Οι αυξομειώσεις στον ρυθμό ανανέωσης (VRR) των OLED οθονών συσκευών όπως το Galaxy Note20 Ultra συμβάλλουν στη μεγιστοποίηση της αυτονομίας τους.

Μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ανακοίνωση είχε να κάνει η Samsung Display, το τμήμα της Samsung που ασχολείται με την ανάπτυξη οθονών. Αυτή αφορούσε τις νέες OLED οθόνες της εταιρείας και συγκεκριμένα τη λειτουργία Adaptive Frequency. Όπως μαρτυρά και ο τίτλος της, πρόκειται για τη δυνατότητα των οθονών αυτών να προσαρμόζουν τη συχνότητά τους ανάλογα με το περιεχόμενο που απεικονίζουν ανά πάσα στιγμή.

Η οθόνη των 120 Hz του πρόσφατα ανακοινωθέντος Galaxy Note20 Ultra για παράδειγμα, ναι μεν προσφέρει τον προαναφερθέντα ρυθμό ανανέωσης στο gaming, όμως πέφτει αυτόματα στα 60 Hz κατά την αναπαραγωγή βίντεο, τα 30 Hz ενώ γίνεται χρήση εφαρμογών messaging και τα 10 Hz κατά την προβολή στατικών εικόνων. Η λειτουργία αυτή συμβάλλει στη χαμηλότερη κατανάλωση ενέργειας (η Samsung κάνει λόγο για χρήση έως και του 40% αυτής) και κατ’ επέκταση στη μεγιστοποίηση της αυτονομίας της συσκευής.

Η κατανάλωση ενέργειας είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλούνται να λύσουν οι κατασκευαστές smartphone οι οποίοι επιλέγουν οθόνες με υψηλότερο του κανονικού ρυθμό ανανέωσης οθόνης (π.χ. 90 Hz). Η εν λόγω δυνατότητα μάλιστα διατίθεται τόσο στις OLED οθόνες που θα χρησιμοποιήσει η Samsung στις δικές της συσκευές, όσο και σε αυτές με τις οποίες θα τροφοδοτήσει τρίτους κατασκευαστές. Για την ώρα οι μόνες συσκευές που την εκμεταλλεύονται πάντως είναι τα Galaxy Note20 Ultra και Galaxy Note20 Ultra 5G.