Αναζήτηση στην κοινότητα
Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'review'.
376 αποτελέσματα
-
Έπειτα από χρόνια φημολογίας, αναμονής, διαρροών και εν τέλει ανακοινώσεων, το Nintendo Switch 2 επιτέλους κυκλοφόρησε. Οι αναλυτές βλέπουν το μεγαλύτερο λανσάρισμα κονσόλας στην ιστορία του gaming με πολλούς εξ αυτών να κάνουν λόγο για ελλείψεις στην αγορά, τουλάχιστον ως το φινάλε της φετινής χρονιάς. Στη χώρα μας πάντως προβλήματα δεν έχουν παρατηρηθεί – τουλάχιστον για όσους είχαν φροντίσει να προπαραγγείλουν το σύστημα, κάτι που συνέβη και με εμάς έτσι ώστε να το πάρουμε στα χέρια μας όσο το δυνατόν συντομότερα, χωρίς περιορισμούς. Τι θα πρέπει να περιμένει κανείς όμως από τη νέα κονσόλα της Nintendo; Σε ποιους απευθύνεται και στο φινάλε δικαιώνει τις προσδοκίες τους; Για να αρχίσουμε να δίνουμε απαντήσεις σιγά-σιγά… Ως προς το design, το Nintendo Switch 2 είναι μεγαλύτερο αλλά και στιβαρότερο από τον προκάτοχό του. Στα 272 x 116 x 13,9 χιλ. (έναντι 173 x 102 x 14 χιλ. του αρχικού Nintendo Switch, 208 x 91 x 14 χιλ. του Lite και 176 x 102 x 14 χιλ. του OLED μοντέλου) είναι μεν πιο ογκώδες αλλά όχι τόσο που να γίνεται δύσκολο στο κράτημα ή τη μεταφορά. Υπενθυμίζουμε ότι ακόμα κι έτσι, το Nintendo Switch 2 παραμένει πολύ πιο συμπαγές σε σχέση με ένα handheld gaming PC τύπου Steam Deck (298 x 117 x 49 χιλ.) ή Lenovo Legion Go (299 x 131 x 41 χιλ.). Όσο για το βάρος του, εντοπίζεται στα 534 γραμμάρια – σημαντικά περισσότερα από τα 297, 277 και 319 (OG, lite, OLED κατ’ αντιστοιχία) του Switch αλλά και πάλι σε καμία περίπτωση τόσα ώστε να κάνουν άβολη την όλη εμπειρία χρήσης του. Διαβάστε ολόκληρο το review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Εδώ και αρκετούς μήνες είχαμε ακούσει για το FRITZ!Box 5690 Pro. Είχαμε δει την Γερμανική έκδοση στο εμπόριο και αναμέναμε πως και πως να κυκλοφορήσει η International ώστε να έρθει στα χέρια μας. Οι μέρες έγιναν βδομάδες οι βδομάδες μήνες και τελικά ένα κρύο πρωινό 😆 το FRITZ!Box είχε έρθει. Έχοντας κάνει review τόσα προϊόντα FRITZ, η αλήθεια είναι ότι περιμέναμε το συνηθισμένο μέγεθος κουτιού που χρησιμοποιούν τα περισσότερα FRITZ!Box. Αλλά όπως λένε: Αυτή δεν ήταν η περίπτωση μας. Πρώτη φορά βλέπαμε τόσο μεγάλο και τόσο βαρύ κουτί. Είναι το δεύτερο προϊον της AVM που είναι WiFi 7. Το πρώτο ήταν το FRITZ!Box 7690 που κάναμε review λίγο καιρό πριν και μπορείτε να το βρείτε στο παρακάτω LINK. Όμως μην ξεγελιέστε ότι είναι ακόμα ένα παρόμοιο WiFi 7 modem, router όπως το 7690. Όπως θα δούμε και παρακάτω οι διαφορές είναι πάρα πολλές και δικαιολογημένα το 5690 Pro είναι το πιο δυνατό μοντέλο που έχει κυκλοφορήσει η AVM. Το FRITZ!Box 5690 Pro θα λέγαμε ότι είναι η δυνατή έκδοση όχι μόνο ενός αλλά δύο διαφορετικών μοντέλων, του 5590 Fiber αλλά και των 7590AX και 7690. Ο λόγος πίσω από αυτό είναι ότι υποστηρίζει δύο διαφορετικές τεχνολογίες. Μπορεί να συνδεθεί σε μία ADSL/VDSL γραμμή ή εναλλακτικα μπορεί να συνδεθεί σε οπτική ίνα (FTTH). Και βέβαια όπως σε όλα τα μοντέλα υπάρχει και η λύση να χρησιμοποιήσουμε την WAN port ώστε να λειτουργεί ως router. Η AVM για όποιον δεν γνωρίζει διαθέτει μια μεγάλη γκάμα προϊόντων όπως VDSL2/ADSL2+/4G/5G/FTTH Routers, Powerlines, WiFi Sticks, DECT Phones(FON), Repeaters όπως και συσκευές για Radiator Control, Power Outlets. Ιδρύθηκε το 1986, έχει έδρα το Βερολίνο και το 2021 απασχολούσε 880 υπαλλήλους. Τo τμήμα υποστήριξης όπως και το τμήμα κατασκευής βρίσκονται στη Γερμανία, ενώ τα προϊόντα της εταιρείας συνοδεύονται από πέντε χρόνια εγγύησης. Η AVM είναι ένας από τους κορυφαίους κατασκευαστές προϊόντων στην Ευρώπη για ευρυζωνικές και ψηφιακές συνδέσεις. To όνομα AVM όλοι το γνωρίζουν πλέον μετά από τόσα χρόνια και δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς είναι συνώνυμο με την πρωτοπορία, την αξιοπιστία και την τεχνολογική υπεροχή. Διαθέτει το ευέλικτο λειτουργικό σύστημα FRITZ!OS που είναι σήμα κατατεθέν της AVM. Διαβάστε ολόκληρο το review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Έπειτα από χρόνια φημολογίας, αναμονής, διαρροών και εν τέλει ανακοινώσεων, το Nintendo Switch 2 επιτέλους κυκλοφόρησε. Οι αναλυτές βλέπουν το μεγαλύτερο λανσάρισμα κονσόλας στην ιστορία του gaming με πολλούς εξ αυτών να κάνουν λόγο για ελλείψεις στην αγορά, τουλάχιστον ως το φινάλε της φετινής χρονιάς. Στη χώρα μας πάντως προβλήματα δεν έχουν παρατηρηθεί – τουλάχιστον για όσους είχαν φροντίσει να προπαραγγείλουν το σύστημα, κάτι που συνέβη και με εμάς έτσι ώστε να το πάρουμε στα χέρια μας όσο το δυνατόν συντομότερα, χωρίς περιορισμούς. Τι θα πρέπει να περιμένει κανείς όμως από τη νέα κονσόλα της Nintendo; Σε ποιους απευθύνεται και στο φινάλε δικαιώνει τις προσδοκίες τους; Για να αρχίσουμε να δίνουμε απαντήσεις σιγά-σιγά… Ως προς το design, το Nintendo Switch 2 είναι μεγαλύτερο αλλά και στιβαρότερο από τον προκάτοχό του. Στα 272 x 116 x 13,9 χιλ. (έναντι 173 x 102 x 14 χιλ. του αρχικού Nintendo Switch, 208 x 91 x 14 χιλ. του Lite και 176 x 102 x 14 χιλ. του OLED μοντέλου) είναι μεν πιο ογκώδες αλλά όχι τόσο που να γίνεται δύσκολο στο κράτημα ή τη μεταφορά. Υπενθυμίζουμε ότι ακόμα κι έτσι, το Nintendo Switch 2 παραμένει πολύ πιο συμπαγές σε σχέση με ένα handheld gaming PC τύπου Steam Deck (298 x 117 x 49 χιλ.) ή Lenovo Legion Go (299 x 131 x 41 χιλ.). Όσο για το βάρος του, εντοπίζεται στα 534 γραμμάρια – σημαντικά περισσότερα από τα 297, 277 και 319 (OG, lite, OLED κατ’ αντιστοιχία) του Switch αλλά και πάλι σε καμία περίπτωση τόσα ώστε να κάνουν άβολη την όλη εμπειρία χρήσης του. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Έπειτα από χρόνια φημολογίας, αναμονής, διαρροών και εν τέλει ανακοινώσεων, το Nintendo Switch 2 επιτέλους κυκλοφόρησε. Οι αναλυτές βλέπουν το μεγαλύτερο λανσάρισμα κονσόλας στην ιστορία του gaming με πολλούς εξ αυτών να κάνουν λόγο για ελλείψεις στην αγορά, τουλάχιστον ως το φινάλε της φετινής χρονιάς. Στη χώρα μας πάντως προβλήματα δεν έχουν παρατηρηθεί – τουλάχιστον για όσους είχαν φροντίσει να προπαραγγείλουν το σύστημα, κάτι που συνέβη και με εμάς έτσι ώστε να το πάρουμε στα χέρια μας όσο το δυνατόν συντομότερα, χωρίς περιορισμούς. Τι θα πρέπει να περιμένει κανείς όμως από τη νέα κονσόλα της Nintendo; Σε ποιους απευθύνεται και στο φινάλε δικαιώνει τις προσδοκίες τους; Για να αρχίσουμε να δίνουμε απαντήσεις σιγά-σιγά… Σχεδιασμός Ως προς το design, το Nintendo Switch 2 είναι μεγαλύτερο αλλά και στιβαρότερο από τον προκάτοχό του. Στα 272 x 116 x 13,9 χιλ. (έναντι 173 x 102 x 14 χιλ. του αρχικού Nintendo Switch, 208 x 91 x 14 χιλ. του Lite και 176 x 102 x 14 χιλ. του OLED μοντέλου) είναι μεν πιο ογκώδες αλλά όχι τόσο που να γίνεται δύσκολο στο κράτημα ή τη μεταφορά. Υπενθυμίζουμε ότι ακόμα κι έτσι, το Nintendo Switch 2 παραμένει πολύ πιο συμπαγές σε σχέση με ένα handheld gaming PC τύπου Steam Deck (298 x 117 x 49 χιλ.) ή Lenovo Legion Go (299 x 131 x 41 χιλ.). Όσο για το βάρος του, εντοπίζεται στα 534 γραμμάρια – σημαντικά περισσότερα από τα 297, 277 και 319 (OG, lite, OLED κατ’ αντιστοιχία) του Switch αλλά και πάλι σε καμία περίπτωση τόσα ώστε να κάνουν άβολη την όλη εμπειρία χρήσης του. Nintendo Switch 2 (πάνω) - Nintendo Switch (κάτω) Στην πρόσοψη κυριαρχεί φυσικά η οθόνη η οποία έχει ανέβει πλέον στις 7,9 ίντσες με τα δύο Joy-Con 2 να προσαρτώνται δεξιά κι αριστερά της. Θα μας επιτρέψετε να σταθούμε στον μηχανισμό κλειδώματός τους που πλέον είναι μαγνητικός. Η τοποθέτησή τους γίνεται χωρίς καθόλου κόπο ενώ για την αφαίρεσή τους, θα χρειαστεί να ενεργοποιήσετε τον σχετικό μηχανισμό με το πάτημα ενός κουμπιού στο επάνω τμήμα της κονσόλας. Από την εμπειρία μας, μπορούμε να σας πούμε ότι η θέση του είναι τέτοια που δεν υπάρχει περίπτωση να το πατήσετε κατά λάθος. Για να αφαιρέσετε δε τα Joy-Con 2 από την οθόνη χωρίς τη συνδρομή του μηχανισμού, θα πρέπει να καταβάλλετε μεγάλη προσπάθεια, οπότε μιλάμε για foolproof σύστημα. Η Nintendo έχει ενσωματώσει στην κονσόλα δύο θύρες USB Type-C – μία στο κάτω και μία στο επάνω τμήμα της. Όταν το Nintendo Switch 2 βρίσκεται στο dock του (το οποίο έρχεται με σύστημα ψύξης με ανεμιστήρα και θύρα ethernet για ενσύρματες συνδέσεις στο internet), χρησιμοποιείται η κάτω. Όταν πάλι αυτό στηρίζεται στο πτυσσόμενο kickstand του, τότε μπορείτε να το φορτίσετε εκμεταλλευόμενοι την επάνω θύρα. Πέραν του dock, στη συσκευασία θα βρείτε και τον κορμό ενός χειριστηρίου που σχηματίζεται με τη σύνδεση των δύο Joy-Con 2. Κατά τα άλλα θα βρείτε υποδοχή για κάρτα microSD και θύρα 3,5 χιλ. για ακουστικά. Και μιας που αναφερθήκαμε στα της συνδεσιμότητας, να συμπληρώσουμε στο ασύρματο μέτωπο, προσφέρεται υποστήριξη Wi-Fi 6 και Bluetooth. Τεχνικά χαρακτηριστικά Στο εσωτερικό του, το Nintendo Switch 2 κρύβει SoC NVIDIA Tegra T239 με οκταπύρηνο επεξεργαστή ARM Cortex-A78C (συχνότητας 998 MHz με χρήση του dock και 1101 MHz άνευ αυτού) και 12 GB LPDDR5X RAM στα 6400 MHz (με το dock, ειδάλλως πέφτει στα 4266 MHz). Όσον αφορά στα γραφικά, υπάρχουν 1536 πυρήνες CUDA βασισμένοι στην αρχιτεκτονική Ampere που τρέχουν στα 1007 MHz όταν το Nintendo Switch 2 είναι στο dock και τα 561 MHz όταν δεν είναι, με απόδοση 3,09 και 1,72 TFLOPS αντίστοιχα. Η κονσόλα διαθέτει επίσης και εσωτερικό αποθηκευτικό χώρο 256 GB τύπου UFS 3.1 – με αυτό το τελευταίο να μοιάζει με χαμένη ευκαιρία για τη Nintendo αν αναλογιστούμε ότι τα premium smartphones τελευταίας γενιάς π.χ. έχουν περάσει στην επόμενη γενιά UFS. Επιπρόσθετα, υποστηρίζονται κάρτες microSD Express έως 2 TB. Σε πρώτη φάση όμως, το ενδιαφέρον μαγνητίζει η οθόνη του συστήματος. Πρόκειται για μία LCD 7,2 ιντσών όπως προείπαμε που προσφέρει εικόνα στα 1080p και τα 279 ppi. Διαθέτει HDR και υποστηρίζει VRR έως και τα 120 Hz. Εφ’ όσον τοποθετηθεί στο dock η κονσόλα βέβαια, τότε η απόδοσή της ανεβαίνει στα 1440p και τα 120 Hz ή εναλλακτικά σε 4K ανάλυση και 60 Hz με HDR. Πολλοί – μεταξύ αυτών και εμείς – περίμεναν από τη Nintendo να προτιμήσει πάνελ OLED, κάτι λογικό αν αναλογιστούμε ότι αυτό συνέβαινε με την πιο πρόσφατη έκδοση του Nintendo Switch. Τελικά προτιμήθηκε ένα LCD και μολονότι αυτό εν πρώτοις ακούγεται… κάπως, στην πράξη τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα. Είναι αρκετά φωτεινή, ξεπερνώντας κατά πολύ την ποιότητα του πάνελ του πρώτου Nintendo Switch (όχι όμως και του μοντέλου OLED – αναμενόμενα ωστόσο), προσφέροντας λεπτομερέστατη εικόνα με ικανοποιητική αντίθεση. Η αλήθεια είναι πως θα περιμέναμε λιγάκι ζωηρότερα τα χρώματα και για μία κονσόλα που ουσιαστικά αποτελεί αναβάθμιση της αμέσως προηγούμενης (κρατήστε το αυτό, θα επανέλθουμε στο φινάλε), δυστυχώς κάπου νιώθουμε ότι το Nintendo Switch 2 μας απογοητεύει. Περιβάλλον χρήστη – Λειτουργίες Εκκινώντας το Nintendo Switch 2 βρισκόμαστε ενώπιον ενός μενού που πρακτικά δεν διαφέρει σε τίποτα από εκείνο του πρώτου συστήματος – παρά μόνο σε λεπτομέρειες που δεν χρήζουν αναφοράς επ’ ουδενί. Το θετικό ως προς αυτό είναι ότι οι κάτοχοι του τελευταίου δεν θα χρειαστεί να εξοικειωθούν μαζί του. Το αρνητικό είναι ότι, κακά τα ψέματα, το περιβάλλον χρήστη του Nintendo Switch, ε, δεν ήταν και το καλύτερο δυνατό. Αν μη τι άλλο περιθώρια βελτίωσης υπήρχαν (και μάλιστα πολλά) όμως για κάποιον ανεξήγητο λόγο, η Nintendo επέλεξε να μην ασχοληθεί καθόλου με το UI, ούτε καν με «easy wins» αισθητικού χαρακτήρα – όπως π.χ. τη δυνατότητα επιλογής διαφόρων εμπνευσμένων από τίτλους ή σειρές της themes. Στις ρυθμίσεις υπάρχουν οι συνήθεις επιλογές προσβασιμότητας μαζί με ελάχιστες καινούριες (bold text και high contrast είναι οι σημαντικότερες) ενώ θα έχετε και τη δυνατότητα προσαρμογής των πλήκτρων (βλ. mapping). Αυτό που παρατηρήσαμε πάντως ήταν πως η εναλλαγή ανάμεσα στα διάφορα μενού και οθόνες ήταν στιγμιαία, προσφέροντας μία πλήρως απολαυστική εμπειρία. Το ίδιο ίσχυε και όταν μπήκαμε να ρίξουμε μια ματιά στο eShop το οποίο, προς έκπληξή μας, διαπιστώσαμε ότι έχει υποστεί ένα μίνι λίφτινγκ υιοθετώντας ένα πολύ πιο σύγχρονο και εύχρηστο look, επιτρέποντας επιτέλους στον χρήστη να βρει εύκολα και γρήγορα αυτό που αναζητά. Βέβαια η συνήθης σαβούρα παραμένει σταθερή στη θέση της, κάνοντας την εύρεση νέων τίτλων ζόρικη αλλά… Χειρισμός Εξηγήσαμε ότι τα Joy-Con 2 έχουν νέο μηχανισμό κλειδώματος στο Nintendo Switch 2. Οι διαφορές τους σε σχέση με τα Joy-Con του πρώτου Nintendo Switch ωστόσο δεν περιορίζονται εκεί. Πέραν του μεγαλύτερου μεγέθους τους (duh!) λοιπόν, στο αριστερό ο σταυρός κατεύθυνσης έχει αντικατασταθεί από τέσσερα στρογγυλά πλήκτρα ενώ στο δεξί, κάτω από το home υπάρχει πλέον και ένα δεύτερο – το C – που χρησιμεύει για την ενεργοποίηση του GameChat. Το κατά πόσο αυτό χρειαζόταν ξεχωριστό πλήκτρο βέβαια είναι συζητήσιμο. Παράλληλα τα πλήκτρα SL και SR έχουν μεγαλώσει σε μέγεθος, μία αλλαγή που δεν μας χάλασε καθόλου. Σε ό,τι έχει να κάνει με τους μοχλούς, αντίθετα με ό,τι διαβάζαμε τους προηγούμενους μήνες (μέχρι και πριν λίγο καιρό), δεν έχουν χρησιμοποιηθεί αισθητήρες Hall ή TMR. Αντίθετα, η Nintendo επέλεξε να βελτιώσει σε έναν βαθμό τους αισθητήρες των μοχλών του πρώτου συστήματος και να χρησιμοποιήσει αυτούς. Αυτό αντικατοπτρίζεται στην αίσθηση που αφήνουν οι τελευταίοι που πρακτικά είναι η ίδια μ’ εκείνη των μοχλών του πρώτου Nintendo Switch. Το κατά πόσο παρουσιάζουν ή όχι θέμα με το drifting είναι κάτι που δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε επί του παρόντος – και μεταξύ μας, ελπίζουμε να μη χρειαστεί ποτέ να μάθουμε λεπτομέρειες. Δεν αντιμετωπίσαμε κανένα πρόβλημα όσο τα Joy-Con 2 ήταν συνδεδεμένα είτε στο ίδιο το Nintendo Switch 2, είτε στον κορμό (το grip ντε!) χειριστηρίου που περιλαμβάνεται στη συσκευασία. Εξακολουθούν να μην είναι καθόλου βολικά για ανεξάρτητη χρήση – πραγματικά το grip είναι απαραίτητο, ειδάλλως εξετάστε σοβαρά την αγορά του Pro Controller. Παρά το μεγαλύτερο μέγεθος του Nintendo Switch 2, το κράτημα του είναι απολύτως φυσικό ενώ στην περίπτωση του grip, υπάρχει περισσότερος χώρος για τα δάχτυλα αλλά και για την παλάμη – ώστε η τελευταία να πάρει μία πιο άνετη στάση. Όπως θα γνωρίζετε, τα Joy-Con 2 μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως ποντίκι χάρη στους αισθητήρες στην επάνω πλευρά τους. Αυτό έχει τα θετικά αλλά και τα αρνητικά. Αναφορικά με τα πρώτα, η απόκριση είναι εξαίρετη. Δοκιμάσαμε επάνω σε καναπέ (μαξιλάρι αλλά και μπράτσο), βιβλίο, mousepad, ακόμα και μπούτι (!) και πέραν των περιορισμών του χώρου, άλλο ζήτημα δεν υπήρξε. Το μεγαλύτερο αρνητικό, δεν είναι άλλο από το ίδιο το σχήμα των Joy-Con 2. Δεν είναι πυρηνική φυσική: απλά συγκρίνετε το design ενός ποντικιού με εκείνο των Joy-Con 2. Το πρώτο επιτρέπει στην παλάμη και τα δάχτυλα να υιοθετήσουν μία φυσική και ανατομική στάση, σχεδόν ξεκούρασης, ενώ το δεύτερο θα σας αναγκάσει να πειραματιστείτε με νέες στάσεις. Δεν το χρησιμοποιήσαμε για μεγάλο χρονικό διάστημα (αναμένουμε το Civilization VII) αλλά είμαστε βέβαιοι ότι σε παρατεταμένα sessions, η ευχρηστία θα εξελιχθεί σε ζήτημα. Παιχνίδια Το Nintendo Switch 2 ήρθε με το Mario Kart World ενώ θελήσαμε να δοκιμάσουμε και το Nintendo Switch 2 Welcome Tour (να το λέμε Welcome Tour από ‘δω και πέρα;) ώστε να μη χρειαστεί να το κάνετε – και προπάντων, να το πληρώσετε – εσείς. Η απόδοση του συστήματος πάντως ήταν άριστη, τόσο ως handheld, όσο και ως επιτραπέζια κονσόλα. Σημειώστε απλά πως όταν το βγάλαμε από το dock έπειτα από κάποιες ώρες Mario Kart World, η θερμοκρασία στην επιφάνειά του ήταν πολύ υψηλή – με ό,τι αυτό συνεπάγεται (η απόδοση «τρένο» πάντως). Ξεκινάμε από τα εύκολα και το Welcome Tour το οποίο… είναι κλοπή που θα έλεγε κι ο Φίλιππος Συρίγος. Ε, δεν υπάρχει λόγος να το κουράζουμε. Ναι, είναι χαριτωμένο. Ναι, έχει την πλάκα του. Ναι, αποτελεί το καλύτερο manual που έχουμε δει, όχι μόνο για κονσόλα video games αλλά γενικώς. Ναι, τα mini games του είναι διασκεδαστικά σε έναν βαθμό. Δεν είναι όμως επ’ ουδενί κάτι που αξίζει €9,99. Σύμφωνοι, θα σας κρατήσει συντροφιά κάποιες ελάχιστες ώρες (υπολογίστε γύρω στις τέσσερις, βία πέντε) αλλά από εκεί και πέρα θα το διαγράψετε κι απ’ την κονσόλα κι από τη μνήμη σας. Και σε τελική ανάλυση… ε, όχι να χρεωθούμε για ένα manual! Όσο για το Mario Kart World, είναι εκπληκτικό. Με open-world σχεδιασμό, διαθέτει για πρώτη φορά διαδρομές που ενσωματώνουν περισσότερες από μία πίστες. Η δε προσέγγιση που ακολουθεί ενθαρρύνει την εξερεύνηση του κόσμου (κάτι που γίνεται πριν καν μπείτε στο μενού). Φυσικά όλα τα λεφτά είναι το Knockout Tour με τη συμμετοχή 24 παικτών, αν και το Free Roam έχει επίσης την πλάκα του – εκεί είναι που εκτιμήσαμε τη δουλειά που έχει γίνει με τον κόσμο του παιχνιδιού. Τα γραφικά του είναι τρομερά, η κίνηση απόλυτα ομαλή ενώ το soundtrack εφ’ όσον κυκλοφορήσει σε άλμπουμ θα γίνει ανάρπαστο. Είναι το πιο ολοκληρωμένο Mario Kart που βγήκε ποτέ; Ναι. Είναι το καλύτερο «δεύτερο παιχνίδι» (που θα παίζετε στα διαλείμματα από το βασικό σας) στο Nintendo Switch 2; Ξεκάθαρα. Το βασικότερο ίσως θέμα του Nintendo Switch 2 -αυτή τη στιγμή- δεν είναι άλλο από την έλλειψη «δυνατών» τίτλων στο λανσάρισμά του. Με εξαίρεση το Mario Kart World, πρακτικά δεν υπάρχει κανένα άλλο video game ικανό να πείσει κάποιον να επενδύσει στο σύστημα: η Nintendo περιορίστηκε σε βελτιωμένες εκδόσεις και μία απογοητευτική γκάμα τίτλων του GameCube ενώ οι third-party κυκλοφορίες αφορούν παιχνίδια που επί της ουσίας ήταν ήδη διαθέσιμα. Ναι, το Donkey Kong Bananza έρχεται ενάμιση μήνα μετά το λανσάρισμα της κονσόλας αλλά πρακτικά πέραν τούτου τίποτα άμεσα. Όχι κι ό,τι καλύτερο, έτσι; Από πλευράς αυτονομίας, το Nintendo Switch 2 δεν αριστεύει ακριβώς. Σύμφωνα με τη Nintendo, η μπαταρία του κρατά έως και 6,5 ώρες, επίδοση που θεωρητικά δεν είναι κακή. Φυσικά σε συνθήκες πραγματικής χρήσης τα πράγματα διαφέρουν κατά πολύ. Στη δική μας περίπτωση, παίζοντας Mario Kart World, η αυτονομία δεν ξεπέρασε τις τρεις – οριακά 3,5 ώρες. Αφήνοντας δε την κονσόλα σε κατάσταση standby, διαπιστώσαμε ότι μέσα σε περίπου 16 ώρες (από το μεσημέρι μίας ημέρας, έως το πρωί της επόμενης), η μπαταρία της είχε πέσει κατά περίπου 30%... Για μία πλήρη φόρτιση, υπολογίστε ότι απαιτούνται περί τις τρεις ώρες. Τα παραπάνω κρατήστε τα κατά νου σε περίπτωση που πρόκειται να χρησιμοποιείτε την κονσόλα on the go. Συμπέρασμα Το Nintendo Switch 2 είναι επί του πρακτέου… sequel, η νέα, ανανεωμένη και ελαφρώς βελτιωμένη έκδοση της αμέσως προηγούμενης κονσόλας της Nintendo. Σας το επισημαίνουμε ώστε να ξέρετε τι να περιμένετε απ’ αυτό. Αποτελεί μία απόλυτα future-proof επιλογή ώστε να συνεχίζετε να απολαμβάνετε τους τίτλους της Ninty (και φυσικά τις αποκλειστικότητες της πλατφόρμας) και χάρη στα ανώτερα τεχνικά του χαρακτηριστικά (ας το πούμε λίγο-πολύ ισοδύναμο ενός PS4) θα σας καλύψει και με τις third-party κυκλοφορίες – είτε επειδή δεν διαθέτετε PS5, Xbox Series X/S ή PC, είτε επειδή απλά θέλετε να έχετε τη δυνατότητα να τις απολαύσετε και εν κινήσει. Πρότασή μας; Εξετάστε κατά πόσο το Nintendo Switch 2 ταιριάζει στο lifestyle σας, βάλτε σε μία σειρά τις προτεραιότητές σας (αν έχετε ήδη κονσόλα, πόσο σημαντικά είναι τα first-party της Nintendo για εσάς, αν παίζετε στον δρόμο/έξω, αν θα το εκμεταλλευτείτε από τώρα, αν οι τίτλοι του σας καλύπτουν κλπ) και πράξτε αναλόγως. Για τους κατόχους Nintendo Switch πάντως, η αγορά του είναι μάλλον δεδομένη.
-
Λίγο καιρό μετά την ανακοίνωση της σειράς καρτών γραφικών Radeon RX 9070 , η AMD ανακοίνωσε τη νέα κάρτα γραφικών Radeon RX 9060 XT, η οποία θα διατεθεί σε εκδόσεις με 16 GB και 8 GB μνήμης GDDR6. Η AMD Radeon RX 9060 XT έρχεται να συμπληρώσει -προς τα κάτω από άποψη κόστους- το προϊοντικό χαρτοφυλάκιο της δημοφιλούς εταιρείας που βασίζεται στην αρχιτεκτονική RDNA 4. Σύμφωνα με την AMD, η νέα κάρτα γραφικών αποτελεί μία εξαιρετική λύση για τον σημερινό gamer που επιθυμεί να παίζει τα αγαπημένα του παιχνίδια χωρίς ιδιαίτερους συμβιβασμούς στην ποιότητα απεικόνισης/ γραφικών σε αναλύσεις έως και 1440p (ή ακόμα και 4K σε κάποιες περιπτώσεις σε συνδυασμό με την τεχνολογία FidelityFX Super Resolution που πλέον έχει φτάσει στην 4η γενιά) ενώ αποτελεί μία θαυμάσια επιλογή για αναβάθμιση καθώς χρησιμοποιεί στάνταρντ συνδέσμους 8-pin PCIe, διαθέτει έως και 16 GB μνήμης GDDR6. Εξοπλίζεται με σύγχρονες εξόδους DisplayPort 2.1a και HDMI 2.1b και αξιοποιεί το υψηλό εύρος ζώνης που προσφέρει ο δίαυλος PCIe 5.0 x16 όταν συνδυάζεται με επεξεργαστή AMD Ryzen (AM5). Όπως υποστηρίζει η εταιρεία, άνω του 80% των PC gamers σήμερα παίζει παιχνίδια σε ανάλυση 1440p ή μικρότερη, και η νέα της κάρτα γραφικών είναι ιδανική για αυτή την ομάδα χρηστών. Διαβάστε ολόκληρο το review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Η AMD Radeon RX 9060 XT έρχεται να συμπληρώσει -προς τα κάτω από άποψη κόστους- το προϊοντικό χαρτοφυλάκιο της δημοφιλούς εταιρείας που βασίζεται στην αρχιτεκτονική RDNA 4. Σύμφωνα με την AMD, η νέα κάρτα γραφικών αποτελεί μία εξαιρετική λύση για τον σημερινό gamer που επιθυμεί να παίζει τα αγαπημένα του παιχνίδια χωρίς ιδιαίτερους συμβιβασμούς στην ποιότητα απεικόνισης/ γραφικών σε αναλύσεις έως και 1440p (ή ακόμα και 4K σε κάποιες περιπτώσεις σε συνδυασμό με την τεχνολογία FidelityFX Super Resolution που πλέον έχει φτάσει στην 4η γενιά) ενώ αποτελεί μία θαυμάσια επιλογή για αναβάθμιση καθώς χρησιμοποιεί στάνταρντ συνδέσμους 8-pin PCIe, διαθέτει έως και 16 GB μνήμης GDDR6. Εξοπλίζεται με σύγχρονες εξόδους DisplayPort 2.1a και HDMI 2.1b και αξιοποιεί το υψηλό εύρος ζώνης που προσφέρει ο δίαυλος PCIe 5.0 x16 όταν συνδυάζεται με επεξεργαστή AMD Ryzen (AM5). Όπως υποστηρίζει η εταιρεία, άνω του 80% των PC gamers σήμερα παίζει παιχνίδια σε ανάλυση 1440p ή μικρότερη, και η νέα της κάρτα γραφικών είναι ιδανική για αυτή την ομάδα χρηστών. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Λίγο καιρό μετά την ανακοίνωση της σειράς καρτών γραφικών Radeon RX 9070 , η AMD ανακοίνωσε τη νέα κάρτα γραφικών Radeon RX 9060 XT, η οποία θα διατεθεί σε εκδόσεις με 16 GB και 8 GB μνήμης GDDR6. Η AMD Radeon RX 9060 XT έρχεται να συμπληρώσει -προς τα κάτω από άποψη κόστους- το προϊοντικό χαρτοφυλάκιο της δημοφιλούς εταιρείας που βασίζεται στην αρχιτεκτονική RDNA 4. Σύμφωνα με την AMD, η νέα κάρτα γραφικών αποτελεί μία εξαιρετική λύση για τον σημερινό gamer που επιθυμεί να παίζει τα αγαπημένα του παιχνίδια χωρίς ιδιαίτερους συμβιβασμούς στην ποιότητα απεικόνισης/ γραφικών σε αναλύσεις έως και 1440p (ή ακόμα και 4K σε κάποιες περιπτώσεις σε συνδυασμό με την τεχνολογία FidelityFX Super Resolution που πλέον έχει φτάσει στην 4η γενιά) ενώ αποτελεί μία θαυμάσια επιλογή για αναβάθμιση καθώς χρησιμοποιεί στάνταρντ συνδέσμους 8-pin PCIe, διαθέτει έως και 16 GB μνήμης GDDR6. Εξοπλίζεται με σύγχρονες εξόδους DisplayPort 2.1a και HDMI 2.1b και αξιοποιεί το υψηλό εύρος ζώνης που προσφέρει ο δίαυλος PCIe 5.0 x16 όταν συνδυάζεται με επεξεργαστή AMD Ryzen (AM5). Όπως υποστηρίζει η εταιρεία, άνω του 80% των PC gamers σήμερα παίζει παιχνίδια σε ανάλυση 1440p ή μικρότερη, και η νέα της κάρτα γραφικών είναι ιδανική για αυτή την ομάδα χρηστών. Επιπλέον ενσωματώνει χαρακτηριστικά που την τοποθετούν σε θέση ετοιμότητας για το μέλλον (future-proof). Έτσι, όπως είδαμε και με τη σειρά Radeon RX 9070, ο επεξεργαστής γραφικών της Radeon RX 9060 XT βασίζεται στην αρχιτεκτονική RDNA 4 και ενσωματώνει ισχυρούς επιταχυντές AI και Ray Tracing φέροντας όλες τις γνωστές τεχνολογίες της εταιρείας. Πιο συγκεκριμένα, η νέα κάρτα γραφικών ενσωματώνει 3ης γενιάς Raytracing Accelerators που έχουν διπλάσια απόδοση ακτινανίχνευσης ανά υπολογιστική μονάδα από τους αρχιτεκτονικής RDNA 3, 2ης γενιάς AI Accelerators, οι οποίοι προσφέρουν διπλάσια απόδοση τεχνητής νοημοσύνης με sparsity έναντι των επιταχυντών αρχιτεκτονικής RDNA 3. Ακόμα διαθέτει βελτιωμένη Media Engine για 20% υψηλότερη ποιότητα (VMAF) σε σχέση με την αρχιτεκτονική προηγούμενης γενιάς κ.ά. Καθώς έχουμε αναφερθεί στην αρχιτεκτονική RDNA 4 της AMD στο παρελθόν, όσοι από εσάς επιθυμείτε να «φρεσκάρετε» τη μνήμη σας, μπορείτε να βρείτε περισσότερα στοιχεία και λεπτομέρειες στην αναλυτική παρουσίαση μας των AMD Radeon RX 9070 και 9070 ΧΤ GPU. Από άποψη απόδοσης, η AMD τοποθετεί την Radeon RX 9060 XT 16GB πάνω από την NVIDIA GeForce RTX 5060 Ti 8GB με 6% υψηλότερη απόδοση κατά μέσο όρο σε περίπου 40 παιχνίδια. Προδιαγραφές Αν πάρετε τον επεξεργαστή γραφικών Radeon RX 9070 XT και τον… «κόψετε» στη μέση, έχετε στην ουσία μία υλοποίηση που μοιάζει πολύ με την έκδοση Radeon RX 9060 XT. Έτσι, διαθέτει 32 υπολογιστικές μονάδες (CUs) με κάθε μία να διαθέτει 64 shaders (συνολικά 2.048). Υπάρχουν 128 μονάδες χαρτογράφησης υφών (TMUs), 64 μονάδες raster operation (ROPs), 64 επιταχυντές Τεχνητής Νοημοσύνης (AI Accelerators)και 32 επιταχυντές ακτινανίχνευσης (Ray Accelerators). O επεξεργαστής γραφικών ενσωματώνει 32MB Infinity Cache και επικοινωνεί με μνήμη 8GB ή 16GB τύπου GDDR6 (20Gbps) μέσω ενός διαύλου με εύρος 128-bit. Από άποψη κατανάλωσης, η AMD ισχυρίζεται ότι το Total Board Power στην περίπτωση των εκδόσεων με 8GB μνήμης κυμαίνεται μεταξύ 150W~180W και στην περίπτωση των εκδόσεων με 16GB μνήμης μεταξύ 160W~180W. Και μετά από αυτή τη σύντομη εισαγωγή, ήρθε η ώρα για να παρουσιάσουμε την απόδοση της νέας κάρτας γραφικών της AMD σε ορισμένα παιχνίδια και συνθετικά benchmarks και πιστεύουμε ότι θα βρείτε αρκετά ενδιαφέροντα τα ευρήματα μας, πάντα σε συνδυασμό με το κόστος της κάρτας γραφικών, το οποίο σύμφωνα με την AMD ξεκινάει από τα $349 για την έκδοση με τα 16GB μνήμης (από τα $299 με 8GB μνήμης). Για τα ελληνικά δρώμενα δεν έχουμε ακόμα κάποια πληροφορία, με την κατάσταση όμως να ξεκαθαρίζει πολύ σύντομα σε ότι αφορά για το που θα κυμανθούν οι τιμές. Σύστημα μέτρησης Για τις μετρήσεις των καρτών γραφικών, χρησιμοποιήσαμε το παρακάτω hardware: Επεξεργαστής: AMD Ryzen 9 7950X Μητρική κάρτα: GIGABYTE X670E AORUS MASTER Μνήμη: G.SKILL Trident Z5 Neo 2 x 16GB DDR5-6000 Σύστημα ψύξης: be quiet! Pure Loop 2 FX 360mm SSD: Samsung NVMe M.2 SSD 980 Pro 1TB και 970 EVO Plus 500GB Τροφοδοτικό: be quiet! Dark Power 13 1000W Κουτί: be quiet! Silent Base 801 Λογισμικό: Windows 11 Pro 64-bit Σε συνεργασία με την εταιρεία ASRock, η AMD μας απέστειλε την κάρτα γραφικών ASRock AMD Radeon RX 9060 XT Challenger 16GB OC. Μετρήσεις Όπως συνηθίζουμε, «τρέξαμε» στον διαθέσιμο χρόνο που είχαμε όσα περισσότερα παιχνίδια μπορούσαμε, ωστόσο για χάριν ευκολίας, καλύτερης διαχείρισης του χρόνου και αξιοπιστίας χρησιμοποιήθηκαν υποχρεωτικά τίτλοι παιχνιδιών με ενσωματωμένες ρουτίνες benchmark. Συνθετικά benchmarks Όσον αφορά στα benchmarks, χρησιμοποιήθηκαν τα συνθετικά benchmarks UL Solutions 3D Mark (με τις ρουτίνες Speed Way, Port Royal και Time Spy Extreme) και Unigine Superposition. Σε όλες τις περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν οι εξ ορισμού ρουτίνες χωρίς να κάνουμε παρεμβάσεις στις ρυθμίσεις. Το 3DMark φανερώνει τις επιδόσεις ενός συστήματος στα τρισδιάστατα γραφικά. Παρόλο που η συμβολή του επεξεργαστή είναι σημαντική, κυρίως η κάρτα γραφικών είναι αυτή που διαμορφώνει το τελικό σκορ. Εκτελέσαμε τις δοκιμές «Speed Way», «Port Royal» και «Time Spy Extreme», με τις δύο πρώτες - ιδιαίτερα το Speed Way - να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις ικανότητες ray tracing του εξοπλισμού. 3D Mark Speed Way Το 3D Mark Speed Way που λειτουργεί με το DirectX 12 Ultimate συγκαταλέγεται στα πιο εξελιγμένα εργαλεία αξιολόγησης καρτών γραφικών της UL Solutions και εστιάζει στις πιο καινοτόμες τεχνολογίες όπως το real-time ray tracing, τα reflections-global illumination με ray tracing, τους mesh shaders, το variable rate shading και άλλα. 3D Mark Port Royal Αποτελεί το πρώτο εργαλείο αξιολόγησης απόδοσης ray tracing που δημιούργησε η UL Solutions. Εξετάζει τις ικανότητες των καρτών γραφικών στο ray tracing για φωτισμό, αντανακλάσεις και σκιές, εφαρμόζει physically based rendering και διάφορα post processing εφέ για την προσομοίωση παιχνιδιών AAA. 3D Mark Time Spy Extreme Το Time Spy Extreme συνιστά ένα ιδιαίτερα απαιτητικό DirectX 12 benchmark και αξιοποιεί multi-threaded rendering, ανάλυση 4K (3840 x 2160 pixels), physically based rendering και ποικίλα post processing εφέ για να μιμηθεί τίτλους AAA. Superposition Το Superposition benchmark αποκαλύπτει τη συνολική επίδοση του συστήματος κατά την επεξεργασία τρισδιάστατων γραφικών. Η κάρτα γραφικών διαδραματίζει τον καθοριστικότερο ρόλο και γι' αυτόν ακριβώς το λόγο παρουσιάζουμε frames per second. Λειτουργεί με τη μηχανή γραφικών Unigine 2 και εφαρμόζει physically based rendering, dynamic global illumination, screen space reflections, depth of field και άλλα. Παιχνίδια Για την αξιολόγηση χρησιμοποιήσαμε τους τίτλους: Assassin's Creed Valhalla, Black Myth Wukong, ChernobyLite, Cyberpunk 2077, Dirt 5, F1 '24, Far Cry 6, Gears 5, Godfall, Metro Exodus και Shadow of the Tomb Raider. Πραγματοποιήσαμε μετρήσεις στις αναλύσεις 1920 x 1080 pixels, 2560 x 1440 pixels και 3840 x 2160 pixels εφαρμόζοντας κυρίως τις υψηλότερες διαθέσιμες προκαθορισμένες ρυθμίσεις με μικρές τροποποιήσεις όπου χρειάστηκε (Very High, Ultra, Ultra High κλπ). Επιλέξαμε παιχνίδια με ενσωματωμένες διαδικασίες benchmarking για καλύτερη ευκολία και αξιοπιστία. Assassin's Creed Valhalla Το Assassin's Creed Valhalla βασίζεται στην Ubisoft Anvil, μια ισχυρή μηχανή γραφικών που δημιουργεί ρεαλιστικά περιβάλλοντα, φωτοσκιάσεις και καιρικά φαινόμενα. Υποστηρίζει HDR, dynamic global illumination και screen-space reflections. Ο τίτλος περιλαμβάνει υφές υψηλής ανάλυσης και προηγμένα physics-based animations. Η επίδραση της ενεργοποίησης του FidelityFX Super Resolution 3 (FSR 3) είναι αξιοσημείωτη, και σίγουρα θα προσφέρει σημαντική βοήθεια σε περιπτώσεις που αντιμετωπίζετε δυσκολίες με ορισμένα παιχνίδια. Black Myth Wukong Το Black Myth Wukong αξιοποιεί την Unreal Engine 5, παρέχοντας ρεαλιστικά μοντέλα χαρακτήρων, εξελιγμένο φωτισμό και υφές υψηλής ποιότητας. Υποστηρίζει ray tracing και τις τεχνολογίες DLSS και FSR για βελτιωμένη απόδοση και οπτική πιστότητα, ενώ στις μάχες χρησιμοποιούνται προηγμένα particle effects και destruction physics. ChernobyLite Το ChernobyLite λειτουργεί με την Unreal Engine 4, αποδίδοντας σκοτεινή ατμόσφαιρα με περιβάλλοντα βασισμένα σε photogrammetry. Το χαρακτηριστικό RTX global Illumination ενισχύει τον φωτισμό ενώ τα Screen-Space Reflections και Volumetric Fog δημιουργούν έντονη αίσθηση ρεαλισμού. Υποστηρίζει ray tracing και DLSS. Cyberpunk 2077 Το Cyberpunk 2077 λειτουργεί με τη REDengine 4 με πλήρη υποστήριξη ray tracing για αντανακλάσεις, σκιές και global illumination. Η τεχνολογία Path Tracing προσφέρει φωτισμό κινηματογραφικής αίσθησης ενώ οι υφές υψηλής ανάλυσης ενισχύουν τον ρεαλισμό. Υποστηρίζει DLSS, FSR και XeSS για καλύτερη απόδοση όταν χρειάζεται. Dirt 5 Το Dirt 5 χρησιμοποιεί μια εξελιγμένη έκδοση της μηχανής γραφικών που αναπτύχθηκε για το παιχνίδι Onrush. Η υποστήριξη για Variable Rate Shading (VRS) ενισχύει την απόδοση ενώ τα χαρακτηριστικά Screen-Space Reflections και HDR προσδίδουν φυσικό βάθος στις σκηνές. Υποστηρίζονται ray traced shadows και υφές υψηλής ποιότητας. F1 '24 Το F1 '24 στηρίζεται στην αναβαθμισμένη EGO Engine, παρέχοντας ρεαλιστική απεικόνιση πίστας και καιρικών συνθηκών. Το χαρακτηριστικό dynamic global illumination και τα μοντέλα αυτοκινήτων υψηλής ακρίβειας μαζί με τις υφές προσφέρουν ποιότητα επιπέδου κινηματογράφου. Υποστηρίζει ray tracing για αντανακλάσεις και σκιές καθώς και τις τεχνολογίες DLSS, FSR και XeSS. Far Cry 6 Το Far Cry 6 λειτουργεί με τη Dunia 2 Engine και υποστηρίζει ray traced reflections και shadows, global illumination και volumetric clouds. Επιπλέον υποστηρίζει DXR ray tracing και FSR ενώ διαθέτει υφές υψηλής ανάλυσης για μεγαλύτερο ρεαλισμό. Gears 5 Το Gears 5 βασίζεται στην Unreal Engine 4 και υποστηρίζει screen-space reflections, volumetric lighting, HDR και variable rate shading (VRS). Επιπρόσθετα περιλαμβάνει υφές υψηλής ανάλυσης και particle effects και υποστηρίζει raytraced global illumination. Godfall Το Godfall αξιοποιεί την Unreal Engine 4 και υποστηρίζει physically based rendering (PBR), screen-space reflections και HDR. Για μεγαλύτερο ρεαλισμό χρησιμοποιεί επίσης raytraced shadows και ambient occlusion καθώς και FSR. Metro Exodus Το Metro Exodus χρησιμοποιεί την 4A Engine και προσφέρει εξαιρετικά ρεαλιστικό raytraced φωτισμό. Υποστηρίζει RTX global illumination για αληθοφανείς σκιές και αντανακλάσεις ενώ περιλαμβάνει υφές υψηλής ποιότητας και δυναμικές καιρικές συνθήκες. Υποστηρίζει DLSS. Shadow of the Tomb Raider Το Shadow of the Tomb Raider λειτουργεί με τη Foundation Engine και υποστηρίζει raytraced shadows και screen-space reflections για βελτιωμένο ρεαλισμό. Κατανάλωση Η ενεργειακή κατανάλωση του συστήματος καταγράφηκε κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης/μέτρησης των καρτών γραφικών στο benchmark του Cyberpunk 2077. Συμπέρασμα Αν παίζετε παιχνίδια σε ανάλυση 1080p ή 1440p και επιθυμείτε να αναβαθμίσετε την κάρτα γραφικών σας χωρίς να προβείτε σε σημαντικό έξοδο, η νέα AMD Radeon RX 9060 ΧΤ 16GB αποτελεί μία εξαιρετική πρόταση. Όπως θα διαπιστώσατε και από τις μετρήσεις μας, υπήρξαν περιπτώσεις που η κάρτα γραφικών επέδειξε από πολύ καλή έως και ικανοποιητική απόδοση ακόμα και στην ανάλυση 4Κ σε ορισμένους τίτλους. Όμως ακόμα και στις περιπτώσεις που τα βρίσκει… σκούρα, ο χρήστης μπορεί να καταφύγει στην τεχνική FSR για να αυξήσει σημαντικά τα framerates και να παίξει τα αγαπημένα του παιχνίδια με ομαλότητα. Αν ο παράγοντας που ενδιαφέρει πρωτίστως είναι η απόδοση σε συνάρτηση με το κόστος, η Radeon RX 9060 XT αποτελεί μία πρόταση με future-proof χαρακτηριστικά που ικανοποιεί στον μέγιστο βαθμό. Πρόκειται για μία εξαιρετική εναλλακτική πρόταση στην προσφορά της NVIDIA (GeForce RTX 5060 Ti) προσφέροντας πολύ καλές επιδόσεις στις αναλύσεις 1080p και 1440p με κορυφαία ποιότητα απεικόνισης/γραφικών (χάρη στις 32 ενιαίες υπολογιστικές μονάδες AMD RDNA 4) ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις που τα βγάζει πέρα ακόμα και όταν η ανάλυση ανέβει στα 4Κ -ειδικά όταν ενεργοποιηθεί το FSR. Χάρη λοιπόν στους τελευταίας γενιάς επιταχυντές AI και RT, τις τελευταίες τεχνολογίες κωδικοποίησης/ αποκωδικοποίησης βίντεο και στην future-proof υποστήριξη οθονών υψηλού ρυθμού ανανέωσης (έχοντας DisplayPort 2.1a και HDMI 2.1b), η νέα Radeon RX 9060 XT θέτει νέα στάνταρντ στην mainstream εμπειρία gaming.
-
Η σειρά GT της realme μας έχει χαρίσει στο παρελθόν αρκετά αξιόλογες κυκλοφορίες. Το περυσινό realme GT 6 για παράδειγμα προσέφερε άριστη σχέση τιμής/απόδοσης διαθέτοντας ισχυρό επεξεργαστή, υψηλής ποιότητας οθόνη, μεγάλη αυτονομία και εξαιρετικές επιδόσεις ως προς τη φόρτιση. Το δε realme GT 7 Pro αποτέλεσε μία πραγματική ναυαρχίδα που πέραν των δυνατών χαρακτηριστικών, ερχόταν και εκείνο σε ανταγωνιστική τιμή – κάτι που σε έναν βαθμό συνέβαινε χάρη σε μία πανέξυπνη προσφορά της realme. Αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν με την κινεζική εταιρεία να λανσάρει τα νέα της μοντέλα. Εξ αυτών στα χέρια μας πήραμε το realme GT 7, ένα smartphone που τοποθετείται στην κατηγορία των high-end συσκευών με τιμή που μπορεί μεν να μην κοντράρει τις ακριβότερες προτάσεις, πλην όμως δημιουργεί προσδοκίες – με το μεγάλο ερώτημα φυσικά δεν είναι άλλο από το αν μπορεί να τις καλύψει. Τι έμαθε η realme από τα λανσαρίσματα των περασμένων ετών και σε ποιον βαθμό κατάφερε να διορθώσει τα κακώς κείμενα των προηγούμενων προτάσεών της; Με μία πρώτη ματιά, το realme GT 7 αφήνει εξαιρετικές εντυπώσεις στο μάτι. Οι διαστάσεις του (162,42 x 76,13 x 8,30 χιλ.) δεν ξεφεύγουν από τον μέσο όρο, κάτι που ισχύει και με το βάρος του (206 γραμμάρια). Έρχεται σε δύο χρώματα κι αν το μαύρο δεν έχει κανένα ενδιαφέρον, δεν ισχύει το ίδιο και με το ανοιχτό μπλε (προς γαλάζιο), μία απόχρωση που γλυκαίνει εντυπωσιακά το design του. Και στις δύο περιπτώσεις, η ελαφρώς ανυψωμένη επιφάνεια που βρίσκονται οι κάμερες είναι μαύρη με τη realme πάντως να έχει χρησιμοποιήσει διαφορετικό χρώμα για το πλαίσιό της, τη λέξη hyperimage αλλά και το πλήκτρο ενεργοποίησης (κόκκινο για τη μπλε έκδοση, χρυσό για τη μαύρη), κάτι που δίνει επιπλέον πόντους στο στυλ του realme GT 7. Διαβάστε ολόκληρο το review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Το περυσινό realme GT 6 για παράδειγμα προσέφερε άριστη σχέση τιμής/απόδοσης διαθέτοντας ισχυρό επεξεργαστή, υψηλής ποιότητας οθόνη, μεγάλη αυτονομία και εξαιρετικές επιδόσεις ως προς τη φόρτιση. Το δε realme GT 7 Pro αποτέλεσε μία πραγματική ναυαρχίδα που πέραν των δυνατών χαρακτηριστικών, ερχόταν και εκείνο σε ανταγωνιστική τιμή – κάτι που σε έναν βαθμό συνέβαινε χάρη σε μία πανέξυπνη προσφορά της realme. Αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν με την κινεζική εταιρεία να λανσάρει τα νέα της μοντέλα. Εξ αυτών στα χέρια μας πήραμε το realme GT 7, ένα smartphone που τοποθετείται στην κατηγορία των high-end συσκευών με τιμή που μπορεί μεν να μην κοντράρει τις ακριβότερες προτάσεις, πλην όμως δημιουργεί προσδοκίες – με το μεγάλο ερώτημα φυσικά δεν είναι άλλο από το αν μπορεί να τις καλύψει. Τι έμαθε η realme από τα λανσαρίσματα των περασμένων ετών και σε ποιον βαθμό κατάφερε να διορθώσει τα κακώς κείμενα των προηγούμενων προτάσεών της; Με μία πρώτη ματιά, το realme GT 7 αφήνει εξαιρετικές εντυπώσεις στο μάτι. Οι διαστάσεις του (162,42 x 76,13 x 8,30 χιλ.) δεν ξεφεύγουν από τον μέσο όρο, κάτι που ισχύει και με το βάρος του (206 γραμμάρια). Έρχεται σε δύο χρώματα κι αν το μαύρο δεν έχει κανένα ενδιαφέρον, δεν ισχύει το ίδιο και με το ανοιχτό μπλε (προς γαλάζιο), μία απόχρωση που γλυκαίνει εντυπωσιακά το design του. Και στις δύο περιπτώσεις, η ελαφρώς ανυψωμένη επιφάνεια που βρίσκονται οι κάμερες είναι μαύρη με τη realme πάντως να έχει χρησιμοποιήσει διαφορετικό χρώμα για το πλαίσιό της, τη λέξη hyperimage αλλά και το πλήκτρο ενεργοποίησης (κόκκινο για τη μπλε έκδοση, χρυσό για τη μαύρη), κάτι που δίνει επιπλέον πόντους στο στυλ του realme GT 7. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Η σειρά GT της realme μας έχει χαρίσει στο παρελθόν αρκετά αξιόλογες κυκλοφορίες. Το περυσινό realme GT 6 για παράδειγμα προσέφερε άριστη σχέση τιμής/απόδοσης διαθέτοντας ισχυρό επεξεργαστή, υψηλής ποιότητας οθόνη, μεγάλη αυτονομία και εξαιρετικές επιδόσεις ως προς τη φόρτιση. Το δε realme GT 7 Pro αποτέλεσε μία πραγματική ναυαρχίδα που πέραν των δυνατών χαρακτηριστικών, ερχόταν και εκείνο σε ανταγωνιστική τιμή – κάτι που σε έναν βαθμό συνέβαινε χάρη σε μία πανέξυπνη προσφορά της realme. Αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν με την κινεζική εταιρεία να λανσάρει τα νέα της μοντέλα. Εξ αυτών στα χέρια μας πήραμε το realme GT 7, ένα smartphone που τοποθετείται στην κατηγορία των high-end συσκευών με τιμή που μπορεί μεν να μην κοντράρει τις ακριβότερες προτάσεις, πλην όμως δημιουργεί προσδοκίες – με το μεγάλο ερώτημα φυσικά δεν είναι άλλο από το αν μπορεί να τις καλύψει. Τι έμαθε η realme από τα λανσαρίσματα των περασμένων ετών και σε ποιον βαθμό κατάφερε να διορθώσει τα κακώς κείμενα των προηγούμενων προτάσεών της; Εμφάνιση – Σχεδιασμός Με μία πρώτη ματιά, το realme GT 7 αφήνει εξαιρετικές εντυπώσεις στο μάτι. Οι διαστάσεις του (162,42 x 76,13 x 8,30 χιλ.) δεν ξεφεύγουν από τον μέσο όρο, κάτι που ισχύει και με το βάρος του (206 γραμμάρια). Έρχεται σε δύο χρώματα κι αν το μαύρο δεν έχει κανένα ενδιαφέρον, δεν ισχύει το ίδιο και με το ανοιχτό μπλε (προς γαλάζιο), μία απόχρωση που γλυκαίνει εντυπωσιακά το design του. Και στις δύο περιπτώσεις, η ελαφρώς ανυψωμένη επιφάνεια που βρίσκονται οι κάμερες είναι μαύρη με τη realme πάντως να έχει χρησιμοποιήσει διαφορετικό χρώμα για το πλαίσιό της, τη λέξη hyperimage αλλά και το πλήκτρο ενεργοποίησης (κόκκινο για τη μπλε έκδοση, χρυσό για τη μαύρη), κάτι που δίνει επιπλέον πόντους στο στυλ του realme GT 7. Κατά τα άλλα, στην πλάτη έχουν τοποθετηθεί δύο λογότυπα – αυτό της realme και σε πολύ μικρότερο μέγεθος ένα που αφορά το γραφένιο (περισσότερα γι’ αυτό όσονούπω). Στη δεξιά πλευρά της συσκευής, πέραν του πλήκτρου ενεργοποίησης υπάρχει και εκείνο για την αυξομείωση της έντασης του ήχου ενώ η αριστερή είναι άδεια. Στο κάτω μέρος συναντάμε πέραν του ηχείου, την υποδοχή για την κάρτα SIM και τη θύρα USB Type-C. Εννοείται πως στην πρόσοψη κυριαρχεί η οθόνη των 6,78 ιντσών με την κάμερα να εντοπίζεται σε σχήμα punch-hole ψηλά στο κέντρο. Σε ό,τι έχει να κάνει με την ανθεκτικότητα του realme GT 7, είναι πιστοποιημένο βάσει IP 69, αντέχοντας δηλαδή σε σκόνη και πίδακες νερού υψηλής θερμοκρασίας (η αντοχή του smartphone κάτω από το νερό ξεκλειδώνει ορισμένες ενδιαφέρουσες προοπτικές σε ό,τι έχει να κάνει με την κάμερα, όπως θα δούμε παρακάτω). Αναφερθήκαμε στην προηγούμενη παράγραφο στο γραφένιο. Τι είναι όμως αυτό; Πρόκειται για μία μονή στρώση ατόμων άνθρακα διατεταγμένων σε εξαγωνικό πλέγμα (εξ ου και το λογότυπο στην πλάτη) που διαθέτει εντυπωσιακή αντοχή, άριστη θερμική και ηλεκτρική αγωγιμότητα και όλα αυτά με πολύ χαμηλό βάρος. Η realme διατείνεται πως είναι η πρώτη που ενσωμάτωσε γραφένιο στον σχεδιασμό smartphone (η Huawei ήταν η πρώτη που χρησιμοποίησε γραφένιο στο σύστημα ψύξης ενός smartphone γενικώς με το Mate 20 X το 2018). Στην περίπτωση του realme GT 7, το γραφένιο καλύπτει περίπου το 1/3 της πλάτης, όντας τοποθετημένο ανάμεσα στις στρώσεις γυάλινων ινών του πίσω καλύμματος (έναν σχεδιασμό τον οποίο η realme αποκαλεί IceSense). Το αποτέλεσμά του είναι εμφανές αφού ακόμα και όταν φορτίζαμε τη συσκευή, οι θερμοκρασίες επιφάνειάς της παρέμεναν σε χαμηλά επίπεδα. Οθόνη Όπως προαναφέραμε η οθόνη του realme GT 7 είναι 6,78 ιντσών. Πρόκειται για μία AMOLED COP (το COP προέρχεται από το Chip-on-PI, μία μέθοδο συναρμολόγησης κατά την οποία το κύκλωμα της οθόνης τοποθετείται σε ένα πολυμερές υπόστρωμα αντί για φιλμ ή ανεξάρτητα) με ανάλυση 2780 x 1264, ρυθμό ανανέωσης 120 Hz, μέγιστο στιγμιαίο ρυθμό δειγματοληψίας 360 Hz (με τα 120 Hz προεπιλεγμένα) που φτάνει έως και τα 2600 Hz, λόγο αντίθεσης 5.000.000:1, μέγιστη φωτεινότητα 6000 nits σε εφαρμογές HDR (αλλιώς υπολογίστε 1600 nits) και κάλυψη του χώρου DCI-P3 σε ποσοστό 100% με δυνατότητα αποτύπωσης 1,07 δισ. χρωμάτων και, τέλος, υποστήριξη HDR10+ και Dolby Vision. Από τα παραπάνω και μόνο αντιλαμβάνεται κανείς ότι η realme έδωσε μεγάλο βάρος στην οθόνη της συσκευής και όντως, κάτι τέτοιο γίνεται αντιληπτό από την πρώτη ματιά κιόλας. Σύμφωνα με την εταιρεία, η οθόνη του realme GT 7 είναι «επιπέδου esports» και, εδώ που τα λέμε, ο ισχυρισμός αυτός είναι μάλλον αληθής. Η εμπειρία μας με το smartphone υπήρξε άψογη ό,τι κι αν κάναμε – από εισαγωγή κειμένου και ατελείωτο scrolling/swiping, μέχρι απαιτητικό mobile gaming σε solo και online τίτλους. Η οθόνη διαθέτει επίστρωση που της προσφέρει έξτρα αντίθεση σε ιδρώτα και λίπος, κάτι που εκτιμήσαμε ιδιαίτερα τις μέρες που την είχαμε στα χέρια μας (pun intended) δεδομένων των καιρικών συνθηκών. Η απόκρισή της παραμένει εξαιρετική ακόμα και υπό βροχή – θα είστε σε θέση να τη χειρίζεστε αποτελεσματικά (αν και όχι τέλεια προφανώς) και με βρεγμένα χέρια. Η προσαρμογή της φωτεινότητας (βλ. DC dimming) γίνεται σε επίπεδο hardware ενώ προσφέρεται και προστασία από τη βλαβερή μπλε ακτινοβολία για άνετη χρήση. Το πάνελ της οθόνης είναι κυρτό και στις τέσσερις πλευρές του, γεγονός που προσφέρει καλύτερο και πιο άνετο κράτημα. Βέβαια εν αντιθέσει με το realme GT 7 Pro, το παρόν μοντέλο έρχεται με «απλό» (τουτέστιν οπτικό) σαρωτή δακτυλικού αποτυπώματος κάτω από την οθόνη. Δοκιμάζοντας πάντως το realme GT 7, μείναμε απόλυτα ευχαριστημένοι από την ποιότητα της εικόνας που μας προσέφερε. Τόσο σε εσωτερικούς, όσο και σε εξωτερικούς χώρους, η οθόνη παρέμεινε ευκρινής και ανταποκρίθηκε σε κάθε μας άγγιγμα ανεξαρτήτως συνθηκών. Στις εφαρμογές που υποστηρίζουν HDR τα πράγματα είναι ακόμα καλύτερα φυσικά αλλά όπως και να ‘χει, δεν αντιμετωπίσαμε το παραμικρό θέμα, είτε παίζαμε, είτε streamάραμε περιεχόμενο, είτε απλά περιπλανιόμασταν στις ψηφιακές ατραπούς των socials. Κάμερες Περνώντας στις κάμερες της συσκευής, η realme την έχει προικίσει με τέσσερις τέτοιες: τρεις στην πλάτη και μία στην πρόσοψη. Το βασικό σετ του realme GT 7 αποτελείται από ευρυγώνιο φακό με τον αισθητήρα IMX906 της Sony στα 50 MP (f/1,88, 1/1,56”, 1 μm, PDAF, OIS), υπερευρυγώνιο φακό με τον αισθητήρα OV08D10 στα 8 MP (f/2,2, 1/4", 1,12 μm, PDAF, 2x οπτικό zoom) και τηλεφακό διπλής μεγέθυνσης με τον φακό S5KJN5 της Samsung στα 50 MP (f/2,45, 1/2,74”, 0,8 μm, 112ο). Η κύρια κάμερα πλαισιώνεται από τον αλγόριθμο Lightning Snap, επιτυγχάνοντας έτσι ταχύτητα κλείστρου που φτάνει και τα 1/10.266 δευτερόλεπτα και καταγράφοντας έως και 50 φωτογραφίες/δευτερόλεπτο με τουλάχιστον 90% ποσοστό επιτυχίας. Ως εκ τούτου, οι λήψεις μας ήταν καθαρές, ακόμα κι όταν εμείς ή το θέμα μας βρισκόμασταν εν κινήσει – το θόλωμα ήταν από ελάχιστο έως ανύπαρκτο. Ο εν λόγω αλγόριθμος μάλιστα εφαρμόζεται και στα πορτρέτα με το αποτέλεσμα να είναι πολύ καλό: το δέρμα έχει απόλυτα φυσικούς τόνους, τα χαρακτηριστικά του προσώπου είναι ευδιάκριτα ενώ και το bokeh μοιάζει απόλυτα ρεαλιστικό, ασχέτως φωτισμού ή άλλων στοιχείων λήψης. Δοκιμάζοντας την κάμερα του realme GT 7, είχαμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε μεταξύ τριών διαφορετικών στυλ. Ουσιαστικά η realme δημιούργησε τρία σετ ρυθμίσεων τα οποία μπορείτε να ενεργοποιήσετε με μία κίνηση, προσαρμόζοντας τις λήψεις σας στις αντίστοιχες συνθήκες. Αυτά είναι τα Βουνό, Νησί και Πόλη. Το πρώτο δίνει έμφαση στις φυσικές αποχρώσεις, αποτυπώνοντας άψογα τα πράσινα. Το δεύτερο εστιάζει στα ισορροπημένα χρώματα διαπρέποντας στα μπλε. Όσο για το τρίτο, ενισχύει κατά κύριο λόγο την αντίθεση και τον κορεσμό έτσι ώστε οι φωτογραφίες σας να αποδίδουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο το αστικό τοπίο. Οι κάμερες της συσκευής πλεονεκτούν από μία σειρά λειτουργιών AI που έχει ενσωματώσει η realme. Ο ρόλος των τελευταίων έχει να κάνει με το καθάρισμα της εικόνας από ανεπιθύμητα εφέ, όπως αντανακλάσεις (είτε λόγω ήλιου, είτε λόγω φωτών το βράδυ) και θολώματα λόγω ατμόσφαιρας. Και στις δύο περιπτώσεις δεν χρειάστηκε να κάνουμε το παραμικρό αφού ενεργοποιώντας τη σχετική επιλογή, η τεχνητή νοημοσύνη ανέλαβε δράση φέρνοντας εις πέρας το έργο της. Στον τομέα του βίντεο, η κύρια κάμερα προσφέρει εγγραφή 4K είτε στα 120 fps, είτε στα 60 fps με Dolby Vision. Για όσους μάλιστα θέλουν το κάτι παραπάνω (άγνωστο γιατί) υποστηρίζεται και 8K30. Οι άλλοι δύο φακοί τερματίζουν στα 1080p60. Για τους δε λάτρεις του υγρού στοιχείου, υπάρχει και δυνατότητα λήψης υποβρύχιου βίντεο με ανάλυση 4K. Η σχετική λειτουργία είναι βελτιστοποιημένη για τις συγκεκριμένες συνθήκες, κάτι που σημαίνει πως τα κλιπ σας θα διατηρήσουν τα ζωηρά τους χρώματα. Γενικώς, παράπονο από τις κάμερες του realme GT 7 ως προς το βίντεο δεν έχουμε. Η εικόνα είναι εξαιρετική και σε γενικές γραμμές ομαλή ενώ και η εγγραφή του ήχου καθαρή. Θυμηθείτε μόνο ότι μιλάμε για γλυκό και όχι θαλασσινό νερό. Όσο για την κάμερα πρόσοψης, έχει αισθητήρα Sony IMX615 με ανάλυση 32 MP (f/2,4, 1/2,74”) κάνοντας τη δουλειά της όπως θα περίμενε κανείς. Οι selfies είναι χαριτωμένες με άκρως ικανοποιητικά χρώματα, ενώ και στα βίντεο – και τις βιντεοκλήσεις – η εικόνα βρίσκεται σε πολύ καλά σττάνταρ, ακόμα κι όταν ο φωτισμός δεν βοηθά. Επιδόσεις – Μπαταρία Στα τεχνικά χαρακτηριστικά τώρα, το realme GT 7 διαθέτει επεξεργαστή Dimensity 9400e, 12 GB LPDDR5X RAM και υπεραρκετή χωρητικότητα 512 GB UFS 4.0. Ο Dimensity 9400e -τον οποίο βλέπουμε για πρώτη φορά- είναι ένα εξαιρετικά δυνατό chipset στα 4 nm (με έναν πυρήνα Cortex-X4 στα 3,4 GHz, τρεις Cortex-X4 στα 2,85 GHz και τέσσερις Cortex-A720 στα 2 GHz) με 8 MB L3 cache και 10 MB SLC, που όμως υπολείπεται των πραγματικά κορυφαίων (Snapdragon 8 Elite Gen4, Dimensity 9400, A18 Pro). Την ίδια στιγμή βέβαια επιτυγχάνει καλύτερες επιδόσεις απ’ όλες τις υπόλοιπες προτάσεις της αγοράς, οπότε για τα δεδομένα του smartphone, αποτελεί εξαιρετική επιλογή. Στο μέτωπο της AI, το SoC διαθέτει APU 7.0 με μνήμη 4 MB TCM, 3 MB SLB και 1 MB SLC, προσφέροντας απόδοση 50,7 TOPS σε εργασίες INT8 και 12,68 TOPS σε FP16. Γενικά, δεν αντιμετωπίσαμε το παραμικρό πρόβλημα όποια εφαρμογή κι αν χρησιμοποιήσαμε ενώ μείναμε κατενθουσιασμένοι σε ό,τι αφορά το gaming αφού η Arm Immortalis-G720 με AA και ray tracing μας χάρισε άψογες επιδόσεις ακόμα και στα πιο απαιτητικά παιχνίδια. Το να παίζει κάποιος Call of Duty: Mobile, League of Legends: Wild Rift και Clash Royale 2 με το frame rate στα 120 fps σταθερά, δεν είναι και λίγο. Μιλώντας περί gaming, η realme έχει ενσωματώσει και μία ενδιαφέρουσα λειτουργία ονόματι AI Gaming Coach με έξτρα ενημερώσεις, στοιχεία αλλά και συμβουλές. Αν και οι βετεράνοι ενός τίτλου δεν θα ενδιαφερθούν κατά πάσα πιθανότητα, είναι αν μη τι άλλο ενδιαφέρουσα για τους πιο «φρέσκους» παίκτες. Δυστυχώς για την ώρα υποστηρίζονται μόλις δύο τίτλοι (PUBG και MLBB). Η τεχνητή νοημοσύνη του realme GT 7 ωστόσο δεν εξαντλείται στο gaming. Στη διάθεσή σας βρίσκονται ορισμένες έξτρα λειτουργίες όπως μεταφραστής σε πραγματικό χρόνο (άνευ Ελληνικών), αφαίρεση αντικειμένων από εικόνες, προτάσεις απαντήσεων σε διαλόγους καθώς και υποστήριξη Google Gemini. Η πιο ενδιαφέρουσα απ’ όλες αυτές είναι ο AI Planner. Ενεργοποιείται με διπλό tap στην πλάτη της συσκευής, αναγνωρίζοντας άμεσα το κείμενο που υπάρχει στην οθόνη και προσθέτοντας τυχόν γεγονότα αυτόματα στο ημερολόγιό σας. Είτε λοιπόν πρόκειται για μία συνομιλία στο WhatsApp, είτε για μία εικόνα στο Instagram, είτε για ένα email με μία κράτηση, ο AI Planner θα προσθέσει με τη μία το γεγονός στο ημερολόγιό σας (απόλυτα ακριβές, ό,τι πρέπει για να μην ξεχάσετε ποτέ ξανά τίποτα). metallica.mp4 AI Planner Όσο για τη μπαταρία, η realme βρήκε τρόπο και χώρες στη συσκευή μία χωρητικότητας 7000 mAh που μάλιστα διαθέτει αντιδιαβρωτική τεχνολογία και φέρει πιστοποίηση πέντε αστέρων από την TUV Rheinland όσον αφορά στην ανθεκτικότητα σε ακραίες θερμοκρασίες. Οι αντοχές της είναι εκείνες που θα περίμενε κάποιος. Όχι απλά δεν έχει πρόβλημα να βγάλει μία ολόκληρη ημέρα τυπικής – έως και απαιτητικής – χρήσης αλλά με λίγη (πραγματικά λίγη όμως) προσοχή αντέχει και δεύτερη. Ακόμα κι όταν έρθει η ώρα της φόρτισης, ο χρόνος που απαιτείται είναι ελάχιστος. Με την τεχνολογία SUPERVOOC 120 W, χρειάζονται μόλις 14 λεπτά για το 0-50% και 40 λεπτά για το 0-100%. Αν αποφασίσετε να φορτίσετε το κινητό ενώ παράλληλα παίζετε ή εν πάση περιπτώσει το χρησιμοποιείτε, τότε χάρη στην τεχνολογία έξυπνης παράκαμψης, η ενέργεια θα διοχετευτεί απ’ ευθείας στην κεντρική πλακέτα προσπερνώντας τη μπαταρία. Το realme GT 7 έρχεται με Android 15 και realme UI 6.0 με το τελευταίο να έχει ελάχιστο bloatware και τη realme να προσφέρει πλέον έξι χρόνια αναβαθμίσεων λογισμικού και ενημερώσεων ασφαλείας. Στα της ασύρματης επικοινωνίας, υπάρχουν Wi-Fi 7, Bluetooth 5.4, dual-band GPS L1 + L5 καθώς και NFC 360ο. Αξίζει να αναφέρουμε, τέλος, πως κατά τη χρήση του smartphone, δεν είχαμε ποτέ θέμα ισχύος σήματος, κάτι που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο τετραπύρηνο τσιπ ενίσχυσης σήματος και την τοποθέτηση των κύριων κεραιών στην επάνω δεξιά γωνία (σε συνδυασμό με κεραίες στις πλευρές για κάλυψη 360ο). Συμπέρασμα Το realme GT 7 είναι μία ολοκληρωμένη συσκευή που με τιμή €699 (στην έκδοση των 512 GB και με τα Air 7 δώρο) είναι σε θέση να προσφέρει premium εμπειρίες στο πλαίσιο της high-end κατηγορίας, χωρίς όμως να είναι απλησίαστη. Αν μάλιστα μπορείτε να διαθέσετε €100 παραπάνω, θα πάρετε το smartphone μαζί με τα realme Air 7 Pro. Με εξαιρετικές επιδόσεις, δυνατή οθόνη, στιβαρή κατασκευή και τρομερή αυτονομία, θα καλύψει και με το παραπάνω τον power user που αναζητά μία συσκευή που να είναι always-on καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας του. Η realme έχει όντως διορθώσει προβλήματα προηγούμενων κυκλοφοριών της (βλ. σειρά realme GT 6 και το realme GT 7 Pro) και πλέον κλείνει το μάτι με νόημα και στους απαιτητικούς καταναλωτές.
-
Είχαμε δει την Γερμανική έκδοση στο εμπόριο και αναμέναμε πως και πως να κυκλοφορήσει η International ώστε να έρθει στα χέρια μας. Οι μέρες έγιναν βδομάδες οι βδομάδες μήνες και τελικά ένα κρύο πρωινό 😆 το FRITZ!Box είχε έρθει. Έχοντας κάνει review τόσα προϊόντα FRITZ, η αλήθεια είναι ότι περιμέναμε το συνηθισμένο μέγεθος κουτιού που χρησιμοποιούν τα περισσότερα FRITZ!Box. Αλλά όπως λένε: Αυτή δεν ήταν η περίπτωση μας. Πρώτη φορά βλέπαμε τόσο μεγάλο και τόσο βαρύ κουτί. Είναι το δεύτερο προϊον της AVM που είναι WiFi 7. Το πρώτο ήταν το FRITZ!Box 7690 που κάναμε review λίγο καιρό πριν και μπορείτε να το βρείτε στο παρακάτω LINK. Όμως μην ξεγελιέστε ότι είναι ακόμα ένα παρόμοιο WiFi 7 modem, router όπως το 7690. Όπως θα δούμε και παρακάτω οι διαφορές είναι πάρα πολλές και δικαιολογημένα το 5690 Pro είναι το πιο δυνατό μοντέλο που έχει κυκλοφορήσει η AVM. Το FRITZ!Box 5690 Pro θα λέγαμε ότι είναι η δυνατή έκδοση όχι μόνο ενός αλλά δύο διαφορετικών μοντέλων, του 5590 Fiber αλλά και των 7590AX και 7690. Ο λόγος πίσω από αυτό είναι ότι υποστηρίζει δύο διαφορετικές τεχνολογίες. Μπορεί να συνδεθεί σε μία ADSL/VDSL γραμμή ή εναλλακτικα μπορεί να συνδεθεί σε οπτική ίνα (FTTH). Και βέβαια όπως σε όλα τα μοντέλα υπάρχει και η λύση να χρησιμοποιήσουμε την WAN port ώστε να λειτουργεί ως router. Η AVM για όποιον δεν γνωρίζει διαθέτει μια μεγάλη γκάμα προϊόντων όπως VDSL2/ADSL2+/4G/5G/FTTH Routers, Powerlines, WiFi Sticks, DECT Phones(FON), Repeaters όπως και συσκευές για Radiator Control, Power Outlets. Ιδρύθηκε το 1986, έχει έδρα το Βερολίνο και το 2021 απασχολούσε 880 υπαλλήλους. Τo τμήμα υποστήριξης όπως και το τμήμα κατασκευής βρίσκονται στη Γερμανία, ενώ τα προϊόντα της εταιρείας συνοδεύονται από πέντε χρόνια εγγύησης. Η AVM είναι ένας από τους κορυφαίους κατασκευαστές προϊόντων στην Ευρώπη για ευρυζωνικές και ψηφιακές συνδέσεις. To όνομα AVM όλοι το γνωρίζουν πλέον μετά από τόσα χρόνια και δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς είναι συνώνυμο με την πρωτοπορία, την αξιοπιστία και την τεχνολογική υπεροχή. Διαθέτει το ευέλικτο λειτουργικό σύστημα FRITZ!OS που είναι σήμα κατατεθέν της AVM. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Το ROG Strix SCAR 18 είναι ένα gaming laptop για εκείνους που… δεν παίζουν. Μεταφορικά ομιλώντας. Πρόκειται άλλωστε για τη ναυαρχίδα της ASUS, ένα σύστημα που δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα να κάνει πραγματικότητα ακόμα και τα πιο τρελά όνειρα του τυχερού κατόχου του – αφού πρώτα τον έχει «ξαλαφρώσει» κατά μερικές χιλιάδες ευρώ (αλλά περισσότερα γι’ αυτά τα ελάσσονος σημασίας, αργότερα). Τι το μοναδικό έχει όμως το συγκεκριμένο σύστημα και πόσο καλύτερα τα καταφέρνει σε σχέση με τον ανταγωνισμό αλλά και την προηγούμενη έκδοσή του; Και στην ερώτηση του εκατομμυρίου (σε δραχμές), αξίζει τα χρήματά του; Πάμε να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Με την πρώτη ματιά στο ROG Strix SCAR 18 θα πείτε «να ένα gaming laptop». Επ’ αυτού δεν υπάρχει καμία αμφιβολία αφού το σύστημα τικάρει όλα τα κουτάκια με τα must της κατηγορίας: μαύρο σώμα, φωτισμός LED όπου υπάρχει ευκαιρία, αχρείαστα έντονο branding και αεραγωγοί που καταλαμβάνουν όσο το δυνατόν περισσότερη επιφάνεια. Με διαστάσεις 39,9 x 29,8 x 3,2 εκατ. μάλιστα, η φετινή έκδοση είναι αισθητά πιο «μπαμπάτσικη» σε σχέση με την προηγούμενη ενώ αυξημένο είναι και το βάρος του συστήματος που πλέον αγγίζει τα 3,3 κιλά. Και για τα δύο όμως υπάρχει καλός λόγος αφού όπως θα δούμε παρακάτω, η ASUS επένδυσε σε ένα νέο σύστημα ψύξης που ενισχύει τις επιδόσεις του laptop. Και σε τελική ανάλυση, δεν είναι ότι κάποιος που αγοράζει έναν υπολογιστή 18 ιντσών δίνει και ιδιαίτερη βάση στη φορητότητα, έτσι; Στο καπάκι του laptop συναντάμε μία οθόνη Anime Matrix (ή για να ακριβολογούμε μία διαγώνια λωρίδα) την οποία ο χρήστης μπορεί να προγραμματίσει με τα δικά του animations. Στην επάνω δεξιά γωνία βρίσκεται το λογότυπο της ROG. Για να είμαστε ειλικρινείς δεν μας άρεσε κανένα από τα δύο στοιχεία. Αμφότερα είναι από υπερβολικά έως τελείως αχρείαστα – και ειδικά για την Anime Matrix, ακόμα κι αν την απενεργοποιήσετε εντελώς, τη ζημιά ως προς το κόστος του συστήματος την έχει ήδη κάνει. Επιπρόσθετα το καπάκι δεν διαθέτει κάποια εγκοπή ή επιφάνεια που να εξέχει, οπότε θα χρειαστεί μία σχετική προσπάθεια προκειμένου να το ανοίξετε (στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν τα καταφέραμε με το ένα χέρι). Να σημειώσουμε εδώ πως εν αντιθέσει με το πλαστικό εσωτερικό, το καπάκι είναι μεταλλικό. Διαβάστε ολόκληρο το Review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Η έλευση των καρτών της σειράς GeForce RTX 5000 σε συνδυασμό με τις πιο πρόσφατες γενιές επεξεργαστών των Intel και AMD έχει φέρει κινητικότητα στον χώρο των gaming laptops καθώς ο ένας μετά τον άλλο οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές ρίχνουν στη μάχη της αγοράς πραγματικά «θηρία», έτοιμα να προσφέρουν κορυφαίες επιδόσεις, όσο υψηλές κι αν είναι οι απαιτήσεις του παίκτη. Έτσι λοιπόν ήρθε κι η σειρά της MSI να λανσάρει το Stealth A16 AI+ το οποίο και είχαμε στα χέρια μας τις τελευταίες εβδομάδες. Αν και οι γενικές μας εντυπώσεις είναι θετικές, σε τι βαθμό καταφέρνει το σύστημα της MSI να ξεχωρίσει από ανταγωνιστικές προτάσεις εξοπλισμένες με την RTX 5070 Ti; Συνεχίστε να διαβάζετε και θα μάθετε. Σχεδιασμός Το Stealth A16 AI+ είναι… όνομα και πράγμα stealth. Αντίθετα με άλλους κατασκευαστές (ναι ASUS, για ‘σένα μιλάμε), η MSI προτίμησε να αποφύγει τον LED φωτισμό και τα κραυγαλέα στοιχεία όσον αφορά στον σχεδιασμό του συστήματος, προτιμώντας αντίθετα ένα look που καταφέρνει να περάσει απαρατήρητο (έστω κι αν αυτό ουσιαστικά «εξουδετερώνεται» από έναν άλλο παράγοντα που θα δούμε παρακάτω…). Σε μαύρο χρώμα και με ματ επιφάνειες που αντιστέκονται στις δαχτυλιές, το Stealth A16 AI+ είναι κατασκευασμένο από κράμα μαγνησίου – αλουμινίου. Τι σημαίνει αυτό; Πως πρόκειται για ένα στιβαρό laptop που δεν δίνει σε καμία περίπτωση αίσθηση προχειροδουλειάς σε ό,τι έχει να κάνει με τη συναρμολόγηση. Το σημαντικότερο όμως, είναι πως το βάρος του έχει διατηρηθεί στα μόλις 2,1 κιλά, επίδοση που έστω και οριακά είναι καλύτερη κι από εκείνη του MacBook Pro! Όπως είπαμε το Stealth A16 AI+ έρχεται μόνο σε μαύρο χρώμα. Οι διαστάσεις του είναι 35,58 x 25,97 x 19,95 εκατ. οπότε χωράει σχετικά εύκολα σε τσάντα πλάτης/ώμου ενώ χάρη στην υποστήριξη PD Charging μέσω USB4 Type-C θα γλιτώσετε και από το πρόσθετο βάρος/όγκο του φορτιστή. Δώστε έμφαση στο πολύ λεπτό του προφίλ – πρακτικά η MSI δημιούργησε το «λιγότερο gaming» gaming laptop, έστω κι αν αυτό έρχεται μοιραία με τα δικά του αρνητικά (υπομονή, θα τα δούμε). Από πλευράς θυρών, στα αριστερά υπάρχουν μία HDMI 2.1, μία Ethernet και μία USB3.2 Gen 2 Type-A. Στα δεξιά βρίσκονται οι υπόλοιπες, τουτέστιν μία ακόμα USB 3.2 Gen 2 Type-A, η μοναδική USB4 Type-C (με υποστήριξη DisplayPort, Power Delivery 3.0 και Thunderbolt 4), μία DC-in φόρτισης και μία σύνθετη ήχου 3,5 χιλ. Στην πίσω πλευρά του συστήματος υπάρχουν διπλοί αεραγωγοί. Ανοίγοντας το σύστημα, η οθόνη καταλαμβάνει σχεδόν όλη τη διαθέσιμη επιφάνεια με την κάμερα να βρίσκεται σε μία πεπλατυσμένη επιφάνεια που εξέχει ελαφρώς στο κέντρο και επάνω. Μόνη εξαίρεση στο παραπάνω, το κάτω μέρος του πλαισίου που φέρει και το λογότυπο της MSI. Το πληκτρολόγιο είναι πλήρους μεγέθους (θα αναφερθούμε και σε αυτό παρακάτω): ο διαθέσιμος χώρος ήταν τόσος πολύς που η MSI κατόρθωσε να χωρέσει μέχρι και numpad, κάτι που αναμφισβήτητα θα βρουν ιδιαίτερα χρήσιμο όσοι πρόκειται να εκμεταλλευτούν το Stealth A16 AI+ και για παραγωγικότητα. Η μόνη παραφωνία – αν μπορεί κανείς να τη χαρακτηρίσει ως τέτοια – είναι τα αυτοκόλλητα που κοσμούν τις γωνίες της επιφάνειας που ακουμπούν οι καρποί αλλά ευτυχώς ξεκολλούν εύκολα, επιτρέποντας στο μίνιμαλ design του laptop να λάμψει. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Την πρώτη φορά που θα έρθετε πρόσωπο με πρόσωπο με το Stealth A16 AI+, το μάτι σας θα πέσει χωρίς δεύτερη σκέψη στην οθόνη του. Πρόκειται για μία OLED 16 ιντσών (υπάρχει και φθηνότερη επιλογή με IPS πάνελ) ανάλυσης 2560 x 1600 pixels με ρυθμό ανανέωσης 240 Hz. Η εμπειρία θέασης που προσφέρει είναι εκπληκτική με τα χρώματα, όπως θα περίμενε κανείς, να είναι εξαιρετικά ζωηρά, την αντίθεση να βρίσκεται σε κορυφαία επίπεδα και τις γωνίες θέασης να μην περιορίζουν στο ελάχιστο τον χρήστη. Είχαμε την ευκαιρία να παίξουμε video games, να χαζέψουμε ταινίες, ακόμα και να επεξεργαστούμε φωτογραφίες απολαμβάνοντας σε κάθε περίπτωση άριστη πιστότητα σε διάφορες συνθήκες περιβάλλοντος φωτισμού. Περνώντας στα τεχνικά χαρακτηριστικά του συστήματος, η έκδοση που μας δόθηκε διέθετε έναν Ryzen AI 9 HX 370, 32 GB LPDDR5x-7500 RAM, δίσκο NVMe PCIe Gen4 M.2 SSD χωρητικότητας 2 TB και κάρτα γραφικών NVIDIA GeForce RTX 5070 Ti. Εδώ να ανοίξουμε παρένθεση για να σημειώσουμε πως το Stealth A16 AI+ έρχεται και σε εκδόσεις με RTX 5070, RTX 5080 και RTX 5090 οι οποίες ενδέχεται να διαφέρουν σε ό,τι αφορά τη RAM, τη χωρητικότητα του SSD και τον επεξεργαστή. Ο Ryzen AI 9 HX 370 είναι από τους πλέον ισχυρούς επεξεργαστές της AMD. Βασίζεται σε αρχιτεκτονική Zen 5 και ενσωματώνει τεχνολογία RDNA 3.5, διαθέτοντας 12 πυρήνες (τέσσερις Zen 5 και οκτώ Zen 5c) καθώς επίσης και NPU με ισχύ 50 TOPS, γεγονός που επιτρέπει στο Stealth A16 AI+ να μπει στο κλαμπ των Copilot+ PC. RAM και SSD είναι ταχύτατοι με τα 2 TB του τελευταίου να φτάνουν και να περισσεύουν για να αποθηκεύσει κάποιος αρχεία, backups αλλά και τα παιχνίδια που του κρατούν συντροφιά. Αναφορικά με τη RAM, η μέγιστη ποσότητα που υποστηρίζει το σύστημα είναι 64 GB. Να έχετε υπ’ όψιν σας πάντως ότι αντίθετα με άλλες προτάσεις που κυκλοφορούν στην αγορά, για την αφαίρεση του πάνελ βάσης του Stealth A16 AI+ θα χρειαστείτε κατσαβίδι και αρκετή προσπάθεια. Αυτά όμως θα σας απασχολήσουν εν καιρώ, αφού επί του παρόντος, το ενδιαφέρον σας θα μονοπωλήσει η GeForce RTX 5070 Ti με τα 12 GB μνήμης GDDR7 και μέγιστη ισχύ 105 W μέσω Dynamic Boost. Η κάρτα τρέχει πάνω στη νέα αρχιτεκτονική Blackwell της NVIDIA ενσωματώνοντας DLSS 4 και διαθέτοντας memory bandwidth 896 GB/s. Αφήνοντας τα τεχνικά χαρακτηριστικά στην άκρη, η GeForce RTX 5070 Ti αναδεικνύεται στη «χρυσή» επιλογή της νέας γενιάς καρτών της NVIDIA βάσει τιμής/απόδοσης. Στη CES του Ιανουαρίου, ο Jensen Huang, CEO της εταιρείας, είχε αναφέρει πως η RTX 5070 θα προσέφερε επιδόσεις εφάμιλλες με εκείνες της RTX 4090. Η RTX 5070 Ti ωστόσο έρχεται να χαρίσει ακόμα καλύτερες εμπειρίες με ελάχιστη επιβάρυνση κόστους, καθιστώντας έτσι τα laptops που την ενσωματώνουν ως τις go-to λύσεις για τους gamers – και αν αναρωτιέστε γιατί τότε κάποιος να μην προτιμήσει ένα φθηνότερο μοντέλο με μία RTX 4090, οι λόγοι είναι δύο: α) δεν θα είναι και πολύ φθηνότερο (αν είναι φθηνότερο κατ’ αρχάς) και β) ένα σύστημα με μία RTX 5070 Ti προσφέρει περισσότερες εγγυήσεις για το μέλλον. Πώς όμως μεταφράζονται αυτά στην πράξη; Τεστάραμε τις επιδόσεις του Stealth A16 AI+ παίζοντας Cyberpunk 2077, Black Myth: Wukong, Forza Horizon 5 και Counter-Strike 2, θέλοντας να πάρουμε μία εικόνα από τίτλους με εντελώς διαφορετικό κόνσεπτ. Στα 1440p λοιπόν και με τη βοήθεια της τεχνολογίας DLSS 4 και του Multi Frame Generation, τα τρία πρώτα απέδωσαν άψογα, με το frame rate να φτάνει εύκολα τα 81 fps και να παραμένει εκεί ακόμα κι όταν η δράση εξελισσόταν ακατάπαυστα ενώ στο Black Myth Wukong μετρήσαμε 75 fps. Στην περίπτωση του Counter-Strike 2, ακόμα και χωρίς το DLSS 4, η RTX 5070 Ti ουσιαστικά εξάντλησε τις δυνατότητες της οθόνης προσφέροντάς μας μία απόλυτα σταθερή και απολαυστική εμπειρία (έστω κι αν οι επιδόσεις μας σε Train και Overpass ήταν απαράδεκτες – τι να κάνουμε). Μην ξεχνάτε, τέλος, πως η NVIDIA εξακολουθεί να βελτιώνει τις κάρτες της σειράς RTX 5000. Εμπειρία χρήσης Ανοίγοντας το Stealth A16 AI+ η σύνδεση στα Windows γίνεται με δύο τρόπους: είτε μέσω του ενσωματωμένου σαρωτή δακτυλικού αποτυπώματος, είτε κοιτώντας την κάμερα με τη βοήθεια του Windows Hello. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία είναι στιγμιαία και δεν θα σας απασχολήσει καθόλου. Με έναν γρήγορο έλεγχο, επιβεβαιώσαμε ό,τι γνωρίζαμε από την ενασχόλησή μας με άλλα μοντέλα της MSI στο παρελθόν: το bloatware στα Windows 11 Pro ήταν ελάχιστο με μόλις δυο-τρεις εφαρμογές να μην έχουν ουσιαστικά λόγο ύπαρξης. Για τη διαχείριση των λειτουργιών του συστήματος, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που βασίζονται στην AI (από τη ρύθμιση φωτεινότητας, μέχρι τα Studio Effects των Windows), χρησιμοποιείται το MSI Center. Σχετικά με τη λειτουργία των ανεμιστήρων, η τεχνητή νοημοσύνη έχει τη δυνατότητα να αναγνωρίσει το είδος χρήσης και να προσαρμόσει την ταχύτητα περιστροφής τους βάσει του φόρτου εργασίας. Θυμάστε που μιλήσαμε νωρίτερα για τα αρνητικά του λεπτού προφίλ καθώς επίσης και έναν παράγοντα που εξουδετερώνει το stealthy look του υπολογιστή; Ε, ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για τον θόρυβο. Το Stealth A16 AI+ είναι ένα φασαριόζικο gaming laptop. Αντίθετα με ό,τι περιμέναμε, οι ανεμιστήρες του συστήματος ενεργοποιούνται ακόμα και σε απλές εργασίες όπως π.χ. τη χρήση browser με δυο tabs ανοιχτά ή την εγκατάσταση ενός παιχνιδιού. Ακόμα κι όταν είχαμε επιλεγμένη την ενσωματωμένη κάρτα γραφικών (Radeon 890M) αντί της RTX 5070 Ti, το σύστημα ψύξης έμοιαζε να λειτουργεί κανονικότατα. Φυσικά, όταν ξεκινούσαμε το gaming, εκεί τα πράγματα σοβάρευαν με τους ανεμιστήρες του – όχι και τόσο τελικά – Stealth A16 AI+ να θυμίζουν αεροπλάνο κατά την απογείωση. Είτε αφήσαμε το σύστημα να διαχειριστεί μόνο του τους ανεμιστήρες, είτε πειράξαμε εμείς τις ρυθμίσεις τους, το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Θα ρωτήσει τώρα κάποιος εδώ: «είναι αναγκαία η τόσο έντονη χρήση των ανεμιστήρων»; Η απάντηση είναι πως ναι. Ακόμα και με το σύστημα ψύξης του Stealth A16 AI+ να δουλεύει υπερωρίες, η θερμοκρασία στο εσωτερικό του laptop ανέβαινε σε πολύ υψηλά επίπεδα – τόσο υψηλά που η θερμότητα έφτανε στο πληκτρολόγιο – κυρίως στο κέντρο και το επάνω τμήμα του. Δεν ανησυχήσαμε σε καμία περίπτωση για το ίδιο το σύστημα, ωστόσο για να καταλάβετε για τι μιλάμε, σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν αδύνατον να ακουμπήσουμε το laptop στα πόδια μας. Η πρότασή μας μάλιστα είναι να τοποθετήσετε το Stealth A16 AI+ σε ένα σταντ έτσι ώστε να διευκολύνετε την απομάκρυνση του ζεστού αέρα από το εσωτερικό του. Το πληκτρολόγιο του υπολογιστή είναι από τα πιο άνετα και βολικά που έχουμε χρησιμοποιήσει ποτέ. Η συνεργασία της MSI με τη SteelSeries έπιασε τόπο. Το πληκτρολόγιο διαθέτει RGB φωτισμό προσαρμόσιμο ανά πλήκτρο, με άκρως ικανοποιητική απόσταση διαδρομής και αίσθηση. Μην περιμένετε αποτελέσματα αντίστοιχα με εκείνα ενός μηχανικού πληκτρολογίου (ο θόρυβος εξ άλλου είναι ελάχιστος) όμως πρακτικά μιλάμε για το next best thing. Έξτρα brownie points στην MSI για το ότι απέφυγε την περίεργη τοποθέτηση πλήκτρων συμπεριλαμβάνοντας και ένα ακόμα για τον Copilot. Το touchpad είναι μεγάλο σε διαστάσεις με απολαυστική αίσθηση του κάθε «κλικ» ενώ ο σαρωτής δακτυλικού αποτυπώματος που αναφέραμε βρίσκεται στα δεξιά του. Η FHD κάμερα του συστήματος προσφέρει άριστη εικόνα (απόρροια και του 3DNR+) σε συνδυασμό με ικανοποιητικό ήχο, ενώ έχει και φυσικό κλείστρο για εγγυημένη προστασία ιδιωτικού απορρήτου. Το laptop ενσωματώνει δύο ηχεία και τέσσερα woofers – όλα των 2 W έκαστο. Η MSI έχει συνεργαστεί με τη Dynaudio για τα ηχεία και με τη SteelSeries και πάλι ως προς τις λοιπές τεχνολογίες (βλ. Nahimic). Ο ήχος είναι πραγματικά ικανοποιητικός και τον ευχαριστηθήκαμε κυρίως κατά το streaming. Στο gaming όμως, με τους ανεμιστήρες του Stealth A16 AI+ να δουλεύουν «στα κόκκινα», προτιμήσαμε να χρησιμοποιήσουμε ακουστικά – κι αν δεν θέλετε ενσύρματη λύση, μπορείτε να εκμεταλλευτείτε το Bluetooth 5.4. Μιλώντας για ασύρματη συνδεσιμότητα, να πούμε πως υποστηρίζεται και Wi-Fi 7 έτσι ώστε να απολαμβάνετε υψηλές ταχύτητες πρόσβασης στο internet όπου φυσικά υπάρχει η σχετική υποδομή. Τέλος, θα κάνουμε μία αναφορά στη μπαταρία: στις 99,9 Wh έχει σπουδαία χωρητικότητα προσφέροντας στο σύστημα αυτονομία τουλάχιστον 5-6 ωρώνκκκ. Για μία πλήρη φόρτιση (0-100%) δε, απαιτούνται περί τις 2 ώρες. Αν και αρκετά συμπαγές πάντως, το Stealth A16 AI+ δεν είναι το laptop που θα χρησιμοποιήσει εύκολα κάποιος στον δρόμο… Συμπέρασμα Με το Stealth A16 AI+ η MSI μας προσφέρει μία άκρως ενδιαφέρουσα πρόταση. Ενσωματώνει άριστα τεχνικά χαρακτηριστικά και διαθέτει από τις καλύτερες σχέσεις τιμής/απόδοσης που έχουμε δει σε νέες κυκλοφορίες τους τελευταίους μήνες, όντας μία future-proof λύση για κάποιον που αναζητά ένα αξιόπιστο gaming laptop. Οι υψηλές θερμοκρασίες που ανεβάζει και ο θόρυβος που παράγει ενδεχομένως να βάλουν κάποιους σε σκέψεις, όμως ακόμα κι έτσι, το Stealth A16 AI+ δεν παύει να συνιστά μία από τις καλύτερες λύσεις gaming laptop που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην αγορά Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Η έλευση των καρτών της σειράς GeForce RTX 5000 σε συνδυασμό με τις πιο πρόσφατες γενιές επεξεργαστών των Intel και AMD έχει φέρει κινητικότητα στον χώρο των gaming laptops καθώς ο ένας μετά τον άλλο οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές ρίχνουν στη μάχη της αγοράς πραγματικά «θηρία», έτοιμα να προσφέρουν κορυφαίες επιδόσεις, όσο υψηλές κι αν είναι οι απαιτήσεις του παίκτη. Έτσι λοιπόν ήρθε κι η σειρά της MSI να λανσάρει το Stealth A16 AI+ το οποίο και είχαμε στα χέρια μας τις τελευταίες εβδομάδες. Αν και οι γενικές μας εντυπώσεις είναι θετικές, σε τι βαθμό καταφέρνει το σύστημα της MSI να ξεχωρίσει από ανταγωνιστικές προτάσεις εξοπλισμένες με την RTX 5070 Ti; Συνεχίστε να διαβάζετε και θα μάθετε. Σχεδιασμός Το Stealth A16 AI+ είναι… όνομα και πράγμα stealth. Αντίθετα με άλλους κατασκευαστές (ναι ASUS, για ‘σένα μιλάμε), η MSI προτίμησε να αποφύγει τον LED φωτισμό και τα κραυγαλέα στοιχεία όσον αφορά στον σχεδιασμό του συστήματος, προτιμώντας αντίθετα ένα look που καταφέρνει να περάσει απαρατήρητο (έστω κι αν αυτό ουσιαστικά «εξουδετερώνεται» από έναν άλλο παράγοντα που θα δούμε παρακάτω…). Σε μαύρο χρώμα και με ματ επιφάνειες που αντιστέκονται στις δαχτυλιές, το Stealth A16 AI+ είναι κατασκευασμένο από κράμα μαγνησίου – αλουμινίου. Τι σημαίνει αυτό; Πως πρόκειται για ένα στιβαρό laptop που δεν δίνει σε καμία περίπτωση αίσθηση προχειροδουλειάς σε ό,τι έχει να κάνει με τη συναρμολόγηση. Το σημαντικότερο όμως, είναι πως το βάρος του έχει διατηρηθεί στα μόλις 2,1 κιλά, επίδοση που έστω και οριακά είναι καλύτερη κι από εκείνη του MacBook Pro! Όπως είπαμε το Stealth A16 AI+ έρχεται μόνο σε μαύρο χρώμα. Οι διαστάσεις του είναι 35,58 x 25,97 x 19,95 εκατ. οπότε χωράει σχετικά εύκολα σε τσάντα πλάτης/ώμου ενώ χάρη στην υποστήριξη PD Charging μέσω USB4 Type-C θα γλιτώσετε και από το πρόσθετο βάρος/όγκο του φορτιστή. Δώστε έμφαση στο πολύ λεπτό του προφίλ – πρακτικά η MSI δημιούργησε το «λιγότερο gaming» gaming laptop, έστω κι αν αυτό έρχεται μοιραία με τα δικά του αρνητικά (υπομονή, θα τα δούμε). Από πλευράς θυρών, στα αριστερά υπάρχουν μία HDMI 2.1, μία Ethernet και μία USB3.2 Gen 2 Type-A. Στα δεξιά βρίσκονται οι υπόλοιπες, τουτέστιν μία ακόμα USB 3.2 Gen 2 Type-A, η μοναδική USB4 Type-C (με υποστήριξη DisplayPort, Power Delivery 3.0 και Thunderbolt 4), μία DC-in φόρτισης και μία σύνθετη ήχου 3,5 χιλ. Στην πίσω πλευρά του συστήματος υπάρχουν διπλοί αεραγωγοί. Ανοίγοντας το σύστημα, η οθόνη καταλαμβάνει σχεδόν όλη τη διαθέσιμη επιφάνεια με την κάμερα να βρίσκεται σε μία πεπλατυσμένη επιφάνεια που εξέχει ελαφρώς στο κέντρο και επάνω. Μόνη εξαίρεση στο παραπάνω, το κάτω μέρος του πλαισίου που φέρει και το λογότυπο της MSI. Το πληκτρολόγιο είναι πλήρους μεγέθους (θα αναφερθούμε και σε αυτό παρακάτω): ο διαθέσιμος χώρος ήταν τόσος πολύς που η MSI κατόρθωσε να χωρέσει μέχρι και numpad, κάτι που αναμφισβήτητα θα βρουν ιδιαίτερα χρήσιμο όσοι πρόκειται να εκμεταλλευτούν το Stealth A16 AI+ και για παραγωγικότητα. Η μόνη παραφωνία – αν μπορεί κανείς να τη χαρακτηρίσει ως τέτοια – είναι τα αυτοκόλλητα που κοσμούν τις γωνίες της επιφάνειας που ακουμπούν οι καρποί αλλά ευτυχώς ξεκολλούν εύκολα, επιτρέποντας στο μίνιμαλ design του laptop να λάμψει. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Την πρώτη φορά που θα έρθετε πρόσωπο με πρόσωπο με το Stealth A16 AI+, το μάτι σας θα πέσει χωρίς δεύτερη σκέψη στην οθόνη του. Πρόκειται για μία OLED 16 ιντσών (υπάρχει και φθηνότερη επιλογή με IPS πάνελ) ανάλυσης 2560 x 1600 pixels με ρυθμό ανανέωσης 240 Hz. Η εμπειρία θέασης που προσφέρει είναι εκπληκτική με τα χρώματα, όπως θα περίμενε κανείς, να είναι εξαιρετικά ζωηρά, την αντίθεση να βρίσκεται σε κορυφαία επίπεδα και τις γωνίες θέασης να μην περιορίζουν στο ελάχιστο τον χρήστη. Είχαμε την ευκαιρία να παίξουμε video games, να χαζέψουμε ταινίες, ακόμα και να επεξεργαστούμε φωτογραφίες απολαμβάνοντας σε κάθε περίπτωση άριστη πιστότητα σε διάφορες συνθήκες περιβάλλοντος φωτισμού. Περνώντας στα τεχνικά χαρακτηριστικά του συστήματος, η έκδοση που μας δόθηκε διέθετε έναν Ryzen AI 9 HX 370, 32 GB LPDDR5x-7500 RAM, δίσκο NVMe PCIe Gen4 M.2 SSD χωρητικότητας 2 TB και κάρτα γραφικών NVIDIA GeForce RTX 5070 Ti. Εδώ να ανοίξουμε παρένθεση για να σημειώσουμε πως το Stealth A16 AI+ έρχεται και σε εκδόσεις με RTX 5070, RTX 5080 και RTX 5090 οι οποίες ενδέχεται να διαφέρουν σε ό,τι αφορά τη RAM, τη χωρητικότητα του SSD και τον επεξεργαστή. Ο Ryzen AI 9 HX 370 είναι από τους πλέον ισχυρούς επεξεργαστές της AMD. Βασίζεται σε αρχιτεκτονική Zen 5 και ενσωματώνει τεχνολογία RDNA 3.5, διαθέτοντας 12 πυρήνες (τέσσερις Zen 5 και οκτώ Zen 5c) καθώς επίσης και NPU με ισχύ 50 TOPS, γεγονός που επιτρέπει στο Stealth A16 AI+ να μπει στο κλαμπ των Copilot+ PC. RAM και SSD είναι ταχύτατοι με τα 2 TB του τελευταίου να φτάνουν και να περισσεύουν για να αποθηκεύσει κάποιος αρχεία, backups αλλά και τα παιχνίδια που του κρατούν συντροφιά. Αναφορικά με τη RAM, η μέγιστη ποσότητα που υποστηρίζει το σύστημα είναι 64 GB. Να έχετε υπ’ όψιν σας πάντως ότι αντίθετα με άλλες προτάσεις που κυκλοφορούν στην αγορά, για την αφαίρεση του πάνελ βάσης του Stealth A16 AI+ θα χρειαστείτε κατσαβίδι και αρκετή προσπάθεια. Αυτά όμως θα σας απασχολήσουν εν καιρώ, αφού επί του παρόντος, το ενδιαφέρον σας θα μονοπωλήσει η GeForce RTX 5070 Ti με τα 12 GB μνήμης GDDR7 και μέγιστη ισχύ 105 W μέσω Dynamic Boost. Η κάρτα τρέχει πάνω στη νέα αρχιτεκτονική Blackwell της NVIDIA ενσωματώνοντας DLSS 4 και διαθέτοντας memory bandwidth 896 GB/s. Αφήνοντας τα τεχνικά χαρακτηριστικά στην άκρη, η GeForce RTX 5070 Ti αναδεικνύεται στη «χρυσή» επιλογή της νέας γενιάς καρτών της NVIDIA βάσει τιμής/απόδοσης. Στη CES του Ιανουαρίου, ο Jensen Huang, CEO της εταιρείας, είχε αναφέρει πως η RTX 5070 θα προσέφερε επιδόσεις εφάμιλλες με εκείνες της RTX 4090. Η RTX 5070 Ti ωστόσο έρχεται να χαρίσει ακόμα καλύτερες εμπειρίες με ελάχιστη επιβάρυνση κόστους, καθιστώντας έτσι τα laptops που την ενσωματώνουν ως τις go-to λύσεις για τους gamers – και αν αναρωτιέστε γιατί τότε κάποιος να μην προτιμήσει ένα φθηνότερο μοντέλο με μία RTX 4090, οι λόγοι είναι δύο: α) δεν θα είναι και πολύ φθηνότερο (αν είναι φθηνότερο κατ’ αρχάς) και β) ένα σύστημα με μία RTX 5070 Ti προσφέρει περισσότερες εγγυήσεις για το μέλλον. Πώς όμως μεταφράζονται αυτά στην πράξη; Τεστάραμε τις επιδόσεις του Stealth A16 AI+ παίζοντας Cyberpunk 2077, Black Myth: Wukong, Forza Horizon 5 και Counter-Strike 2, θέλοντας να πάρουμε μία εικόνα από τίτλους με εντελώς διαφορετικό κόνσεπτ. Στα 1440p λοιπόν και με τη βοήθεια της τεχνολογίας DLSS 4 και του Multi Frame Generation, τα τρία πρώτα απέδωσαν άψογα, με το frame rate να φτάνει εύκολα τα 81 fps και να παραμένει εκεί ακόμα κι όταν η δράση εξελισσόταν ακατάπαυστα ενώ στο Black Myth Wukong μετρήσαμε 75 fps. Στην περίπτωση του Counter-Strike 2, ακόμα και χωρίς το DLSS 4, η RTX 5070 Ti ουσιαστικά εξάντλησε τις δυνατότητες της οθόνης προσφέροντάς μας μία απόλυτα σταθερή και απολαυστική εμπειρία (έστω κι αν οι επιδόσεις μας σε Train και Overpass ήταν απαράδεκτες – τι να κάνουμε). Μην ξεχνάτε, τέλος, πως η NVIDIA εξακολουθεί να βελτιώνει τις κάρτες της σειράς RTX 5000. Εμπειρία χρήσης Ανοίγοντας το Stealth A16 AI+ η σύνδεση στα Windows γίνεται με δύο τρόπους: είτε μέσω του ενσωματωμένου σαρωτή δακτυλικού αποτυπώματος, είτε κοιτώντας την κάμερα με τη βοήθεια του Windows Hello. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία είναι στιγμιαία και δεν θα σας απασχολήσει καθόλου. Με έναν γρήγορο έλεγχο, επιβεβαιώσαμε ό,τι γνωρίζαμε από την ενασχόλησή μας με άλλα μοντέλα της MSI στο παρελθόν: το bloatware στα Windows 11 Pro ήταν ελάχιστο με μόλις δυο-τρεις εφαρμογές να μην έχουν ουσιαστικά λόγο ύπαρξης. Για τη διαχείριση των λειτουργιών του συστήματος, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που βασίζονται στην AI (από τη ρύθμιση φωτεινότητας, μέχρι τα Studio Effects των Windows), χρησιμοποιείται το MSI Center. Σχετικά με τη λειτουργία των ανεμιστήρων, η τεχνητή νοημοσύνη έχει τη δυνατότητα να αναγνωρίσει το είδος χρήσης και να προσαρμόσει την ταχύτητα περιστροφής τους βάσει του φόρτου εργασίας. Θυμάστε που μιλήσαμε νωρίτερα για τα αρνητικά του λεπτού προφίλ καθώς επίσης και έναν παράγοντα που εξουδετερώνει το stealthy look του υπολογιστή; Ε, ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για τον θόρυβο. Το Stealth A16 AI+ είναι ένα φασαριόζικο gaming laptop. Αντίθετα με ό,τι περιμέναμε, οι ανεμιστήρες του συστήματος ενεργοποιούνται ακόμα και σε απλές εργασίες όπως π.χ. τη χρήση browser με δυο tabs ανοιχτά ή την εγκατάσταση ενός παιχνιδιού. Ακόμα κι όταν είχαμε επιλεγμένη την ενσωματωμένη κάρτα γραφικών (Radeon 890M) αντί της RTX 5070 Ti, το σύστημα ψύξης έμοιαζε να λειτουργεί κανονικότατα. Φυσικά, όταν ξεκινούσαμε το gaming, εκεί τα πράγματα σοβάρευαν με τους ανεμιστήρες του – όχι και τόσο τελικά – Stealth A16 AI+ να θυμίζουν αεροπλάνο κατά την απογείωση. Είτε αφήσαμε το σύστημα να διαχειριστεί μόνο του τους ανεμιστήρες, είτε πειράξαμε εμείς τις ρυθμίσεις τους, το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Θα ρωτήσει τώρα κάποιος εδώ: «είναι αναγκαία η τόσο έντονη χρήση των ανεμιστήρων»; Η απάντηση είναι πως ναι. Ακόμα και με το σύστημα ψύξης του Stealth A16 AI+ να δουλεύει υπερωρίες, η θερμοκρασία στο εσωτερικό του laptop ανέβαινε σε πολύ υψηλά επίπεδα – τόσο υψηλά που η θερμότητα έφτανε στο πληκτρολόγιο – κυρίως στο κέντρο και το επάνω τμήμα του. Δεν ανησυχήσαμε σε καμία περίπτωση για το ίδιο το σύστημα, ωστόσο για να καταλάβετε για τι μιλάμε, σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν αδύνατον να ακουμπήσουμε το laptop στα πόδια μας. Η πρότασή μας μάλιστα είναι να τοποθετήσετε το Stealth A16 AI+ σε ένα σταντ έτσι ώστε να διευκολύνετε την απομάκρυνση του ζεστού αέρα από το εσωτερικό του. Το πληκτρολόγιο του υπολογιστή είναι από τα πιο άνετα και βολικά που έχουμε χρησιμοποιήσει ποτέ. Η συνεργασία της MSI με τη SteelSeries έπιασε τόπο. Το πληκτρολόγιο διαθέτει RGB φωτισμό προσαρμόσιμο ανά πλήκτρο, με άκρως ικανοποιητική απόσταση διαδρομής και αίσθηση. Μην περιμένετε αποτελέσματα αντίστοιχα με εκείνα ενός μηχανικού πληκτρολογίου (ο θόρυβος εξ άλλου είναι ελάχιστος) όμως πρακτικά μιλάμε για το next best thing. Έξτρα brownie points στην MSI για το ότι απέφυγε την περίεργη τοποθέτηση πλήκτρων συμπεριλαμβάνοντας και ένα ακόμα για τον Copilot. Το touchpad είναι μεγάλο σε διαστάσεις με απολαυστική αίσθηση του κάθε «κλικ» ενώ ο σαρωτής δακτυλικού αποτυπώματος που αναφέραμε βρίσκεται στα δεξιά του. Η FHD κάμερα του συστήματος προσφέρει άριστη εικόνα (απόρροια και του 3DNR+) σε συνδυασμό με ικανοποιητικό ήχο, ενώ έχει και φυσικό κλείστρο για εγγυημένη προστασία ιδιωτικού απορρήτου. Το laptop ενσωματώνει δύο ηχεία και τέσσερα woofers – όλα των 2 W έκαστο. Η MSI έχει συνεργαστεί με τη Dynaudio για τα ηχεία και με τη SteelSeries και πάλι ως προς τις λοιπές τεχνολογίες (βλ. Nahimic). Ο ήχος είναι πραγματικά ικανοποιητικός και τον ευχαριστηθήκαμε κυρίως κατά το streaming. Στο gaming όμως, με τους ανεμιστήρες του Stealth A16 AI+ να δουλεύουν «στα κόκκινα», προτιμήσαμε να χρησιμοποιήσουμε ακουστικά – κι αν δεν θέλετε ενσύρματη λύση, μπορείτε να εκμεταλλευτείτε το Bluetooth 5.4. Μιλώντας για ασύρματη συνδεσιμότητα, να πούμε πως υποστηρίζεται και Wi-Fi 7 έτσι ώστε να απολαμβάνετε υψηλές ταχύτητες πρόσβασης στο internet όπου φυσικά υπάρχει η σχετική υποδομή. Τέλος, θα κάνουμε μία αναφορά στη μπαταρία: στις 99,9 Wh έχει σπουδαία χωρητικότητα προσφέροντας στο σύστημα αυτονομία τουλάχιστον 5-6 ωρώνκκκ. Για μία πλήρη φόρτιση (0-100%) δε, απαιτούνται περί τις 2 ώρες. Αν και αρκετά συμπαγές πάντως, το Stealth A16 AI+ δεν είναι το laptop που θα χρησιμοποιήσει εύκολα κάποιος στον δρόμο… Συμπέρασμα Με το Stealth A16 AI+ η MSI μας προσφέρει μία άκρως ενδιαφέρουσα πρόταση. Ενσωματώνει άριστα τεχνικά χαρακτηριστικά και διαθέτει από τις καλύτερες σχέσεις τιμής/απόδοσης που έχουμε δει σε νέες κυκλοφορίες τους τελευταίους μήνες, όντας μία future-proof λύση για κάποιον που αναζητά ένα αξιόπιστο gaming laptop. Οι υψηλές θερμοκρασίες που ανεβάζει και ο θόρυβος που παράγει ενδεχομένως να βάλουν κάποιους σε σκέψεις, όμως ακόμα κι έτσι, το Stealth A16 AI+ δεν παύει να συνιστά μία από τις καλύτερες λύσεις gaming laptop που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην αγορά
-
Έτσι λοιπόν ήρθε κι η σειρά της MSI να λανσάρει το Stealth A16 AI+ το οποίο και είχαμε στα χέρια μας τις τελευταίες εβδομάδες. Αν και οι γενικές μας εντυπώσεις είναι θετικές, σε τι βαθμό καταφέρνει το σύστημα της MSI να ξεχωρίσει από ανταγωνιστικές προτάσεις εξοπλισμένες με την RTX 5070 Ti; Συνεχίστε να διαβάζετε και θα μάθετε. Το Stealth A16 AI+ είναι… όνομα και πράγμα stealth. Αντίθετα με άλλους κατασκευαστές (ναι ASUS, για ‘σένα μιλάμε), η MSI προτίμησε να αποφύγει τον LED φωτισμό και τα κραυγαλέα στοιχεία όσον αφορά στον σχεδιασμό του συστήματος, προτιμώντας αντίθετα ένα look που καταφέρνει να περάσει απαρατήρητο (έστω κι αν αυτό ουσιαστικά «εξουδετερώνεται» από έναν άλλο παράγοντα που θα δούμε παρακάτω…). Σε μαύρο χρώμα και με ματ επιφάνειες που αντιστέκονται στις δαχτυλιές, το Stealth A16 AI+ είναι κατασκευασμένο από κράμα μαγνησίου – αλουμινίου. Τι σημαίνει αυτό; Πως πρόκειται για ένα στιβαρό laptop που δεν δίνει σε καμία περίπτωση αίσθηση προχειροδουλειάς σε ό,τι έχει να κάνει με τη συναρμολόγηση. Το σημαντικότερο όμως, είναι πως το βάρος του έχει διατηρηθεί στα μόλις 2,1 κιλά, επίδοση που έστω και οριακά είναι καλύτερη κι από εκείνη του MacBook Pro! Όπως είπαμε το Stealth A16 AI+ έρχεται μόνο σε μαύρο χρώμα. Οι διαστάσεις του είναι 35,58 x 25,97 x 19,95 εκατ. οπότε χωράει σχετικά εύκολα σε τσάντα πλάτης/ώμου ενώ χάρη στην υποστήριξη PD Charging μέσω USB4 Type-C θα γλιτώσετε και από το πρόσθετο βάρος/όγκο του φορτιστή. Δώστε έμφαση στο πολύ λεπτό του προφίλ – πρακτικά η MSI δημιούργησε το «λιγότερο gaming» gaming laptop, έστω κι αν αυτό έρχεται μοιραία με τα δικά του αρνητικά (υπομονή, θα τα δούμε). Από πλευράς θυρών, στα αριστερά υπάρχουν μία HDMI 2.1, μία Ethernet και μία USB3.2 Gen 2 Type-A. Στα δεξιά βρίσκονται οι υπόλοιπες, τουτέστιν μία ακόμα USB 3.2 Gen 2 Type-A, η μοναδική USB4 Type-C (με υποστήριξη DisplayPort, Power Delivery 3.0 και Thunderbolt 4), μία DC-in φόρτισης και μία σύνθετη ήχου 3,5 χιλ. Στην πίσω πλευρά του συστήματος υπάρχουν διπλοί αεραγωγοί. Ανοίγοντας το σύστημα, η οθόνη καταλαμβάνει σχεδόν όλη τη διαθέσιμη επιφάνεια με την κάμερα να βρίσκεται σε μία πεπλατυσμένη επιφάνεια που εξέχει ελαφρώς στο κέντρο και επάνω. Μόνη εξαίρεση στο παραπάνω, το κάτω μέρος του πλαισίου που φέρει και το λογότυπο της MSI. Το πληκτρολόγιο είναι πλήρους μεγέθους (θα αναφερθούμε και σε αυτό παρακάτω): ο διαθέσιμος χώρος ήταν τόσος πολύς που η MSI κατόρθωσε να χωρέσει μέχρι και numpad, κάτι που αναμφισβήτητα θα βρουν ιδιαίτερα χρήσιμο όσοι πρόκειται να εκμεταλλευτούν το Stealth A16 AI+ και για παραγωγικότητα. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Τα entry-level smartphones είναι πιθανότατα τα πλέον «ριγμένα» σε σχέση με τις υπόλοιπες προτάσεις της αγοράς. Όταν τα mid-range μοντέλα και οι ναυαρχίδες μονοπωλούν, βλέπετε, τα φώτα της δημοσιότητας, οι budget προτάσεις περνούν μάλλον σε δεύτερη μοίρα. Το realme 14T ωστόσο δύσκολα θα έχει τέτοιο θέμα. Κάτι ο αν μη τι άλλο όμορφος του σχεδιασμός και κάτι τα ακόμα πιο "όμορφα" τεχνικά του χαρακτηριστικά, έχουμε να κάνουμε με μία συσκευή που περνά τη σχέση τιμής/απόδοσης σε άλλο επίπεδο – κι ας χάνει κάπου στην ονομασία, καθώς έρχεται να προστεθεί στα realme 14, 14 Pro, 14 Pro+, 14 Pro Lite και 14x. Τι ακριβώς προσφέρει όμως το συγκεκριμένο; Η αίσθηση που αφήνει το realme 14T στο χέρι, δεν διαφέρει από εκείνη μίας τυπικής συσκευής στις 6,7 ίντσες. Με διαστάσεις 163,1 x 75,6 x 7,9 χιλ. και βάρος 196 γραμμάρια, η εν λόγω πρόταση δεν ξεφεύγει από τον μέσο όρο. Η δε σωστή κατανομή του βάρους προσφέρει σταθερό κράτημα. Το smarthphone διατίθεται σε τρία χρώματα – έντονο ανοιχτό πράσινο, απαλό μωβ και μαύρο – με ασορτί πλαίσιο. Στην πλαστική πλάτη του υπάρχει μόνο το λογότυπο της realme (στην κάτω αριστερή γωνία) και η ελαφρώς εξέχουσα ορθογώνια επιφάνεια που βρίσκονται οι δύο φακοί των καμερών και το φλας. Τα πλήκτρα ενεργοποίησης και αυξομείωσης της έντασης του ήχου είναι στη δεξιά πλευρά ενώ η υποδοχή για την κάρτα SIM και τη microSD βρίσκεται στη βάση. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η realme έκανε την υπέρβαση σε ό,τι αφορά την ανθεκτικότητα της συσκευής – από την ποιότητα κατασκευής της οποίας δεν είχαμε κανένα παράπονο, τηρουμένων των αναλογιών – με την τελευταία να διαθέτει προστασία από νερό και σκόνη βάσει πιστοποιήσεων IP66, IP68 και IP69. Διαβάστε το review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Όταν τα mid-range μοντέλα και οι ναυαρχίδες μονοπωλούν, βλέπετε, τα φώτα της δημοσιότητας, οι budget προτάσεις περνούν μάλλον σε δεύτερη μοίρα. Το realme 14T ωστόσο δύσκολα θα έχει τέτοιο θέμα. Κάτι ο αν μη τι άλλο όμορφος του σχεδιασμός και κάτι τα ακόμα πιο "όμορφα" τεχνικά του χαρακτηριστικά, έχουμε να κάνουμε με μία συσκευή που περνά τη σχέση τιμής/απόδοσης σε άλλο επίπεδο – κι ας χάνει κάπου στην ονομασία, καθώς έρχεται να προστεθεί στα realme 14, 14 Pro, 14 Pro+, 14 Pro Lite και 14x. Τι ακριβώς προσφέρει όμως το συγκεκριμένο; Η αίσθηση που αφήνει το realme 14T στο χέρι, δεν διαφέρει από εκείνη μίας τυπικής συσκευής στις 6,7 ίντσες. Με διαστάσεις 163,1 x 75,6 x 7,9 χιλ. και βάρος 196 γραμμάρια, η εν λόγω πρόταση δεν ξεφεύγει από τον μέσο όρο. Η δε σωστή κατανομή του βάρους προσφέρει σταθερό κράτημα. Το smarthphone διατίθεται σε τρία χρώματα – έντονο ανοιχτό πράσινο, απαλό μωβ και μαύρο – με ασορτί πλαίσιο. Στην πλαστική πλάτη του υπάρχει μόνο το λογότυπο της realme (στην κάτω αριστερή γωνία) και η ελαφρώς εξέχουσα ορθογώνια επιφάνεια που βρίσκονται οι δύο φακοί των καμερών και το φλας. Τα πλήκτρα ενεργοποίησης και αυξομείωσης της έντασης του ήχου είναι στη δεξιά πλευρά ενώ η υποδοχή για την κάρτα SIM και τη microSD βρίσκεται στη βάση. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η realme έκανε την υπέρβαση σε ό,τι αφορά την ανθεκτικότητα της συσκευής – από την ποιότητα κατασκευής της οποίας δεν είχαμε κανένα παράπονο, τηρουμένων των αναλογιών – με την τελευταία να διαθέτει προστασία από νερό και σκόνη βάσει πιστοποιήσεων IP66, IP68 και IP69. Διαβάστε το review
-
Τα entry-level smartphones είναι πιθανότατα τα πλέον «ριγμένα» σε σχέση με τις υπόλοιπες προτάσεις της αγοράς. Όταν τα mid-range μοντέλα και οι ναυαρχίδες μονοπωλούν, βλέπετε, τα φώτα της δημοσιότητας, οι budget προτάσεις περνούν μάλλον σε δεύτερη μοίρα. Το realme 14T ωστόσο δύσκολα θα έχει τέτοιο θέμα. Κάτι ο αν μη τι άλλο όμορφος του σχεδιασμός και κάτι τα ακόμα πιο "όμορφα" τεχνικά του χαρακτηριστικά, έχουμε να κάνουμε με μία συσκευή που περνά τη σχέση τιμής/απόδοσης σε άλλο επίπεδο – κι ας χάνει κάπου στην ονομασία, καθώς έρχεται να προστεθεί στα realme 14, 14 Pro, 14 Pro+, 14 Pro Lite και 14x. Τι ακριβώς προσφέρει όμως το συγκεκριμένο; Εμφάνιση – Σχεδιασμός Η αίσθηση που αφήνει το realme 14T στο χέρι, δεν διαφέρει από εκείνη μίας τυπικής συσκευής στις 6,7 ίντσες. Με διαστάσεις 163,1 x 75,6 x 7,9 χιλ. και βάρος 196 γραμμάρια, η εν λόγω πρόταση δεν ξεφεύγει από τον μέσο όρο. Η δε σωστή κατανομή του βάρους προσφέρει σταθερό κράτημα. Το smarthphone διατίθεται σε τρία χρώματα – έντονο ανοιχτό πράσινο, απαλό μωβ και μαύρο – με ασορτί πλαίσιο. Στην πλαστική πλάτη του υπάρχει μόνο το λογότυπο της realme (στην κάτω αριστερή γωνία) και η ελαφρώς εξέχουσα ορθογώνια επιφάνεια που βρίσκονται οι δύο φακοί των καμερών και το φλας. Τα πλήκτρα ενεργοποίησης και αυξομείωσης της έντασης του ήχου είναι στη δεξιά πλευρά ενώ η υποδοχή για την κάρτα SIM και τη microSD βρίσκεται στη βάση. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η realme έκανε την υπέρβαση σε ό,τι αφορά την ανθεκτικότητα της συσκευής – από την ποιότητα κατασκευής της οποίας δεν είχαμε κανένα παράπονο, τηρουμένων των αναλογιών – με την τελευταία να διαθέτει προστασία από νερό και σκόνη βάσει πιστοποιήσεων IP66, IP68 και IP69. Αυτό σημαίνει δηλαδή ότι το realme 14T μπορεί να μείνει βυθισμένο σε γλυκό νερό (σε βάθος δύο μέτρων) για διάστημα έως και 30 λεπτών αλλά και να αντέξει τον δυνατό ψεκασμό υπό πίεση (15 λίτρα/λεπτό – φανταστείτε σαν να χρησιμοποιείτε πιεστικό) και υψηλή θερμοκρασία (80ο C). Στις δοκιμές μας, το realme 14T δεν είχε κανένα πρόβλημα να ανταποκριθεί σε όλα τα παραπάνω, αν και έπρεπε να καθαρίσουμε πρώτα την οθόνη από το νερό για να τη χρησιμοποιήσουμε αποτελεσματικά. Οθόνη – Κάμερες Η οθόνη της συσκευής είναι μία AMOLED 6,67 ιντσών με ανάλυση 1080 x 2400 pixels και ρυθμό ανανέωσης 120 Hz. Αν και το πλαίσιό της είναι… σεβαστού μεγέθους (η οθόνη καλύπτει περίπου το 88,6% της συνολικής επιφάνειας πρόσοψης), δεν είδαμε να επηρεάζει ιδιαίτερα την εμπειρία θέασης. Η μέγιστη φωτεινότητα φτάνει τα 2100 nits που είναι πολύ καλή επίδοση για συσκευή σε αυτή την τιμολογιακή κατηγορία των 300-400€. Σε κάθε περίπτωση δεν αντιμετωπίσαμε ιδιαίτερα προβλήματα κατά τη χρήση της συσκευής σε εξωτερικούς χώρους – απόρροια του DC dimming και της υψηλής αντίθεσης 6.000.000:1. Το λογισμικό διαθέτει δυνατότητα αυτόματης προσαρμογής του ρυθμού ανανέωσης, με τον χρήστη να μπορεί φυσικά να κάνει τα δικά του εφ’ όσον το επιθυμεί (εμείς επιλέξαμε το πρώτο). Αναφορικά με την οθόνη, η realme έχει δώσει έμφαση στον τομέα του gaming, κάτι που σίγουρα δεν περιμέναμε να δούμε σε μία τέτοια συσκευή. Κατ’ αρχάς να επισημάνουμε πως η οθόνη έχει ρυθμό δειγματοληψίας αφής 1500 Hz, προσφέροντας έτσι εξαιρετική απόκριση. Χρήσιμο βρήκαμε και το AI Motion Control, μία λειτουργία που ουσιαστικά χρησιμοποιεί το γυροσκόπιο του realme 14T για να «μεταφράσει» σε κινήσεις in-game τυχόν περιστροφές (αριστερά, δεξιά, εμπρός, πίσω) της συσκευής, κάτι που στην αρχή μας μπέρδεψε αλλά που μόλις το συνηθίσαμε, μας βόλεψε αφάνταστα. Το AI Ultra Touch Control, τέλος, συμβάλλει στην ταχύτερη αναγνώριση των κινήσεων των αντιχείρων. Εν κατακλείδι, ό,τι κι αν παίξαμε στο realme 14T, η εμπειρία ήταν ευχάριστη. Στα των καμερών, δεν είχαμε ιδιαίτερες προσδοκίες από το realme 14T. Ακόμα κι έτσι όμως, η συσκευή στέκεται αξιοπρεπώς έχοντας τη δυνατότητα να τραβήξει ικανοποιητικές φωτογραφίες και βίντεο με την κάμερα των 50 MP (f/1,8, 1/2,88 ιντσών, PDAF), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουμε δει καλύτερες επιδόσεις στην κατηγορία από άλλα μοντέλα. Στις περιπτώσεις που ο φωτισμός ήταν επαρκής, οι λήψεις μας χαρακτηρίζονταν από ζωηρά χρώματα, ικανοποιητική αντίθεση και χαμηλά επίπεδα θορύβου. Προσφέρεται έως και 20x ψηφιακό zoom – υπολογίστε πως αν έχετε σταθερό χέρι, θα είστε μια χαρά μέχρι και τα επίπεδα του 2x. Η κάμερα μπορεί και τραβά βίντεο ανάλυσης 1080p στα 60 fps και όχι 4K. μ΄Η ποιότητά της κρίνεται ικανοποιητική για την αποτύπωση καθημερινών στιγμών, όμως με δεδομένη την απουσία συστήματος σταθεροποίησης εικόνας μην περιμένετε θαύματα. Η δεύτερη μονόχρωμη κάμερα ανάλυσης 2 MP έχει ξεκάθαρα διακοσμητικό χαρακτήρα αφού κατά το διάστημα που είχαμε στην κατοχή μας το realme 14T δεν μας φάνηκε χρήσιμη ούτε μία φορά. Θεωρητικά μπορείτε να πειραματιστείτε μαζί της, όμως το πιθανότερο είναι πως το κοινό στο οποίο απευθύνεται το smartphone, δύσκολα θα ασχοληθεί περαιτέρω. Στην πρόσοψη, ψηλά στο κέντρο της οθόνης συναντάμε τη selfie camera. Ευρυγώνια στα 16 MP (f/2,5, 1/3 ιντσών, 24 χιλ., PDAF) από τη Sony, θα καλύψει τις ανάγκες σας για βιντεοκλήσεις (1080p/30) και selfies. Τα αποτελέσματα δεν θαμπώνουν ακριβώς, όμως με λίγη προσπάθεια, θα τραβήξετε λήψεις που θα μοιραστείτε χωρίς ενδοιασμούς στα socials. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Η realme έχει προικίσει τη συσκευή με έναν οκταπύρηνο MediaTek Dimensity 6300 στα 6 nm. Είναι μία πάρα πολύ καλή επιλογή για τη budget κατηγορία και σημαντικά ανώτερη σε επιδόσεις σε σχέση π.χ. με τον MediaTek Helio G92 Max που διαθέτει το realme C75, κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό στα πρώτα «ζόρια» όπως π.χ. το gaming. Μην περιμένετε πως το realme 14T θα σας χαρίσει συγκλονιστικές επιδόσεις σε απαιτητικά video games, όμως αν χαμηλώσετε λίγο τα settings, θα παίξετε με σταθερά υψηλό frame rate (το Genshin Impact στα 30 fps σε τέτοια συσκευή για παράδειγμα δεν μας χάλασε καθόλου). Συνεχίζοντας με τα χαρακτηριστικά του realme 14T, στη διάθεσή σας βρίσκονται 8 GB RAM με δυνατότητα χρήσης 10 GB από τον αποθηκευτικό χώρο (128 ή 256 GB) που όμως λόγω του τύπου του (UFS 2.2) δεν κάνουν μεγάλη διαφορά. Η δε μπαταρία έχει χωρητικότητα 6000 mAh και σύμφωνα με τη realme, η υγεία της θα παραμείνει σε επίπεδα άνω του 80% ακόμα και έπειτα από τέσσερα χρόνια. Στα της φόρτισης υποστηρίζεται ενσύρματη 45 W με το 0-50% να απαιτεί μισή ώρα και μία πλήρη φόρτιση να θέλει περί τα 80 λεπτά. Ως προς την αυτονομία, φτάσαμε έως και τη μιάμιση μέρα άνετα. Αξίζει να σημειώσουμε πως η συσκευή δεν ανέβασε θερμοκρασία κατά τη φόρτιση, κάτι στο οποίο συμβάλλει και η τεχνολογία συσκευασίας μπαταρίας C-Pack που έχει χρησιμοποιηθεί από τη realme. Το λογισμικό είναι το Android 15 πλαισιωμένο από το realme UI 6.0. Προσφέρονται 2 χρόνια αναβαθμίσεων λογισμικού και 3 χρόνια ενημερώσεων ασφαλείας. Το γεγονός πως πρόκειται για budget συσκευή πάντως δεν έχει εμποδίσει τη realme να προσθέσει και ορισμένες λειτουργίες οι οποίες ως επί το πλείστον περιστρέφονται γύρω από την κάμερα και την επεξεργασία φωτογραφιών – αφαίρεση αντικειμένων από το πλάνο, αύξηση ευκρίνειας προσώπων, ξεθόλωμα εικόνας. Η εφαρμογή τους δεν ήταν πάντοτε επιτυχημένη όμως αν μη τι άλλο υπήρξαν περιπτώσεις που «έσωσαν» σε κάποιο βαθμό μία ακατάλληλη λήψη. Στα του περιβάλλοντος χρήστη, πολύ χρήσιμο βρήκαμε τον τρόπο απεικόνισης των ειδοποιήσεων (υπάρχει έξτρα χώρος) αλλά και τις διάφορες συντομεύσεις. Συμπέρασμα Αν είστε στην αναζήτηση budget συσκευής, η realme σας έχει ακόμα μία πρόταση. Το realme 14T είναι μία λύση που θα καλύψει απόλυτα τον χρήστη που επιθυμεί μία αξιοπρεπή συσκευή για να τον συνοδεύσει στην καθημερινότητά του: να παρακολουθήσει βίντεο, να ακούσει μουσική, να παίξει casually κάποιο video game, να πλοηγηθεί στα socials και να αποτυπώσει στιγμές σε εικόνα και βίντεο. Με όπλο την άριστη σχέση τιμής/απόδοσης που επιτυγχάνει, θέτει άξια υποψηφιότητα. Η συσκευή είναι διαθέσιμη από τις 7 Μαίου σε 3 χρώματα, Obsidian Black, Lightning Purple και Surf Green.
-
Μετά το FRITZ!Box 6850 5G, το FRITZ!Repeater 3000 AX , το FRITZ!7530 AX τα FRITZ!Box 4060/4040, το FRITZ!Repeater 6000, το FRITZ!Repeater 1200 AX και το FRITZ!Repeater 3000 που ανέβηκαν στο παρελθόν στον πάγκο των δοκιμών, σειρά είχε να δούμε την αναβαθμισμένη έκδοση του FRITZ!Box 5530 Fiber που δεν είναι άλλο από το FRITZ!Box 5590 Fiber. Όπως έχουμε μάθει και από τα υπόλοιπα μοντέλα της AVM το 5590 μεταφράζεται ως: 55 επειδή είναι για τεχνολογία Fiber και το 90 επειδή είναι το καλύτερο και πιο δυνατό μοντέλο της σειράς. Το FRITZ!Box 5590 Fiber ήρθε για να αντικαταστήσει το FRITZ!Box 5491 που ήταν ο προκάτοχος του για το GPON όπως και του FRITZ!Box 5490 που ήταν για AON. Σήμερα θα δούμε αναλυτικά το FRITZ!Box 5590 Fiber. Αυτή η νέα και ενδιαφέρουσα πρόταση της AVM έρχεται να προστεθεί στην γκάμα των προϊόντων που μπορούν να μας προσφέρουν Internet μέσα από την δύναμη της οπτική ίνας. Για αρκετούς τα FTTH Modem Routers (ΟΝΤ) είναι κάτι άγνωστο. Για άλλους είναι μία πραγματικότητα που την ζουν κάθε μέρα αφού το FTTH έχει φτάσει στην περιοχή τους ενώ για άλλους είναι ένα "'όνειρο" και είναι στην αναμονή περιμένοντας το FTTH να γίνει διαθέσιμο. Πριν προχωρήσουμε στο Review θα πρέπει να αναφέρουμε μερικές τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με την τεχνολογία του FTTH και στην δική μας περίπτωση του GPON όπως και για το FRITZ!5590 Fiber. Αυτή η εισαγωγή είναι απαραίτητη για να λυθούν οι απορίες που θα προκύψουν. Ας ξεκινήσουμε: Στην Ελλάδα το FTTH που δίνουν οι πάροχοι είναι τεχνολογίας PON (Passive Optical Network) και υπάρχει και το AON (Active Optical Network). Το PON συγκεκριμένα είναι GPON δηλαδή Gigabit Passive Optical Network. Τι είναι τώρα το GPON και πως λειτουργεί. Με πολύ απλά λόγια από την πλευρά του παρόχου υπάρχει ένα OLT (Optical Line Terminal) το οποίο είναι το "μηχάνημα" που πάνω σε αυτό έχουν συνδεθεί οι οπτικές ίνες που φέρνουν το Internet στο σπίτι μας και στο ONT (Optical Network Terminal). Ενδιάμεσα από το OLT και το ONT υπάρχουν Passive Optical Splitters. Τι κάνουν αυτά: Τα Passive Optical Splitters δέχονται μία οπτική ίνα ως Input και βγάζουν πολλές ίνες ως Output. Οπότε από το OLT μπορεί να έχουμε πχ 10 ίνες οι οποίες όμως δεν θα πάνε σε 10 σπίτια αλλά η κάθε μία από αυτές μπορεί να πάει σε ένα passive optical splitter που το χωρίζει σε 32 ίνες. Έτσι σε μία ίνα αντί για 1 συνδρομητή μπορεί να είναι 32 συνδρομητές. Πάμε τώρα σε αυτό που ενδιαφέρει στην πράξη εμάς τους τελικούς χρήστες. Εφόσον μία οπτική ίνα εξυπηρετεί 32 συνδρομητές πρέπει με κάποιο τρόπο να γίνει διαχωρισμός ποιος συνδρομητής είναι ποιος. Οπότε το κάθε ONT έχει ένα μοναδικό ID που συνήθως αναφέρεται πάνω στο ίδιο το ONT. Στην περίπτωση του FRITZ!Box 5590 το ID είναι της μορφής AVMG xxxx xxxx. Για να αναγνωριστεί και να "συγχρονίσει" το ONT πάνω στην οπτική ίνα πρέπει ο πάροχος να το δηλώσει στο OLT. Αν δεν το δηλώσει τότε δεν θα γίνει ποτέ το Connection. Με την ισχύουσα νομοθεσία στην Ελλάδα που αναφέρει ότι ο πάροχος πρέπει να υποστηρίζει οποιοδήποτε Modem Router, θα νομίζαμε ότι θα μπορούσαμε να αγοράσουμε ένα FTTH Modem Router κοινώς ένα ONT και να δώσουμε στον πάροχο μας το ID και να είμαστε έτοιμοι για surfing. Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Στην περίπτωση του FTTH ο πάροχος δεν θα δεχτεί να περάσει το ID του ONT ώστε να γίνει η σύνδεση. Μας δίνει ένα δικό του ONT το οποίο απλά μετατρέπει την οπτική ίνα σε Ethernet και μετά μας δίνει την επιλογή να εγκαταστήσουμε οποιοδήποτε Router επιθυμούμε αρκεί να έχει WΑΝ Port. Στην παρακάτω φωτογραφία βλέπουμε ένα HUAWEI ONT το οποίο απλά μετατρέπει την οπτική ίνα σε Ethernet. Που θέλουμε να καταλήξουμε. Τo FRITZ!Box 5590 Fiber λειτουργεί και ως ONT αλλά ταυτόχρονα έχει και WΑΝ Port για να εγκατασταθεί ως Router. Την παρούσα στιγμή δεν μπορούμε λόγω των περιορισμών να εγκαταστήσουμε το FRITZ!Box 5590 Fiber ως ONT αλλά μόνο ως Router. Θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε όλα τα χαρακτηριστικά του εν λόγω CPE αλλά η διασύνδεση θα είναι με το ONT που μας έχει δώσει ο πάροχος και όχι απευθείας με την οπτική ίνα πάνω στο FRITZ!Box 5590 Fiber. Την δεδομένη στιγμή που γράφεται το παρόν Review μόνο η Cosmote δίνει το FRITZ!Box 5530 Fiber στις συνδέσεις 1Gbit χωρίς την χρήση ξεχωριστού ONT. Στο μέλλον ας ελπίσουμε ότι θα αλλάξουν κάποια πράγματα στην νομοθεσία και θα μπορεί ο χρήστης να χρησιμοποιήσει το FRITZ!Box 5590 Fiber χωρίς ONT. Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε το SFP που έχει το FRITZ!Box 5590 Fiber το οποίο είναι για GPON και πρέπει να συνδεθεί με οπτική ίνα LC-APC και όχι SC-APC που δέχονται τα ONT των ελληνικών παρόχων. Σε αυτό το Review θα αναλύσουμε τα χαρακτηριστικά και τις λειτουργίες που μας προσφέρει το FRITZ!Box 5590 Fiber. Οι ρυθμίσεις και η παραμετροποίηση δεν αλλάζουν σε κάτι συγκριτικά με τα υπόλοιπα FRITZ!Box λόγω του ενιαίου FRITZ!OS 7 που είναι εγκατεστημένο στις συσκευές. Οπότε οποιοδήποτε μοντέλο και να έχει ήδη στην κατοχή του ο χρήστης από αυτήν την σειρά αλλά και την προηγούμενη, το Web Interface είναι ακριβώς το ίδιο. Υπάρχει η ίδια ευκολία ρυθμίσεων (Mesh, WPS) για τον αρχάριο χρήστη που μπορεί να μην κατέχει πολλές γνώσεις. Οι δυνατότητες που διαθέτει είναι πάρα πολλές όπως θα δούμε και επίσης αναβαθμίζονται συνεχώς. Το μόνο που θα χρειαστεί για την εγκατάσταση του είναι μια μια παροχή ρεύματος και να τρέξουμε την αυτοματοποιημένη διαδικασία. Μέσα σε 2-3 λεπτά είναι έτοιμο για χρήση. Η AVM για όποιον δεν γνωρίζει διαθέτει μια μεγάλη γκάμα προϊόντων όπως VDSL2/ADSL2+/4G/5G/FTTH Routers, Powerlines, WiFi Sticks, DECT Phones(FON), Repeaters όπως και συσκευές για Radiator Control, Power Outlets. Ιδρύθηκε το 1986, έχει έδρα το Βερολίνο και το 2021 απασχολούσε 880 υπαλλήλους. Το 2021 πραγματοποίησε τζίρο 570 εκατομμύρια ευρώ. Τo τμήμα υποστήριξης όπως και το τμήμα κατασκευής βρίσκονται στη Γερμανία, ενώ τα προϊόντα της εταιρείας συνοδεύονται από 5 χρόνια εγγύησης. Η AVM είναι ένας από τους κορυφαίους κατασκευαστές προϊόντων στην Ευρώπη για ευρυζωνικές και ψηφιακές συνδέσεις. To όνομα AVM όλοι το γνωρίζουν πλέον μετά από τόσα χρόνια και δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς είναι συνώνυμο με την πρωτοπορία, την αξιοπιστία και την τεχνολογική υπεροχή. Διαθέτει το ευέλικτο λειτουργικό σύστημα FRITZ!OS που είναι σήμα κατατεθέν της AVM. Το πρώτο μου προϊόν από την AVM ήταν ενα Bluetooth ISDN που για την εποχή του ήταν πολύ "μπροστά". Η AVM με λίγα λόγια, απλά ξεφεύγει από το μέσο όρο των συμβατικών Routers που κατακλύζουν την αγορά. Φέτος η AVM κλείνει και τα 20 χρόνια στην αγορά. https://en.avm.de/about-avm/press/press-releases/2024/03/20-years-of-fritzbox-the-heart-of-the-digital-home-is-celebrating-its-birthday H AVM ακόμα και όταν βγάλει ένα νεότερο προϊόν συνεχίζει να αναβαθμίζει και τα παλιότερα μοντέλα. Έτσι ξέρουμε ότι τα χρήματα που θα διαθέσουμε για την αγορά του εξοπλισμού δεν θα πάνε χαμένα λόγω ότι μετά από κάποιο χρονικό διάστημα θα βγει νεότερο μοντέλο. Επίσης κάτι που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι αντίθετα με άλλες εταιρείες δεν υπάρχουν ΣΥΝΗΘΩΣ Version 1 , Version 2, Version 3. Το τονίζουμε αυτό διότι πολλές εταιρείες βγάζουν το ίδιο προϊόν σε νέο Version με αποτέλεσμα να σταματάει η υποστήριξη μετά από λίγο καιρό στο παλιό Version. Και επειδή το Hardware είναι διαφορετικό έχουν και άλλα Firmware. Στην AVM ακόμα και να υπάρξει Version 2 θα αναβαθμιστεί κανονικά και το Version 1. Αυτό διότι το FRITZ!OS 7 είναι ένα ολοκληρωμένο λειτουργικό που θα προσφέρει στην συσκευή μας όλες τις αναβαθμίσεις που θα πάρουν και οι υπόλοιπες. Φανταστείτε το ως Windows που απλά τα εγκαθιστούμε σε οποιονδήποτε υπολογιστή θέλουμε. Τέλος, υπάρχει δωρεάν υποστήριξη από την AVM μέσω E-mail. Τι είναι το FTTH; Θα το εξηγήσουμε με πολύ απλά λόγια: To Fiber to the Home (οπτική ίνα μέχρι την κατοικία) ή FTTH είναι μια FTTx τεχνολογία (δηλαδή μια αρχιτεκτονική σύνδεσης σε δίκτυο Οπτικών ινών), στην οποία η οπτική ίνα φτάνει μέχρι το χώρο (κατοικίας ή εργασίας) του τελικού χρήστη. Το FTTH έρχεται έτσι σε αντίθεση με μεθόδους όπως οι Fiber to the Building (FTTB), Fiber to the Node (FTTN), Fiber to the Curb (FTTC), ή Hybrid Fibre-Coaxial (HFC), στις οποίες χρησιμοποιείται κάποιο παραδοσιακό φυσικό μέσο (όπως χάλκινα ή ομοαξονικά καλώδια) για το τελευταίο μίλι (Last Mile). To FTTH, λόγω του ότι χρησιμοποιεί 100% οπτικές ίνες, μπορεί να πετύχει πάρα πολύ υψηλούς ρυθμούς μετάδοσης δεδομένων. Unboxing FRITZ!Box 5590 Fiber Η πρώτη μας έκπληξη ήταν ότι είναι λίγο μεγαλύτερο σε διαστάσεις συγκριτικά με τα περισσότερα FRITZ!Βox που έχουμε κάνει Review. Το μέγεθος του δηλαδή είναι 254 x 63 x 191 mm συγκριτικά με το FRITZ!Box 7530 AX που είναι 200 x 45 x 152 mm. Για όποιον έχει το FRITZ!Box 7590 AX τότε είναι ακριβώς το ίδιο μέγεθος. Λογικό το μεγαλύτερο μέγεθος αφού και τα Interfaces είναι πολύ περισσότερα συγκριτικα με το FRITZ!Box 7530 AX αλλά και το μικρότερο μοντέλο που είναι το FRITZ!Box 5530 Fiber. To FRITZ!Box 5590 Fiber έρχεται σε μία όμορφη συσκευασία, με το μπλε χρώμα να κυριαρχεί όπως μας έχει συνηθίσει η AVM σε όλα τα προϊόντα της. Η συσκευασία είναι από σκληρό χαρτόνι. Στην μπροστά πλευρά βλέπουμε το FRITZ!Box 5590 Fiber, τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, που είναι υποστήριξη Fiber Optics, Wireless Dual Band, Gigabit Lan, Dect, Usb, 2.5Gbit Wan κτλ. Aναγράφεται με μεγάλα γράμματα ότι είναι NEW Version Wi-Fi 6. Είναι Dual Radio και θα αναφερθούμε σε αυτό πιο αναλυτικά παρακάτω. Στην πίσω πλευρά σε διάφορες γλώσσες (δεν υπάρχουν ελληνικά) αναφέρονται πιο αναλυτικά τα τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως και με ποιες συσκευές της AVM μπορεί να συνδυαστεί, όπως ένα FRITZ!WLAN Repeater, ένα FRITZ!Fon και άλλα. Στην πάνω και κάτω πλευρά αναγράφεται το μοντέλο όπως υπάρχει και το Logo FRITZ!, ενώ στην δεξιά πλευρά αναγράφονται τα πλεονεκτήματα του όπως και τα περιεχόμενα της συσκευασίας που θα δούμε και σε φωτογραφίες στην συνέχεια του Review. Στην αριστερή πλευρά αναφέρονται κάποιες υποσημειώσεις όπως Modem ID και ότι είναι η έκδοση με SFP GPON. Παρότι είναι το μόνο FRITZ!Box που δεν γράφει πάνω ότι έχει 5 χρόνια εγγύηση στην πράξη ισχύει η 5ετής εγγύση που έχουν άλλωστε όλα τα FRITZ!Box που είναι και η μεγαλύτερη που έχουμε δει σε δικτυακά προϊόντα. Συνεργάζεται με όλα τα Mesh προϊόντα της AVM για να έχει ο χρήστης ένα ενιαίο δίκτυο, με εύκολη διαχείριση και παραμετροποίηση. Ας δούμε τι κρύβεται μέσα στο κουτί: Ανοίγοντας την συσκευασία βρίσκουμε το εγχειρίδιο χρήσης, που αναγράφονται τα βήματα της εγκατάστασης με εικόνες και κείμενα σε διάφορες γλώσσες. Δεν υπάρχει ούτε εδώ η ελληνική γλώσσα, αλλά όπως και στα άλλα προϊόντα της AVM οι εικόνες βοηθούν πάρα πολύ στην εγκατάσταση. Συνοδεύεται από ένα καλώδιο Ethernet 1.5m, ένα διαφημιστικό φυλλάδιο με τις κατηγορίες των προϊόντων που έχει η AVM, μία καρτέλα με τα στοιχεία για το WiFi (SSID, Network Key και FRITZ!Box Password) και ένα ενημερωτικό φυλλάδιο σχετικά με την απόρριψη των ηλεκτρονικών συσκευών. Στην καρτέλα για το WiFI υπάρχουν κενά πεδία, που αντίστοιχα μπορούμε να γράψουμε τα δικά μας SSID, Network Key και FRITZ!Box Password, ώστε να τα θυμόμαστε. Και φυσικά το FRITZ!Box 5590 Fiber σε λευκό/κόκκινο χρώμα, με το τροφοδοτικό του. Επίσης αναγράφονται πληροφορίες για τα LED του. Συνοδεύεται από πενταετή εγγύηση, όπως όλα τα προϊόντα της AVM. Δεν υπάρχει αναλυτικό εγχειρίδιο για την συσκευή σε Cd ή σε έντυπη μορφή, το οποίο δεν θεωρείται αρνητικό, αφού τα εγχειρίδια είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της εταιρείας. Επιπλέον μέσα στo Web Interface του FRITZ!Box υπάρχουν οδηγίες/επεξηγήσεις για όλες τις επιλογές. Η πάνω πλευρά εκτός από τα ενδεικτικά LED, (στα οποία μπορούμε να ρυθμίσουμε την φωτεινότητα τους) έχει και τα πλήκτρα για συγκεκριμένες λειτουργίες όπως και θύρες εξαερισμού. Η κάτω πλευρά είναι όλο θύρες εξαερισμού για την παθητική ψύξη του εξοπλισμού. Είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε η μπροστινή πλευρά να είναι ανασηκωμένη ελαφρώς, αφήνοντας ένα μικρό κενό στο κάτω μέρος, για την αποτελεσματική ψύξη του, ακόμα και το καλοκαίρι που οι θερμοκρασίες ενδέχεται να είναι υψηλές. Η συσκευασία έρχεται με ταινία ασφαλείας. Στο Site της AVM για κάθε προϊόν πέρα από το Manual υπάρχουν και FAQ για να λύσουν τυχόν απορίες σχετικά με τα Features και την παραμετροποίηση της συσκευής. Το Manual μπορεί κανείς να το κατεβάσει από το: https://assets.avm.de/files/docs/fritzbox/fritzbox-5590/fritzbox-5590_man_en_GB.pdf ενώ το Quick Guide είναι διαθέσιμο εδώ: https://assets.avm.de/files/docs/fritzbox/fritzbox-5590/fritzbox-5590_qig_en_GB.pdf Στο Υoutube μπορούμε να δούμε τις δυνατότητες για τα FRITZ! προϊόντα. https://www.youtube.com/fritzboxenglish Το FRITZ!Box 5590 FIber παρότι είναι για FTTH όπως και το FRITZ!Box 5530 Fiber στην πράξη έχει μερικές αναβαθμίσεις συγκριτικά με το δεύτερο. Συγκεκριμένα εδώ μπορούμενα δούμε τις διαφορές τους και για ευκολία ακολουθεί ένα Screenshot. Την παράσταση κλέβει η 2.5Gbit Wan θύρα. Και υπάρχει κάτι ακόμα πιο σημαντικό. Tο FRITZ!Box 5491 Fiber ήταν για GPON ενώ το FRITZ!Box 5490 Fiber για AON. Πλέον δεν χρειάζονται δύο διαφορετικά μοντέλα. Το FRITZ!Box 5590 Fiber είναι ένα και αναλόγως το SFP που θα εγκαταστήσουμε μπορεί να λειτουργήσει και σε GPON αλλά και σε AON. Το Easter Egg θα το αναφέρουμε πιο μετά γιατί υπάρχει ακόμα ένα επιπλέον χαρακτηριστικό. Close up στις Gigabit Lan που μπορεί να συνδεθεί μία συσκευή. Από αριστερά προς τα δεξιά έχουμε. SFP Connector, Fon1/Fon2, 2.5Gbit Wan, 4 x Gigabit Lan, Power Connector και μία USB 3.0. Στην μπροστινή πλευρά υπάρχουν τα ενδεικτικά LED και τα αντίστοιχα κουμπιά για διάφορες λειτουργίες. Πχ ενεργοποίηση του (WPS). Αναλόγως το χρώμα και αν αναβοσβήνουν μας δίνουν πληροφορίες για την σύνδεση. Στο πάνω και στο κάτω μέρος έχει τις θύρες εξαερισμού για την παθητική ψύξη του εξοπλισμού. Δεν υπάρχουν ενοχλητικά ανεμιστηράκια να δουλεύουν και να μας ενοχλούν σε περίπτωση που το έχουμε τοποθετήσει στο δωμάτιο μας. Το τροφοδοτικό του μάρκας Ktec είναι 12 Volt και 2,5 Amps (30W). Σε ένα μικρό Sticker στο κάτω μέρος υπάρχει το SSID, το Network Key το Default FRITZ!Box Password και το Modem ID. Αξίζει να σημειωθεί ότι όση ώρα το δοκιμάσαμε, η θερμοκρασία παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα. Παρακάτω θα αναλύσουμε τα χαρακτηριστικά του FRITZ!Box 5530 Fiber , πως το παραμετροποιούμε και τι μας προσφέρει. FRITZ!Box 5590 Fiber. Σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί ONT (εφόσον αλλάξει κάτι στην νομοθεσία). PBX για μια μικρή εταιρεία ώστε να μην χρειαστεί αγορά ξεχωριστού τηλεφωνικού κέντρου. 4G, 5G Dongle ως backup σε περίπτωση που υπάρχει πρόβλημα της οπτικής ίνας. NAS, Media Server, Fax, Τηλεφωνητής. Χρήσιμα Feature για μια εταιρεία. Usb εκτυπωτής ο οποίος μπορεί με το FRITZ!Box να μετατραπεί σε δικτυακό. Οι χρήσεις είναι πάρα πολλές και μπορούν να γίνουν όλες ταυτόχρονα. Τεχνικά Χαρακτηριστικά FRITZ!Box 5590 Fiber Ασύρματο router με υποστήριξη AON, GPON and XGS-PON. (ΑΟΝ ΙTU-T G.652; IEEE 802.3ah-2004 1000BASE-BX10)/(GPON ITU-T G.984.2/984.5)/(XGS PON ITU-T G.9807) 4 x Gigabit Lan (10/100/1000) Wi-Fi 6 up to 2400 Mbit/s (5GHz) Wi-Fi 6 up to 1200 Mbit/s (2.4GHz) Dual Wireless Radios 1 x 5 GHz and 1 x 2.4 GHz (802.11 ac/n/g/a). Ταυτόχρονη χρήση και των δύο Band. 4 x 4 Wi-Fi 6 with MIMO Mesh WiFi WPA2/WPA3 encryption Wi-Fi Protected Setup (WPS) Μέση κατανάλωση 12 Watt Push Service Led on/off Διαστάσεις 254 x 63 x 191 mm Eco Mode, Energy Saving Smart Steering και CrossBand Repeating Fritz!OS Maximum Transmitter Power. Αν δεν θέλουμε το WiFi να εκπέμπει στο 100% μπορούμε να ελαττώσουμε το ποσοστό εκπομπής IPv6 Χαμηλή κατανάλωση 2 x USB 3.0 2 x FXS. (2 x RJ11 , 1 x TAE) Media Server Κουμπί Wlan για απενεργοποίηση/ενεργοποίηση του WiFi Dect Base Station with HD Telephony. Up to six cordless telephones IP-based Telephony Dect ULE, Han Fun Υποστήριξη VPN, Firewall, DynDns, IPv6, Parental Control, Guest Network, WOL FRITZ!OS με υποστήριξη FRITZ!NAS, MyFRITZ!. Η AVM εξασφαλίζει την ασφάλεια και προσθέτει νέες λειτουργίες και αναβαθμίσεις με καινούρια Firmwares, ακόμα και για παλαιότερα μοντέλα, ώστε να είναι up to date Δυνατότητες Fax to Mail, FRITZ!App Fon για iOS και Android Υποστήριξη Eco Mode, DECT Eco, Energy Saving αναλόγως το ποιες λειτουργίες του FRITZ!Box χρησιμοποιούμε, για ελαχιστοποίηση στην κατανάλωση FRITZ!App Fon Stateful Packet Inspection Firewall DLNA/UPnP AV Wake on Lan over the internet FRITZ!Box 5590 Fiber. Τι μας προσφέρει Λειτουργία ONT/Wan Router Ασύρματη σύνδεση με Tablets και Smartphones και ενσύρματη ή ασύρματη σύνδεση με έναν ή περισσότερους υπολογιστές. Parental Control για τον περιορισμό της χρήσης του Internet, με την χρήση διαφόρων προφίλ. Υποστήριξη DynDns, σε περιπτώσεις απομακρυσμένης πρόσβασης σε συσκευές συνδεδεμένες στο FRITZ!Box 5590 FIber. QoS (Quality Of Service). Υποστήριξη VPN (IPSec) για απομακρυσμένη διαχείριση. Υποστήριξη IPV6. Mesh networking: Μέσα από το Web Interface μπορεί να γίνει κεντρική διαχείριση όλων την συνδεδεμένων συσκευών FRITZ. Παραμετροποίηση του ως Mesh Repeater. Το FRITZ!Box με ένα USB Stick συνδεδεμένο στη μία εκ των δύο USB 3.0 θύρα. Δυνατότητα δημιουργίας Guest Network όπως και δημιουργία κανόνων στο Parental Control, ώστε να ελέγχουμε την πρόσβαση στο Internet και το δίκτυο. Push Service για ενημέρωσή με E-mail για την χρήση του, όπως και τυχόν αλλαγές στο Configuration. Τέσσερις Gigabit Ethernet και Dual Band WiFi για γρήγορες μεταφορές δεδομένων ανάμεσα στους υπολογιστές, Smartphone, Tablets, ενσύρματα και ασύρματα. 2 θύρες USB 3.0 που μπορούμε να συνδέσουμε ένα USB εκτυπωτή ώστε να γίνει δικτυακός και να μπορούν όλες οι συσκευές στο δίκτυο να εκτυπώνουν. Εναλλακτικά μπορεί να συνδεθεί ένας USB σκληρός δίσκος ή ένα USB Stick ώστε να χρησιμοποιείται για αποθήκευση από όλους τους χρήστες και να υπάρχει ακόμα και απομακρυσμένη πρόσβαση στο Nas Storage, σε περίπτωση που είμαστε εκτός χώρου και χρειαζόμαστε πρόσβαση στα αρχεία. Με το FRITZ!Nas ορίζουμε τους χρήστες και τα δικαιώματα που θα έχουν για την πρόσβαση στο Nas Storage. Η Usb μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με USB 4G, 5G Dongle. Wan Port 2.5Gbit Στην FXS, μπορεί να συνδεθεί αναλογική τηλεφωνική συσκευή ή ένα PSTN PBX. DECT Base Station με δυνατότητα σύνδεσης μέχρι 6 ασύρματων συσκευών DECT είτε της AVM είτε ενός τρίτου κατασκευαστή, αρκεί να συνεργάζονται. Δυνατότητα του FRITZ!Box να λειτουργεί ως PBX. Είτε χρησιμοποιήσουμε την FXS, είτε το DECT Base Station, μπορούμε την VoIP τηλεφωνία να την δρομολογήσουμε όπου επιθυμούμε. Η κάθε μία συσκευή θα έχει ένα εσωτερικό νούμερο ώστε να μπορεί να γίνει μεταφορά της κλήσης, από την μία τηλεφωνική συσκευή στη άλλη. Και για όσους δεν σηκώνονται το πρωί, μια τηλεφωνική συσκευή πάνω στο FRITZ!Box μετατρέπεται σε ξυπνητήρι και αρχίσει να κουδουνίζει την ώρα που επιθυμείτε εσείς. Λειτουργία Fax to Mail. Δεν υπάρχει λόγος να γίνεται σπατάλη χαρτιού και μελανιού/toner για τα Fax. Το Fax μετατρέπεται σε E-mail και αποστέλλεται στο E-mail που επιθυμεί ο χρήστης. Με το FRITZ!APP Fon, ένα Smartphone μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ασύρματη τηλεφωνική συσκευή και να πραγματοποιεί, δέχεται κλήσεις με ασφάλεια (VPN) είτε από το τοπικό δίκτυο είτε από το απομακρυσμένο. Δεν χρειάζεται πλέον να γίνεται εκτροπή για να μην χάνουμε τις κλήσεις, δεν χρειάζεται να διαθέτουμε ασύρματο τηλέφωνο στο χώρο μας. Απλά ένα Smartphone. Υποστηρίζει συσκευές για SMART HOME. Η διαχείρισή τους, μπορεί να γίνει από το τοπικό αλλά και από το απομακρυσμένο δίκτυο. Υπάρχουν Smart Plugs, όπως το FRITZ!DECT 200 που είδαμε σε προηγούμενο Review, το FRITZ!DECT 301 που είναι ένα Smart Radiator για να ρυθμίζεται την θερμοκρασία του χώρου σας πριν ακόμα φτάσετε εκεί ή και το FRITZ!DECT 500 που είναι μια Smart λάμπα. Επιπρόσθετα το FRITZ!DECT 440 που είναι ένας τετραπλός διακόπτης που μπορούμε να ορίσουμε διαφορετικές λειτουργίες για κάθε κουμπί. Υποστηρίζει Media Server/Web Radio/Podcast, ώστε να βλέπετε τις αγαπημένες σας ταινίες ή να ακούτε την μουσική σας κάνοντας Streaming κατευθείαν από τον USB σκληρό δίσκο/USB Stick που έχετε συνδέσει στις USB 3.0 του FRITZ!Box. Με Gigabit Ethernet και WiFi με συνολικό Bandwidth 3600Mbits (2400+1200) το Streaming ακόμα και στα 4K γίνεται πανεύκολα. Τι κρύβεται στο εσωτερικό της συσκευής Δεν θα άντεχα να μην μπω στον πειρασμό να ανοίξω τα πλαστικά του FRITZ!Box ώστε να δω τι κρύβεται μέσα του. Μετά την αφαίρεση των πλαστικών βλέπουμε το παρακάτω. Στα αριστερά και δεξιά εκεί που ενώνονται το μαύρο, μπλέ, άσπρο καλώδιο είναι οι Antennas. Ομολογώ ότι είναι το πρώτο μοντέλο της FRITZ που ανοίγω και βλέπω ψύκτρα. Μία μαύρη μεγάλη ψύκτρα καλύπτει πολλά Components. Η ψύξη είναι παθητική ώστε να μην χρειαστούν Fan για την ψύξη. Ότι τοποθετήθηκε ψύκτρα από την άλλη είναι απολύτως λογική. Τα SFP γενικότερα σε λειτουργία αναπτύσσουν αρκετά μεγάλη θερμοκρασία συν την επιπλέον θερμοκρασία από το WiFi Module κτλ κτλ. Mesh Networking To FRITZ!Os 7 υποστηρίζει Mesh Networking. Μέσα από το Web Interface υπάρχει όλη η τοπολογία του δικτύου με τις συνδεδεμένες συσκευές στις οποίες άμα κάνουμε κλικ θα μας δρομολογήσει στο Web Interface τους. Οι συνδεδεμένες συσκευές μπορεί να είναι ένα FRITZ!WLAN Repeater, ένα FRITZ!Dect, ένα FRITZ!Powerline μέχρι και ένα δεύτερο FRITZ!Box. Έτσι το Mesh Networking μας βοηθάει στην κεντρική διαχείριση όλων των FRITZ! συσκευών από μία σελίδα, όπως και λόγω των Features του Mesh Networking, οι ρυθμίσεις που έχουμε κάνει στο FRITZ!Box, για παράδειγμα στην καρτέλα Wireless μπορούν να μεταφερθούν απευθείας στο FRITZ!WLAN Repeater ή στο FRITZ!Powerline. Επιπλέον δεν χρειάζεται να συνδεθούμε στην κάθε συσκευή, για να εγκαταστήσουμε ένα νεότερο Firmware. Αν υπάρχει νεότερο Firmware θα μας το εμφανίσει αυτόματα και απλά πατάμε το Update για να γίνει εγκατάσταση. Η λειτουργία για Update του Firmware δεν ισχύει μόνο για τις συνδεδεμένες συσκευές στο FRITZ!Box αλλά και για το ίδιο το FRITZ!Box. Αν έχουμε ένα Guest Network θα μεταφερθούν οι ρυθμίσεις σε όλο το Mesh Network. Το Mesh Networking, αρχίζει και "μπαίνει" όλο και περισσότερο στην ζωή μας με τις περισσότερες εταιρείες να βγάζουν καινούρια προϊόντα ή αναβαθμίσεις για τα υπάρχοντα, ώστε να υπάρχει υποστήριξη. Όπως βλέπουμε στην παρακάτω φωτογραφία στην καρτέλα Mesh, υπάρχει ένα σχεδιάγραμμα τι έχει συνδεθεί που και με ποιο τρόπο. Εδώ θα εμφανιστούν όχι μόνο οι ασύρματες συσκευές που έχουν συνδεθεί όπως στην περίπτωση μας ένα Laptop και ένα Smartphone αλλά και όλες οι συσκευές της AVM. Επίσης αν ανιχνευτεί αυτόματα καινούριο Firmware μας το εμφανίζει και απλά πατάμε (όπως και έγινε) το κουμπί Perform Update ώστε να αναβαθμιστεί στην τελευταία έκδοση. Tο Mesh Networking δεν έχει περιορισμούς. Δημιουργήθηκε για να καλύψει από ένα μικρό χώρο, που θα χρειαστεί μόνο ένα Powerline ή ένα Repeater, μέχρι πολύ μεγάλους χώρους που θα χρειαστούν πολλά Powerlines , Repeaters, Access Points ώστε να υπάρχει συνολική κάλυψη. Μερικά από τα χαρακτηριστικά του Mesh Network σε συνδυασμό με τα FRITZ! Μέσα από το FRITZ!Box μπορούμε να δούμε την τοπολογία του δικτύου μας. Όλες οι FRITZ συσκευές εμφανίζονται σε ένα ενιαίο σχέδιο. Με μία ματιά βλέπουμε που και πως έχει συνδεθεί η συσκευή μας, ποια συσκευή είναι και την IP που έχει πάρει. Αν υπάρχει αναβάθμιση για μία FRITZ συσκευή θα εμφανιστεί το κουμπί για να την κάνουμε Update. Δεν χρειάζεται να ψάχνουμε για Firmware, δεν χρειάζεται να πάμε στο Web Interface της κάθε συσκευής για να γίνει το Update. Απλά πατάμε το Update και όλα τα υπόλοιπα γίνονται αυτόματα. Με την χρήση του Mesh και του WPS όλες οι ρυθμίσεις που έχουμε πραγματοποιήσει στο FRITZ!Box θα περαστούν αυτόματα και στις υπόλοιπες πχ το Guest Network κτλ. Ταυτόχρονα θα υπάρχει ένα SSID. Όλο το δίκτυο και όλες οι συσκευές θα αποτελούν μέρος αυτού του δικτύου. Δεν χρειάζεται να αλλάζουμε δίκτυο κάθε φορά που μετακινούμαστε στο χώρο. Το Smart Roaming θα μας συνδέσει αυτόματα στο ασύρματο δίκτυο που έχει το καλύτερο σήμα. Υποστηρίζονται οι τεχνολογίες Smart Steering, WiFi Steering και CrossBand Repeating. Όλα εύκολα και απλά. Με απλά λόγια το FRITZ θα αποφασίσει με βάση το φόρτο του δικτύου και άλλες παραμέτρους αν μια Dual Band συσκευή θα πρέπει να αλλάξει Band για καλύτερη απόδοση του δικτύου. Και με το WiFi Steering αν έχουμε πολλαπλές συσκευές FRITZ, τότε η ασύρματη συσκευή μας θα συνδέεται κάθε φορά αυτόματα στο WiFi που έχει το καλύτερο σήμα ώστε να έχουμε μέγιστες αποδόσεις. Το Mesh δίκτυο μπορεί να αποτελείται από ένα FRITZ!Box και ένα FRITZ!Repeater για ένα μικρό χώρο μέχρι πολλά FRITZ!Repeaters, FRITZ!Powerlines για ένα πολύ μεγαλύτερο χώρο. Άτομα κάθε ηλικίας που δεν έχουν πολλές γνώσεις μπορούν εύκολα και απλά να δημιουργήσουν το δικό τους δίκτυο στο σπίτι χωρίς να χρειαστεί να κάνουν πολύπλοκες ρυθμίσεις ή να ζητήσουν βοήθεια από έναν εξειδικευμένο τεχνικό. Εγκατάσταση/Παραμετροποίηση Η εγκατάσταση είναι αρκετά εύκολη και τα βήματα που πρέπει να πραγματοποιηθούν, είναι τα παρακάτω: ΠΡΟΣΟΧΗ. Τα βήματα αναφέρονται στην εγκατάσταση ως Router με την χρήση της Wan Port και όχι ως ONT. Σύνδεση του τροφοδοτικού με το FRITZ!Box 5590 Fiber με μία διαθέσιμη πρίζα ρεύματος. Σύνδεση του FRITZ!Box 5590 Fiber με τον υπολογιστή μας με Fast/Gigabit Ethernet ή με WiFi με τα στοιχεία SSID/Wlan Network Key που αναγράφονται στην καρτέλα που υπάρχει στην συσκευασία. Η παραμετροποίηση μπορεί να γίνει και από Smartphone, Tablet, ή Laptop. Από τον browser ανοίγουμε την διεύθυνση http://fritz.box ή την IP 192.168.178.1 για να συνδεθούμε με το Web Interface με τον κωδικό FRITZ!Box Password που υπάρχει στην καρτέλα. Αυτόματα τρέχει ο Wizard για την αναγκαία παραμετροποίηση. Παραμετροποιούμε με την χρήση της Wan Port όπως και τη VoIP τηλεφωνία. Υπάρχει και δυνατότητα παραμετροποίησης του εξοπλισμού και από το Smartphone ή το Tablet μας με το MyFRITZ!App. Με το MyFRITZ!App έχετε εύκολη και ασφαλή πρόσβαση στο FRITZ!Box και στο οικιακό σας δίκτυο στο σπίτι ή εν κινήσει. Μέσω της προστατευμένης, ιδιωτικής σύνδεσης VPN, μπορείτε να έχετε πρόσβαση και να ελέγχετε τις συσκευές και τα δεδομένα στο οικιακό σας δίκτυο. Η εφαρμογή σας ειδοποιεί μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα για κλήσεις, φωνητικά μηνύματα και άλλα συμβάντα. Απολαύστε πρόσβαση από κινητά από παντού στις φωτογραφίες, τη μουσική και άλλα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο FRITZ!Box σας. Επιπρόσθετα υπάρχουν πολλά Apps για smartphones πχ FRITZ!App Fon από την AVM ώστε να εκμεταλλευτούμε το FRITZ!Box ακόμα περισσότερο. FRITZ!App Wlan To FRITZ!App Wlan είναι ένα Application για Smartphones το οποίο μας προσφέρει αρκετές δυνατότητες για το ασύρματο δίκτυο. Μπορούμε να δούμε σε ποια συσκευή FRITZ! είμαστε συνδεδεμένοι και ας έχει όλο το δίκτυο το ίδιο SSID. Θα μας βοηθήσει να αξιολογήσουμε αν το FRITZ!Repeater , FRITZ!Box είναι στην κατάλληλη θέση για να πετύχουμε την μέγιστη ταχύτητα ή αν χρειάζεται να το μετακινήσουμε αλλού. Μας εμφανίζει ποιες συσκευές δεσμεύουν ποια κανάλια και επιπρόσθετα μας δίνεται η δυνατότητα να τρέξουμε μετρήσεις ταχύτητας στο WiFi. Με τις μετρήσεις αυτές θα γνωρίζουμε αν η συσκευή είναι στο σωστό σημείο σε σύγκριση με το FRITZ!Box ή το FRITZ!Repeater και ποια είναι η μέγιστη ταχύτητα που μπορεί να επιτευχθεί στα 2.4GHz και στα 5Ghz από εκείνο ακριβώς το σημείο. Web Interface FRITZ!Box 5590 Fiber Η Default IP για το Web Interface είναι η 192.168.178.1, που μπορούμε να συνδεθούμε με Ethernet ή με WiFi. Την πρώτη φορά που θα συνδεθούμε και αφού διαλέξουμε την γλώσσα που επιθυμούμε μας ζητάει να βάλουμε το Password. Μετα το Password θα ξεκινήσει αυτόματα ο Wizard, που θα μας ρωτήσει σε ποια χώρα βρισκόμαστε. Αφού διαλέξουμε Greece, κάνει ένα Reboot και μετά συνεχίζει ο Wizard, που μας ρωτάει αν θέλουμε να ενεργοποιήσουμε τα Diagnostics and Maintenance. Μετά μας ρωτάει αν θα χρησιμοποιήσουμε την SFP Port ή την Wan Port. Διαλέγουμε Connection via a network termination device (ONT) και πατάμε Configure Internet Connection via Lan. Στην επόμενη καρτέλα, μας ρωτάει για το όνομα του παρόχου και αν θα γίνει κλήση PPPOE ή χρήση DHCP. Εμείς διαλέγουμε PPPOE και εισάγουμε το Username/Password του παρόχου. Μπορούμε να αλλάξουμε και τα Connection Settings για χρήση VLAN. Συνεχίζει ο Wizard με επιλογές για να παραμετροποιήσουμε την Voip τηλεφωνία, το WiFi και να γίνει έλεγχος για πιο νέο Firmware. Δεν χρειάστηκε κάποια άλλη ρύθμιση και είχαμε απευθείας Internet. Τόσο απλά και εύκολα! Όπως βλέπουμε και στην παρακάτω εικόνα στους Providers υπάρχει ήδη η Cosmote. Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε την καρτέλα Overview που μας δείχνει αρκετά στοιχεία για την σύνδεση μας με τον Provider αλλά και για τους Clients στο Lan. FRITZ!OS 7 Το FritzOS είναι το λειτουργικό σύστημα για τα προϊόντα της AVM. Με αυτόματες αν το επιθυμούμε αλλά και εξαιρετικά συχνές αναβαθμίσεις είναι εδώ για να μας προσφέρει ένα τεράστιο εύρος λειτουργιών που μας επιτρέπει να ρυθμίσουμε ακόμη και την παραμικρή λεπτομέρεια που αφορά στη χρήση και στο customization του router. Εύχρηστο UI, προηγμένα security features αλλά και τη δυνατότητα να φτιάξουμε το δικό μας NAS δίκτυο, το εν λόγω λειτουργικό σύστημα αποτελεί το σήμα κατατεθέν της AVM. Πρόκειται από μόνο του, έναν επιπρόσθετο λόγο για να διαλέξουμε ένα από τα τα routers της. Αυτό που κάνει το FRITZ!Box 5590 Fiber να ξεχωρίζει από τον ανταγωνισμό, είναι η δύναμη του λειτουργικού συστήματος FRITZ!OS. Κάτι που οφείλουμε να σημειώσουμε πως ισχύει για όλα τα προϊόντα FRITZ! της AVM. Το FRITZ!OS συνδυάζει ιδανικά την ευκολία χρήσης με έναν μεγάλο αριθμό χαρακτηριστικών και λειτουργιών. Το καθαρό user interface και οι χρήσιμοι οδηγοί σε καθοδηγούν βήμα-βήμα για την ολοκλήρωση κάθε είδους ρύθμισης. Συχνά προσθέτουν ακόμα και νέες λειτουργίες. Μπορείς να απολαμβάνεις ασφαλές σερφάρισμα χάρη στο ενσωματωμένο firewall ή να απαγορεύσεις την πρόσβαση σε συγκεκριμένες ιστοσελίδες. WiFi 6 Ποια είναι η διαφορά για το νέο αυτό Standard και τι μας προσφέρει. Το 2020 είναι το έτος του WiFi 6 , που προσφέρει μεγαλύτερες ταχύτητες και καλύτερες επιδόσεις. Τα ονόματα IEEE 802.11 AC ή ως συντόμευση Wireless AC αλλάζουν και αυτά και πλέον γίνεται αντικατάσταση από Version Numbers. Ο λόγος που γίνεται, είναι η πιο εύκολη και σαφής αναγνώριση των ασύρματων προτύπων. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του WiFi 6; OFDMA : Ποιο αποδοτικό. Το OFDMA στο WiFi 6 αναθέτει “κομμάτια” του ασύρματου δικτύου σε διαφορετικές συσκευές με αποτέλεσμα πιο αποδοτικό διαμοιρασμό όπως και παραπάνω Bandwidth ανά Stream. 1024-QAM : To WiFi 6 αυξάνει την ταχύτητα του ασύρματου δικτύου συγκριτικά με τον προκάτοχό του μέχρι και 40%. 2.4 GHz : Ένα μεγάλο άλμα για τα 2.4 GHz. Από τότε που παρουσιάστηκαν τα 2.4 GHz πριν περίπου 10 χρόνια δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Η βαρύτητα είχε πέσει στα 5GHz. Με το WiFi 6 αυτό αλλάζει και το Bandwidth έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Μπορούν να συνδεθούν παραπάνω συσκευές και αυτό εξυπηρετεί τις περιπτώσεις που κάποιος έχει πολλές συσκευές που λειτουργούν μόνο στα 2.4 Ghz. ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ : Η μπαταρία στα Smartphones και σε άλλες φορητές συσκευές θα αυξηθεί με το WiFi 6 με τους νέους μηχανισμούς εξοικονόμησης ενέργειας που διαθέτει. Επιπρόσθετα υποστηρίζεται WPA3 για μεγαλύτερη ασφάλεια. Το FRITZ!Box 5590 Fiber υποστηρίζει 2.4 GHz και 5 GHz (WiFi 6) Δοκιμές Αφού αναφέραμε αναλυτικά τα χαρακτηριστικά συνέχεια είχε να το υποβάλουμε σε μερικές δοκιμασίες. Η FTTH σύνδεση 100Mbit Download/10Mbit Upload λειτούργησε σταθερά και απροβλημάτιστα. Με ευκολία καταφέραμε στο WiFi και στα 5Ghz να τερματίσουμε το Bandwidth από το Laptop και το Smartphone. Έγιναν δοκιμές τόσο με τοπική πρόσβαση όσο και απομακρυσμένη με ένα Kingston USB Stick 128Gbytes σε NTFS που ήταν συνδεδεμένο στην USB και έγιναν αντιγραφή τυχαία αρχεία δοκιμαστικά από το USB stick στο laptop και αντίστροφα. Το ίδιο το FRITZ!Box διαθέτει όπως αναφέρει στο Interface 1.47 GB free internal space, ώστε για μικρά αρχεία να μην χρειάζεται να συνδεθεί εξωτερικός σκληρός δίσκος ή USB Stick. Ο εσωτερικός χώρος είναι πιο πολύ για Fax, για μυνήματα του τηλεφωνητή και για μικρά αρχεία όπως Word κτλ. Θα ήταν μια πολύ καλή κίνηση η AVM να ενσωμάτωνε για παράδειγμα 64Gbytes ή ακόμα και 128Gbytes εσωτερικού χώρου ώστε ο χρήστης να μπορεί να αποθηκεύσει και ταινίες. Πλέον το κόστος για 64/128Gbytes είναι πολύ μικρό. Το Guest Network έγινε παραμετροποίηση με ελάχιστα clicks και ήταν έτοιμο για να δώσει πρόσβαση σε όποιον το χρειαζόταν. Συνδέσαμε το FRITZ!Dect 200 για να παρατηρούμε την θερμοκρασία του χώρου και το FRITZ!Powerline 1260E για να δώσουμε Internet σε ένα απομακρυσμένο PC. Συνδέσαμε στην Gigabit Lan θύρα του FRITZ!Box 5590 Fiber το ΕΟΝ ΒΟΧ ώστε να παρακολουθήσουμε μία ταινία. Δεν αντιμετωπίσαμε κάποιο πρόβλημα κατά την προβολή μιας ταινίας. Δοκιμάστηκε το EON BOX και ασύρματα και όλα λειτούργησαν απροβλημάτιστα. Επίσης υποστηρίζει Band Steering. Όταν μία συσκευή υποστηρίζει και 2.4GHz αλλά και 5GHz, το FRITZ!Box μπορεί να καθορίσει σε ποιο από τα δύο Bands πρέπει να συνδεθεί η συσκευή για να έχει τις μέγιστες επιδόσεις. Τα 5GHz ναι μεν είναι καλύτερα στο θέμα της μέγιστης ταχύτητας αλλά τα 2.4GHz τα καταφέρνουν καλύτερα όταν πρέπει να διαπεράσουν ένα εμπόδιο σε αντάλλαγμα χαμηλότερες ταχύτητες. Επιπλέον το Band Steering αναλαμβάνει να αλλάξει το Band που έχει συνδεθεί μια συσκευή αν κρίνει ότι υπάρχει μεγάλο φόρτο σε αυτό για αποφυγή μειωμένης ταχύτητας. Δοκιμάσαμε να συνδέσουμε πολλές συσκευές (Smartphones, Tablets, Laptops) ταυτόχρονα στο WiFi και δεν αντιμετωπίσαμε πρόβλημα. Επόμενη δοκιμή ήταν να συνδέσουμε την έξυπνη λάμπα της AVM (FRITZ!DECT 500) στο FRITZ!Box το οποίο απαιτεί ελάχιστα κλικ ώστε να μας προσφέρει όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου στο χώρο μας. Διαλέξτε το χρώμα που ταιριάζει στην διάθεση σας ή για την δουλειά που θέλετε να κάνετε. Δοκιμάσαμε να συνδέσουμε πολλές συσκευές (Smartphones, Tablets, Laptops) ταυτόχρονα στο WiFi και δεν αντιμετωπίσαμε κάποιο πρόβλημα που είναι απολύτως λογικό αφού ειναι Dual Radio/Band. Εφαρμόσαμε σε ένα Smartphone εύκολα και επιτυχώς ένα προφίλ, ώστε να έχει πρόσβαση μόνο στις σελίδες που είχαμε ορίσει. Κατεβάσαμε το FRITZ!App Wlan στο Samsung Galaxy S22. Το συγκεκριμένο Smartphone υποστηρίζει Wi-Fi 6 οπότε και συνδέθηκε στα 1.2Gbps με το FRITZ!Box και με WPA3. Μέσα από το συγκεκριμένο App έχουμε την δυνατότητα να κάνουμε Speedtest ώστε να δούμε την μέγιστη ταχύτητα που μπορούμε να πετύχουμε στο σημείο που βρισκόμαστε. Είναι ένα εργαλείο ώστε να δούμε αν κάποιο σημείο στο σπίτι δεν έχει καλό WiFi και που ίσως να χρειάζεται την προσθήκη ενός Repeater/Access Point. Έγινε σύνδεση στο FRITZ!Box με το Laptop HP ENVY το οποίο έχει για Wireless Network Adapter την Intel WiFi 6 AX201. Το Laptop συνδέθηκε στα 2400Mbit !!!!! Μια λειτουργία που θα εκτιμήσουν πολλοί την σήμερον ημέρα είναι ότι μπορεί να φτιαχτεί λίστα με τους ανεπιθύμητους αριθμούς που δεν θέλουμε να μπορούν να μας καλέσουν. Τα νούμερα μπορεί να είναι μεμονωμένα, μπορεί να είναι κάποιο φάσμα ή ακόμα και ολόκληρος τηλεφωνικός κατάλογος που θα έχουμε δημιουργήσει μέσα στο FRITZ!Box!!!! Υποστηρίζει WPA3 για μέγιστη ασφάλεια, κάτι που το καθιστά ακόμα πιο FutureProof. Στην επόμενη δοκιμή αφού συνδεθήκαμε στο WiFi του FRITZ!Box 5590 Fiber αρχίσαμε να περπατάμε προς ένα FRITZ!Repeater που είχαμε εγκαταστήσει για να δούμε αν και πόσο γρήγορα θα γίνει η εναλλαγή στο πιο δυνατό σήμα. Πράγματι εκεί που το σήμα είχε μειωθεί, το Smart Roaming ανέλαβε να μας συνδέσει στο FRITZ!Repeater που είχε καλύτερο σήμα. Η αλλαγή γίνεται ταχύτατα, και ο χρήστης δεν θα την αντιληφθεί πάρα μόνο από το ότι θα έχει ξανά δυνατό σήμα. Επαναλάβαμε την δοκιμή την ώρα που είχαμε ανοιχτό συνέχεια το Measure WiFi του FRITZ!App Wlan και στο γράφημα φαίνεται μια στιγμιαία πτώση της ταχύτητας μέχρι να γίνει η εναλλαγή. Αυτό επιτυγχάνεται λόγω των χαρακτηριστικών του Mesh Network. Ότι συσκευή FRITZ και να βάλουμε στο δίκτυο μας είτε Repeater είτε Access Point είτε Powerline θα εμφανιστεί μέσα στο Mesh Networking του FRITZ!Box 5590 Fiber. Και μπορούν να συνδεθούν όπως εμείς επιθυμούμε. Ατέλειωτοι συνδυασμοί. Αν έχουμε συνδέσει ένα USB Stick, ή ένα USB HDD στο FRITZ!Box συνεχίζει να είναι διαθέσιμο κανονικά είτε συνδεόμαστε στο FRITZ!Box κατευθείαν είτε διαμέσου ενός FRITZ!Repeater. Οι φωτογραφίες, τα τραγούδια, οι ταινίες μας διαθέσιμες ανά πάσα στιγμή. Αν αντιμετωπίσουμε προβλήματα στο δίκτυο μας μπορούμε εύκολα να βρούμε που είναι το πρόβλημα. Μέσα από το FRITZ!Box μπορούμε να δούμε όλο το δίκτυο μας χάρις στο Mesh Networking. Βλέπουμε τι έχει συνδεθεί που, τι IP έχει και σε τι ταχύτητα έχει γίνει το Connection. Οπότε με αυτά τα στοιχεία μπορούμε να δούμε γιατι πχ ο συγκεκριμένος Client που συνδέεται στο χ Repeater έχει χαμηλή ταχύτητα. Επίσης αν έχουμε κάποιο FRITZ!Box που μας έχει περισσέψει μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως Access Point/Repeater. Και το Mesh Networking δεν ισχύει μόνο για το Internet αλλά και για την τηλεφωνία μας με τα FRITZ!Fon (Mesh Telephony). FAQ Στο Site της AVM υπάρχει το Knowledge Base όπου μπορούμε να βρούμε απαντήσεις σε πολλαααααά ερωτήματα. https://en.avm.de/service/fritzbox/knowledge-base/?product=FRITZ-Box-5590-Fiber&query= Εμείς θα απαντήσουμε σε ένα δύο βασικά ερωτήματα που αφορούν τους ελληνικούς Providers. 1.Μπορώ να χρησιμοποιήσω την Fiber Port. -> Όχι. Στην παρούσα φάση ο πάροχος δεν θα δεχτεί να περάστει το Modem ID στο OLT για να έχετε πρόσβαση στο Internet. 2. Ποιο είναι το Easter Egg? Το Easter Egg αν και το αναφέραμε πιο πάνω χωρίς να το αναλύσουμε είναι ότι το FRITZ!Box 5590 Fiber μπορεί να δεχτεί XGS-PON SFP το οποίο στην πράξη είναι 10-Gigabit-capable symmetric passive optical network. Υποστηρίζει μέχρι 10Gbit Download/10Gbit Upload. Δυστυχώς κανείς πάροχος ακόμα δεν το υποστηρίζει και σίγουρα δεν πρόκειται να το δούμε σύντομα. 3. Έχω Vodafone/Cosmote. Θα λειτουργήσει η VoIP τηλεφωνία στο FRITZ!Box. Ναι, θα χρειαστεί να την παραμετροποιήσετε manually αφού ο πάροχος σας δώσει τα στοιχεία. 4. Για Nova όμως δεν μας είπες. Η Nova ήταν να κάνει κάποιες αλλαγές ώστε να μπορεί ο τελικός χρήστης να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε CPE θέλει και να μπορεί να λειτουργεί η τηλεφωνία. Δεν γνωρίζω αν έχουν ολοκληρωθεί οι ενέργειες και στο Insomnia.gr δεν έχω δει κάπου κάποιο θέμα που να παραμετροποίησε ένας χρήστης την τηλεφωνία σε FRITZ!Box. Επίσης η NOVA δεν έδινε ONT Standalone αλλά έδινε το Nokia που είναι Modem, Router και ONT σε ένα. Θεωρητικά θα πρέπει να δώσει στον χρήστη απλά ένα ONT όπως κάνει η Cosmote και η Vodafone ώστε ο χρήστης να συνδέσει το FRITZ!Box 5590 Fiber πίσω από αυτο. Αν κάποιος γνωρίζει κάτι παραπάνω ας με ενημερώσει για να γίνει Edit το παρόν Review. Συμπεράσματα Κάπου εδώ το Review οδεύει προς το τέλος του όλοι περιμένουν τα συμπεράσματα μας σχετικά με το FRITZ!Box 5590 Fiber και κατά πόσο αξίζει η αγορά του. Για τον χρήστη που θέλει ένα καλό, σταθερό Router το FRITZ!Box 5590 Fiber είναι εδώ. Είναι ένα Modem Router - ONT που όπως αναφέραμε, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλά διαφορετικά σενάρια και καταστάσεις που ενδεχομένως να αντιμετωπίσουμε στην καθημερινότητα μας. Είναι μία αξιόλογη λύση όταν το Modem Router του παρόχου δεν μπορεί να μας καλύψει και επιθυμούμε πολύ παραπάνω Features. Είναι ένα δυνατό Hardware για τον απαιτητικό χρήστη. Τα χαρακτηριστικά του θα ικανοποιήσουν τους περισσότερους χρήστες, αφού μας παρέχει πολλές δυνατότητες. Συγκριτικά με άλλα Modem Router δίνει πολύ παραπάνω λειτουργίες όπως Guest Network, Mesh Networking και αυτό δικαιολογεί την τιμή του, που είναι κάπως αυξημένη. Τη στιγμή που γράφεται το Review η τιμή του ξεκινάει στα 326 Ευρώ στο www.skroutz.gr . Λόγω του Mesh Networking και των LED η παραμετροποίηση μπορεί να γίνει πολύ εύκολα χωρίς να μπερδέψει τον χρήστη και υπάρχουν αναλυτικές οδηγίες σε κάθε βήμα με επεξήγηση. Ακόμα και αν οι γνώσεις του χρήστη είναι περιορισμένες με τον αρχικό Wizard που θα τρέξει αυτόματα, θα γίνουν όλες οι απαραίτητες ρυθμίσεις για να έχουμε Internet ενσύρματα και ασύρματα. Λόγω του Mesh το troubleshooting γίνεται ακόμα πιο εύκολο αφού μπορούμε από το σχεδιάγραμμα να δούμε που υπάρχει το πρόβλημα. Επίσης η δυνατότητα λειτουργίας και ως Mesh Repeater, κάνει την αγορά μας πιο Futureproof. Ακόμα και εάν οι ανάγκες αλλάξουν ή θελήσουμε να το χρησιμοποιήσουμε σε κάποιον άλλο χώρο σε άλλο Mode, το FRITZ!Βox 5590 Fiber είναι εκεί και μπορεί να το επιτύχει. Το Internet μπορεί να διαμοιραστεί ενσύρματα σε μία κονσόλα, έναν αποκωδικοποιητή, ή ασύρματα σε Smartphones, Laptops και Tablets. Το Dual Band WiFi 6 είναι αρκετό για να υποστηρίξει Streaming σε μία Smart TV από το Internet ή από μια συσκευή που βρίσκεται στο τοπικό μας δίκτυο. Επιπρόσθετα με τις δύο FXS και το DECT Station μας δίνεται η δυνατότητα να έχουμε ένα Mini PBX με δυνατότητα Fax, αυτόματου τηλεφωνητή και κουδούνι πόρτας. Το Dual Band WiFi και οι Gigabit Ports θα αντεπεξέλθουν επιτυχώς στο μεγάλο φόρτο και το Guest Network θα είναι Up and Running σε ελάχιστο χρόνο για να εξυπηρετήσει τους επισκέπτες. Streaming, Podcasts, Nas Storage, FXS όλα εκεί, σε ένα FRITZ!Box μαζεμένα, για να είναι η παραμετροποίηση πιο εύκολη με το μικρότερο δυνατό κόστος. Ένα FRITZ!Box πολλά Features. Για όποιον θέλει κάτι καλύτερο από το Router του παρόχου και με περισσότερες δυνατότητες τότε το FRITZ!Box 5590 Fiber είναι η ιδανική λύση. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να επεκτείνει το WiFi δίκτυο μας ως Repeater ή ως Access Point αν και η πρωταρχική του χρήση δεν είναι αυτή. Γιατί να διαλέξουμε τo συγκεκριμένα FRITZ!Box και όχι κάποιο άλλο προϊόν από έναν άλλο κατασκευαστή; Έχουν παραπάνω δυνατότητες συγκριτικά με άλλα Modem Router. Αναβαθμίζονται για να μας προσφέρουν περισσότερες δυνατότητες, όπως το Mesh Networking. Μπορούν να συνεργαστούν με τα υπόλοιπα προϊόντα της AVM για ένα ολοκληρωμένο δικτυακό περιβάλλον. Κοινή ενιαία πλατφόρμα (FRITZ!OS). Eίναι μια ολοκληρωμένη λύση για το σπίτι αλλά ακόμα και για μια μικρή εταιρεία. Στο παρακάτω Link αναφέρονται κάποια από τα πλεονεκτήματα γιατί να αγοράσουμε προϊόντα FRITZ!. https://en.avm.de/fritz-heres-why/ Επίσης υπάρχουν ακόμα αρκετές δικτυακές συσκευές που δεν διαθέτουν WiFi ή το WiFi είναι Optional οπότε η ύπαρξη τεσσάρων Gigabit Ports είναι χρήσιμη. Το FRITZ!Box 5590 Fiber μπορεί να χρησιμοποιηθεί όχι μόνο από τον οικιακό χρήστη, αλλά μπορεί παράλληλα να αποτελέσει και μια αξιόπιστη και πανίσχυρη λύση για όλες τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που θέλουν κάτι καλύτερο. Προσωπικά δοκιμάζοντας και αυτό το προϊόν της AVM μόνο θετικά λόγια μπορώ να πω, τόσο από την ποιότητα κατασκευής όσο και από τις δυνατότητες που προσφέρει. Έχοντας δοκιμάσει και άλλα Routers, μπορώ να πω ότι είναι μια αγορά που αξίζει και που θα αφήσει ευχαριστημένο το χρήστη. Πολλοί ενδεχομένως να πουν ότι τα FRITZ! σε μερικές περιπτώσεις είναι πιο ακριβά από άλλες λύσεις. Είναι απολύτως λογικό διότι η πληθώρα των Features, το ανεβάζει αρκετά πάνω από τον ανταγωνισμό και δικαιολογεί το κόστος. Η τιμή παρότι φαίνεται υψηλή , στην πράξη δεν είναι και τόσο. Αν κοιτάξουμε την αγορά θα δούμε ότι τα Router που υποστηρίζουν τέτοια χαρακτηριστικά είναι σχετικά ακριβά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ακόμα και παλαιότερα μοντέλα FRITZ, χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα για διάφορες λειτουργίες σε ένα δίκτυο. Επίσης σε κάθε αναβάθμιση Firmware πέρα από διόρθωση κάποιων Bugs που μπορεί να υπάρχουν, προσθέτονται και καινούρια χαρακτηριστικά. Και είναι ένα CPE που θα το κρατήσει κανείς για πολλά χρόνια. Αυτό που συνεχίζει και μου κάνει θετική εντύπωση με τα FRITZ!, είναι η πληθώρα ρυθμίσεων και των διαφορετικών Modes. Με αυτόν τον τρόπο ακόμα και αν αναβαθμίσουμε σε ένα πιο καινούριο μοντέλο, μπορούμε το προηγούμενο να το χρησιμοποιήσουμε με διαφορετικό τρόπο. Επίσης θα μας συντροφεύει με αναβαθμίσεις και νέα Security Features για πολλά χρόνια μετά την αγορά του. Να ενημερώσουμε ότι το FRITZ!OS 7.80 είναι διαθέσιμο για τα FRITZ! προϊόντα. To FRITZ! Lab είναι μια υποσελίδα στο site της AVM που απευθύνεται στους χρήστες που θέλουν να δοκιμάσουν πρώτοι τα νέα Firmware που βγαίνουν για τα προϊόντα που έχουν στη κατοχή τους. Τα FRITZ!Box 5590 Fiber είναι η ναυαρχίδα της AVM για το FTTH και για τον χρήστη που θέλει τα μέγιστα. Η τελική απόφαση είναι δική σας. Εμείς είμαστε εδώ να λύσουμε τις απορίες σας. Ευχαριστούμε την AVM για την παραχώρηση του δείγματος δοκιμής. View full review
-
Το ROG Strix SCAR 18 είναι ένα gaming laptop για εκείνους που… δεν παίζουν. Μεταφορικά ομιλώντας. Πρόκειται άλλωστε για τη ναυαρχίδα της ASUS, ένα σύστημα που δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα να κάνει πραγματικότητα ακόμα και τα πιο τρελά όνειρα του τυχερού κατόχου του – αφού πρώτα τον έχει «ξαλαφρώσει» κατά μερικές χιλιάδες ευρώ (αλλά περισσότερα γι’ αυτά τα ελάσσονος σημασίας, αργότερα). Τι το μοναδικό έχει όμως το συγκεκριμένο σύστημα και πόσο καλύτερα τα καταφέρνει σε σχέση με τον ανταγωνισμό αλλά και την προηγούμενη έκδοσή του; Και στην ερώτηση του εκατομμυρίου (σε δραχμές), αξίζει τα χρήματά του; Πάμε να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Σχεδιασμός Με την πρώτη ματιά στο ROG Strix SCAR 18 θα πείτε «να ένα gaming laptop». Επ’ αυτού δεν υπάρχει καμία αμφιβολία αφού το σύστημα τικάρει όλα τα κουτάκια με τα must της κατηγορίας: μαύρο σώμα, φωτισμός LED όπου υπάρχει ευκαιρία, αχρείαστα έντονο branding και αεραγωγοί που καταλαμβάνουν όσο το δυνατόν περισσότερη επιφάνεια. Με διαστάσεις 39,9 x 29,8 x 3,2 εκατ. μάλιστα, η φετινή έκδοση είναι αισθητά πιο «μπαμπάτσικη» σε σχέση με την προηγούμενη ενώ αυξημένο είναι και το βάρος του συστήματος που πλέον αγγίζει τα 3,3 κιλά. Και για τα δύο όμως υπάρχει καλός λόγος αφού όπως θα δούμε παρακάτω, η ASUS επένδυσε σε ένα νέο σύστημα ψύξης που ενισχύει τις επιδόσεις του laptop. Και σε τελική ανάλυση, δεν είναι ότι κάποιος που αγοράζει έναν υπολογιστή 18 ιντσών δίνει και ιδιαίτερη βάση στη φορητότητα, έτσι; Στο καπάκι του laptop συναντάμε μία οθόνη Anime Matrix (ή για να ακριβολογούμε μία διαγώνια λωρίδα) την οποία ο χρήστης μπορεί να προγραμματίσει με τα δικά του animations. Στην επάνω δεξιά γωνία βρίσκεται το λογότυπο της ROG. Για να είμαστε ειλικρινείς δεν μας άρεσε κανένα από τα δύο στοιχεία. Αμφότερα είναι από υπερβολικά έως τελείως αχρείαστα – και ειδικά για την Anime Matrix, ακόμα κι αν την απενεργοποιήσετε εντελώς, τη ζημιά ως προς το κόστος του συστήματος την έχει ήδη κάνει. Επιπρόσθετα το καπάκι δεν διαθέτει κάποια εγκοπή ή επιφάνεια που να εξέχει, οπότε θα χρειαστεί μία σχετική προσπάθεια προκειμένου να το ανοίξετε (στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν τα καταφέραμε με το ένα χέρι). Να σημειώσουμε εδώ πως εν αντιθέσει με το πλαστικό εσωτερικό, το καπάκι είναι μεταλλικό. Κοιτώντας το σύστημα γύρω-γύρω, θα δείτε πως στην πίσω πλευρά υπάρχει μόνο ο βασικός αεραγωγός του. Αν και από πλευράς ψύξης αυτό είναι θετικό, θα κάνει τη ζωή σας δυσκολότερη όσον αφορά στη διαχείριση των καλωδίων. Στα δεξιά έχουμε μόνο δύο USB 3.2 Gen 2 Type-A και έναν μικρότερο αεραγωγό ενώ στα αριστερά βρίσκονται όλες οι άλλες θύρες: φόρτισης, Ethernet 2,5 Gbps, HDMI, USB 3.2 Gen 2 Type-A, δύο USB Type-C Thunderbolt 5 (με DisplayPort 2.1 και Power Delivery 3.1) και σύνθετη ήχου 3,5 χιλ. (κατά σειρά από πίσω προς τα εμπρός). Η αρνητική έκπληξη έρχεται με τη σύνδεση του καλωδίου φόρτισης το οποίο προεκτείνεται κάθετα στην πλευρά. Για να καταλάβετε, εκείνο του προηγούμενου μοντέλου έκανε γωνία 90ο συνεχίζοντας παράλληλα, κάτι που βοηθούσε σημαντικά στη διαχείριση. Δυστυχώς στο φετινό ROG Strix SCAR 18 αυτό δεν συμβαίνει. Περιμετρικά της βάσης του laptop έχει τοποθετηθεί μία λωρίδα LED η οποία τουλάχιστον είναι κομματάκι πιο λεπτή από εκείνη που υπήρχε στον προκάτοχο του ROG Strix SCAR 18. Αχρείαστη; Μάλλον, αν και θα αναγνωρίσουμε ότι μπορεί να δημιουργήσει ωραία ατμόσφαιρα σε έναν σκοτεινό χώρο. Όπως και να ‘χει, θα ‘στε σε θέση να τη ρυθμίσετε όπως επιθυμείτε και να την απενεργοποιήσετε εντελώς. Η βάση του συστήματος πάντως αφαιρείται χωρίς εργαλεία με δυο κινήσεις, προσφέροντας άμεση πρόσβαση στις θέσεις και τις υποδοχές των δίσκων και της RAM καθώς και τους ανεμιστήρες. Ως εκ τούτου, εφ’ όσον αποφασίσετε να αναβαθμίσετε τον υπολογιστή σας, θα το κάνετε πανεύκολα δίχως να απαιτείται ούτε κατσαβίδι. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Το σύστημα που πήραμε στα χέρια μας έρχεται με οθόνη 18 ιντσών. Πρόκειται για μία ROG Nebula, τουτέστιν ένα πάνελ Mini LED με ανάλυση 2560 x 1600 pixels, μέγιστη φωτεινότητα 1200 nits, ρυθμό ανανέωσης οθόνης 240 Hz, χρόνο απόκρισης 3 ms, κάλυψη χρωματικού χώρου DCI-P3 σε ποσοστό 100%, πάνω από 2000 ζώνες dimming (στο προηγούμενο μοντέλο είχαμε 2304 οπότε τόσες είναι και τώρα λογικά), πιστοποίηση Pantone Validated και υποστήριξη τεχνολογιών Dolby Vision και NVIDIA G-SYNC. Η μόνη αλλαγή που έχει γίνει αφορά την εφαρμογή μίας διπλής επίστρωσης η οποία προσφέρει έως και 4,5 φορές καλύτερη αντίθεση και γωνία θέασης 180ο. Η οθόνη καλύπτει πρακτικά ολόκληρη τη διαθέσιμη επιφάνεια καθώς το πλαίσιό της είναι εξαιρετικά μικρό – η κάμερα ίσα που χωράει πάνω-πάνω. Η όλη εμπειρία θέασης είναι όπως θα περιμένατε, υπέροχη. Τα χρώματα είναι καταπληκτικά και οι κινήσεις πιο ομαλές απ’ όσο θα μπορούσατε να φανταστείτε. Η φωτεινότητα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα εξασφαλίζοντας άριστη εικόνα ανεξαρτήτως του φωτισμού περιβάλλοντος και η αντίθεση είναι απολαυστική με το περιεχόμενο HDR να δείχνει συγκλονιστικό. Όποια κι αν είναι τα γούστα σας στο gaming, από online τίτλους που η ταχύτητα είναι το παν (βλ. Overwatch 2, Apex Legends, Counter-Strike 2 κλπ) μέχρι αριστουργήματα που δίνουν έμφαση στη λεπτομέρεια (Black Myth Wukong, Cyberpunk 2077, Red Dead Redemption 2 κ.α.), παράπονο δεν θα ‘χετε. Ο μόνος μας αστερίσκος έχει να κάνει με τους επαγγελματίες – και μόνο – δημιουργούς περιεχομένου, αφού οι ζώνες dimming επηρεάζουν σε έναν βαθμό την πιστότητα των χρωμάτων. Στα ενδότερα του ROG Strix SCAR 18, η ASUS το έχει εφοδιάσει με έναν Intel Core Ultra 9 275HX. Πρόκειται για έναν ολοκαίνουριο επεξεργαστή με 24 πυρήνες (οκτώ παραγωγικότητας ή P-cores και 16 αποτελεσματικότητας ή E-cores), ισάριθμα νήματα και NPU ισχύος 13 TOPS. Η πλατφόρμα Arrow Lake HX της Intel έχει σημαντικά ανώτερες επιδόσεις σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη γενιά και το σύστημα της ASUS εκμεταλλεύεται, όπως θα δούμε παρακάτω, την ισχύ του επεξεργαστή του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ο τελευταίος πλαισιώνεται από 64 GB μνήμης dual-channel DDR5 RAM στα 5600 MHz και δίσκο PCIe 4.0 NVMe M.2 SSD χωρητικότητας 2 TB. Να σημειώσουμε εδώ πως το σύστημα υποστηρίζει δίσκο PCIe 5.0 οπότε αν θέλετε κάτι ταχύτερο, μπορείτε να εκμεταλλευτείτε τη δυνατότητα αυτή. Το laptop διαθέτει ακόμα Wi-Fi 7 και Bluetooth 5.4 ενώ ενσωματώνει και μπαταρία 90 Wh. Όσο για τα γραφικά; Εδώ αρχίζουν τα ωραία… Η κάρτα του συστήματος, βλέπετε, είναι μία NVIDIA GeForce RTX 5090 με 24 GB μνήμης GDDR7. Η RTX 5090 εγγυάται πως όποιο τίτλο κι αν αποφασίσετε να παίξετε στα 1440p και 1600p θα απολαύσετε συγκλονιστικά γραφικά με σταθερά υψηλά frame rates. Στα τρία ιδιαίτερα απαιτητικά προαναφερθέντα παιχνίδια (Black Myth Wukong, Cyberpunk 2077, Red Dead Redemption 2) που δοκιμάσαμε, με τα settings στο max και ενεργοποιημένα τα Ray Tracing και DLSS Super Resolution, είχαμε σταθερά περισσότερα από 60 fps, ενώ κορυφαία στιγμή που ζήσαμε ήταν όταν τα benchmarks που τρέξαμε του 3D Mark, δεν παρουσίασαν κανένα κόλλημα. Cyberpunk 2077 Black Myth Wukong Λαμβάνοντας υπόψη τις εξαιρετικές επιδόσεις της, η RTX 5090 αποδεικνύει την κυριαρχία της στον τομέα των φορητών GPU, καταφέρνοντας να ανταποκριθεί άψογα ακόμα και στα πιο απαιτητικά παιχνίδια της αγοράς. Όλα τα παραπάνω είναι λογικά από τη στιγμή που η RTX 5090 είναι ότι καλύτερο στο χώρο των mobile GPU -με διαφορά- και πραγματικά δείχνει τα δόντια της φέρνοντας σε πέρας πολύ απαιτητικά παιχνίδια. Cinebench R23 Η ASUS έχει δώσει έμφαση στην αποτελεσματική διαχείριση πόρων αλλά και τον χαμηλό θόρυβο. Ο διακόπτης MUX θα σας επιτρέψει να χρησιμοποιείτε την ενσωματωμένη στον επεξεργαστή κάρτα όταν δεν συντρέχει λόγος ενεργοποίησης της RTX. Ως εκ τούτου, η αυτονομία του συστήματος με απλή, καθημερινή χρήση (χωρίς gaming) εντοπίζεται γύρω στις 6 ώρες. Φυσικά όσο πιο υψηλές είναι οι απαιτήσεις σας, τόσο περισσότερο θα μειώνονται οι αντοχές της, φτάνοντας – κατά τις δοκιμές μας – έως και τη μία ώρα. Αλλά ας μη γελιόμαστε, κανείς δεν πρόκειται να κάτσει να παίξει με το ROG Strix SCAR 18 on the go – τουναντίον, το πιθανότερο είναι πως θα βρίσκεται «παρκαρισμένο» σε κάποιο γραφείο. Αναφορικά με τη φόρτιση πάντως, στη συσκευασία θα βρείτε έναν ιδιαίτερα ογκώδη και βαρύ (μιλάμε για κιλό…) φορτιστή 380 W ο οποίος κάνει το 0-100% σε περίπου 2 ώρες. 3D Mark Το σύστημα ψύξης του όπως εξηγήσαμε έχει υποστεί βελτιώσεις καθώς πλέον υπάρχει μεγαλύτερος θάλαμος ατμού, η ψύκτρα καλύπτει ολόκληρη την επιφάνεια ανάμεσα σε κάρτα γραφικών και επεξεργαστή ενώ έχει χρησιμοποιηθεί και υγρό μέταλλο Conductonaut Extreme για καλύτερη θερμική αγωγιμότητα. Οι θερμοκρασίες που φτάνει το ROG Strix SCAR 18 εξαρτώνται από το τι κάνετε και το προφίλ ψύξης που χρησιμοποιείτε. Σε γενικές γραμμές πάντως παρατηρήσαμε έως 80ο C στον επεξεργαστή και 75ο C στην κάρτα γραφικών ενώ σε καμία περίπτωση το πληκτρολόγιο ή η επιφάνεια που ακουμπούσαν οι καρποί μας δεν έγιναν ενοχλητικές ή άβολες. Όσον αφορά στον θόρυβο, οι ανεμιστήρες έφτασαν μέχρι και τα 50 dB στην πιο ακραία περίπτωση. Σε συνθήκες τυπικής καθημερινής χρήσης (non-gaming) πάντως, τα επίπεδα δεν ξεπέρασαν τα 35 dB. Εμπειρία χρήσης Εκκινώντας το ROG Strix SCAR 18, μας περίμενε το γνωστό λογισμικό της ASUS, μέσω του οποίου προσφέρονται διάφορες ρυθμίσεις λειτουργίας, πρόσβαση σε διαγνωστικά εργαλεία και εξυπηρέτηση πελατών, ενημερώσεις κλπ. Εκπλήξεις δεν υπάρχουν – το Armoury Crate στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Αν και σε ό,τι αφορά τους ανεμιστήρες και την ψύξη, ο χρήστης έχει πρακτικά τη δυνατότητα να κάνει ό,τι θέλει, βρήκαμε τα υπάρχοντα προφίλ μια χαρά. Το πληκτρολόγιο δεν διαφέρει ιδιαίτερα από τα όσα μας έχει συνηθίσει η σειρά. Είναι πλήρους μεγέθους και διαθέτει numpad, κάτι που θα βρουν σίγουρα θετικό όσοι συνηθίζουν να δουλεύουν με αριθμούς. Η παραχώρηση που έχει γίνει εδώ όμως, είναι η μάλλον άβολη θέση των πλήκτρων κατεύθυνσης τα οποία μοιάζουν να έχουν στριμωχτεί όπως-όπως. Δεν ήταν και λίγες οι φορές που πάνω στην ένταση του παιχνιδιού τα δάχτυλά μας πήγαν αλλού γι’ αλλού. Ο σχεδιασμός των πλήκτρων είναι βολικός κι έτσι ακόμα και κατά την πληκτρολόγηση, τα δάχτυλά μας «γλιστρούσαν» από το ένα στο άλλο με τη μόνη δυσκολία να αφορά τη δύναμη που χρειαζόταν να βάλουμε στο κάθε πάτημα (παραήταν «σκληρά»). Έπειτα από λίγα λεπτά ενεργής χρήσης του πληκτρολογίου πάντως, ήρθαμε αντιμέτωποι με το πρώτο σοβαρό ζήτημα λειτουργικότητας που έχει το ROG Strix SCAR 18 και αυτό δεν είναι άλλο από την έντονη γωνία στο άκρο του, εκεί δηλαδή που ακουμπούν οι καρποί. Η επιφάνειά του τελειώνει απότομα, κάτι που σε συνδυασμό με το ψηλό προφίλ του είχε ως αποτέλεσμα έπειτα από λίγη ώρα, ο πόνος στα χέρια να είναι κάτι παραπάνω από ενοχλητικός. Εν τέλει καταλήξαμε να χρησιμοποιούμε επί μονίμου βάσης ένα στήριγμα καρπών σιλικόνης… Όσο για το mousepad έχει γυάλινη επιφάνεια, είναι μεγάλο και προσφέρει ακρίβεια κινήσεων χωρίς να μπερδεύεται από τυχόν επαφές της παλάμης. Δυστυχώς, τόσο το πληκτρολόγιο, όσο και το mousepad τραβούν τις δαχτυλιές όπως η λάμπα τα κουνούπια. Η κάμερα του συστήματος μπορεί να είναι Full HD ανάλυσης όμως η ποιότητά της δεν είναι τίποτα το τρομερό. Αν πρόκειται να χρησιμοποιείτε το ROG Strix SCAR 18 για βιντεοκλήσεις, τουλάχιστον φροντίστε ο φωτισμός του χώρου που βρίσκεστε να είναι καλός, ειδάλλως το αποτέλεσμα θα είναι κάτω του μετρίου. Τουλάχιστον υποστηρίζει Windows Hello για άμεση πρόσβαση στα Windows με απόλυτη ασφάλεια Όσο για τον ήχο, το laptop έρχεται με σύστημα τεσσάρων ηχείων (δύο tweeters και δύο woofers) με τεχνολογία Smart Amp και υποστήριξη Dolby Atmos. Εδώ θα δώσουμε τα εύσημα στην ASUS διότι η δουλειά που έχει γίνει είναι εξαιρετική: ο ήχος είναι ισορροπημένος, με εντυπωσιακό βάθος και καθαρότητα. Εννοείται πως μπορείτε να συνδέσετε ακουστικά, όμως αν δεν υπάρχουν άλλοι γύρω σας, μη φοβηθείτε να αφήσετε τα ηχεία να κάνουν παιχνίδι. Συμπέρασμα Συγκεντρώνοντας τις σκέψεις μας για το ROG Strix SCAR 18, ειλικρινά πρόκειται για ένα σπουδαίο σύστημα που ρεαλιστικά δεν υστερεί πουθενά. Οι βελτιώσεις του συγκριτικά με τον προκάτοχό του είναι τρομερές αλλά σε αυτό δεν φταίει η ASUS: η πρόοδος που σημειώνεται πλέον γενιά με τη γενιά σε επεξεργαστές και γραφικά είναι ολοένα και μικρότερη. Από πλευράς τιμής/απόδοσης, ενδεχομένως ένα SCAR προηγούμενης «φουρνιάς» να μοιάζει καλύτερη περίπτωση, όμως δεν θα είναι το ίδιο futureproof σε σχέση με αυτό. Συνυπολογίστε και την εξωφρενικά υψηλότερη τιμή – σε σχέση φυσικά με τα όσα προσφέρει – της έκδοσης με την RTX 5090 και έχετε ένα gaming laptop ικανό να κάνει level up σε κάθε εμπειρία gameplay σας, διατηρώντας σας στην αιχμή των εξελίξεων για κάμποσα χρόνια. Όπως μα ενημερώνει η ASUS, το μοντέλο διαθέτει διετή εγγύηση, αλλά με αγορά έως το τέλος Ιουνίου και εγγραφή στον ιστότοπο της εταιρείας, οι χρήστες εξασφαλίζουν επιπλέον έτος εγγύησης εντελώς δωρεάν. Επιπρόσθετα, η αγορά αυτού του laptop προσφέρει σημαντικό αριθμό πόντων ROG Elite.
-
Πρόκειται άλλωστε για τη ναυαρχίδα της ASUS, ένα σύστημα που δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα να κάνει πραγματικότητα ακόμα και τα πιο τρελά όνειρα του τυχερού κατόχου του – αφού πρώτα τον έχει «ξαλαφρώσει» κατά μερικές χιλιάδες ευρώ (αλλά περισσότερα γι’ αυτά τα ελάσσονος σημασίας, αργότερα). Τι το μοναδικό έχει όμως το συγκεκριμένο σύστημα και πόσο καλύτερα τα καταφέρνει σε σχέση με τον ανταγωνισμό αλλά και την προηγούμενη έκδοσή του; Και στην ερώτηση του εκατομμυρίου (σε δραχμές), αξίζει τα χρήματά του; Πάμε να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Με την πρώτη ματιά στο ROG Strix SCAR 18 θα πείτε «να ένα gaming laptop». Επ’ αυτού δεν υπάρχει καμία αμφιβολία αφού το σύστημα τικάρει όλα τα κουτάκια με τα must της κατηγορίας: μαύρο σώμα, φωτισμός LED όπου υπάρχει ευκαιρία, αχρείαστα έντονο branding και αεραγωγοί που καταλαμβάνουν όσο το δυνατόν περισσότερη επιφάνεια. Με διαστάσεις 39,9 x 29,8 x 3,2 εκατ. μάλιστα, η φετινή έκδοση είναι αισθητά πιο «μπαμπάτσικη» σε σχέση με την προηγούμενη ενώ αυξημένο είναι και το βάρος του συστήματος που πλέον αγγίζει τα 3,3 κιλά. Και για τα δύο όμως υπάρχει καλός λόγος αφού όπως θα δούμε παρακάτω, η ASUS επένδυσε σε ένα νέο σύστημα ψύξης που ενισχύει τις επιδόσεις του laptop. Και σε τελική ανάλυση, δεν είναι ότι κάποιος που αγοράζει έναν υπολογιστή 18 ιντσών δίνει και ιδιαίτερη βάση στη φορητότητα, έτσι; Στο καπάκι του laptop συναντάμε μία οθόνη Anime Matrix (ή για να ακριβολογούμε μία διαγώνια λωρίδα) την οποία ο χρήστης μπορεί να προγραμματίσει με τα δικά του animations. Στην επάνω δεξιά γωνία βρίσκεται το λογότυπο της ROG. Για να είμαστε ειλικρινείς δεν μας άρεσε κανένα από τα δύο στοιχεία. Αμφότερα είναι από υπερβολικά έως τελείως αχρείαστα – και ειδικά για την Anime Matrix, ακόμα κι αν την απενεργοποιήσετε εντελώς, τη ζημιά ως προς το κόστος του συστήματος την έχει ήδη κάνει. Επιπρόσθετα το καπάκι δεν διαθέτει κάποια εγκοπή ή επιφάνεια που να εξέχει, οπότε θα χρειαστεί μία σχετική προσπάθεια προκειμένου να το ανοίξετε (στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν τα καταφέραμε με το ένα χέρι). Να σημειώσουμε εδώ πως εν αντιθέσει με το πλαστικό εσωτερικό, το καπάκι είναι μεταλλικό. Διαβάστε ολόκληρο το Review
-
Πότε ήταν η τελευταία φορά που ένα smartphone πραγματικά άλλαξε τα δεδομένα; Αν κοιτάξουμε τα αναδιπλούμενα τηλέφωνα (foldables), παρότι βρίσκονται ήδη αρκετά χρόνια στην αγορά, δεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν κάποιο σημαντικό ρεύμα που να αλλάζει την κατηγορία συνολικά. Ιδιαίτερα τα μεγάλα foldables, αυτά που μετατρέπονται από smartphone σε μίνι tablet, παραμένουν μια εξειδικευμένη κατηγορία χωρίς την επαναστατική επίδραση που υπόσχονταν αρχικά. Παρά τους ισχυρισμούς των εταιρειών κάθε χρόνο, δεν έχουν επιβάλει κάποια νέα κατεύθυνση που να ακολουθεί ολόκληρη η βιομηχανία, όπως είχαν κάνει παλαιότερα άλλες καινοτομίες στον χώρο. Το Oppo Find N5 κάνει μια σημαντική προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση. Κατά την παρουσίασή του στην Κίνα, η Oppo είχε εξηγήσει τον στόχο της που δεν ήταν άλλος από τη δημιουργία του λεπτότερου foldable στον κόσμο. Μόνο που όσο εντυπωσιακά κι αν φαίνονται τα χαρακτηριστικά του Find N5 στα χαρτιά, δεν ήμασταν σε καμία περίπτωση έτοιμοι για την αίσθηση που αφήνει στο χέρι. Εδώ να αναφέρουμε ότι το Find N5 μας το εξασφάλισε το ελληνικό γραφείο της εταιρείας στη χώρα μας με πολύ κόπο και συνεχείς πιέσεις έπειτα από το MWC της Βαρκελώνης, όπου και το είδαμε στο booth της Qualcomm. Το αρνητικό γεγονός που γνωρίζουμε εδώ και καιρό είναι ότι η συσκευή δεν θα κυκλοφορήσει στην Ευρώπη. Το Oppo Find N5 είναι ένα foldable smartphone με διαστάσεις 160,87 x 74,42 x 8,93 χιλ. όταν είναι κλειστό και 160,87 x 146,58 x 4,21 χιλ. όταν είναι ανοιχτό. Let that sink in… Παρατηρείτε κάτι περίεργο; Να σας βοηθήσουμε παραθέτοντάς σας μερικά στοιχεία προς σύγκριση. Το Galaxy S25 Ultra έχει προφίλ 8,2 χιλ. Το realme 14 Pro+ 8 χιλ. Το δε Xiaomi 15 Ultra 9,4 χιλ. Να πάμε και στα foldables; Το Galaxy Z Fold6 είναι στα 5,6 και 12,1 χιλ. Το ούτως ή άλλως καταπληκτικό Honor Magic V3 βρίσκεται στα 4,4 και 9,3 χιλ. Και το Find N3, η αμέσως προηγούμενη πρόταση της Oppo δηλαδή είχε φτάσει ως τα 5,8 και 11,7 χιλ. Αντίστοιχα, το Mate X6 της Huawei έχει άοχος 9,85 χιλιοστά κλειστό και 4,6 όταν η οθόνη είναι πλήρως ανοιχτή. Διαβάστε ολόκληρο το Review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Όπως πέρυσι τέτοια εποχή, έτσι και φέτος η Xiaomi μας παρουσίασε τη νέα της ναυαρχίδα, με τα αποκαλυπτήρια να γίνονται στη Βαρκελώνη και το MWC 2025, όμως να έχουμε τη δυνατότητα να δοκιμάσουμε τη συσκευή από πριν και για αρκετές ημέρες. Το Xiaomi 15 Ultra είναι μία απόλυτα εντυπωσιακή συσκευή, τόσο από πλευράς εμφάνισης, όσο και από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών. Αν και σε τέτοιου είδους «ετήσιες» κυκλοφορίες, είθισται να αναφέρουμε πως ο εκάστοτε κατασκευαστής φρόντισε να διορθώσει τα κακώς κείμενα του προηγούμενου μοντέλου, σε αυτή τα πράγματα δεν έχουν έτσι. Μην παρερμηνεύσετε τα παραπάνω: το περυσινό Xiaomi 14 Ultra ήταν μία επίσης υπέροχη πρόταση με συγκεκριμένα θετικά και αρνητικά στοιχεία. Ε, ο φετινός του αντικαταστάτης, κατά έναν περίεργο τρόπο ενισχύει ακόμα περισσότερο τα πλεονεκτήματα που «κληρονομεί» χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα για να λειάνει τις ατέλειές του – κάτι που, όσο να ‘ναι, χτυπάει άσχημα σε μία συσκευή του ενάμισι χιλιάρικου. Πάμε να δούμε όμως αναλυτικά τις εντυπώσεις μας. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Αν κοιτάξουμε τα αναδιπλούμενα τηλέφωνα (foldables), παρότι βρίσκονται ήδη αρκετά χρόνια στην αγορά, δεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν κάποιο σημαντικό ρεύμα που να αλλάζει την κατηγορία συνολικά. Ιδιαίτερα τα μεγάλα foldables, αυτά που μετατρέπονται από smartphone σε μίνι tablet, παραμένουν μια εξειδικευμένη κατηγορία χωρίς την επαναστατική επίδραση που υπόσχονταν αρχικά. Παρά τους ισχυρισμούς των εταιρειών κάθε χρόνο, δεν έχουν επιβάλει κάποια νέα κατεύθυνση που να ακολουθεί ολόκληρη η βιομηχανία, όπως είχαν κάνει παλαιότερα άλλες καινοτομίες στον χώρο. Το Oppo Find N5 κάνει μια σημαντική προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση. Κατά την παρουσίασή του στην Κίνα, η Oppo είχε εξηγήσει τον στόχο της που δεν ήταν άλλος από τη δημιουργία του λεπτότερου foldable στον κόσμο. Μόνο που όσο εντυπωσιακά κι αν φαίνονται τα χαρακτηριστικά του Find N5 στα χαρτιά, δεν ήμασταν σε καμία περίπτωση έτοιμοι για την αίσθηση που αφήνει στο χέρι. Εδώ να αναφέρουμε ότι το Find N5 μας το εξασφάλισε το ελληνικό γραφείο της εταιρείας στη χώρα μας με πολύ κόπο και συνεχείς πιέσεις έπειτα από το MWC της Βαρκελώνης, όπου και το είδαμε στο booth της Qualcomm. Το αρνητικό γεγονός που γνωρίζουμε εδώ και καιρό είναι ότι η συσκευή δεν θα κυκλοφορήσει στην Ευρώπη. Το Oppo Find N5 είναι ένα foldable smartphone με διαστάσεις 160,87 x 74,42 x 8,93 χιλ. όταν είναι κλειστό και 160,87 x 146,58 x 4,21 χιλ. όταν είναι ανοιχτό. Let that sink in… Παρατηρείτε κάτι περίεργο; Να σας βοηθήσουμε παραθέτοντάς σας μερικά στοιχεία προς σύγκριση. Το Galaxy S25 Ultra έχει προφίλ 8,2 χιλ. Το realme 14 Pro+ 8 χιλ. Το δε Xiaomi 15 Ultra 9,4 χιλ. Να πάμε και στα foldables; Το Galaxy Z Fold6 είναι στα 5,6 και 12,1 χιλ. Το ούτως ή άλλως καταπληκτικό Honor Magic V3 βρίσκεται στα 4,4 και 9,3 χιλ. Και το Find N3, η αμέσως προηγούμενη πρόταση της Oppo δηλαδή είχε φτάσει ως τα 5,8 και 11,7 χιλ. Αντίστοιχα, το Mate X6 της Huawei έχει άοχος 9,85 χιλιοστά κλειστό και 4,6 όταν η οθόνη είναι πλήρως ανοιχτή. Διαβάστε ολόκληρο το Review
-
Oppo Find N5 Review - Το λεπτότερο foldable στον κόσμο που δεν θα δούμε στην Ευρώπη
Hal9000 δημοσίευσε ένα review στο Smartphones
Πότε ήταν η τελευταία φορά που ένα smartphone πραγματικά άλλαξε τα δεδομένα; Αν κοιτάξουμε τα αναδιπλούμενα τηλέφωνα (foldables), παρότι βρίσκονται ήδη αρκετά χρόνια στην αγορά, δεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν κάποιο σημαντικό ρεύμα που να αλλάζει την κατηγορία συνολικά. Ιδιαίτερα τα μεγάλα foldables, αυτά που μετατρέπονται από smartphone σε μίνι tablet, παραμένουν μια εξειδικευμένη κατηγορία χωρίς την επαναστατική επίδραση που υπόσχονταν αρχικά. Παρά τους ισχυρισμούς των εταιρειών κάθε χρόνο, δεν έχουν επιβάλει κάποια νέα κατεύθυνση που να ακολουθεί ολόκληρη η βιομηχανία, όπως είχαν κάνει παλαιότερα άλλες καινοτομίες στον χώρο. Το Oppo Find N5 κάνει μια σημαντική προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση. Κατά την παρουσίασή του στην Κίνα, η Oppo είχε εξηγήσει τον στόχο της που δεν ήταν άλλος από τη δημιουργία του λεπτότερου foldable στον κόσμο. Μόνο που όσο εντυπωσιακά κι αν φαίνονται τα χαρακτηριστικά του Find N5 στα χαρτιά, δεν ήμασταν σε καμία περίπτωση έτοιμοι για την αίσθηση που αφήνει στο χέρι. Εδώ να αναφέρουμε ότι το Find N5 μας το εξασφάλισε το ελληνικό γραφείο της εταιρείας στη χώρα μας με πολύ κόπο και συνεχείς πιέσεις έπειτα από το MWC της Βαρκελώνης, όπου και το είδαμε στο booth της Qualcomm. Το αρνητικό γεγονός που γνωρίζουμε εδώ και καιρό είναι ότι η συσκευή δεν θα κυκλοφορήσει στην Ευρώπη. Εμφάνιση – Σχεδιασμός Το Oppo Find N5 είναι ένα foldable smartphone με διαστάσεις 160,87 x 74,42 x 8,93 χιλ. όταν είναι κλειστό και 160,87 x 146,58 x 4,21 χιλ. όταν είναι ανοιχτό. Let that sink in… Παρατηρείτε κάτι περίεργο; Να σας βοηθήσουμε παραθέτοντάς σας μερικά στοιχεία προς σύγκριση. Το Galaxy S25 Ultra έχει προφίλ 8,2 χιλ. Το realme 14 Pro+ 8 χιλ. Το δε Xiaomi 15 Ultra 9,4 χιλ. Να πάμε και στα foldables; Το Galaxy Z Fold6 είναι στα 5,6 και 12,1 χιλ. Το ούτως ή άλλως καταπληκτικό Honor Magic V3 βρίσκεται στα 4,4 και 9,3 χιλ. Και το Find N3, η αμέσως προηγούμενη πρόταση της Oppo δηλαδή είχε φτάσει ως τα 5,8 και 11,7 χιλ. Αντίστοιχα, το Mate X6 της Huawei έχει άοχος 9,85 χιλιοστά κλειστό και 4,6 όταν η οθόνη είναι πλήρως ανοιχτή. Όπως αντιλαμβάνεστε, τα 4,21 και 8,93 χιλ. του Find N5 αποτελούν εξωφρενικό κατόρθωμα από πλευράς Oppo. Η συσκευή είναι τόσο λεπτή που κλειστή είναι σαν να κρατά κανείς ένα τυπικό (candy bar δηλαδή) μοντέλο με το βάρος των 229 γραμμαρίων να «καμουφλάρει» εξίσου καλά τον foldable σχεδιασμό του. Ανοίγοντάς το δε, το θέαμα είναι ακόμα πιο συγκλονιστικό αφού με μία πιο προσεκτική ματιά, διαπιστώνει κάποιος πως οριακά χώρεσε η θύρα USB Type-C! Και βέβαια να επισημάνουμε για το τυπικό της υπόθεσης πως ναι, το Oppo Find N5 είναι το λεπτότερο foldable σε στυλ βιβλίου που υπάρχει στην αγορά (μας). Τα παραπάνω βέβαια δεν θα έλεγαν απολύτως τίποτα αν το Find N5 δεν ήταν αρκούντως ανθεκτικό. Η Oppo μας ενημερώνει ότι έχει υποβάλλει τη συσκευή σε πλήθος δοκιμών θέλοντας να αποδείξει τη στιβαρότητά της και κυρίως την αντοχή του μηχανισμού άρθρωσής της και η αλήθεια είναι πως οι εντυπώσεις που μας άφησε κατά στο διάστημά που το είχαμε στην κατοχή μας ήταν οι καλύτερες. Η ποιότητα κατασκευής του Find N5 είναι εξαιρετική: το smartphone είναι όσο «βαρύ» χρειάζεται για να εμπνέει εμπιστοσύνη. Διαθέτει δε προστασία από το νερό βάσει πιστοποιήσεων IPX6, IPX8 και IPX9 (όχι όμως και από σκόνη). Σημειώνουμε εδώ πως το Oppo Find N5 διαθέτει γυάλινες επιφάνειες και κράμα αλουμινίου που είναι κατά 30% πιο ανθεκτικό σε σχέση με εκείνο του προκατόχου του, Find N3. Τα πλήκτρα του βρίσκονται στη δεξιά πλευρά και είναι τα συνήθη – αυξομείωσης ήχου, ενεργοποίησης με ενσωματωμένο σαρωτή δακτυλικού αποτυπώματος, ειδοποιήσεων. Το μόνο μας παράπονο εδώ είναι πως τα δύο πρώτα θα μπορούσαν να βρίσκονται λίγο πιο κάτω χάριν ευκολίας. Η συσκευή, τέλος, έρχεται σε δύο χρώματα – μαύρο και λευκό – με τη συσκευασία να περιλαμβάνει φορτιστή SuperVOOC 80 W (αφού δεν πωλείται εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης) και καλώδιο. Οθόνες Οι διαστάσεις του Oppo Find N5 σημαίνουν ότι όταν η συσκευή είναι κλειστή, το design της παραπέμπει πολύ περισσότερο σε αυτό ενός μη foldable smartphone σε σχέση π.χ. με το πολύ πιο μακρόστενο Galaxy Z Fold6. Η εξωτερική του οθόνη είναι της τάξης των 6,62 ιντσών καλύπτοντας το 92,2% της επιφάνειας πρόσοψης και διαθέτοντας ανάλυση 1140 x 2616 και λόγο διαστάσεων 20,7:9, προσφέροντας έτσι μία εμπειρία χρήσης που βρίσκεται πάρα πολύ κοντά σε εκείνη μίας τυπικής ναυαρχίδας. Στο εσωτερικό του, η μεγάλη οθόνη είναι σχεδόν τετράγωνη έχοντας ανάλυση 2248 x 2480 και διαγώνιο 8,12 ιντσών. Αμφότερες είναι OLED LTPO με δυναμικό ρυθμό ανανέωσης 1-120 Hz και υποστήριξη HDR10+ και HDR Vivid. Η εσωτερική είναι ένα κλικ πιο φωτεινή από την εξωτερική – όχι κι ό,τι καλύτερο. Ανοίγοντας το Find N5 πάντως, η προσοχή μας πήγε μεμιάς στο τσάκισμα στο κέντρο. Αν και γίνεται αντιληπτό (ίσα που) ψηλαφίζοντας την οθόνη, για να το δει κάποιος, θα πρέπει να κρατήσει το κινητό υπό γωνία ώστε το φως να πέσει πολύ συγκεκριμένα επάνω του. Σε κανονικές συνθήκες χρήσης πάντως η παρουσία του τσακίσματος είναι αδύνατον να παρατηρηθεί. Η Oppo έχει «βαφτίσει» τον μηχανισμό ως Titanium Flexion Hinge αναφέροντας πως είναι 26% μικρότερος σε μέγεθος και 36% πιο ανθεκτικός συγκριτικά με εκείνον του Find N3, ενώ θα αντέξει έως και για 10 χρόνια χρήσης. Ρεαλιστικά πάντως, η όλη εμπειρία χρήσης της ήταν πάρα πολύ καλή (σε αυτό συνέβαλλε και το λογισμικό στο οποίο θα αναφερθούμε παρακάτω) αν και όχι εξαιρετική και αυτό για δύο λόγους. Αρχικά, στις περιπτώσεις που η τοποθετήσαμε το Find N5 σε μία επιφάνεια ανοίγοντας την οθόνη του σε γωνία άνω των 120-130ο (για να παρακολουθήσουμε π.χ. ένα βίντεο στο επάνω μισό της) εκείνη έτεινε να οριζοντιώνεται – με τη βαρύτητα μοιραία να παίζει τον ρόλο της. Από εκεί και πέρα, η προστατευτική μεμβράνη στο εσωτερικό αποτελεί μαγνήτη για τις δαχτυλιές, παίζοντας μάλιστα και ρόλο στην ποιότητα λήψεων της εσωτερικής κάμερας. Κάμερες Περνώντας στα των καμερών, το Oppo Find N5 διαθέτει πέντε φακούς: τρεις στην πλάτη του, έναν στην πρόσοψη και έναν στην εσωτερική οθόνη. Το βασικό σύστημα απαρτίζεται από ευρυγώνιο φακό 50 MP (f/1,8, 1/1,56 ιντσών, 7P, EIS, OIS δύο αξόνων, PDAF), περισκοπικό τηλεφακό 50 MP (f/2,7, 1/2,75 ιντσών, 4P, 3x οπτικό zoom, PDAF, OIS δύο αξόνων) και υπερευρυγώνιο 8 MP (f/2,2, 1/4 ιντσών, 5P, 116ο, OIS δύο αξόνων AF). Οι δύο κάμερες σε πρόσοψη και εσωτερική οθόνη είναι παρεμφερείς στα 8 MP (f/2,4, 1/4 ιντσών, 91ο, 4P). Σε ό,τι αφορά τις θέσεις, η κάμερα στην πρόσοψη βρίσκεται ψηλά στο κέντρο ενώ εκείνη στην εσωτερική οθόνη στην επάνω δεξιά γωνία. Αν τα παραπάνω δεν σας φαίνονται ιδιαίτερα εντυπωσιακά, είναι διότι… δεν είναι. Οι ναυαρχίδες των τελευταίων ετών μας έχουν συνηθίσει σε εκπληκτικού επιπέδου κάμερες με τη διαφορά βέβαια ότι αυτές απαντώνται στα candy bar μοντέλα και όχι στα foldables. Ειδικά στην περίπτωση του Find N5, οι κάμερές του συνιστούν τον τομέα όπου η Oppo αναγκάστηκε να κάνει τις απαραίτητες παραχωρήσεις προκειμένου να μπορέσει να πετύχει τα εκπληκτικά αποτελέσματα που προαναφέραμε ως προς το design – και πάλι, θυμηθείτε ότι οι διαστάσεις της συσκευής δεν συμπεριλαμβάνουν την κυκλική επιφάνεια που τις φιλοξενεί και εξέχει από την υπόλοιπη πλάτη. Μην παρεξηγηθούμε όμως: αυτά δεν σημαίνουν πως το Find N5 δεν είναι σε θέση να τραβήξει σπουδαίες φωτογραφίες και βίντεο. Ειδικά αν συγκριθεί με άλλα foldables – που είναι και το σωστό – είναι μία άριστη πρόταση. Η κύρια κάμερα προσφέρει ζωηρές λήψεις με ισορροπημένα χρώματα, με την ποιότητα μάλιστα να μην πέφτει ιδιαίτερα ακόμα κι αν ζουμάρετε μία φορά. Βέβαια για αυτή την περίπτωση υπάρχει ο περισκοπικός τηλεφακός που με το 3x οπτικό zoom του είναι και ο πλέον κατάλληλος για να έρθετε πιο κοντά στο θέμα σας. Χρησιμοποιώντας τη συσκευή τη μέρα, οι λήψεις μας και με τους δύο ήταν πεντακάθαρες, χωρίς καθόλου θόρυβο ή θόλωμα – είτε επρόκειτο για πορτρέτα, είτε για τοπία, είτε για άλλου τύπου φωτογραφίες. Σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού ενεργοποιείται αυτόματα το Night Mode το οποίο αναλαμβάνει να κάνει τις σχετικές ρυθμίσεις ώστε οι λήψεις να είναι όσο το δυνατόν καλύτερες. Τα αποτελέσματά του ήταν πάρα πολύ καλά και στην κύρια κάμερα και στον τηλεφακό με τις φωτοσκιάσεις να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, έστω κι αν θέλαμε ένα κλικ χαμηλότερα την έκθεση. Εννοείται φυσικά πως αν θέλετε να προσαρμόσετε οι ίδιοι τις ρυθμίσεις της κάθε σας λήψης, είστε ελεύθεροι να το κάνετε. Η συνεργασία της Oppo με τη Hasselblad άλλωστε σημαίνει πως το Pro Mode θα βρίσκεται στη διάθεσή σας 24/7 επιτρέποντάς σας να πάρετε τον έλεγχο των φωτογραφιών σας στα χέρια σας. Ενδεχομένως να προσέξατε πως στις δύο προηγούμενες παραγράφους απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στην τρίτη κάμερα του συστήματος του Find N5, την υπερευρυγώνια και ο λόγος είναι απλός: η ποιότητά της είναι σημαντικά κατώτερη από αυτή των δύο άλλων και σίγουρα όχι αντάξια μίας συσκευής – έστω foldable – με κόστος που πλησιάζει τα €2000 (αστερίσκος εδώ). Τα χρώματα είναι μέτρια, οι λεπτομέρειες όχι ιδιαίτερα ευδιάκριτες και γενικώς οι λήψεις ωχριούν μπροστά σε εκείνες των δύο άλλων φακών. Η εφαρμογή της κάμερας πάντως είναι απόλυτα εύχρηστη με ένα πολύ φιλικό περιβάλλον χρήστη. Και βέβαια μην ξεχνάτε πως η foldable φύση της συσκευής θα σας επιτρέψει να τη χρησιμοποιήσετε πιο δημιουργικά. Μία ιδέα είναι να την τοποθετήσετε οριζόντια ή κάθετα σε μία επιφάνεια, αφήνοντάς τη να τραβά παραμένοντας σταθερή (εξαιρετική λύση για timelapses). Εναλλακτικά μπορείτε να εκμεταλλευτείτε τους δύο – από τους τρεις – βασικούς φακούς για selfies, χρησιμοποιώντας την εξωτερική οθόνη ως viewfinder. Οι δύο κάμερες στις οθόνες είναι καλές μεν, αλλά υστερούν συγκριτικά με τις δύο άλλες. Επιπρόσθετα αν και πανομοιότυπες, τα χρώματα στις λήψεις της εσωτερικής μοιάζουν λίγο πιο «ξεπλυμένα», κάτι που υποπτευόμαστε ότι οφείλεται στην προστατευτική μεμβράνη της οθόνης. Εμείς πάντως καταλήξαμε να τις χρησιμοποιούμε ως επί το πλείστον για επικοινωνία (βλ. βιντεοκλήσεις και τηλεδιασκέψεις). Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Το Find N5 έρχεται με τον Snapdragon 8 Elite σε μία εκδοχή όμως με επτά πυρήνες αντί για οκτώ (απουσιάζει ένας Oryon V2 Phoenix M). Επηρεάζει αυτό κάπου στην καθημερινότητα; Σε καμία περίπτωση, έστω κι αν στα benchmarks η εν λόγω έκδοση του SoC βρίσκεται οριακά παρακάτω από την «πλήρη». Εν πάση περιπτώσει, η Oppo δεν προσφέρει επιλογές μνήμης και χωρητικότητας: το Find N5 διαθέτει 16 GB LPDDR5X RAM και 512 GB τύπου UFS 4.0 χωρίς δυνατότητα προσθήκης κάρτας μνήμης. Τα χαρακτηριστικά αυτά προσφέρουν κορυφαίες επιδόσεις ακόμα και στις πλέον απαιτητικές καταστάσεις multitasking – και όπως θα δείτε, το Find N5 είναι ο «βασιλιάς» του multitasking. Εδώ λοιπόν υπεισέρχεται το λογισμικό. Το Find N5 τρέχει Android 15 το οποίο πλαισιώνει το ColorOS 15 με την Oppo να εγγυάται τέσσερα χρόνια αναβαθμίσεων λογισμικού και έξι ενημερώσεων ασφαλείας. Με το ColorOS λοιπόν συμβαίνει το εξής παράδοξο: είναι ένα περιβάλλον τρομερά βολικό με σπουδαίες δυνατότητες εξατομίκευσης (ρίξτε μια ματιά στο review του Reno13 Pro) αλλά και αδιανόητα μεγάλο όγκο bloatware – που, κακά τα ψέματα, σε μία premium συσκευή όπως το Find N5 είναι δύο φορές απαράδεκτο. Αφήνοντας αυτό στην άκρη, η μετάβαση από τη μία οθόνη στην άλλη γίνεται απόλυτα φυσικά (κυρίως από την εξωτερική στην εσωτερική). Όταν το smartphone είναι ανοιχτό, θυμίζει και χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό ως tablet. Μπορείτε να εκμεταλλευτείτε τη λειτουργία split-screen «σπάζοντας» την οθόνη στα δύο, να έχετε εφαρμογές να «επιπλέουν» στα άκρα, ακόμα και να εναλλάσσεστε μεταξύ δύο οθονών, η καθεμία εκ των οποίων να έχει πολλαπλές εφαρμογές ανοιχτές. Αν σε αυτά προσθέσετε το Wi-Fι 7 και την υποστήριξη γραφίδας (το Oppo Pen πωλείται ξεχωριστά), τότε το Find N5 γίνεται μία συσκευή που μπορεί πράγματι να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο παραγωγικότητας. Και ναι, εννοείται πως το «παρών» δίνουν όλες οι γνωστές ως τώρα εφαρμογές και λειτουργίες AI, τόσο από την Oppo, όσο και από τη Google. Ειδική μνεία θα κάνουμε και στο O+ Connect το οποίο θα σας επιτρέψει να μεταφέρετε αρχεία από και προς και να χρησιμοποιήσετε μέσω remote desktop το Windows PC και το MacBook σας! Σε ό,τι έχει να κάνει με το gaming, το Find N5 μας άφησε απόλυτα ικανοποιημένους. Από το Call of Duty: Mobile και το Genshin Impact, μέχρι το Minecraft και το Asphalt 9: Legends, το Find N5 δεν είχε κανένα θέμα να μας χαρίσει σταθερά frame rates γύρω στα 60 fps και μάλιστα χωρίς να ζοριστεί ιδιαίτερα από άποψη θερμοκρασιών. Αυτό σε ότι έχει σχέση με παιχνίδια αφού η μεγάλη αναδιπλούμενη οθόνη που μπορούμε να έχουμε στην τσέπη μας, δίνει μια κορυφαία εμπειρία χρήσης και στις εφαρμογές, κυρίως στο browsing αλλά και στους χάρτες. Γενικά από πλευράς απόδοσης, η συσκευή ανταποκρίθηκε ταχύτατα ό,τι κι αν κάναμε, όπως κι αν την τεστάραμε. Αν μάλιστα θέλετε να παίξετε σε μεγαλύτερη οθόνη, μπορείτε να εκμεταλλευτείτε την υποστήριξη Display Port μέσω της USB. Η εμπειρία της μεγάλης αναδιπλούμενης οθόνης είναι πάντα Όσο για την αυτονομία της, βρίσκεται σε πολύ καλά επίπεδα για τα δεδομένα των foldables, ξεπερνώντας τις 13 ώρες συνεχούς χρήσης της εσωτερικής οθόνης. Αυτό μεταφράζεται σε περίπου μιάμιση ημέρα τυπικής χρήσης με λίγη προσοχή (σίγουρα πάντως μίας γεμάτης ημέρας). Η Oppo χρησιμοποίησε νέου τύπου (Si/C) μπαταρία 5600 mAh και τα αποτελέσματα είναι εμφανή όχι μόνο στις αντοχές αλλά και στη φόρτιση του Find N5. Με τον φορτιστή που περιλαμβάνεται, το 0-100% χρειάζεται 45 λεπτά ενώ υποστηρίζεται και ασύρματη φόρτιση 50 W μέσω προτύπου AirVOOC. Συμπέρασμα Το Oppo Find N5 δείχνει τον δρόμο που θα πρέπει να ακολουθήσει ολόκληρη η κατηγορία των foldables. Με τρομερά λεπτή κατασκευή που όμως δεν κάνει καμία έκπτωση στην ποιότητα και τη στιβαρότητα, εντυπωσιακά τεχνικά χαρακτηριστικά και μία σπουδαία εμπειρία χρήσης, είναι η συσκευή που αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο ως τώρα την αποστολή των foldables ξεχωρίζοντας χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια από τον ανταγωνισμό. Δεν είναι ακριβώς τέλεια όμως αν μη τι άλλο, οι θυσίες που αναγκάστηκαν να γίνουν είναι και δικαιολογημένες και αποδεκτές. Μήπως θυμάστε έναν αστερίσκο που βάλαμε όταν αναφέραμε την τιμή του; Ε, αυτός ήταν διότι το Find N5 δεν κυκλοφορεί ούτε στην Ελλάδα, ούτε καν στην Ευρώπη, οπότε αν θέλετε όντως να το κάνετε δικό σας, θα πρέπει να σκεφτείτε – τουλάχιστον – δημιουργικά. Βέβαια για να το ξεκαθαρίσουμε, και μόνο η απουσία εγγύησης σε συνδυασμό με το πολύ υψηλό κόστος (άνω των 1600€) είναι οι λόγοι που δεν σας προτείνουμε να το αγοράσετε ακόμα και αν το πετύχετε κάπου, όμως θέλουμε να πιστεύουμε ότι το αυξημένο ενδιαφέρον και οι αντιδράσεις που υπήρξαν μετά την απόφαση της Oppο/OnePlus να μη το διαθέσουν εκτός Ασίας, θα κάνουν την εταιρεία να αναθεωρήσει την άποψή της του χρόνου.