχουν και άλλα Firmware. Στην AVM ακόμα και να υπάρξει Version 2 θα αναβαθμιστεί κανονικά και το Version 1. Αυτό διότι το FRITZ!OS 7 είναι ένα ολοκληρωμένο λειτουργικό που θα προσφέρει στην συσκευή μας όλες τις αναβαθμίσεις που θα πάρουν και οι υπόλοιπες. Φανταστείτε το ως Windows που απλά τα εγκαθιστούμε σε οποιονδήποτε υπολογιστή θέλουμε. Τέλος, υπάρχει δωρεάν υποστήριξη από την AVM μέσω E-mail. Τι είναι το FTTH; Θα το εξηγήσουμε με πολύ απλά λόγια: To Fiber to the Home (οπτική ίνα μέχρι την κατοικία) ή FTTH είναι μια FTTx τεχνολογία (δηλαδή μια αρχιτεκτονική σύνδεσης σε δίκτυο Οπτικών ινών), στην οποία η οπτική ίνα φτάνει μέχρι το χώρο (κατοικίας ή εργασίας) του τελικού χρήστη. Το FTTH έρχεται έτσι σε αντίθεση με μεθόδους όπως οι Fiber to the Building (FTTB), Fiber to the Node (FTTN), Fiber to the Curb (FTTC), ή Hybrid Fibre-Coaxial (HFC), στις οποίες χρησιμοποιείται κάποιο παραδοσιακό φυσικό μέσο (όπως χάλκινα ή ομοαξονικά καλώδια) για το τελευταίο μίλι (Last Mile). To FTTH, λόγω του ότι χρησιμοποιεί 100% οπτικές ίνες, μπορεί να πετύχει πάρα πολύ υψηλούς ρυθμούς μετάδοσης δεδομένων. Unboxing FRITZ!Box 5590 Fiber Η πρώτη μας έκπληξη ήταν ότι είναι λίγο μεγαλύτερο σε διαστάσεις συγκριτικά με τα περισσότερα FRITZ!Βox που έχουμε κάνει Review. Το μέγεθος του δηλαδή είναι 254 x 63 x 191 mm συγκριτικά με το FRITZ!Box 7530 AX που είναι 200 x 45 x 152 mm. Για όποιον έχει το FRITZ!Box 7590 AX τότε είναι ακριβώς το ίδιο μέγεθος. Λογικό το μεγαλύτερο μέγεθος αφού και τα Interfaces είναι πολύ περισσότερα συγκριτικα με το FRITZ!Box 7530 AX αλλά και το μικρότερο μοντέλο που είναι το FRITZ!Box 5530 Fiber. To FRITZ!Box 5590 Fiber έρχεται σε μία όμορφη συσκευασία, με το μπλε χρώμα να κυριαρχεί όπως μας έχει συνηθίσει η AVM σε όλα τα προϊόντα της. Η συσκευασία είναι από σκληρό χαρτόνι. Στην μπροστά πλευρά βλέπουμε το FRITZ!Box 5590 Fiber, τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, που είναι υποστήριξη Fiber Optics, Wireless Dual Band, Gigabit Lan, Dect, Usb, 2.5Gbit Wan κτλ. Aναγράφεται με μεγάλα γράμματα ότι είναι NEW Version Wi-Fi 6. Είναι Dual Radio και θα αναφερθούμε σε αυτό πιο αναλυτικά παρακάτω. Στην πίσω πλευρά σε διάφορες γλώσσες (δεν υπάρχουν ελληνικά) αναφέρονται πιο αναλυτικά τα τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως και με ποιες συσκευές της AVM μπορεί να συνδυαστεί, όπως ένα FRITZ!WLAN Repeater, ένα FRITZ!Fon και άλλα. Στην πάνω και κάτω πλευρά αναγράφεται το μοντέλο όπως υπάρχει και το Logo FRITZ!, ενώ στην δεξιά πλευρά αναγράφονται τα πλεονεκτήματα του όπως και τα περιεχόμενα της συσκευασίας που θα δούμε και σε φωτογραφίες στην συνέχεια του Review. Στην αριστερή πλευρά αναφέρονται κάποιες υποσημειώσεις όπως Modem ID και ότι είναι η έκδοση με SFP GPON. Παρότι είναι το μόνο FRITZ!Box που δεν γράφει πάνω ότι έχει 5 χρόνια εγγύηση στην πράξη ισχύει η 5ετής εγγύση που έχουν άλλωστε όλα τα FRITZ!Box που είναι και η μεγαλύτερη που έχουμε δει σε δικτυακά προϊόντα. Συνεργάζεται με όλα τα Mesh προϊόντα της AVM για να έχει ο χρήστης ένα ενιαίο δίκτυο, με εύκολη διαχείριση και παραμετροποίηση. Ας δούμε τι κρύβεται μέσα στο κουτί: Ανοίγοντας την συσκευασία βρίσκουμε το εγχειρίδιο χρήσης, που αναγράφονται τα βήματα της εγκατάστασης με εικόνες και κείμενα σε διάφορες γλώσσες. Δεν υπάρχει ούτε εδώ η ελληνική γλώσσα, αλλά όπως και στα άλλα προϊόντα της AVM οι εικόνες βοηθούν πάρα πολύ στην εγκατάσταση. Συνοδεύεται από ένα καλώδιο Ethernet 1.5m, ένα διαφημιστικό φυλλάδιο με τις κατηγορίες των προϊόντων που έχει η AVM, μία καρτέλα με τα στοιχεία για το WiFi (SSID, Network Key και FRITZ!Box Password) και ένα ενημερωτικό φυλλάδιο σχετικά με την απόρριψη των ηλεκτρονικών συσκευών. Στην καρτέλα για το WiFI υπάρχουν κενά πεδία, που αντίστοιχα μπορούμε να γράψουμε τα δικά μας SSID, Network Key και FRITZ!Box Password, ώστε να τα θυμόμαστε. Και φυσικά το FRITZ!Box 5590 Fiber σε λευκό/κόκκινο χρώμα, με το τροφοδοτικό του. Επίσης αναγράφονται πληροφορίες για τα LED του. Συνοδεύεται από πενταετή εγγύηση, όπως όλα τα προϊόντα της AVM. Δεν υπάρχει αναλυτικό εγχειρίδιο για την συσκευή σε Cd ή σε έντυπη μορφή, το οποίο δεν θεωρείται αρνητικό, αφού τα εγχειρίδια είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της εταιρείας. Επιπλέον μέσα στo Web Interface του FRITZ!Box υπάρχουν οδηγίες/επεξηγήσεις για όλες τις επιλογές. Η πάνω πλευρά εκτός από τα ενδεικτικά LED, (στα οποία μπορούμε να ρυθμίσουμε την φωτεινότητα τους) έχει και τα πλήκτρα για συγκεκριμένες λειτουργίες όπως και θύρες εξαερισμού. Η κάτω πλευρά είναι όλο θύρες εξαερισμού για την παθητική ψύξη του εξοπλισμού. Είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε η μπροστινή πλευρά να είναι ανασηκωμένη ελαφρώς, αφήνοντας ένα μικρό κενό στο κάτω μέρος, για την αποτελεσματική ψύξη του, ακόμα και το καλοκαίρι που οι θερμοκρασίες ενδέχεται να είναι υψηλές. Η συσκευασία έρχεται με ταινία ασφαλείας. Στο Site της AVM για κάθε προϊόν πέρα από το Manual υπάρχουν και FAQ για να λύσουν τυχόν απορίες σχετικά με τα Features και την παραμετροποίηση της συσκευής. Το Manual μπορεί κανείς να το κατεβάσει από το: https://assets.avm.de/files/docs/fritzbox/fritzbox-5590/fritzbox-5590_man_en_GB.pdf ενώ το Quick Guide είναι διαθέσιμο εδώ: https://assets.avm.de/files/docs/fritzbox/fritzbox-5590/fritzbox-5590_qig_en_GB.pdf Στο Υoutube μπορούμε να δούμε τις δυνατότητες για τα FRITZ! προϊόντα. https://www.youtube.com/fritzboxenglish Το FRITZ!Box 5590 FIber παρότι είναι για FTTH όπως και το FRITZ!Box 5530 Fiber στην πράξη έχει μερικές αναβαθμίσεις συγκριτικά με το δεύτερο. Συγκεκριμένα εδώ μπορούμενα δούμε τις διαφορές τους και για ευκολία ακολουθεί ένα Screenshot. Την παράσταση κλέβει η 2.5Gbit Wan θύρα. Και υπάρχει κάτι ακόμα πιο σημαντικό. Tο FRITZ!Box 5491 Fiber ήταν για GPON ενώ το FRITZ!Box 5490 Fiber για AON. Πλέον δεν χρειάζονται δύο διαφορετικά μοντέλα. Το FRITZ!Box 5590 Fiber είναι ένα και αναλόγως το SFP που θα εγκαταστήσουμε μπορεί να λειτουργήσει και σε GPON αλλά και σε AON. Το Easter Egg θα το αναφέρουμε πιο μετά γιατί υπάρχει ακόμα ένα επιπλέον χαρακτηριστικό. Close up στις Gigabit Lan που μπορεί να συνδεθεί μία συσκευή. Από αριστερά προς τα δεξιά έχουμε. SFP Connector, Fon1/Fon2, 2.5Gbit Wan, 4 x Gigabit Lan, Power Connector και μία USB 3.0. Στην μπροστινή πλευρά υπάρχουν τα ενδεικτικά LED και τα αντίστοιχα κουμπιά για διάφορες λειτουργίες. Πχ ενεργοποίηση του (WPS). Αναλόγως το χρώμα και αν αναβοσβήνουν μας δίνουν πληροφορίες για την σύνδεση. Στο πάνω και στο κάτω μέρος έχει τις θύρες εξαερισμού για την παθητική ψύξη του εξοπλισμού. Δεν υπάρχουν ενοχλητικά ανεμιστηράκια να δουλεύουν και να μας ενοχλούν σε περίπτωση που το έχουμε τοποθετήσει στο δωμάτιο μας. Το τροφοδοτικό του μάρκας Ktec είναι 12 Volt και 2,5 Amps (30W). Σε ένα μικρό Sticker στο κάτω μέρος υπάρχει το SSID, το Network Key το Default FRITZ!Box Password και το Modem ID. Αξίζει να σημειωθεί ότι όση ώρα το δοκιμάσαμε, η θερμοκρασία παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα. Παρακάτω θα αναλύσουμε τα χαρακτηριστικά του FRITZ!Box 5530 Fiber , πως το παραμετροποιούμε και τι μας προσφέρει. FRITZ!Box 5590 Fiber. Σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί ONT (εφόσον αλλάξει κάτι στην νομοθεσία). PBX για μια μικρή εταιρεία ώστε να μην χρειαστεί αγορά ξεχωριστού τηλεφωνικού κέντρου. 4G, 5G Dongle ως backup σε περίπτωση που υπάρχει πρόβλημα της οπτικής ίνας. NAS, Media Server, Fax, Τηλεφωνητής. Χρήσιμα Feature για μια εταιρεία. Usb εκτυπωτής ο οποίος μπορεί με το FRITZ!Box να μετατραπεί σε δικτυακό. Οι χρήσεις είναι πάρα πολλές και μπορούν να γίνουν όλες ταυτόχρονα. Τεχνικά Χαρακτηριστικά FRITZ!Box 5590 Fiber Ασύρματο router με υποστήριξη AON, GPON and XGS-PON. (ΑΟΝ ΙTU-T G.652; IEEE 802.3ah-2004 1000BASE-BX10)/(GPON ITU-T G.984.2/984.5)/(XGS PON ITU-T G.9807) 4 x Gigabit Lan (10/100/1000) Wi-Fi 6 up to 2400 Mbit/s (5GHz) Wi-Fi 6 up to 1200 Mbit/s (2.4GHz) Dual Wireless Radios 1 x 5 GHz and 1 x 2.4 GHz (802.11 ac/n/g/a). Ταυτόχρονη χρήση και των δύο Band. 4 x 4 Wi-Fi 6 with MIMO Mesh WiFi WPA2/WPA3 encryption Wi-Fi Protected Setup (WPS) Μέση κατανάλωση 12 Watt Push Service Led on/off Διαστάσεις 254 x 63 x 191 mm Eco Mode, Energy Saving Smart Steering και CrossBand Repeating Fritz!OS Maximum Transmitter Power. Αν δεν θέλουμε το WiFi να εκπέμπει στο 100% μπορούμε να ελαττώσουμε το ποσοστό εκπομπής IPv6 Χαμηλή κατανάλωση 2 x USB 3.0 2 x FXS. (2 x RJ11 , 1 x TAE) Media Server Κουμπί Wlan για απενεργοποίηση/ενεργοποίηση του WiFi Dect Base Station with HD Telephony. Up to six cordless telephones IP-based Telephony Dect ULE, Han Fun Υποστήριξη VPN, Firewall, DynDns, IPv6, Parental Control, Guest Network, WOL FRITZ!OS με υποστήριξη FRITZ!NAS, MyFRITZ!. Η AVM εξασφαλίζει την ασφάλεια και προσθέτει νέες λειτουργίες και αναβαθμίσεις με καινούρια Firmwares, ακόμα και για παλαιότερα μοντέλα, ώστε να είναι up to date Δυνατότητες Fax to Mail, FRITZ!App Fon για iOS και Android Υποστήριξη Eco Mode, DECT Eco, Energy Saving αναλόγως το ποιες λειτουργίες του FRITZ!Box χρησιμοποιούμε, για ελαχιστοποίηση στην κατανάλωση FRITZ!App Fon Stateful Packet Inspection Firewall DLNA/UPnP AV Wake on Lan over the internet FRITZ!Box 5590 Fiber. Τι μας προσφέρει Λειτουργία ONT/Wan Router Ασύρματη σύνδεση με Tablets και Smartphones και ενσύρματη ή ασύρματη σύνδεση με έναν ή περισσότερους υπολογιστές. Parental Control για τον περιορισμό της χρήσης του Internet, με την χρήση διαφόρων προφίλ. Υποστήριξη DynDns, σε περιπτώσεις απομακρυσμένης πρόσβασης σε συσκευές συνδεδεμένες στο FRITZ!Box 5590 FIber. QoS (Quality Of Service). Υποστήριξη VPN (IPSec) για απομακρυσμένη διαχείριση. Υποστήριξη IPV6. Mesh networking: Μέσα από το Web Interface μπορεί να γίνει κεντρική διαχείριση όλων την συνδεδεμένων συσκευών FRITZ. Παραμετροποίηση του ως Mesh Repeater. Το FRITZ!Box με ένα USB Stick συνδεδεμένο στη μία εκ των δύο USB 3.0 θύρα. Δυνατότητα δημιουργίας Guest Network όπως και δημιουργία κανόνων στο Parental Control, ώστε να ελέγχουμε την πρόσβαση στο Internet και το δίκτυο. Push Service για ενημέρωσή με E-mail για την χρήση του, όπως και τυχόν αλλαγές στο Configuration. Τέσσερις Gigabit Ethernet και Dual Band WiFi για γρήγορες μεταφορές δεδομένων ανάμεσα στους υπολογιστές, Smartphone, Tablets, ενσύρματα και ασύρματα. 2 θύρες USB 3.0 που μπορούμε να συνδέσουμε ένα USB εκτυπωτή ώστε να γίνει δικτυακός και να μπορούν όλες οι συσκευές στο δίκτυο να εκτυπώνουν. Εναλλακτικά μπορεί να συνδεθεί ένας USB σκληρός δίσκος ή ένα USB Stick ώστε να χρησιμοποιείται για αποθήκευση από όλους τους χρήστες και να υπάρχει ακόμα και απομακρυσμένη πρόσβαση στο Nas Storage, σε περίπτωση που είμαστε εκτός χώρου και χρειαζόμαστε πρόσβαση στα αρχεία. Με το FRITZ!Nas ορίζουμε τους χρήστες και τα δικαιώματα που θα έχουν για την πρόσβαση στο Nas Storage. Η Usb μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με USB 4G, 5G Dongle. Wan Port 2.5Gbit Στην FXS, μπορεί να συνδεθεί αναλογική τηλεφωνική συσκευή ή ένα PSTN PBX. DECT Base Station με δυνατότητα σύνδεσης μέχρι 6 ασύρματων συσκευών DECT είτε της AVM είτε ενός τρίτου κατασκευαστή, αρκεί να συνεργάζονται. Δυνατότητα του FRITZ!Box να λειτουργεί ως PBX. Είτε χρησιμοποιήσουμε την FXS, είτε το DECT Base Station, μπορούμε την VoIP τηλεφωνία να την δρομολογήσουμε όπου επιθυμούμε. Η κάθε μία συσκευή θα έχει ένα εσωτερικό νούμερο ώστε να μπορεί να γίνει μεταφορά της κλήσης, από την μία τηλεφωνική συσκευή στη άλλη. Και για όσους δεν σηκώνονται το πρωί, μια τηλεφωνική συσκευή πάνω στο FRITZ!Box μετατρέπεται σε ξυπνητήρι και αρχίσει να κουδουνίζει την ώρα που επιθυμείτε εσείς. Λειτουργία Fax to Mail. Δεν υπάρχει λόγος να γίνεται σπατάλη χαρτιού και μελανιού/toner για τα Fax. Το Fax μετατρέπεται σε E-mail και αποστέλλεται στο E-mail που επιθυμεί ο χρήστης. Με το FRITZ!APP Fon, ένα Smartphone μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ασύρματη τηλεφωνική συσκευή και να πραγματοποιεί, δέχεται κλήσεις με ασφάλεια (VPN) είτε από το τοπικό δίκτυο είτε από το απομακρυσμένο. Δεν χρειάζεται πλέον να γίνεται εκτροπή για να μην χάνουμε τις κλήσεις, δεν χρειάζεται να διαθέτουμε ασύρματο τηλέφωνο στο χώρο μας. Απλά ένα Smartphone. Υποστηρίζει συσκευές για SMART HOME. Η διαχείρισή τους, μπορεί να γίνει από το τοπικό αλλά και από το απομακρυσμένο δίκτυο. Υπάρχουν Smart Plugs, όπως το FRITZ!DECT 200 που είδαμε σε προηγούμενο Review, το FRITZ!DECT 301 που είναι ένα Smart Radiator για να ρυθμίζεται την θερμοκρασία του χώρου σας πριν ακόμα φτάσετε εκεί ή και το FRITZ!DECT 500 που είναι μια Smart λάμπα. Επιπρόσθετα το FRITZ!DECT 440 που είναι ένας τετραπλός διακόπτης που μπορούμε να ορίσουμε διαφορετικές λειτουργίες για κάθε κουμπί. Υποστηρίζει Media Server/Web Radio/Podcast, ώστε να βλέπετε τις αγαπημένες σας ταινίες ή να ακούτε την μουσική σας κάνοντας Streaming κατευθείαν από τον USB σκληρό δίσκο/USB Stick που έχετε συνδέσει στις USB 3.0 του FRITZ!Box. Με Gigabit Ethernet και WiFi με συνολικό Bandwidth 3600Mbits (2400+1200) το Streaming ακόμα και στα 4K γίνεται πανεύκολα. Τι κρύβεται στο εσωτερικό της συσκευής Δεν θα άντεχα να μην μπω στον πειρασμό να ανοίξω τα πλαστικά του FRITZ!Box ώστε να δω τι κρύβεται μέσα του. Μετά την αφαίρεση των πλαστικών βλέπουμε το παρακάτω. Στα αριστερά και δεξιά εκεί που ενώνονται το μαύρο, μπλέ, άσπρο καλώδιο είναι οι Antennas. Ομολογώ ότι είναι το πρώτο μοντέλο της FRITZ που ανοίγω και βλέπω ψύκτρα. Μία μαύρη μεγάλη ψύκτρα καλύπτει πολλά Components. Η ψύξη είναι παθητική ώστε να μην χρειαστούν Fan για την ψύξη. Ότι τοποθετήθηκε ψύκτρα από την άλλη είναι απολύτως λογική. Τα SFP γενικότερα σε λειτουργία αναπτύσσουν αρκετά μεγάλη θερμοκρασία συν την επιπλέον θερμοκρασία από το WiFi Module κτλ κτλ. Mesh Networking To FRITZ!Os 7 υποστηρίζει Mesh Networking. Μέσα από το Web Interface υπάρχει όλη η τοπολογία του δικτύου με τις συνδεδεμένες συσκευές στις οποίες άμα κάνουμε κλικ θα μας δρομολογήσει στο Web Interface τους. Οι συνδεδεμένες συσκευές μπορεί να είναι ένα FRITZ!WLAN Repeater, ένα FRITZ!Dect, ένα FRITZ!Powerline μέχρι και ένα δεύτερο FRITZ!Box. Έτσι το Mesh Networking μας βοηθάει στην κεντρική διαχείριση όλων των FRITZ! συσκευών από μία σελίδα, όπως και λόγω των Features του Mesh Networking, οι ρυθμίσεις που έχουμε κάνει στο FRITZ!Box, για παράδειγμα στην καρτέλα Wireless μπορούν να μεταφερθούν απευθείας στο FRITZ!WLAN Repeater ή στο FRITZ!Powerline. Επιπλέον δεν χρειάζεται να συνδεθούμε στην κάθε συσκευή, για να εγκαταστήσουμε ένα νεότερο Firmware. Αν υπάρχει νεότερο Firmware θα μας το εμφανίσει αυτόματα και απλά πατάμε το Update για να γίνει εγκατάσταση. Η λειτουργία για Update του Firmware δεν ισχύει μόνο για τις συνδεδεμένες συσκευές στο FRITZ!Box αλλά και για το ίδιο το FRITZ!Box. Αν έχουμε ένα Guest Network θα μεταφερθούν οι ρυθμίσεις σε όλο το Mesh Network. Το Mesh Networking, αρχίζει και "μπαίνει" όλο και περισσότερο στην ζωή μας με τις περισσότερες εταιρείες να βγάζουν καινούρια προϊόντα ή αναβαθμίσεις για τα υπάρχοντα, ώστε να υπάρχει υποστήριξη. Όπως βλέπουμε στην παρακάτω φωτογραφία στην καρτέλα Mesh, υπάρχει ένα σχεδιάγραμμα τι έχει συνδεθεί που και με ποιο τρόπο. Εδώ θα εμφανιστούν όχι μόνο οι ασύρματες συσκευές που έχουν συνδεθεί όπως στην περίπτωση μας ένα Laptop και ένα Smartphone αλλά και όλες οι συσκευές της AVM. Επίσης αν ανιχνευτεί αυτόματα καινούριο Firmware μας το εμφανίζει και απλά πατάμε (όπως και έγινε) το κουμπί Perform Update ώστε να αναβαθμιστεί στην τελευταία έκδοση. Tο Mesh Networking δεν έχει περιορισμούς. Δημιουργήθηκε για να καλύψει από ένα μικρό χώρο, που θα χρειαστεί μόνο ένα Powerline ή ένα Repeater, μέχρι πολύ μεγάλους χώρους που θα χρειαστούν πολλά Powerlines , Repeaters, Access Points ώστε να υπάρχει συνολική κάλυψη. Μερικά από τα χαρακτηριστικά του Mesh Network σε συνδυασμό με τα FRITZ! Μέσα από το FRITZ!Box μπορούμε να δούμε την τοπολογία του δικτύου μας. Όλες οι FRITZ συσκευές εμφανίζονται σε ένα ενιαίο σχέδιο. Με μία ματιά βλέπουμε που και πως έχει συνδεθεί η συσκευή μας, ποια συσκευή είναι και την IP που έχει πάρει. Αν υπάρχει αναβάθμιση για μία FRITZ συσκευή θα εμφανιστεί το κουμπί για να την κάνουμε Update. Δεν χρειάζεται να ψάχνουμε για Firmware, δεν χρειάζεται να πάμε στο Web Interface της κάθε συσκευής για να γίνει το Update. Απλά πατάμε το Update και όλα τα υπόλοιπα γίνονται αυτόματα. Με την χρήση του Mesh και του WPS όλες οι ρυθμίσεις που έχουμε πραγματοποιήσει στο FRITZ!Box θα περαστούν αυτόματα και στις υπόλοιπες πχ το Guest Network κτλ. Ταυτόχρονα θα υπάρχει ένα SSID. Όλο το δίκτυο και όλες οι συσκευές θα αποτελούν μέρος αυτού του δικτύου. Δεν χρειάζεται να αλλάζουμε δίκτυο κάθε φορά που μετακινούμαστε στο χώρο. Το Smart Roaming θα μας συνδέσει αυτόματα στο ασύρματο δίκτυο που έχει το καλύτερο σήμα. Υποστηρίζονται οι τεχνολογίες Smart Steering, WiFi Steering και CrossBand Repeating. Όλα εύκολα και απλά. Με απλά λόγια το FRITZ θα αποφασίσει με βάση το φόρτο του δικτύου και άλλες παραμέτρους αν μια Dual Band συσκευή θα πρέπει να αλλάξει Band για καλύτερη απόδοση του δικτύου. Και με το WiFi Steering αν έχουμε πολλαπλές συσκευές FRITZ, τότε η ασύρματη συσκευή μας θα συνδέεται κάθε φορά αυτόματα στο WiFi που έχει το καλύτερο σήμα ώστε να έχουμε μέγιστες αποδόσεις. Το Mesh δίκτυο μπορεί να αποτελείται από ένα FRITZ!Box και ένα FRITZ!Repeater για ένα μικρό χώρο μέχρι πολλά FRITZ!Repeaters, FRITZ!Powerlines για ένα πολύ μεγαλύτερο χώρο. Άτομα κάθε ηλικίας που δεν έχουν πολλές γνώσεις μπορούν εύκολα και απλά να δημιουργήσουν το δικό τους δίκτυο στο σπίτι χωρίς να χρειαστεί να κάνουν πολύπλοκες ρυθμίσεις ή να ζητήσουν βοήθεια από έναν εξειδικευμένο τεχνικό. Εγκατάσταση/Παραμετροποίηση Η εγκατάσταση είναι αρκετά εύκολη και τα βήματα που πρέπει να πραγματοποιηθούν, είναι τα παρακάτω: ΠΡΟΣΟΧΗ. Τα βήματα αναφέρονται στην εγκατάσταση ως Router με την χρήση της Wan Port και όχι ως ONT. Σύνδεση του τροφοδοτικού με το FRITZ!Box 5590 Fiber με μία διαθέσιμη πρίζα ρεύματος. Σύνδεση του FRITZ!Box 5590 Fiber με τον υπολογιστή μας με Fast/Gigabit Ethernet ή με WiFi με τα στοιχεία SSID/Wlan Network Key που αναγράφονται στην καρτέλα που υπάρχει στην συσκευασία. Η παραμετροποίηση μπορεί να γίνει και από Smartphone, Tablet, ή Laptop. Από τον browser ανοίγουμε την διεύθυνση http://fritz.box ή την IP 192.168.178.1 για να συνδεθούμε με το Web Interface με τον κωδικό FRITZ!Box Password που υπάρχει στην καρτέλα. Αυτόματα τρέχει ο Wizard για την αναγκαία παραμετροποίηση. Παραμετροποιούμε με την χρήση της Wan Port όπως και τη VoIP τηλεφωνία. Υπάρχει και δυνατότητα παραμετροποίησης του εξοπλισμού και από το Smartphone ή το Tablet μας με το MyFRITZ!App. Με το MyFRITZ!App έχετε εύκολη και ασφαλή πρόσβαση στο FRITZ!Box και στο οικιακό σας δίκτυο στο σπίτι ή εν κινήσει. Μέσω της προστατευμένης, ιδιωτικής σύνδεσης VPN, μπορείτε να έχετε πρόσβαση και να ελέγχετε τις συσκευές και τα δεδομένα στο οικιακό σας δίκτυο. Η εφαρμογή σας ειδοποιεί μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα για κλήσεις, φωνητικά μηνύματα και άλλα συμβάντα. Απολαύστε πρόσβαση από κινητά από παντού στις φωτογραφίες, τη μουσική και άλλα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο FRITZ!Box σας. Επιπρόσθετα υπάρχουν πολλά Apps για smartphones πχ FRITZ!App Fon από την AVM ώστε να εκμεταλλευτούμε το FRITZ!Box ακόμα περισσότερο. FRITZ!App Wlan To FRITZ!App Wlan είναι ένα Application για Smartphones το οποίο μας προσφέρει αρκετές δυνατότητες για το ασύρματο δίκτυο. Μπορούμε να δούμε σε ποια συσκευή FRITZ! είμαστε συνδεδεμένοι και ας έχει όλο το δίκτυο το ίδιο SSID. Θα μας βοηθήσει να αξιολογήσουμε αν το FRITZ!Repeater , FRITZ!Box είναι στην κατάλληλη θέση για να πετύχουμε την μέγιστη ταχύτητα ή αν χρειάζεται να το μετακινήσουμε αλλού. Μας εμφανίζει ποιες συσκευές δεσμεύουν ποια κανάλια και επιπρόσθετα μας δίνεται η δυνατότητα να τρέξουμε μετρήσεις ταχύτητας στο WiFi. Με τις μετρήσεις αυτές θα γνωρίζουμε αν η συσκευή είναι στο σωστό σημείο σε σύγκριση με το FRITZ!Box ή το FRITZ!Repeater και ποια είναι η μέγιστη ταχύτητα που μπορεί να επιτευχθεί στα 2.4GHz και στα 5Ghz από εκείνο ακριβώς το σημείο. Web Interface FRITZ!Box 5590 Fiber Η Default IP για το Web Interface είναι η 192.168.178.1, που μπορούμε να συνδεθούμε με Ethernet ή με WiFi. Την πρώτη φορά που θα συνδεθούμε και αφού διαλέξουμε την γλώσσα που επιθυμούμε μας ζητάει να βάλουμε το Password. Μετα το Password θα ξεκινήσει αυτόματα ο Wizard, που θα μας ρωτήσει σε ποια χώρα βρισκόμαστε. Αφού διαλέξουμε Greece, κάνει ένα Reboot και μετά συνεχίζει ο Wizard, που μας ρωτάει αν θέλουμε να ενεργοποιήσουμε τα Diagnostics and Maintenance. Μετά μας ρωτάει αν θα χρησιμοποιήσουμε την SFP Port ή την Wan Port. Διαλέγουμε Connection via a network termination device (ONT) και πατάμε Configure Internet Connection via Lan. Στην επόμενη καρτέλα, μας ρωτάει για το όνομα του παρόχου και αν θα γίνει κλήση PPPOE ή χρήση DHCP. Εμείς διαλέγουμε PPPOE και εισάγουμε το Username/Password του παρόχου. Μπορούμε να αλλάξουμε και τα Connection Settings για χρήση VLAN. Συνεχίζει ο Wizard με επιλογές για να παραμετροποιήσουμε την Voip τηλεφωνία, το WiFi και να γίνει έλεγχος για πιο νέο Firmware. Δεν χρειάστηκε κάποια άλλη ρύθμιση και είχαμε απευθείας Internet. Τόσο απλά και εύκολα! Όπως βλέπουμε και στην παρακάτω εικόνα στους Providers υπάρχει ήδη η Cosmote. Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε την καρτέλα Overview που μας δείχνει αρκετά στοιχεία για την σύνδεση μας με τον Provider αλλά και για τους Clients στο Lan. FRITZ!OS 7 Το FritzOS είναι το λειτουργικό σύστημα για τα προϊόντα της AVM. Με αυτόματες αν το επιθυμούμε αλλά και εξαιρετικά συχνές αναβαθμίσεις είναι εδώ για να μας προσφέρει ένα τεράστιο εύρος λειτουργιών που μας επιτρέπει να ρυθμίσουμε ακόμη και την παραμικρή λεπτομέρεια που αφορά στη χρήση και στο customization του router. Εύχρηστο UI, προηγμένα security features αλλά και τη δυνατότητα να φτιάξουμε το δικό μας NAS δίκτυο, το εν λόγω λειτουργικό σύστημα αποτελεί το σήμα κατατεθέν της AVM. Πρόκειται από μόνο του, έναν επιπρόσθετο λόγο για να διαλέξουμε ένα από τα τα routers της. Αυτό που κάνει το FRITZ!Box 5590 Fiber να ξεχωρίζει από τον ανταγωνισμό, είναι η δύναμη του λειτουργικού συστήματος FRITZ!OS. Κάτι που οφείλουμε να σημειώσουμε πως ισχύει για όλα τα προϊόντα FRITZ! της AVM. Το FRITZ!OS συνδυάζει ιδανικά την ευκολία χρήσης με έναν μεγάλο αριθμό χαρακτηριστικών και λειτουργιών. Το καθαρό user interface και οι χρήσιμοι οδηγοί σε καθοδηγούν βήμα-βήμα για την ολοκλήρωση κάθε είδους ρύθμισης. Συχνά προσθέτουν ακόμα και νέες λειτουργίες. Μπορείς να απολαμβάνεις ασφαλές σερφάρισμα χάρη στο ενσωματωμένο firewall ή να απαγορεύσεις την πρόσβαση σε συγκεκριμένες ιστοσελίδες. WiFi 6 Ποια είναι η διαφορά για το νέο αυτό Standard και τι μας προσφέρει. Το 2020 είναι το έτος του WiFi 6 , που προσφέρει μεγαλύτερες ταχύτητες και καλύτερες επιδόσεις. Τα ονόματα IEEE 802.11 AC ή ως συντόμευση Wireless AC αλλάζουν και αυτά και πλέον γίνεται αντικατάσταση από Version Numbers. Ο λόγος που γίνεται, είναι η πιο εύκολη και σαφής αναγνώριση των ασύρματων προτύπων. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του WiFi 6; OFDMA : Ποιο αποδοτικό. Το OFDMA στο WiFi 6 αναθέτει “κομμάτια” του ασύρματου δικτύου σε διαφορετικές συσκευές με αποτέλεσμα πιο αποδοτικό διαμοιρασμό όπως και παραπάνω Bandwidth ανά Stream. 1024-QAM : To WiFi 6 αυξάνει την ταχύτητα του ασύρματου δικτύου συγκριτικά με τον προκάτοχό του μέχρι και 40%. 2.4 GHz : Ένα μεγάλο άλμα για τα 2.4 GHz. Από τότε που παρουσιάστηκαν τα 2.4 GHz πριν περίπου 10 χρόνια δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Η βαρύτητα είχε πέσει στα 5GHz. Με το WiFi 6 αυτό αλλάζει και το Bandwidth έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Μπορούν να συνδεθούν παραπάνω συσκευές και αυτό εξυπηρετεί τις περιπτώσεις που κάποιος έχει πολλές συσκευές που λειτουργούν μόνο στα 2.4 Ghz. ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ : Η μπαταρία στα Smartphones και σε άλλες φορητές συσκευές θα αυξηθεί με το WiFi 6 με τους νέους μηχανισμούς εξοικονόμησης ενέργειας που διαθέτει. Επιπρόσθετα υποστηρίζεται WPA3 για μεγαλύτερη ασφάλεια. Το FRITZ!Box 5590 Fiber υποστηρίζει 2.4 GHz και 5 GHz (WiFi 6) Δοκιμές Αφού αναφέραμε αναλυτικά τα χαρακτηριστικά συνέχεια είχε να το υποβάλουμε σε μερικές δοκιμασίες. Η FTTH σύνδεση 100Mbit Download/10Mbit Upload λειτούργησε σταθερά και απροβλημάτιστα. Με ευκολία καταφέραμε στο WiFi και στα 5Ghz να τερματίσουμε το Bandwidth από το Laptop και το Smartphone. Έγιναν δοκιμές τόσο με τοπική πρόσβαση όσο και απομακρυσμένη με ένα Kingston USB Stick 128Gbytes σε NTFS που ήταν συνδεδεμένο στην USB και έγιναν αντιγραφή τυχαία αρχεία δοκιμαστικά από το USB stick στο laptop και αντίστροφα. Το ίδιο το FRITZ!Box διαθέτει όπως αναφέρει στο Interface 1.47 GB free internal space, ώστε για μικρά αρχεία να μην χρειάζεται να συνδεθεί εξωτερικός σκληρός δίσκος ή USB Stick. Ο εσωτερικός χώρος είναι πιο πολύ για Fax, για μυνήματα του τηλεφωνητή και για μικρά αρχεία όπως Word κτλ. Θα ήταν μια πολύ καλή κίνηση η AVM να ενσωμάτωνε για παράδειγμα 64Gbytes ή ακόμα και 128Gbytes εσωτερικού χώρου ώστε ο χρήστης να μπορεί να αποθηκεύσει και ταινίες. Πλέον το κόστος για 64/128Gbytes είναι πολύ μικρό. Το Guest Network έγινε παραμετροποίηση με ελάχιστα clicks και ήταν έτοιμο για να δώσει πρόσβαση σε όποιον το χρειαζόταν. Συνδέσαμε το FRITZ!Dect 200 για να παρατηρούμε την θερμοκρασία του χώρου και το FRITZ!Powerline 1260E για να δώσουμε Internet σε ένα απομακρυσμένο PC. Συνδέσαμε στην Gigabit Lan θύρα του FRITZ!Box 5590 Fiber το ΕΟΝ ΒΟΧ ώστε να παρακολουθήσουμε μία ταινία. Δεν αντιμετωπίσαμε κάποιο πρόβλημα κατά την προβολή μιας ταινίας. Δοκιμάστηκε το EON BOX και ασύρματα και όλα λειτούργησαν απροβλημάτιστα. Επίσης υποστηρίζει Band Steering. Όταν μία συσκευή υποστηρίζει και 2.4GHz αλλά και 5GHz, το FRITZ!Box μπορεί να καθορίσει σε ποιο από τα δύο Bands πρέπει να συνδεθεί η συσκευή για να έχει τις μέγιστες επιδόσεις. Τα 5GHz ναι μεν είναι καλύτερα στο θέμα της μέγιστης ταχύτητας αλλά τα 2.4GHz τα καταφέρνουν καλύτερα όταν πρέπει να διαπεράσουν ένα εμπόδιο σε αντάλλαγμα χαμηλότερες ταχύτητες. Επιπλέον το Band Steering αναλαμβάνει να αλλάξει το Band που έχει συνδεθεί μια συσκευή αν κρίνει ότι υπάρχει μεγάλο φόρτο σε αυτό για αποφυγή μειωμένης ταχύτητας. Δοκιμάσαμε να συνδέσουμε πολλές συσκευές (Smartphones, Tablets, Laptops) ταυτόχρονα στο WiFi και δεν αντιμετωπίσαμε πρόβλημα. Επόμενη δοκιμή ήταν να συνδέσουμε την έξυπνη λάμπα της AVM (FRITZ!DECT 500) στο FRITZ!Box το οποίο απαιτεί ελάχιστα κλικ ώστε να μας προσφέρει όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου στο χώρο μας. Διαλέξτε το χρώμα που ταιριάζει στην διάθεση σας ή για την δουλειά που θέλετε να κάνετε. Δοκιμάσαμε να συνδέσουμε πολλές συσκευές (Smartphones, Tablets, Laptops) ταυτόχρονα στο WiFi και δεν αντιμετωπίσαμε κάποιο πρόβλημα που είναι απολύτως λογικό αφού ειναι Dual Radio/Band. Εφαρμόσαμε σε ένα Smartphone εύκολα και επιτυχώς ένα προφίλ, ώστε να έχει πρόσβαση μόνο στις σελίδες που είχαμε ορίσει. Κατεβάσαμε το FRITZ!App Wlan στο Samsung Galaxy S22. Το συγκεκριμένο Smartphone υποστηρίζει Wi-Fi 6 οπότε και συνδέθηκε στα 1.2Gbps με το FRITZ!Box και με WPA3. Μέσα από το συγκεκριμένο App έχουμε την δυνατότητα να κάνουμε Speedtest ώστε να δούμε την μέγιστη ταχύτητα που μπορούμε να πετύχουμε στο σημείο που βρισκόμαστε. Είναι ένα εργαλείο ώστε να δούμε αν κάποιο σημείο στο σπίτι δεν έχει καλό WiFi και που ίσως να χρειάζεται την προσθήκη ενός Repeater/Access Point. Έγινε σύνδεση στο FRITZ!Box με το Laptop HP ENVY το οποίο έχει για Wireless Network Adapter την Intel WiFi 6 AX201. Το Laptop συνδέθηκε στα 2400Mbit !!!!! Μια λειτουργία που θα εκτιμήσουν πολλοί την σήμερον ημέρα είναι ότι μπορεί να φτιαχτεί λίστα με τους ανεπιθύμητους αριθμούς που δεν θέλουμε να μπορούν να μας καλέσουν. Τα νούμερα μπορεί να είναι μεμονωμένα, μπορεί να είναι κάποιο φάσμα ή ακόμα και ολόκληρος τηλεφωνικός κατάλογος που θα έχουμε δημιουργήσει μέσα στο FRITZ!Box!!!! Υποστηρίζει WPA3 για μέγιστη ασφάλεια, κάτι που το καθιστά ακόμα πιο FutureProof. Στην επόμενη δοκιμή αφού συνδεθήκαμε στο WiFi του FRITZ!Box 5590 Fiber αρχίσαμε να περπατάμε προς ένα FRITZ!Repeater που είχαμε εγκαταστήσει για να δούμε αν και πόσο γρήγορα θα γίνει η εναλλαγή στο πιο δυνατό σήμα. Πράγματι εκεί που το σήμα είχε μειωθεί, το Smart Roaming ανέλαβε να μας συνδέσει στο FRITZ!Repeater που είχε καλύτερο σήμα. Η αλλαγή γίνεται ταχύτατα, και ο χρήστης δεν θα την αντιληφθεί πάρα μόνο από το ότι θα έχει ξανά δυνατό σήμα. Επαναλάβαμε την δοκιμή την ώρα που είχαμε ανοιχτό συνέχεια το Measure WiFi του FRITZ!App Wlan και στο γράφημα φαίνεται μια στιγμιαία πτώση της ταχύτητας μέχρι να γίνει η εναλλαγή. Αυτό επιτυγχάνεται λόγω των χαρακτηριστικών του Mesh Network. Ότι συσκευή FRITZ και να βάλουμε στο δίκτυο μας είτε Repeater είτε Access Point είτε Powerline θα εμφανιστεί μέσα στο Mesh Networking του FRITZ!Box 5590 Fiber. Και μπορούν να συνδεθούν όπως εμείς επιθυμούμε. Ατέλειωτοι συνδυασμοί. Αν έχουμε συνδέσει ένα USB Stick, ή ένα USB HDD στο FRITZ!Box συνεχίζει να είναι διαθέσιμο κανονικά είτε συνδεόμαστε στο FRITZ!Box κατευθείαν είτε διαμέσου ενός FRITZ!Repeater. Οι φωτογραφίες, τα τραγούδια, οι ταινίες μας διαθέσιμες ανά πάσα στιγμή. Αν αντιμετωπίσουμε προβλήματα στο δίκτυο μας μπορούμε εύκολα να βρούμε που είναι το πρόβλημα. Μέσα από το FRITZ!Box μπορούμε να δούμε όλο το δίκτυο μας χάρις στο Mesh Networking. Βλέπουμε τι έχει συνδεθεί που, τι IP έχει και σε τι ταχύτητα έχει γίνει το Connection. Οπότε με αυτά τα στοιχεία μπορούμε να δούμε γιατι πχ ο συγκεκριμένος Client που συνδέεται στο χ Repeater έχει χαμηλή ταχύτητα. Επίσης αν έχουμε κάποιο FRITZ!Box που μας έχει περισσέψει μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως Access Point/Repeater. Και το Mesh Networking δεν ισχύει μόνο για το Internet αλλά και για την τηλεφωνία μας με τα FRITZ!Fon (Mesh Telephony). FAQ Στο Site της AVM υπάρχει το Knowledge Base όπου μπορούμε να βρούμε απαντήσεις σε πολλαααααά ερωτήματα. https://en.avm.de/service/fritzbox/knowledge-base/?product=FRITZ-Box-5590-Fiber&query= Εμείς θα απαντήσουμε σε ένα δύο βασικά ερωτήματα που αφορούν τους ελληνικούς Providers. 1.Μπορώ να χρησιμοποιήσω την Fiber Port. -> Όχι. Στην παρούσα φάση ο πάροχος δεν θα δεχτεί να περάστει το Modem ID στο OLT για να έχετε πρόσβαση στο Internet. 2. Ποιο είναι το Easter Egg? Το Easter Egg αν και το αναφέραμε πιο πάνω χωρίς να το αναλύσουμε είναι ότι το FRITZ!Box 5590 Fiber μπορεί να δεχτεί XGS-PON SFP το οποίο στην πράξη είναι 10-Gigabit-capable symmetric passive optical network. Υποστηρίζει μέχρι 10Gbit Download/10Gbit Upload. Δυστυχώς κανείς πάροχος ακόμα δεν το υποστηρίζει και σίγουρα δεν πρόκειται να το δούμε σύντομα. 3. Έχω Vodafone/Cosmote. Θα λειτουργήσει η VoIP τηλεφωνία στο FRITZ!Box. Ναι, θα χρειαστεί να την παραμετροποιήσετε manually αφού ο πάροχος σας δώσει τα στοιχεία. 4. Για Nova όμως δεν μας είπες. Η Nova ήταν να κάνει κάποιες αλλαγές ώστε να μπορεί ο τελικός χρήστης να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε CPE θέλει και να μπορεί να λειτουργεί η τηλεφωνία. Δεν γνωρίζω αν έχουν ολοκληρωθεί οι ενέργειες και στο Insomnia.gr δεν έχω δει κάπου κάποιο θέμα που να παραμετροποίησε ένας χρήστης την τηλεφωνία σε FRITZ!Box. Επίσης η NOVA δεν έδινε ONT Standalone αλλά έδινε το Nokia που είναι Modem, Router και ONT σε ένα. Θεωρητικά θα πρέπει να δώσει στον χρήστη απλά ένα ONT όπως κάνει η Cosmote και η Vodafone ώστε ο χρήστης να συνδέσει το FRITZ!Box 5590 Fiber πίσω από αυτο. Αν κάποιος γνωρίζει κάτι παραπάνω ας με ενημερώσει για να γίνει Edit το παρόν Review. Συμπεράσματα Κάπου εδώ το Review οδεύει προς το τέλος του όλοι περιμένουν τα συμπεράσματα μας σχετικά με το FRITZ!Box 5590 Fiber και κατά πόσο αξίζει η αγορά του. Για τον χρήστη που θέλει ένα καλό, σταθερό Router το FRITZ!Box 5590 Fiber είναι εδώ. Είναι ένα Modem Router - ONT που όπως αναφέραμε, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλά διαφορετικά σενάρια και καταστάσεις που ενδεχομένως να αντιμετωπίσουμε στην καθημερινότητα μας. Είναι μία αξιόλογη λύση όταν το Modem Router του παρόχου δεν μπορεί να μας καλύψει και επιθυμούμε πολύ παραπάνω Features. Είναι ένα δυνατό Hardware για τον απαιτητικό χρήστη. Τα χαρακτηριστικά του θα ικανοποιήσουν τους περισσότερους χρήστες, αφού μας παρέχει πολλές δυνατότητες. Συγκριτικά με άλλα Modem Router δίνει πολύ παραπάνω λειτουργίες όπως Guest Network, Mesh Networking και αυτό δικαιολογεί την τιμή του, που είναι κάπως αυξημένη. Τη στιγμή που γράφεται το Review η τιμή του ξεκινάει στα 326 Ευρώ στο www.skroutz.gr . Λόγω του Mesh Networking και των LED η παραμετροποίηση μπορεί να γίνει πολύ εύκολα χωρίς να μπερδέψει τον χρήστη και υπάρχουν αναλυτικές οδηγίες σε κάθε βήμα με επεξήγηση. Ακόμα και αν οι γνώσεις του χρήστη είναι περιορισμένες με τον αρχικό Wizard που θα τρέξει αυτόματα, θα γίνουν όλες οι απαραίτητες ρυθμίσεις για να έχουμε Internet ενσύρματα και ασύρματα. Λόγω του Mesh το troubleshooting γίνεται ακόμα πιο εύκολο αφού μπορούμε από το σχεδιάγραμμα να δούμε που υπάρχει το πρόβλημα. Επίσης η δυνατότητα λειτουργίας και ως Mesh Repeater, κάνει την αγορά μας πιο Futureproof. Ακόμα και εάν οι ανάγκες αλλάξουν ή θελήσουμε να το χρησιμοποιήσουμε σε κάποιον άλλο χώρο σε άλλο Mode, το FRITZ!Βox 5590 Fiber είναι εκεί και μπορεί να το επιτύχει. Το Internet μπορεί να διαμοιραστεί ενσύρματα σε μία κονσόλα, έναν αποκωδικοποιητή, ή ασύρματα σε Smartphones, Laptops και Tablets. Το Dual Band WiFi 6 είναι αρκετό για να υποστηρίξει Streaming σε μία Smart TV από το Internet ή από μια συσκευή που βρίσκεται στο τοπικό μας δίκτυο. Επιπρόσθετα με τις δύο FXS και το DECT Station μας δίνεται η δυνατότητα να έχουμε ένα Mini PBX με δυνατότητα Fax, αυτόματου τηλεφωνητή και κουδούνι πόρτας. Το Dual Band WiFi και οι Gigabit Ports θα αντεπεξέλθουν επιτυχώς στο μεγάλο φόρτο και το Guest Network θα είναι Up and Running σε ελάχιστο χρόνο για να εξυπηρετήσει τους επισκέπτες. Streaming, Podcasts, Nas Storage, FXS όλα εκεί, σε ένα FRITZ!Box μαζεμένα, για να είναι η παραμετροποίηση πιο εύκολη με το μικρότερο δυνατό κόστος. Ένα FRITZ!Box πολλά Features. Για όποιον θέλει κάτι καλύτερο από το Router του παρόχου και με περισσότερες δυνατότητες τότε το FRITZ!Box 5590 Fiber είναι η ιδανική λύση. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να επεκτείνει το WiFi δίκτυο μας ως Repeater ή ως Access Point αν και η πρωταρχική του χρήση δεν είναι αυτή. Γιατί να διαλέξουμε τo συγκεκριμένα FRITZ!Box και όχι κάποιο άλλο προϊόν από έναν άλλο κατασκευαστή; Έχουν παραπάνω δυνατότητες συγκριτικά με άλλα Modem Router. Αναβαθμίζονται για να μας προσφέρουν περισσότερες δυνατότητες, όπως το Mesh Networking. Μπορούν να συνεργαστούν με τα υπόλοιπα προϊόντα της AVM για ένα ολοκληρωμένο δικτυακό περιβάλλον. Κοινή ενιαία πλατφόρμα (FRITZ!OS). Eίναι μια ολοκληρωμένη λύση για το σπίτι αλλά ακόμα και για μια μικρή εταιρεία. Στο παρακάτω Link αναφέρονται κάποια από τα πλεονεκτήματα γιατί να αγοράσουμε προϊόντα FRITZ!. https://en.avm.de/fritz-heres-why/ Επίσης υπάρχουν ακόμα αρκετές δικτυακές συσκευές που δεν διαθέτουν WiFi ή το WiFi είναι Optional οπότε η ύπαρξη τεσσάρων Gigabit Ports είναι χρήσιμη. Το FRITZ!Box 5590 Fiber μπορεί να χρησιμοποιηθεί όχι μόνο από τον οικιακό χρήστη, αλλά μπορεί παράλληλα να αποτελέσει και μια αξιόπιστη και πανίσχυρη λύση για όλες τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που θέλουν κάτι καλύτερο. Προσωπικά δοκιμάζοντας και αυτό το προϊόν της AVM μόνο θετικά λόγια μπορώ να πω, τόσο από την ποιότητα κατασκευής όσο και από τις δυνατότητες που προσφέρει. Έχοντας δοκιμάσει και άλλα Routers, μπορώ να πω ότι είναι μια αγορά που αξίζει και που θα αφήσει ευχαριστημένο το χρήστη. Πολλοί ενδεχομένως να πουν ότι τα FRITZ! σε μερικές περιπτώσεις είναι πιο ακριβά από άλλες λύσεις. Είναι απολύτως λογικό διότι η πληθώρα των Features, το ανεβάζει αρκετά πάνω από τον ανταγωνισμό και δικαιολογεί το κόστος. Η τιμή παρότι φαίνεται υψηλή , στην πράξη δεν είναι και τόσο. Αν κοιτάξουμε την αγορά θα δούμε ότι τα Router που υποστηρίζουν τέτοια χαρακτηριστικά είναι σχετικά ακριβά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ακόμα και παλαιότερα μοντέλα FRITZ, χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα για διάφορες λειτουργίες σε ένα δίκτυο. Επίσης σε κάθε αναβάθμιση Firmware πέρα από διόρθωση κάποιων Bugs που μπορεί να υπάρχουν, προσθέτονται και καινούρια χαρακτηριστικά. Και είναι ένα CPE που θα το κρατήσει κανείς για πολλά χρόνια. Αυτό που συνεχίζει και μου κάνει θετική εντύπωση με τα FRITZ!, είναι η πληθώρα ρυθμίσεων και των διαφορετικών Modes. Με αυτόν τον τρόπο ακόμα και αν αναβαθμίσουμε σε ένα πιο καινούριο μοντέλο, μπορούμε το προηγούμενο να το χρησιμοποιήσουμε με διαφορετικό τρόπο. Επίσης θα μας συντροφεύει με αναβαθμίσεις και νέα Security Features για πολλά χρόνια μετά την αγορά του. Να ενημερώσουμε ότι το FRITZ!OS 7.80 είναι διαθέσιμο για τα FRITZ! προϊόντα. To FRITZ! Lab είναι μια υποσελίδα στο site της AVM που απευθύνεται στους χρήστες που θέλουν να δοκιμάσουν πρώτοι τα νέα Firmware που βγαίνουν για τα προϊόντα που έχουν στη κατοχή τους. Τα FRITZ!Box 5590 Fiber είναι η ναυαρχίδα της AVM για το FTTH και για τον χρήστη που θέλει τα μέγιστα. Η τελική απόφαση είναι δική σας. Εμείς είμαστε εδώ να λύσουμε τις απορίες σας. Ευχαριστούμε την AVM για την παραχώρηση του δείγματος δοκιμής.
    1 πόντος
  7. Με το Realme 12 Pro Plus 5G, η Realme επέλεξε να επαναπροσδιορίσει ορισμένα στοιχεία του προκατόχου του, προσφέροντάς μας αυτή τη φορά μία πολύ πιο ισορροπημένη, εξίσου ποιοτική, αν και κομματάκι ακριβότερη συσκευή -με την ελαφρά αύξηση της τιμής πάντως να κατατάσσει πλέον το smartphone στην κατηγορία των high-end συσκευών. Ακόμα κι έτσι ωστόσο, έχουμε να κάνουμε με μία πρόταση που προσφέρει μία εντυπωσιακή, all-around εμπειρία χρήσης, καλύπτοντας στο έπακρο τα «θέλω» του απαιτητικού χρήστη. Πάμε να τη δούμε αναλυτικότερα. Εμφάνιση – Σχεδιασμός Ως προς το look, η συσκευή θυμίζει έντονα το Realme 11 Pro Plus. Η πιο χτυπητή διαφορά βρίσκεται στο κυκλικό τμήμα στην πλάτη του, με τους φακούς να είναι πλέον συμμετρικά τοποθετημένοι. Κατά τα άλλα η υπόλοιπη επιφάνεια είναι καλυμμένη με vegan δέρμα, φέροντας στο μέσον της ένα διακριτό χώρισμα που παραπέμπει σε φερμουάρ. Αν και η αίσθηση που αποπνέει αυτό είναι πραγματικά premium, το πλαστικό πλαίσιο μετριάζει την όλη εμπειρία, αν και βοηθά στη διατήρηση του βάρους -οριακά- κάτω από τα 200 γραμμάρια. Τόσο η πλάτη, όσο και η οθόνη στην πρόσοψη του Realme 12 Pro Plus 5G φέρουν κυρτά άκρα, κάτι που κάνει το κράτημά του ιδιαίτερα άνετο. Σε συνδυασμό μάλιστα και με το εξαιρετικά λεπτό προφίλ του (μόλις 8,75 χιλ.) μιλάμε για μία από τις πλέον κομψές και συμπαγείς συσκευές που κυκλοφορούν στην αγορά. Αξίζει να σημειώσουμε πως το τηλέφωνο έρχεται σε κόκκινο, μπεζ και μπλε χρώμα ενώ φέρει προστασία από νερό και σκόνη βάσει IP65. Οθόνη & κάμερες Στην πρόσοψη όπως αναμενόταν κυριαρχεί η οθόνη των 6,7 ιντσών με τα κυρτά άκρα, όπως προείπαμε (κάτι που δεν συνηθίζεται από τα smartphones στο εύρος τιμών του του Realme 12 Pro Plus 5G). Καταλαμβάνει το 93% της συνολικής επιφάνειας, η ανάλυσή της είναι 2412 x 1080 και προσφέρει λόγο αντίθεσης 5.000.000:1, κάλυψη 100% του χώρου DCI-P3 και χρώμα 10-bit, ρυθμό δειγματοληψίας 240 Hz και ρυθμό ανανέωσης έως 120 Hz. Ο τελευταίος προσαρμόζεται βάσει τριών ρυθμίσεων: standard για 60 Hz σταθερά, auto select για αυτόματη προσαρμογή ανάλογα με την εφαρμογή, high για 120 Hz σταθερά με ελάχιστες εξαιρέσεις. Αν τα παραπάνω σας φαίνονται γνώριμα… είναι. Η οθόνη του Realme 12 Pro Plus 5G είναι η ίδια OLED με εκείνη του προκατόχου του με τις επιδόσεις της να παραμένουν ικανοποιητικές έναν χρόνο αργότερα. Προστατεύεται μάλιστα από γυαλί (χωρίς όμως να ξέρουμε τον κατασκευαστή του), φέρει πιστοποίηση χαμηλών εκπομπών μπλε ακτινοβολίας από την TUV Rheinland ενώ είναι εξοπλισμένη και με σαρωτή δακτυλικού αποτυπώματος ο οποίος δουλεύει αρκετά καλά, ίσως καλύτερα και από πιο ακριβές προτάσεις. Στις κάμερες τώρα, ο «κράχτης» του Realme 11 Pro Plus, η κύρια κάμερα των 200 MP αποτελεί παρελθόν, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί απαραίτητα αρνητική εξέλιξη. Η Realme επέλεξε να προικίσει τη συσκευή με ένα πιο ισορροπημένο σύστημα το οποίο είναι σε θέση να χαρίσει, όπως διαπιστώσαμε κι οι ίδιοι, σπουδαία αποτελέσματα. Έτσι, το Realme 12 Pro Plus 5G έρχεται με κύρια κάμερα 64 MP (f/2,8, φακό τεσσάρων στοιχείων 16-71 χιλ., αισθητήρα 1/2 ιντσών, OIS), περισκοπικό τηλεφακό Sony IMX890 50 MP (f/1,8, φακό έξι στοιχείων, OIS) και υπερευρυγώνια κάμερα 8 MP (f/2,2, φακό πέντε στοιχείων, FOV 112ο). Ο συνδυασμός αυτός τα καταφέρνει περίφημα μέρα και νύχτα, χαρίζοντας λήψεις με εντυπωσιακή λεπτομέρεια και ελάχιστο θόρυβο. Τα χρώματα είναι σε ρεαλιστικούς τόνους με την AI να βάζει μεν το χεράκι της αλλά δίχως να αλλοιώνει τις λήψεις. Σε περίπτωση που θελήσετε να zoomάρετε, την καλύτερη δουλειά την κάνει ο τηλεφακός με το 3x zoom: οι φωτογραφίες σας θα παραμείνουν πεντακάθαρες, ακόμα κι όταν ο φωτισμός δεν είναι και ο καλύτερος δυνατός. Αν και μπορείτε να ανέβετε σε υψηλότερα επίπεδα εστίασης, το συγκεκριμένο (3x) είναι μάλλον αυτό που θα σας δώσει τις καλύτερες εικόνες. Ο τηλεφακός του Realme 12 Pro Plus 5G μας άφησε πολύ καλές εντυπώσεις (όχι κι άδικα αφού στην κατηγορία του, δύσκολα θα βρει κανείς καλύτερο) και στα πορτρέτα, αν και εδώ απαιτείται φωτισμός άνω του μετρίου. Στα των βίντεο προσφέρονται αρκετές επιλογές έως και 4K/60fps, ενώ υπάρχει και ultra-steady λειτουργία 1080p/60fps. Η ποιότητα είναι κανονική για την κατηγορίαχ, χωρίς εκπλήξεις. Αναφορικά με την κάμερα πρόσοψης, είναι μία Sony 32 MP (f/2,4, φακός πέντε στοιχείων, FOV 90ο) που στέκεται στο ύψος της. Λειτουργίες – Επιδόσεις Στο εσωτερικό του Realme 12 Pro Plus 5G έχουμε καινούριο επεξεργαστή και συγκεκριμένα τον οκταπύρηνο Snapdragon 7s Gen 2 στα 4 nm. Οι επιδόσεις του είναι σαφώς ανώτερες από τον Mediatek Dimensity 7050 του Realme 11 Pro Plus και ως εκ τούτου η απαραίτητη αναβάθμιση έχει γίνει. Πλαισιώνεται δε από 8 ή 12 GB RAM και χωρητικότητα 128 ή 256 GB (κάποιες αγορές θα πάρουν και εκδόσεις με 512 GB). Η Realme δεν αναφέρει τον τύπο της τελευταίας όμως με βάση τις ταχύτητές της, δεν πρόκειται για UFS 4.0 -και πάλι όμως δεν πρόκειται να σας δημιουργήσει προβλήματα. Η συσκευή «φοράει» Android 14 το οποίο συμπληρώνει το Realme UI 5.0. Τα δύο τους προσφέρουν μία απόλυτα ομαλή και σβέλτη εμπειρία χρήσης, με αρκετό bloatware το οποίο μπορείτε όμως να αφαιρέσετε πανεύκολα. Ακόμα όμως και με την παρουσία του, το smartphone παραμένει ταχύτατο ακόμα κι όταν είχαμε ανοίξει πρακτικά κάθε app που είχαμε στο μεταξύ εγκαταστήσει σε αυτό. Σε ό,τι έχει να κάνει με το gaming, δοκιμάσαμε διάφορους τίτλους με τα settings στη μέση (από PUBG Mobile και League of Legends: Wild Rift, μέχρι Genshin Impact και Dead Cells) και σε αρκετές περιπτώσεις τα fps παρέμειναν σταθερά γύρω στα 60. Ο ήχος από την άλλη ήταν ικανοποιητικός, με τη συσκευή να διαθέτει στερεοφωνικά ηχεία με υποστήριξη Dolby Atmos. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε πως στα του streaming, αν και υπάρχει υποστήριξη HDR10+, αυτή αφορά συγκεκριμένες εφαρμογές μόνο. Ενώ για παράδειγμα στο YouTube παίζει κανονικά, δεν ισχύει το ίδιο και στο Netflix, οπότε έχετε το υπ’ όψιν σας. Η μπαταρία του Realme 12 Pro Plus 5G είναι της τάξης των 5000 mAh, προσφέροντας καλή αυτονομία που μεταφράζεται σε περίπου 14 ώρες browsing και 18 streaming μέσω YouTube. Σε ό,τι έχει να κάνει με τη φόρτιση, θα βολευτείτε με 67W SUPERVOOC (αντί για τα 100 W του Realme 11 Pro Plus), κάτι που σημαίνει ότι το 0-100% ολοκληρώνεται σε σχεδόν 45 λεπτά. Απαραίτητη επισήμανση, ότι η Realme αποτελεί ένας από τους λίγους κατασκευαστές που περιλαμβάνουν το γρήγορο φορτιστή στη συσκευασία, κάτι που ισχύει και σ' αυτή την περίπτωση. Συμπέρασμα Η περίπτωση του Realme 12 Pro Plus 5G έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αν και σε ορισμένους τομείς εμφανίζεται κατώτερο του προκατόχου του, στην πραγματικότητα πρόκειται για μία πιο ισορροπημένη και ολοκληρωμένη πρόταση που αποδίδει εξαιρετικά, όποιες κι αν είναι οι προτεραιότητες του χρήστη -φωτογραφία, social sharing, gaming, streaming κ.α. Με εντυπωσιακή αισθητική, άρτια χαρακτηριστικά και μία ευχάριστη εμπειρία χρήσης, το Realme 12 Pro Plus 5G θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για όσους σκέφτονται την αγορά μίας συσκευής στα χαμηλά στρώματα της high-end κατηγορίας. Το κόστος της συσκευής έχει οριστεί στα 569€ για το μοντέλο με 12GB μνήμη και 512GB αποθηκευτικό χώρο ενώ την ίδια στιγμή η Realme διαθέτει στην αγορά και την «απλή» έκδοση με λίγο μειωμένα τεχνικά χαρακτηριστικά, αλλά και αντίστοιχα μειωμένη τιμή στα 469€.
    1 πόντος
  8. Νωρίς-νωρίς μέσα στη νέα χρονιά, η Samsung ανακοίνωσε τη νέα σειρά Samsung Galaxy S και η ναυαρχίδα της έφτασε στα χέρια μιας για δοκιμές. Προφανώς, αναφερόμαστε στο Samsung Galaxy S24 Ultra, το υπέρ-smartphone που αποτελεί την αιχμή του δόρατος για την εταιρεία αλλά και για την πλατφόρμα του Android γενικότερα. Για τη φετινή μορφή του μοντέλου, βασικός πυλώνας στον οποίο στηρίζεται η Samsung είναι η ενσωμάτωση AI στο λογισμικό, όμως βελτιώσεις έχουν γίνει και σε άλλα σημεία. Ας δούμε αναλυτικά τι προσφέρει και τι εντυπώσεις μας άφησε. Σχεδιασμός – Οθόνη Με μια ματιά, δύσκολα θα εντοπιστούν οι διαφορές ανάμεσα στο φετινό και το περυσινό μοντέλο. Διατηρεί την ίδια αισθητική, με αυστηρές γωνίες, μέγεθος αρκετά υπολογίσιμο (162.3x79x8.6mm) και ανάλογο βάρος (περίπου στα 230 γραμμάρια). Η πλάτη φιλοξενεί τους τρεις φακούς της κάμερας, οι οποίοι εξέχουν ελαφρώς και κατά τα άλλα, η υπόλοιπη έκταση είναι επίπεδη και λιτή. Η συσκευή διατίθεται σε τέσσερα χρώματα: Titanium Black, Titanium Gray, Titanium Violet και Titanium Yellow. Όπως μάλλον είναι προφανές από τις ονομασίες, το σώμα του κινητού είναι κατασκευασμένο από τιτάνιο, ανώτερης ποιότητας υλικό συγκριτικά με το αλουμινένιο πλαίσιο του περυσινού μοντέλου. Όπως συνηθίζει τα τελευταία χρόνια η εταιρεία, έτσι κι εδώ σε διάφορα σημεία χρησιμοποιήθηκαν ανακυκλωμένα υλικά για την κατασκευή της συσκευής. Στην πλάτη δεν χρησιμοποιείται γυαλί, οπότε το μέταλλο δεν γλιστράει τόσο, κάτι που σίγουρα προτιμάμε. Ούτως ή άλλως, βέβαια, το κινητό πιθανότατα θα μπει σε θήκη από την πρώτη στιγμή οπότε η πλάτη θα καλύπτεται. Να σημειώσουμε πως διαθέτει πιστοποίηση IP68 για προστασία ενάντια σε νερό και σκόνη. Στην αριστερή πλευρά δεν θα βρούμε κάποιο πλήκτρο ή οτιδήποτε άλλο, καθώς τα πλήκτρα έντασης και ενεργοποίησης βρίσκονται στη δεξιά πλευρά. Στην κάτω πλευρά θα βρούμε ένα ηχείο, μια θύρα USB-C, την υποδοχή της κάρτας SIM και την υποδοχή της γραφίδας S Pen, η οποία περιλαμβάνεται στη συσκευασία. Όπως αναφέραμε και πέρυσι, η συγκεκριμένη αλλαγή είναι άκρως βοηθητική και ανυπομονούμε να δούμε ανάλογη ενσωμάτωση της γραφίδας στη σειρά Z Fold. Μπροστά βρίσκεται η τεράστια οθόνη μεγέθους 6.8”, τύπου Dynamic AMOLED 2X, με ανάλυση QHD+, φωτεινότητα στα 1500nits (2600nits peak) και δυναμικό ρυθμό ανανέωσης από 1Hz έως 120Hz. Το εντυπωσιακότερο όμως, για εμάς, δεν κρύβεται πίσω από τα παραπάνω νούμερα, αλλά στο γυαλί. Το Corning Gorilla Armor που προστατεύει την οθόνη, είναι παράλληλα εφοδιασμένο με μια ειδική αντιθαμβωτική επίστρωση που μειώνει τις αντανακλάσεις «κατά 75%» όπως λέει η εταιρεία. Είναι δύσκολο να μετρήσουμε την ακρίβεια του αριθμού, όμως με απλά λόγια, φωτισμός που έφεγγε απευθείας στην οθόνη έμοιαζε σαν να «απορροφάται» από εκείνη, αφήνοντας μόνο μια ανεπαίσθητη αντανάκλαση. Το ίδιο και στους εξωτερικούς χώρους, όπου σε μια ηλιόλουστη ημέρα, οι αντανακλάσεις δεν εμπόδιζαν στο ελάχιστο την ανάγνωση κι όχι μόνο γιατί η φωτεινότητα έφτανε σε πολύ υψηλά επίπεδα, αλλά κυρίως διότι το γυαλί δεν επέτρεπε στις αντανακλάσεις να τραβήξουν την προσοχή. Κι εκεί που η παρακολούθηση βίντεο ήταν ήδη μια από τις αγαπημένες μας δραστηριότητες στο περυσινό μοντέλο, εδώ έγινε ακόμη καλύτερη λόγω της συγκεκριμένης αλλαγής. Κατά τα άλλα, το multi-tasking είναι εξαιρετικά εύκολο χάρη στην τεράστια έκταση της οθόνης, όπως και τις καθαρές γωνίες. Μπορεί ένα σώμα με στρογγυλεμένες γωνίες να είναι αισθητικά πιο όμορφο για πολλούς, όμως σίγουρα προτιμούμε την προσέγγιση της σειράς S Ultra. Η Samsung έκανε μια ακόμη αλλαγή με την οποία μας βρίσκει σύμφωνους, η οποία αφορά τις στρογγυλεμένες πλευρές της οθόνης. Στη φετινή συσκευή η οθόνη είναι εντελώς επίπεδη, κάτι που διορθώνει κι ένα πρόβλημά μας με την περυσινή συσκευή: την απόδοση της γραφίδας. Εκεί που στις άκρες συχνά ήταν δύσκολη η χρήση λόγω της καμπύλης, πλέον δουλεύει απροβλημάτιστα ενώ στο κράτημα δεν άλλαξε δραστικά η εμπειρία μας με την αφαίρεση της κυρτότητας. Στο κομμάτι του ήχου, το Samsung Galaxy S24 Ultra παραμένει άψογο χάρη στα στερεοφωνικά ηχεία που υποστηρίζουν Dolby Atmos. Παιχνίδια και ταινίες είχαν ικανοποιητική ένταση (αν όχι και υπερβολική, στο max) με δυνατό μπάσο και καθαρό ήχο στους διαλόγους. Η συσκευασία περιλαμβάνει ένα καλώδιο φόρτισης, μια κίνηση που στοχεύει στην προστασία του περιβάλλοντος από περιττά αξεσουάρ, όπως ισχυρίζονται πλέον οι εταιρείες. Βέβαια, περισσότερο καλό θα έκανε η μείωση παραγωγής τόσων μοντέλων κάθε χρόνο, κατά τη γνώμη μας. Επιδόσεις – Μπαταρία Στο εσωτερικό της συσκευής θα βρούμε τον επεξεργαστή Qualcomm Snapdragon 8 Gen 3 (1x Cortex-X4 @ 3.3GHz, 5x Cortex-A720 @ 3.2GHz, 2x Cortex-A520 @ 2.3GHz, GPU: Adreno 750) και 12GB RAM, με τον αποθηκευτικό χώρο να φτάνει τα 256GB, 512GB ή 1TB χωρίς να υποστηρίζεται επέκταση μέσω κάρτας microSD όπως ισχύει τα τελευταία χρόνια. Σε απόλυτα νούμερα, υπάρχει σαφής βελτίωση στις επιδόσεις συγκριτικά με του περυσινού μοντέλου, όπως φαίνεται στα σχετικά benchmarks. Στο GeekBench 6 επιστρέφει σκορ 2283 και 7105 σε single/multi-core αντίστοιχα, ξεπερνώντας τον προκάτοχό του κατά περίπου 300 και 1500 μονάδες, αντίστοιχα. Στην πράξη, τα αποτελέσματα είναι τα αναμενόμενα, δηλαδή δεν καταφέραμε να βρούμε κάτι που να ζορίζει το κινητό είτε στην καθημερινότητα είτε σε πιο εντατική χρήση. Από πλευράς παιχνιδιών, δοκιμάσαμε τα Genshin Impact, Devil May Cry: Peak of Combat, Call of Duty: Mobile και Tower of Fantasy, στις μέγιστες ρυθμίσεις γραφικών. Τα αποτελέσματα και εδώ ήταν άριστα, ενώ πρέπει να σημειωθεί το πόσο καλή διαχείριση της θερμότητας έγινε. Αυτό οφείλεται στον μεγάλο θάλαμο ατμού και στο σύστημα ψύξης γενικότερα, τα οποία είχαμε δει κατά την πρώτη παρουσίαση της συσκευής, αφού ακόμη και όταν βρισκόταν στη φόρτιση ενώ παίζαμε, το κινητό δεν υπερθερμάνθηκε ποτέ. Περνάμε στο κομμάτι της αυτονομίας και της φόρτισης, όπου βρίσκουμε μια μπαταρία μεγέθους 5000mAh, χωρίς αλλαγή από το περυσινό μοντέλο. Παρομοίως, η ταχύτητα φόρτισης παραμένει στα 45W (ενσύρματη) και 15W (ασύρματη), όπως και οι χρόνοι φόρτισης (περίπου μιάμιση ώρα για το 0%-100%). Με γενική χρήση διαφόρων εφαρμογών γραφείου και social χωρίς παιχνίδια, η μπαταρία κράτησε μιάμιση με δύο ημέρες, ενώ με εντονότερη χρήση είχαμε μια πλήρη ημέρα μακριά από την πρίζα. Τα νούμερα δεν είναι άσχημα από μόνα τους, όμως δεν έγιναν βελτιώσεις σε κανέναν τομέα, από τη χωρητικότητα της μπαταρίας έως τους χρόνους φόρτισης. Είναι τα μοναδικά σημεία που δεν θυμίζουν flagship, αν δούμε την ευρύτερη εικόνα της αγοράς. Σειρά έχει το λογισμικό, όπου χρησιμοποιείται το One UI 6.1 βασισμένο σε Android 14. Από χρονιά σε χρονιά οι αλλαγές δεν είναι τόσο δραστικές όσο άλλες φορές, κυρίως εστιάζοντας σε κομμάτια αισθητικής και εξατομίκευσης. Σημαντικό να σημειωθεί πως η εταιρεία υπόσχεται επτά χρόνια αναβαθμίσεων Android και υποστήριξης μέσω ενημερώσεων ασφαλείας, κάτι ανήκουστο στον χώρο των Android smartphones. Για ένα κινητό με τόσο ισχυρά τεχνικά χαρακτηριστικά, η επταετής υποστήριξη είναι τεράστιο συν, καθώς σφραγίζει την μακροζωία του. Βασικά, ίσως και να το παρακάνει εδώ η Samsung.. Galaxy AI Και τώρα ένα κομμάτι για το οποίο η Samsung μίλησε πολύ: η τεχνητή νοημοσύνη. Συγκεκριμένα, το Galaxy AI, όπως ονομάζεται, είναι ενσωματωμένο στη συσκευή και προσφέρει διάφορες λειτουργίες που διευκολύνουν τον χρήστη, σε συνεργασία με τη Google. Κυρίως, χρησιμοποιείται σε γραπτά και προσφέρει σύνοψη κειμένων (σημειώσεων ή μιας ιστοσελίδας, για παράδειγμα) ή μεταγλώττιση απευθείας στην εφαρμογή μηνυμάτων. Αντίστοιχα, μπορεί να κάνει αυτόματη μετάφραση μιας κλήσης σε γραπτό κείμενο ή απομαγνητοφώνηση αφότου καταγράψει οτιδήποτε μέσω του μικροφώνου (π.χ. μια ομιλία όπου παρευρίσκεται ο χρήστης). Ας τα δούμε αναλυτικά. Circle to Search Η συγκεκριμένη λειτουργία είναι αυτή που προωθεί περισσότερο η Samsung, αφού επιτρέπει την αναγνώριση αντικειμένων και προσώπων σε μια φωτογραφία, φτάνει να την κυκλώσετε αφού πατήσετε παρατεταμένα το home button. Τότε σχεδόν άμεσα, το Galaxy S24 Ultra θα σας εμφανίσει παρόμοιες φωτογραφίες, μέσω των οποίων θα μπορέσετε να μάθετε περισσότερα. Αν και παρόμοια λειτουργία προσέφερε και το Google Lens, το Circle to Search δεν έχει καμία σχέση αφού είναι πολύ πιο γρήγορο και εντυπωσιακά πιο εύστοχο όπως διαπιστώσαμε στις δεκάδες δοκιμές μας. Μπόρεσε να εντοπίσει ακριβώς το ίδιο παιχνίδι παιχνίδι που του δείξαμε σε μια φωτογραφία, το μοντέλο μιας ξυριστικής μηχανής, μια συγκεκριμένα μπάλα ποδοσφαίρου και άλλα πολλά, χωρίς να "ιδρώσει" ενώ και οι ίδιοι παραξενευτήκαμε από την ευστοχία του. Η συγκεκριμένη λειτουργία είναι σίγουρο ότι δεν είναι "gimmick" και θα τη χρησιμοποιήσετε συχνά πυκνά, ειδικά όταν δουλεύει τόσο καλά. Chat Αssist Η λειτουργία αυτή επιτρέπει τη συνομιλία με κάποιον που μιλάει κάποια γλώσσα που δεν γνωρίζουμε. Στην ουσία μεταφράζει εισερχόμενα και εξερχόμενα μηνύματα σε πραγματικό χρόνο, κάνοντας εφικτή τη συνομιλία. Στις 13 γλώσσες που υποστηρίζει, δεν περιλαμβάνονται τα Ελληνικά, κάνοντας τη χρήση της για τους περισσότερους, δύσκολη. Όπως μας ενημέρωσε η Samsung, η υποστήριξη ελληνικών όχι μόνο γι'αυτή τη λειτουργία αλλά και για άλλες, είναι μέσα στα σχέδια της εταιρείας, και ίσως η χώρα μας περιλαμβάνεται στο δεύτεορ κύμα χωρών που θα ανακοινωθεί μέσα στο χρόνο. Πάντως το Chat Assist αναλαμβάνει να προτείνει και απαντήσεις με βάση το περιεχόμενο του μηνύματος, ή να επαναδιατυπώσει την απάντηση σε διαφορετικό στυλ, κάτι πολύ χρήσιμο. Note Assist Από την άλλη, το Note Assist είναι μια λειτουργία που θα χρησιμοποιήσετε σίγουρα αφού υποστηρίζει (και) τα ελληνικά, δίνοντας τη δυνατότητα οργάνωσης των σημειώσεών σας, αλλά και την πολύ χρήσιμη λειτουργία δημιουργίας περιλήψεων μεγάλων κειμένων, εμφανίζοντας τα κεντρικά σημεία του σε μια bulletin λίστα. Μια άλλη δυνατότητα πάντα μέσα από την εφαρμογή Notes της Samsung είναι η αυτόματη στοίχιση και διαστήματα χειρόγραφων σημειώσεων όταν χρησιμοποιείτε το S Pen. Transcript Assist Άλλη μια AI λειτουργία του Galaxy S24 Ultra που δεν υποστηρίζει (για την ώρα) τα ελληνικά είναι το Transcript Assist που επιτρέπει την απομαγνητοφώνηση μιας ομιλίας σε γραπτό κείμενο, το οποίο ο χρήστης μπορεί στη συνέχεια όχι μόνο να τη μεταφράσει, αλλά και να να δημιουργήσει μια περίληψη. Web Assist Το Web Assist είναι σωτήριο -ειδικά από τη στιγμή που υποστηρίζει και ελληνικές ιστοσελίδες-, επιτρέποντας τη σύνοψη μεγάλων κειμένων που έχετε συναντήσει σε κάποια ιστοσελίδα. Μέσω του Samsung Internet browser και πατώντας το Galaxy AI πλήκτρο, μπορείτε να έχετε γρήγορα μια σύνοψη της ιστοσελίδας, χωρίς να χρειαστεί αν τη διαβάσετε ολόκληρη. Στις δοκιμές μας, το Web Assist έκανε πολύ καλή δουλειά. Wallpaper Μας άρεσε και η δυνατότητα δημιουργίας wallpaper μέσω του ΑΙ, το οποίο είναι μοναδικό για τη συσκευή σας, χωρίς κάποιος άλλος να έχει πρόσβαση σ' αυτό. Θεωρητικά, οι δυνατότητες είναι ενδιαφέρουσες και έχουν πρακτικά οφέλη, ειδικά για άτομα που ταξιδεύουν συχνά στο εξωτερικό ή συνομιλούν με άλλους σε διαφορετική γλώσσα. Πρακτικά, οι δοκιμές μας ήταν περιορισμένες καθώς τα ελληνικά δεν υποστηρίζονται στα περισσότερα σενάρια, όμως ήδη και σ' αυτές τις λίγες που υπάρχει υποστήριξη, είναι πολύ χρήσιμες, με την υλοποίηση της Samsung να είναι πολύ καλή. Κάμερα Η ανάλυση της βασικής κάμερας φτάνει τα 200 Megapixels (f/1.7 με OIS), έναν τηλεφακό ανάλυσης 10MP με 3x optical zoom, έναν υπερευρυγώνιο φακό 12MP και μια περισκοπική κάμερα ανάλυσης 50MP με 5x optical zoom. Στην μπροστινή πλευρά, η κάμερα έχει ανάλυση 12MP. Ξεκινάμε λίγο ανάποδα αυτή τη φορά, καθώς μια μεγάλη αλλαγή βρίσκεται στον περισκοπικό φακό. Πέρυσι, τη θέση του είχε μια κάμερα με δυνατότητα για 10x optical zoom με έναν αισθητήρα 10MP, ενώ φέτος έχουμε 5x optical zoom και αισθητήρα 50MP. Παρότι με μια ματιά φαίνεται για υποβάθμιση, είμαστε πιο χαρούμενοι με το φετινό αποτέλεσμα. Αρχικά, έχουμε καλύτερο εφέ bokeh στο zoom έως και 5x, το οποίο είναι πιο συχνό να χρησιμοποιήσουμε στην καθημερινότητα από το 10x. Επιπλέον, χάρη στον βελτιωμένο αισθητήρα των 50MP, η διαφορά ποιότητας σε μια εικόνα με 10x zoom ανάμεσα στη φετινή και την περυσινή συσκευή δεν είναι εύκολα ορατή. Σίγουρα, σε κοντινή ανάλυση φαίνονται οι ατέλειες σε γραμμές και γωνίες, αλλά σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα είναι κοντά. Περνάμε στη βασική κάμερα των 200MP, όπου οι αλλαγές δεν έχουν να κάνουν τόσο με το hardware (ίδιος αισθητήρας άλλωστε) όσο με το λογισμικό. Πολύ συχνά, σημειώνουμε στα κείμενά μας πως οι φωτογραφίες από κινητά Samsung έχουν κάπως έντονα χρώματα. Με το Galaxy S24 Ultra, οι τόνοι είναι πιο φυσικοί και μας χαροποιεί, καθώς οι φωτογραφίες είναι πιο κοντά σε ένα φυσικό αποτέλεσμα δίχως να χρησιμοποιούμε το (εκτενές και εύχρηστο) Pro Mode. Το ίδιο ισχύει και στις νυχτερινές φωτογραφίες, όπου οι διαφορές δεν είναι τόσο εμφανείς συγκριτικά με του περυσινού μοντέλου, οπότε παρατηρούμε το ίδιο καλό αποτέλεσμα: ισορροπία ανάμεσα σε μαύρο και γκρι, διατήρηση λεπτομέρειας, όχι υπερέκθεση, φυσικοί τόνοι. Πρόκειται για κάμερα ενός flagship, σίγουρα, όμως με χαρά θα υποδεχόμασταν την ίδια φυσικότητα στις φωτογραφίες επόμενων μοντέλων της εταιρείας, αντί για τα έντονα χρώματα που τόσα χρόνια βλέπουμε. Σε ορισμένες φωτογραφίες όμως, παρατηρήσαμε πως ο θόρυβος ήταν πιο εμφανής, κάτι που είδαμε και στα βίντεο αργότερα. Εικάζουμε πως εμφανίζεται σε μια προσπάθεια του AI να βελτιώσει τη φωτεινότητα, όμως δεν καταφέρνει να διαχειριστεί καλά τις λεπτομέρειες που προκύπτουν από την αυξημένη φωτεινότητα, δημιουργώντας μικρές φωτεινές κουκκίδες σε ξεκάθαρα σκοτεινά σημεία. Φαίνεται πρόβλημα του software, οπότε ευελπιστούμε σε σύντομη επίλυση μέσω update. Σε μέτρια φωτισμένους χώρους, η έκθεση είναι ιδανική. Ο σκοτεινός ουρανός δεν γίνεται υπερβολικά φωτεινός, ούτε οι φωτεινές επιγραφές «τυφλώνουν», όμως οι λεπτομέρειες στα πιο σκοτεινά σημεία είναι διακριτές. Δεν πρόκειται για μια συνολική αύξηση στη φωτεινότητα, αλλά για μια πιο συστηματική προσέγγιση στα σημεία που χρειάζεται. Αντίστοιχα στα πορτρέτα, οι λεπτομέρειες στο πρόσωπο και τα ρούχα διατηρούνται με ιδανική ισορροπία, χωρίς να τονίζονται υπερβολικά ούτε να εξαλείφονται σε μια προσπάθεια «βελτίωσης» των υφών. Ταυτόχρονα, η επιλογή για εξαγωγή φωτογραφιών σε μορφή RAW επιστρέφει βελτιωμένη, πλέον συνδυάζοντας λήψεις των 50MP και των 12MP για να δημιουργήσει εικόνες των 24MP με βελτιωμένη ποιότητα. Για τις φωτογραφίες των 200MP, το κόστος σε αποθηκευτικό χώρο είναι δίολου αμελητέο και πάλι, φτάνοντας τα 40MB-50MB. Για καθημερινές φωτογραφίες, πάντως, τα 50MP φτάνουν και περισσεύουν τουλάχιστον με τις δικές μας απαιτήσεις. Παραδόξως, η απόδοση της ultra-wide κάμερας είναι κοντά στη βασική από άποψης χρωμάτων, κάτι που συνήθως σημειώναμε ότι δεν ίσχυε σε προηγούμενα μοντέλα. Εκεί που η βασική κάμερα έδινε υπερβολική έμφαση στα χρώματα, η ultra-wide είχε πιο φυσικούς τόνους. Πλέον, με τις αλλαγές στην επεξεργασία των εικόνων της βασικής κάμερας, τα αποτελέσματα μεταξύ των δύο είναι πιο κοντά στο συγκεκριμένο κομμάτι, έχοντας φυσικά μεγάλη διαφορά στην ποιότητα. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως τα αποτελέσματα της ultra-wide είναι αντικειμενικά άσχημα, αφού οι λεπτομέρειες διατηρούνται σε πολύ καλό επίπεδο ακόμη και σε πιο κοντινά αντικείμενα, ενώ ακόμη και σε χαμηλό φωτισμό κάνει καλή διαχείριση της έκθεσης και ο θόρυβος δεν μας ανησύχησε. Για τις φωτογραφίες, πέραν της κλασικής σουίτας χειροκίνητης επεξεργασίας και μερικών προεπιλογών, προσφέρονται δυνατότητες επεξεργασίας μέσω AI. Τα αποτελέσματα -υπό προϋποθέσεις- είναι αρκετά πειστικά. Για παράδειγμα, αφαιρώντας μακρινά αντικείμενα από το πλάνο ή προσθέτοντας κομμάτια ουρανού σε μια φωτογραφία, πολύ δύσκολα καταλάβαινε κανείς ότι η φωτογραφία έχει υποστεί τέτοια επεξεργασία. Παρόμοιες δυνατότητες υπάρχουν και στο κομμάτι του βίντεο. Αρχικά, η ποιότητα φτάνει πάλι στα 8K/30fps, με οπτική σταθεροποίηση και εξαιρετική απόδοση σε χαμηλό φωτισμό όπως και σε φωτεινές σκηνές. Στο κομμάτι του AI, μια ωραία δυνατότητα είναι η μετατροπή ρυθμού καρέ σε 120fps για οποιοδήποτε βίντεο, κάτι που λειτουργεί εξαιρετικά με τις όποιες δυσκολίες μπορεί να εμφανιστούν σε πιο δύσκολα σημεία (π.χ. στιγμιαία να εξαφανιστεί ή να αλλάξει χρώμα ένα κινούμενο κομμάτι). Η μπροστινή κάμερα αποδίδει ικανοποιητικά σε επίπεδο λεπτομέρειας και χρωμάτων, ίσως τείνοντας λίγο περισσότερο σε μουντό αποτέλεσμα από ότι σε ζωηρότερο. Δεν έχουμε κάποιο μεγάλο παράπονο, καθώς η φυσικότητα της εικόνας είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο δεδομένου ότι την χρησιμοποιούσαμε κυρίως για βιντεοκλήσεις ή μια selfie με παρέα. Και σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, όπως μια φωτογραφία σε δωμάτιο με μοναδικό φως την οθόνη του υπολογιστή, τα αποτελέσματα παρέμειναν σε καλό επίπεδο και δύσκολα εντοπίζαμε εμφανείς ατέλειες. Συμπέρασμα Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το Samsung Galaxy S24 Ultra είναι το κορυφαίο Android smartphone αυτή τη στιγμή. Επιδόσεις, κάμερες, διαχείριση θερμοκρασίας, υποστήριξη software, ενσωμάτωση S Pen, οθόνη – έχει τα πάντα και δεν κάνει εκπτώσεις σε τίποτα από αυτά. Αντιθέτως, έκανε βελτιώσεις σε σημεία όπου χρειαζόταν, όπως τον σχεδιασμό της οθόνης και τους τόνους των φωτογραφιών. Μοναδικά παράπονα είναι κάτι νέο και κάτι παλιό – η ενσωμάτωση του AI έχει χώρο για βελτίωση (ειδικά αν συνυπολογίσουμε την έλλειψη υποστήριξης ελληνικών), ενώ το θέμα της φόρτισης είναι «αγκάθι» που δεν άλλαξε καθόλου.
    1 πόντος
  9. “Τζέσικα, κάποιος είναι μέσα στο θεοσκότεινο και στου διαόλου τη μάνα σπίτι μαζί μας. Έχω μια καταπληκτική ιδέα: για να τον εξουδετερώσουμε θα χωριστούμε. Πάρε εσύ αυτό το ρολό χαρτιού κουζίνας για να προστατευτείς κι εγώ θα κρατήσω την κουτάλα”. Δευτερόλεπτα μετά οι ρόλοι των δύο πρωταγωνιστών έχουν ολοκληρωθεί κι εσείς έχετε μείνει στον καναπέ να τους “κράζετε” για τις επιλογές τους. Κλασσική σκηνή από American teen horror film, εκείνο το κλασσικό είδος ταινιών στο οποίο μια παρέα νέων πάει να βγάλει τα μάτια της διακοπές σε έναν απομακρυσμένο και ιδανικά στοιχειωμένο προορισμό όπου όλως τυχαίως τριγυρνά ένας ψυχοπαθής που στην ει δυνατόν έχει και προηγούμενα με τους γονείς, τα πεθερικά, τους μπατζανάκηδες, κάποιον τέλος πάντων συγγενή ενός εκ των ηρώων. Στη διάρκεια της ταινίας βλέπουμε τον προαναφερθέντα μάστορα να σφάζει το καστ έναν προς έναν, μέχρι να καταφέρει να τον σταματήσει ένα δίδυμο που συχνά φεύγει και αγκαλιασμένο –ο κακός σαλεμένος συνήθως επιζεί αν ο σκηνοθέτης έχει φιλοδοξίες και για σίκουελ. Προς τι όλη αυτή η εισαγωγή; Μα διότι και το Until Dawn μία τέτοια ακριβώς “interactive” ταινία είναι! Η Sony μας το είχε πρωτοσυστήσει σαν έναν τίτλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Move. Το τελευταίο όμως μας τελείωσε και έτσι, με μια x καθυστέρηση, το Until Dawn κυκλοφόρησε εν τέλει “πατώντας” πάνω στο DualShock 4 και εκμεταλλευόμενο τόσο τα πλήκτρα, όσο και το touchpad του. Πρόκειται για παραγωγή της Supermassive Games, αν και περισσότερο θυμίζει κάτι ανάμεσα σε τίτλο της Telltale και Heavy Rain/Beyond Two Souls ως προς το gameplay και τη γενικότερη εμπειρία που προσφέρει αφού περιλαμβάνει εξερεύνηση, μίνιμουμ αλληλεπίδραση με το περιβάλλον, μια σειρά από έξυπνα quick-time events (QTE) και διλήμματα στα οποία ο παίκτης θα πρέπει να πάρει καίριες αποφάσεις που συχνά θα κρίνουν την τύχη των πρωταγωνιστών! Οκτώ φίλοι, ένα βουνό, μία νύχτα Το σενάριο του παιχνιδιού είναι αυτό ακριβώς που θα έπρεπε να είναι. Για την ακρίβεια ταιριάζει εξοργιστικά άψογα στο προφίλ μιας American teen horror ταινίας αφού αναπαράγει με έξυπνο τρόπο κάθε κλισέ που διέπει μία τέτοια. Οκτώ φίλοι μαζεύονται σε ένα απομακρυσμένο σαλέ μεσ’ στο καταχείμωνο για να τιμήσουν τη μνήμη δύο φίλων τους που είχαν σκοτωθεί σε εκείνο το μέρος έναν χρόνο πριν. Το κακό παραμονεύει όμως και σύντομα το παρεάκι αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι μόνο του. Ε, η συνέχεια επί της τηλεόρασής σας! Το Until Dawn βασίζεται στο φαινόμενο της πεταλούδας, σύμφωνα με το οποίο, ακόμα και η κίνηση των φτερών μιας πεταλούδας στον Αμαζόνιο, μπορεί να προκαλέσει μια κατολίσθηση στην Κίνα –με το σκεπτικό πως και οι πιο μικρές και ασήμαντες πράξεις, είναι δυνατόν να έχουν πολύ μεγαλύτερες συνέπειες σε ένα ευρύτερο σύστημα. Στο παιχνίδι αυτό γίνεται ξεκάθαρο με εμφατικό τρόπο αφού ενημερώνεστε κάθε φορά που μία πράξη σας ενεργοποιεί κάποια γεγονότα –μάλιστα κατά τη διάρκειά του θα έχετε τη δυνατότητα να παρακολουθείτε πώς τέτοιες ενέργειες επηρεάζουν τη γενικότερη εμπειρία σας. Θα διαπιστώσετε πως μια φαινομενικά ασήμαντη απόφασή σας ώρες πριν όπως η στάση που τηρήσατε σε έναν καυγά, ένα γλίστρημα ή η περιέργειά σας να χωθείτε εκεί που δεν σας έσπειραν, μπορούν να αλλάξουν άρδην την ιστορία που έχει να σας διηγηθεί το Until Dawn, ορίζοντας τη μοίρα των πρωταγωνιστών. Εδώ είναι και η δύναμη του παιχνιδιού αφού το κάθε playthrough του είναι πλήρως διαφορετικό από τα άλλα: για την ακρίβεια η πλοκή προκύπτει από τις αποφάσεις του παίκτη. Έτσι, δεν εξασφαλίζεται μόνο το λεγόμενο “replayability”, η δυνατότητα δηλαδή να παίξει κάποιος το παιχνίδι και δυο και τρεις φορές αλλά προσφέρεται παράλληλα και η σπάνια ηθική ικανοποίηση να βλέπει κανείς τις πράξεις του να επηρεάζουν ξεκάθαρα την εμπειρία που απολαμβάνει –κάτι που ναι μεν συναντάμε και σε άλλα παιχνίδια αλλά όχι στον βαθμό που το κάνει το Until Dawn. Το ζητούμενο στο παιχνίδι είναι να φτάσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι ήρωες να δουν το φως της ανατολής. Εύκολο; Ούτε καν. Ο τίτλος δεν συγχωρεί και θα σας απαλλάξει από την παρουσία ηρώων νωρίς-νωρίς αν δεν είστε προσεκτικοί. Σύντομα θα βρεθείτε στη θέση των χαρακτήρων τέτοιου είδους ταινιών αφού εσείς θα είστε εκείνοι που θα ορίζετε τη μοίρα τους: μην εκπλαγείτε αν την πατήσετε σαν πρωτάρηδες πηγαίνοντας μόνοι σας στο στόμα του λύκου! Θα χρειαστούν αρκετά playthroughs για να αποφύγετε τις διάφορες παγίδες που συναντάτε στον δρόμο σας και να είστε σε θέση να σώσετε τα τομάρια και των οκτώ πρωταγωνιστών πάντως. Σε αυτό συμβάλλει και το ίδιο το παιχνίδι που σώζει διαρκώς την πρόοδό σας μέσω checkpoints που δεν αντιλαμβάνεστε, οπότε δυνατότητα trial & error δεν υφίσταται: ό,τι κάνετε, κάνετε κι ό,τι γράφει δεν ξεγράφει. Μόνοι στο σπίτι Η αφήγηση του παιχνιδιού προσωπικά με κέρδισε. Το Until Dawn υιοθετεί μια “τηλεοπτική” προσέγγιση και τα καταφέρνει περίφημα σ’ αυτό. Στην αρχή ίσως να μην καταλάβετε το πώς ακριβώς ενώνονται τα διάφορα κομμάτια της ιστορίας του, όμως καθώς “καταπίνετε” τα κεφάλαιά του, όλα θα αρχίσουν να γίνονται ξεκάθαρα. Εσείς χειρίζεστε εναλλάξ τους βασικούς πρωταγωνιστές (ή εν πάση περιπτώσει, όσους απ’ αυτούς προλάβετε…) καθώς ο “σκηνοθέτης” εναλλάσσεται ανάμεσα στα ζευγάρια που δημιουργούνται στην πορεία. Ανά πάσα στιγμή σας τίθεται ένα βασικό ζητούμενο το οποίο θα πρέπει να ολοκληρώσετε. Στον δρόμο μπορείτε να εξερευνείτε τον χώρο προκειμένου να βρείτε στοιχεία και tokens: με τα πρώτα θα ρίξετε φως στα μυστήρια που περιτριγυρίζουν το Blackwood Pines του βουνού Washington, την ώρα που τα δεύτερα σας προειδοποιούν για –ως επί το πλείστον δυσάρεστες- μελλοντικές καταστάσεις. Το παιχνίδι όπως είπαμε φροντίζει να σας εξηγήσει εξ αρχής το φαινόμενο της πεταλούδας και τη σημασία που έχει αυτό στην πλοκή του. Σας δίνει μάλιστα πρόσβαση σε όλες εκείνες τις αποφάσεις σας που έχουν παίξει καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας μέσω ειδικού μενού. Όσο για τους ήρωες, μπορείτε να επιλέξετε οι ίδιοι το πώς ακριβώς θα τους παίξετε, ωστόσο ο καθένας εξ αυτών έχει τον δικό του χαρακτήρα με τα καλά και τα “στραβά” του –προφανέστατα αναπαράγοντας κάποια από τα απαραίτητα στερεότυπα του είδους. Προχωρώντας το στόρι, οι σχέσεις των πρωταγωνιστών μεταβάλλονται με βάση τα γεγονότα, κάτι που επίσης θα παίξει τον ρόλο του καθώς πλησιάζετε προς την ανατολή. Είναι πάρα πολύ ενδιαφέρων πάντως ο τρόπος με τον οποίο το Until Dawn σας δίνει πλήρη ελευθερία κινήσεων ως προς τις αποφάσεις σας μέσα σε ένα τελείως “scripted” περιβάλλον. Στο παιχνίδι ακολουθείτε ένα σενάριο: αν π.χ. το στόρι λέει ότι ο Chris θα μπει σε ένα κελάρι, θα μπει, δεν το αποφεύγετε. Αυτό που μπορείτε να κάνετε από εκεί και πέρα, είναι τις σωστές επιλογές προκειμένου εκείνος να βγει αλώβητος από οτιδήποτε τον περιμένει εκεί κάτω. Σημαντική σημείωση εδώ: μη νομίζετε ότι οι επιλογές αυτές ξεχωρίζουν. Το Until Dawn δεν ακολουθεί την τυπική μανιχαϊστική προσέγγιση “άσπρο-μαύρο” ως προς τα διλήμματα που σας θέτει, αφήνοντάς σας ουκ ολίγες φορές να αναρωτιέστε ποια είναι η κατάλληλη επιλογή –και σε ορισμένες περιπτώσεις και υπό την πίεση του χρόνου! Gameplay & τίτλοι τέλους Ο χειρισμός του παιχνιδιού δεν θα σας απογοητεύσει –κάθε άλλο. Ουσιαστικά παίζετε όπως σε ένα τυπικό παιχνίδι δράσης με τη διαφορά ότι η προοπτική δεν είναι τρίτου προσώπου αλλά ακανόνιστη –προς το ισομετρική- ανάλογα με την ακριβή σας τοποθεσία. Κάποιες φορές θα χρειαστεί να ολοκληρώσετε με επιτυχία QTE όπως επίσης να αλληλεπιδράσετε με τον χώρο γύρω σας, ενώ σήμα κατατεθέν του παιχνιδιού είναι τα διλήμματα στα οποία αποφασίζετε με τον δεξί μοχλό. Σε κάθε “σκηνή” έχετε τη δυνατότητα να εξερευνήσετε με το πάσο σας τον χώρο, να βρείτε στοιχεία και φυσικά να εκτεθείτε στα όσα οι σεναριογράφοι θέλουν να σας δείξουν. Μπορείτε να περιμένετε αρκετά επιφωνήματα, πετάγματα απ’ τον καναπέ, περιόδους ταχυκαρδίας και άλλα τέτοια ωραία καθώς το Until Dawn εναλλάσσεται μεταξύ του ψυχολογικού τρόμου (“κάτι” είναι εκεί, “κάποιος” παρακολουθεί κλπ) και των φτηνών αλλά απόλυτα αποτελεσματικών στιγμών έντασης. Οι γωνίες λήψης και τα πλάνα ενισχύουν το αίσθημα της κλειστοφοβίας που είναι παρόν ακόμα και στους εξωτερικούς χώρους, την ώρα που και ο ήχος με τη σειρά του, με όλα τα απαραίτητα εφέ, φροντίζει να σας βάλει για τα καλά στο πετσί του ρόλου σας. Όσο για τους ήρωες, τόσο το “motion capture” όσο και το “lip sync” είναι άψογης ποιότητας, παίρνοντας έτσι το μέγιστο από τους ηθοποιούς που τους ενσαρκώνουν (Χέιντεν Πανετιέρ, Μπρετ Ντάλτον, Μίγκαν Μάρτιν κ.α.). Εν τέλει το Until Dawn μου άφησε εξαιρετικές εντυπώσεις. Προσωπικά δεν είμαι του δεύτερου playthrough (θέλω να ζήσω την ιστορία που έχει να μου αφηγηθεί ένα παιχνίδι βάσει των δικών μου, αρχικών επιλογών και να τη θυμάμαι έτσι), όμως για όποιον ενδιαφέρεται, ο τίτλος μπορεί να υποστηρίξει τρία-τέσσερα τέτοια (υπολογίστε πως το καθένα διαρκεί 8-10 ώρες), έχοντας πάντα και κάτι καινούριο να προσφέρει –η απουσία ρουτίνας save/load ενισχύει το γεγονός αυτό. Αποτελεί μία από τις καλύτερες αποκλειστικότητες που έχουμε δει φέτος στο PS4 και έναν τίτλο που αν και single player, βγάζει στο έπακρο τα χρήματά του. Υιοθετεί στοιχεία από άλλα, αγαπημένα παιχνίδια και σειρές και συνθέτει ένα αποτέλεσμα που εν τέλει, είναι χίλιες φορές καλύτερο να παίζει κανείς από το να το βλέπει ένα βράδυ Πέμπτης στην τηλεόραση. Μας άρεσαν Μεγάλη αντοχή στον χρόνο, αυξημένο replayability Ερμηνείες που ταιριάζουν γάντι στους ρόλους Πλήρης ελευθερία κινήσεων και αποφάσεις που επηρεάζουν την πλοκή Σενάριο αντάξιο μιας American teen horror ταινίας Δεν μας άρεσαν Τα cutscenes δεν παρακάμπτονται Θα έχετε θεματάκια στην πλοήγηση μέχρι να συνηθίσετε τις γωνίες λήψης Ανάπτυξη: Supermassive Games | Έκδοση: Sony | Διάθεση: Sony Hellas | Πλατφόρμες: PS4
    1 πόντος
Ο πίνακας επιτευγμάτων έχει ρυθμιστεί σε UTC/GMT+00:00
  • Δημιουργία νέου...