Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καθόρισε τη διαδικασία αδειοδότησης για τους παρόχους υπηρεσιών κρυπτοστοιχείων που θέλουν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα.

Σε ισχύ τέθηκε η απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που καθορίζει βήμα προς βήμα τη διαδικασία αδειοδότησης για τους παρόχους υπηρεσιών κρυπτοστοιχείων που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα. Η απόφαση δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας νέας εποχής στη ρύθμιση της αγοράς κρυπτονομισμάτων στη χώρα.

Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο, κάθε πλατφόρμα που θα λάβει άδεια θα υποχρεούται να ακολουθεί τους ελληνικούς κανόνες, ενώ όσες δεν εξασφαλίσουν το «πράσινο φως» από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν θα μπορούν να απευθύνονται σε Έλληνες πελάτες.

Όπως ορίζει η ΕΚ, η επιχείρηση θα πρέπει να υποβάλλει αίτηση για άδεια παρόχου υπηρεσιών κρυπτοστοιχείων (CASP) και να περάσει από προέλεγχο μέσω προκαταρκτικής συνάντησης. Στόχος της συνάντησης είναι η αποτελεσματικότερη προετοιμασία και υποβολή της αίτησης άδειας και η ενίσχυση της αμοιβαίας κατανόησης σημαντικών θεμάτων λειτουργίας του παρόχου.

Για τον προγραμματισμό της αρχικής αξιολόγησης, ο αιτών θα πρέπει να αποστείλει σχετικό αίτημα διεξαγωγής προκαταρκτικής συνάντησης στην ηλεκτρονική διεύθυνση [email protected] της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την κατάθεση της αίτησης, η ΕΚ βεβαιώνει εγγράφως τον αιτούντα για την παραλαβή της. Στη συνέχεια, εντός είκοσι πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή, η Επιτροπή αξιολογεί την πληρότητα της αίτησης και των στοιχείων του φακέλου.

Εφόσον η αίτηση δεν είναι πλήρης, η ΕΚ ενημερώνει τον υποψήφιο πάροχο και ορίζει προθεσμία για τη συμπλήρωσή της, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 20 ημέρες. Μόλις η αίτηση είναι πλήρης, η ΕΚ ενημερώνει αμέσως σχετικά τον αιτούντα.

Εντός σαράντα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της πλήρους αίτησης, η ΕΚ αξιολογεί την αίτηση και το φάκελο αδειοδότησης, λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση για τη χορήγηση ή άρνηση χορήγησης της άδειας και την κοινοποιεί στον αιτούντα.

Παράλληλα, τις επόμενες εβδομάδες αναμένεται να παραδοθεί στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών το πόρισμα της Επιτροπής Εργασίας για τη φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων.

Το επικρατέστερο σενάριο προβλέπει φορολόγηση της υπεραξίας με συντελεστή 15%, δηλαδή τη διαφορά ανάμεσα στην τιμή κτήσης και στην τιμή πώλησης των κρυπτονομισμάτων, με τρόπο αντίστοιχο της φορολόγησης κερδών από μετοχές ή άλλα επενδυτικά προϊόντα. Εξετάζεται επίσης να αναγνωρίζονται οι συναλλαγές για την κάλυψη τεκμηρίων.

Για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο, το σενάριο που μελετάται είναι η επιβολή υψηλότερου φορολογικού συντελεστή. Η σχετική νομοθετική ρύθμιση θα προβλέπει την υποχρεωτική δήλωση των συναλλαγών στο φορολογικό έντυπο Ε1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τονίζει ότι τα κρυπτοστοιχεία είναι υψηλής επικινδυνότητας με εξαιρετικά κερδοσκοπικό χαρακτήρα και δεν ενδείκνυνται ως «επένδυση» ή ως «μέσο πληρωμής» για τους περισσότερους καταναλωτές λιανικής. Οι τελευταίοι αντιμετωπίζουν πραγματικό κίνδυνο να χάσουν ολόκληρο το χρηματικό ποσό που έχουν επενδύσει.

Οι χρήστες θα πρέπει να είναι ενήμεροι για τους κινδύνους από παραπλανητικές διαφημίσεις στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καθώς και από τους επηρεαστές της κοινής γνώμης. Επίσης, θα πρέπει να είναι επιφυλακτικοί απέναντι σε υποσχέσεις για ταχείες ή υψηλές αποδόσεις.

Η εφαρμογή του πλαισίου συνδέεται με αυστηρότερους ελέγχους από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Μέσω της παρακολούθησης των ροών κεφαλαίων, η ΑΑΔΕ θα μπορεί να εντοπίζει ύποπτες συναλλαγές και να παρεμβαίνει σε περιπτώσεις που σχετίζονται με φοροδιαφυγή ή ξέπλυμα χρήματος.

  • Like 2
  • Haha 3