Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι άνθρωποι στις ΗΠΑ και στον Καναδά υποπτεύονται ότι τα έξυπνα ηχεία που χρησιμοποιούν κρυφακούνε τις συνομιλίες τους ενώ ένα ποσοστό λίγο πάνω από τα δύο τρίτα πιστεύει ότι έχει δει -στοχευμένες- διαφημίσεις που έχουν προκύψει εξαιτίας αυτής της κατασκοπείας.

Τα δυστοπικά αυτά στοιχεία προέρχονται από μια έρευνα που δημοσιεύτηκε τη περασμένη εβδομάδα από την ασφαλιστική εταιρεία Chubb, στην οποία διαπιστώνονται επίσης αυξανόμενες ανησυχίες για παραβιάσεις δεδομένων, διαρκή παραμέληση των πρακτικών ασφάλειας από τους ανθρώπους κ.ά.

«Οι καταναλωτές παραδέχονται την ενόχληση και την απογοήτευση τους όταν αναλαμβάνουν δράσεις ή προβαίνουν σε ενέργειες για την προστασία τους στο διαδίκτυο» καταλήγει η 5η ετήσια μελέτη Personal Cyber Risk της ασφαλιστικής εταιρείας. «Αλλά, τελικά, το χάσμα μεταξύ της συνειδητοποίησης και της δράσης που παρατηρούμε εδώ και χρόνια έχει αρχίσει να ελαττώνεται».

Ο βασικός λόγος είναι ότι στην συντριπτική πλειοψηφία, οι άνθρωποι ανησυχούν για τη διαρροή των προσωπικών τους δεδομένων. Στην έρευνα της Chubb, που διεξήχθη για λογαριασμό της από την εταιρεία ερευνών Dynata, διαπιστώθηκε ότι το 92% των καταναλωτών «ανησυχούν για κάποια παραβίαση στον κυβερνοχώρο που θα αποκαλύψει τα προσωπικά τους στοιχεία ή την ταυτότητά τους» με το 56% εξ αυτών να «ανησυχεί ιδιαίτερα». Πριν από τρία χρόνια, τα παραπάνω ποσοστά ήταν 80% και 39% αντίστοιχα.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2021 σημειώθηκε νέο ρεκόρ όσον αφορά τον αριθμό των παραβιάσεων δεδομένων, είναι κατανοητό να υπάρχουν έντονες ανησυχίες. Ανάμεσα στους ερωτηθέντες στην έρευνα, υπάρχει ένα 79% που «πιστεύει ότι οι ψηφιακοί/εικονικοί βοηθοί και οι συσκευές streaming μπορούν να κρυφακούσουν τις συνομιλίες τους» με το 67% επίσης να «πιστεύει ότι έχει βρεθεί μπροστά από μία διαφήμιση με βάση μία συνομιλία που είχε και η οποία καταγράφηκε από τον εικονικό/ψηφιακό βοηθό ή κάποια συσκευή streaming».

Τα έξυπνα ηχεία όπως το Echo της Amazon και το Nest Audio της Google θα ενεργοποιηθούν στην περίπτωση που ακούσουν τις «λέξεις αφύπνισης» όπως είναι οι «Alexa» ή «Hey Google». Πολλές φορές ωστόσο ενεργοποιούνται και ακούσια, στην περίπτωση που οι λέξεις σε κάποιον διάλογο μοιάζουν με τις «λέξεις αφύπνισης» που αναφέραμε παραπάνω, με αποτέλεσμα ορισμένες φορές αποσπάσματα συνομιλιών να μεταφορτώνονται για αξιολόγηση ή ακόμη και να αποστέλλονται σε μια επαφή.

Αν οι εταιρείες συγκέντρωναν και χρησιμοποιούσαν τέτοια δεδομένα χωρίς τη συγκατάθεση των χρηστών με απώτερο σκοπό τη στοχευμένη διαφήμιση, τότε θα διακινδύνευαν με πρόστιμο τόσο μεγάλο από τις ρυθμιστικές αρχές που θα έκαναν το πρόστιμο των $5 δισεκατομμυρίων της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου των ΗΠΑ στο Facebook για παραβιάσεις του απορρήτου να μοιάζει με κλήση για παράνομη στάθμευση. Μην ξεχνάτε, ότι το web tracing ήδη λειτουργεί εξαιρετικά καλά για τις εταιρείες ώστε να διακρίνουν/γνωρίζουν τα ενδιαφέροντα των ανθρώπων.

Στην ίδια έρευνα ωστόσο, το 48% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι προχώρησε στην εκκαθάριση του ιστορικού στον browser που χρησιμοποιεί. Η συγκεκριμένη κίνηση δεν έχει ουσιαστικό νόημα ενάντια στα διαφημιστικά δίκτυα και υποδηλώνει ότι πολλοί χρήστες δεν έχουν αντιληφθεί ακόμα πως λειτουργεί το web tracking (cookies κ.λπ).

Στην έρευνα της Chubb παρατηρείται επίσης παρόμοια σύγχυση σχετικά με τους κωδικούς πρόσβασης, με το 61% των ερωτηθέντων να δηλώνει ότι δυσκολεύεται να κρατήσει την επαφή του (ενδεχομένως λόγω του μεγάλου αριθμού κ.λπ) αλλά μόνο το 35% να αναφέρει ότι χρησιμοποιεί κάποιον διαχειριστή κωδικών πρόσβασης όπως το Google Password Manager. Ένα άλλο 35% δηλώνει ότι επαναχρησιμοποιεί κωδικούς πρόσβασης σε πολλές ιστοσελίδες, μία βασική αμαρτία στην κυβερνοασφάλεια που έχει ως αποτέλεσμα την ταχεία κατάληψη πολλών λογαριασμών σε μικρό διάστημα από τους επιτιθέμενους. 

Οι ερωτηθέντες διατηρούν επίσης σχέση αγάπης με τους λεγόμενους «keepsake» κωδικούς πρόσβασης στους οποίους συμπεριλαμβάνονται σημαντικά προσωπικά στοιχεία όπως όνομα οικογένειας ή κατοικίδιου ζώου, γενέθλια ή άλλη σημαντική ημερομηνία ή διεύθυνση, με το 48% να αναφέρει ότι εφάρμοσε αυτή την τακτική τη τελευταία φορά που δημιούργησαν ή ενημέρωσαν έναν κωδικό πρόσβασης.

Τα άτομα που έχουν περισσότερα χρήματα ήταν το πιθανότερο να κάνουν το παραπάνω μάλιστα: από το 84% των ερωτηθέντων που έχουν πολλά χρήματα, το 28% ανέφερε «ότι έπεσε θύμα κυβερνοεπίθεσης που σχετιζόταν με τα χρήματά τους» έναντι του 27% των ερωτηθέντων που ανήκουν στη μεσαία τάξη (στην έρευνα η πρώτη ομάδα είχε οικογενειακό εισόδημα άνω του $1 εκατομμυρίου ενώ στη δεύτερη περίπτωση από $50.000 έως $100.000).

Ένα ενθαρρυντικό συμπέρασμα που προέκυψε από την έρευνα είναι ότι το 51% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι χρησιμοποίησε κάποιο είδος ελέγχου ταυτότητας πολλαπλών παραγόντων για να συνδεθεί σε διαδικτυακούς λογαριασμούς, ποσοστό πολύ υψηλότερο από το 28% της περσινής έρευνας.

  • Confused 1