Μία από τις ειδήσεις που ξεχώρισαν περισσότερο από όλες τις άλλες τις τελευταίες μέρες, αφορούσε την εξαγορά της Ouya από τη Razer.

Στο πλαίσιο αυτής, η τελευταία έκανε δικά της τον κατάλογο τίτλων, το software, το online store και φυσικά το όνομα της Ouya. Κονσόλα και χειριστήριο δεν συμπεριλαμβάνονταν στο deal και εδώ που τα λέμε, αφ’ ενός δεν υπήρχε περίπτωση να πιάσουν το παραμικρό (όντας αμφότερα χειρίστης ποιότητας) και αφ’ ετέρου έτσι κι αλλιώς δεν ενδιέφεραν στο ελάχιστο τη Razer. Η εξαγορά αυτή προέκυψε από την επιθυμία –ή ανάγκη, πείτε τη όπως θέλετε- της αμερικανικής εταιρείας να εκμεταλλευτεί το know how και τις πατέντες της Ouya για την περαιτέρω ανάπτυξη του Android TV και της δικιάς της, Forge TV. Τα είπε αυτά άλλωστε και ο Μιν-Λιανγκ Ταν, ο πρόεδρος της Razer. Αυτό που δεν είπε βέβαια, είναι πως το κωδικολόγιο των παιχνιδιών της Ouya ταιριάζει γάντι στην κινεζική αγορά αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

 

Ας εστιάσουμε στο θέμα μας όμως. Ouya: μία από τις μεγαλύτερες απάτες στο σύγχρονο gaming, μια τρανή απόδειξη πως με το κατάλληλο μάρκετινγκ, τον ενθουσιασμό των media και την ευπείθεια του αγαθού και ονειροπόλου κοινού, μπορεί κανείς να βγάλει εκατομμύρια και να την κοπανήσει σαν να μην τρέχει τίποτα. Η Ouya εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2013, πριν από περίπου δύο χρόνια δηλαδή. Μας συστήθηκε ως μία ριζοσπαστική κονσόλα που επρόκειτο να ανατρέψει το status quo στο gaming. Με τιμή $99, θα προσέφερε στους παίκτες τη δυνατότητα να παίξουν εντελώς δωρεάν τίτλους Android σχεδιασμένους όμως για την τηλεόρασή τους. Πουλώντας ανατροπή (αυτό το “disruption” για το οποίο ο κόσμος κάνει «κρα»), η Ouya κατόρθωσε να συγκεντρώσει πάνω από $8,5 εκατ. στο Kickstarter, πείθοντας περισσότερα από 63.000 μέλη της πλατφόρμας να συνεισφέρουν.

 

gallery_335201_1967_74733.jpg

 

Μια λαμπρή καριέρα πολιτικού

 

Η Ouya θα μπορούσε να είναι η μετεμψύχωση ενός πολιτικού καθώς υποσχέθηκε πολλά και δεν πραγματοποίησε τίποτε απ’ αυτά. Έχασε κάθε deadline που είχε θέσει, κυκλοφορώντας εν τέλει με σημαντική καθυστέρηση. Τα προβλήματα στις αποστολές έδιναν κι έπαιρναν ενώ όπως αποδείχθηκε, η απόκριση της κονσόλας ήταν επιεικώς απαράδεκτη. Ακριβώς τα ίδια σχόλια θα μπορούσε να κάνει κανείς και για το χειριστήριο που τη συνόδευε το οποίο μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις αρνιόταν πεισματικά να συνεργαστεί μαζί της με αποτέλεσμα οι επιστροφές να πάνε σύννεφο!

 

Όλα αυτά όμως απεδείχθησαν “πταίσματα” μπροστά στην έλλειψη ουσίας που τη διέκρινε. Οι τίτλοι που κυκλοφόρησαν ήταν στην πλειοψηφία τους αδιάφορες μετριότητες που περνούσαν απαρατήρητες ενώ αρκετοί υιοθέτησαν το “freemium” μοντέλο, προσφέροντας δηλαδή δωρεάν gaming μεν, όπως υποσχόταν η Ouya, αλλά υπό προϋποθέσεις που δεν άρεσαν σε κανέναν. Ορισμένοι άλλοι απλά προσέφεραν δωρεάν demo (!), με την πλήρη τους έκδοση να ξεκλειδώνεται επί πληρωμή. Γενικότερα ο κόσμος δεν έδειξε να ενδιαφέρεται να δει στην τηλεόρασή του, παιχνίδια που θα μπορούσε να παίξει στο smartphone ή το tablet του όντας οπουδήποτε. Εξ’ άλλου στα $99 εύκολα έβρισκε κανείς καινούριο Wii ή μεταχειρισμένο PS3/Xbox 360, συστήματα στα οποία μπορούσε να παίξει περισσότερα και απείρως ποιοτικότερα παιχνίδια.

 

Οι πωλήσεις της Ouya υπήρξαν απογοητευτικές. Τον Απρίλιο του 2014, ο Ματ Θόρσον, δημιουργός του TowerFall, του δημοφιλέστερου παιχνιδιού στην πλατφόρμα, αποκάλυψε σε συνέντευξή του πως ο τίτλος του μόλις που είχε ξεπεράσει τις 7.000 πωλήσεις, αριθμός δηλαδή που δεν αντέχει την παραμικρή σύγκριση με τις πωλήσεις στις «παραδοσιακές» κονσόλες του χώρου. Γενικότερα πάντως η Ouya ουδέποτε έδειξε την παραμικρή διάθεση να βγάλει προς τα έξω στοιχεία που αφορούσαν τις επιδόσεις και τις πωλήσεις κονσόλας και παιχνιδιών και ως γνωστόν, τέτοιου τύπου “ομιχλώδεις” καταστάσεις δεν μπορεί να κρύβουν θετικές εξελίξεις.

 

gallery_335201_1967_1296924.png

 

Η αλλαγή που ποτέ δεν ήρθε

 

Η Ouya υποσχέθηκε να αλλάξει το gaming. Βασίστηκε πάνω σε αυτόν τον στόχο της, μόνο που, ρεαλιστικά, δεν έκανε τίποτα για να τον πετύχει. Θα μπορούσε κανείς να πει πως Sony και Microsoft τα πάνε πολύ καλύτερα με τα δωρεάν παιχνίδια: αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στις παιχνιδάρες που διατίθενται κάθε μήνα σε PlayStation Network και Xbox LIVE και στις οποίες μπορεί να έχει πρόσβαση κανείς με μόλις 50-60€ τον χρόνο. Ναι, το όλο μοντέλο μπορεί να μην είναι εντελώς δωρεάν, όμως αν μη τι άλλο είναι πολύ πιο τίμιο και εντυπωσιακά πιο ανταποδοτικό βάσει τιμής/απόδοσης σε σχέση με το πακέτο της Ouya. Όσο για τα δωρεάν demos, το πράγμα δεν σηκώνει καν συζήτηση. Αν δε, βάλουμε στην κουβέντα μας και τα ποιοτικά στάνταρ των διαθέσιμων παιχνιδιών, εκεί είναι που χάνεται κάθε νόημα.

 

Η Ouya ξεκίνησε δυναμικά, επιθετικά. “Μάγεψε” τον κόσμο με τις εξαγγελίες και τις υποσχέσεις της και εξαφανίστηκε σταδιακά από τη στιγμή που μάζεψε την αρχική της χρηματοδότηση –σημειώστε πως δεν επρόκειτο μόνο για τα χρήματα του Kickstarter αλλά και άλλα ποσά που συγκεντρώθηκαν από επενδυτές. Εν τέλει έφτασε να έχει χρέη που ξεπερνούσαν το μισό εκατ. δολάρια και καθόλου μέλλον. Βγήκε “στο σφυρί” και ευτυχώς για τους διευθύνοντές της, βρέθηκε η Razer και προχώρησε η συμφωνία. Παρεμπιπτόντως, η εξέλιξη αυτή δύσκολα θα αλλάξει τα πράγματα για την Ouya: η Razer δεσμεύτηκε πως η πλατφόρμα θα παραμείνει ως έχει για έναν, τουλάχιστον, χρόνο ακόμα. Σαν να λένε πως θα την αφήσουν να πεθάνει σιγά-σιγά από “φυσικά αίτια”…

 

Η αλλαγή, η ανατροπή, η κόντρα στο κατεστημένο, όλα αυτά πουλάνε. Το ζήτημα είναι όμως τι γίνεται επί της ουσίας. Οι τρεις “μεγάλοι”, Sony, Microsoft και Nintendo, αν και παρακολούθησαν στενά την πορεία της Ouya, δεν κούνησαν ούτε δαχτυλάκι διότι πολύ απλά δεν χρειάστηκε. Όποια κονσόλα κι αν πάρει κανείς, τρέχουσας ή προηγούμενης γενιάς, θα διαπιστώσει ότι –θα- τα έχει πάει καλύτερα απ’ την Ouya από πλευράς πωλήσεων, hardware τε και software οσαύτως. Καλές οι εξαγγελίες, οι επιθέσεις, τα μεγάλα λόγια, όμως εδώ απαιτείται βιώσιμο business plan, γερά deals, πωλήσεις, νούμερα. Καλές οι φρέσκιες ιδέες, όμως ακόμα πιο καλός ο ρεαλισμός, έτσι δεν είναι;