Αναζήτηση στην κοινότητα
Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'review'.
351 αποτελέσματα
-
Αν και η σειρά Dark Rock αποτελεί τη ναυαρχίδα της be quiet! στην προιοντική γκάμα ψυκτρών της, η σειρά Pure Rock δεν υπολείπεται ιδιαίτερα σε απόδοση, κυρίως χάρη στο τελευταίο μοντέλο με ψυκτική ικανότητα 250W, την Pure Rock Pro 3. Η Pure Rock Pro 3 (Silver) είναι ένα μοντέλο δύο πύργων (dual-tower air cooler) με ωραίο σχεδιασμό και εντυπωσιακή απόδοση χωρίς να «ξεφεύγει» σε διαστάσεις. Σύμφωνα με την εταιρεία, μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά την υψηλή θερμότητα που αναπτύσσεται από οποιονδήποτε σημερινό επεξεργαστή για επιτραπέζιους υπολογιστές. Χαρακτηρίζεται από αψεγάδιαστο επινικελωμένο φινίρισμα και κορυφαία ποιότητα κατασκευής. Πρόκειται για ένα σχεδίασης dual-tower air cooler με προδιαγραφές 250W όσον αφορά το TDP (Thermal Design Power), το οποίο απευθύνεται σε power users και overclockers που δεν επιθυμούν να εγκαταστήσουν κάποιο σύστημα υδρόψυξης στον υπολογιστή τους αλλά επιθυμούν να ψύξουν αποτελεσματικά τον επεξεργαστή τους ενώ βρίσκονται σε αναζήτηση και του παραμικρού Watt -όσον αφορά την ψύξη- και επομένως και του παραμικρού MHz. Η ψύκτρα συνοδεύεται από δύο ανεμιστήρες Pure Wings 3 120mm PWM με μέγιστο ρυθμό περιστροφής 2.000 στροφών το λεπτό, οπότε αναμένουμε η λειτουργία της να μην είναι ιδιαίτερα θορυβώδης, αν και βεβαίως αυτό είναι κάτι που μένει να το επιβεβαιώσουμε και σε πρακτικό επίπεδο. Σε μία τυπική για τα πρότυπα της be quiet! συσκευασία βρίσκουμε πέρα από την ίδια την ψύκτρα, που είναι προστατευμένη επιμελώς από ένα κουτί με αφρώδες υλικό, τα απολύτως απαραίτητα για την αποτελεσματική και ασφαλή εγκατάσταση της σε ένα σύστημα υπολογιστή. Διαβάστε ολόκληρο το review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Η Pure Rock Pro 3 (Silver) είναι ένα μοντέλο δύο πύργων (dual-tower air cooler) με ωραίο σχεδιασμό και εντυπωσιακή απόδοση χωρίς να «ξεφεύγει» σε διαστάσεις. Σύμφωνα με την εταιρεία, μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά την υψηλή θερμότητα που αναπτύσσεται από οποιονδήποτε σημερινό επεξεργαστή για επιτραπέζιους υπολογιστές. Χαρακτηρίζεται από αψεγάδιαστο επινικελωμένο φινίρισμα και κορυφαία ποιότητα κατασκευής. Πρόκειται για ένα σχεδίασης dual-tower air cooler με προδιαγραφές 250W όσον αφορά το TDP (Thermal Design Power), το οποίο απευθύνεται σε power users και overclockers που δεν επιθυμούν να εγκαταστήσουν κάποιο σύστημα υδρόψυξης στον υπολογιστή τους αλλά επιθυμούν να ψύξουν αποτελεσματικά τον επεξεργαστή τους ενώ βρίσκονται σε αναζήτηση και του παραμικρού Watt -όσον αφορά την ψύξη- και επομένως και του παραμικρού MHz. Η ψύκτρα συνοδεύεται από δύο ανεμιστήρες Pure Wings 3 120mm PWM με μέγιστο ρυθμό περιστροφής 2.000 στροφών το λεπτό, οπότε αναμένουμε η λειτουργία της να μην είναι ιδιαίτερα θορυβώδης, αν και βεβαίως αυτό είναι κάτι που μένει να το επιβεβαιώσουμε και σε πρακτικό επίπεδο. Σε μία τυπική για τα πρότυπα της be quiet! συσκευασία βρίσκουμε πέρα από την ίδια την ψύκτρα, που είναι προστατευμένη επιμελώς από ένα κουτί με αφρώδες υλικό, τα απολύτως απαραίτητα για την αποτελεσματική και ασφαλή εγκατάσταση της σε ένα σύστημα υπολογιστή. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
be quiet! Pure Rock Pro 3 Review. Silver surfer!
Crash24 δημοσίευσε ένα review στο PC Cases & Cooling
Αν και η σειρά Dark Rock αποτελεί τη ναυαρχίδα της be quiet! στην προιοντική γκάμα ψυκτρών της, η σειρά Pure Rock δεν υπολείπεται ιδιαίτερα σε απόδοση, κυρίως χάρη στο τελευταίο μοντέλο με ψυκτική ικανότητα 250W, την Pure Rock Pro 3. Η Pure Rock Pro 3 (Silver) είναι ένα μοντέλο δύο πύργων (dual-tower air cooler) με ωραίο σχεδιασμό και εντυπωσιακή απόδοση χωρίς να «ξεφεύγει» σε διαστάσεις. Σύμφωνα με την εταιρεία, μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά την υψηλή θερμότητα που αναπτύσσεται από οποιονδήποτε σημερινό επεξεργαστή για επιτραπέζιους υπολογιστές. Χαρακτηρίζεται από αψεγάδιαστο επινικελωμένο φινίρισμα και κορυφαία ποιότητα κατασκευής. Πρόκειται για ένα σχεδίασης dual-tower air cooler με προδιαγραφές 250W όσον αφορά το TDP (Thermal Design Power), το οποίο απευθύνεται σε power users και overclockers που δεν επιθυμούν να εγκαταστήσουν κάποιο σύστημα υδρόψυξης στον υπολογιστή τους αλλά επιθυμούν να ψύξουν αποτελεσματικά τον επεξεργαστή τους ενώ βρίσκονται σε αναζήτηση και του παραμικρού Watt -όσον αφορά την ψύξη- και επομένως και του παραμικρού MHz. Η ψύκτρα συνοδεύεται από δύο ανεμιστήρες Pure Wings 3 120mm PWM με μέγιστο ρυθμό περιστροφής 2.000 στροφών το λεπτό, οπότε αναμένουμε η λειτουργία της να μην είναι ιδιαίτερα θορυβώδης, αν και βεβαίως αυτό είναι κάτι που μένει να το επιβεβαιώσουμε και σε πρακτικό επίπεδο. Συσκευασία Σε μία τυπική για τα πρότυπα της be quiet! συσκευασία βρίσκουμε πέρα από την ίδια την ψύκτρα, που είναι προστατευμένη επιμελώς από ένα κουτί με αφρώδες υλικό, τα απολύτως απαραίτητα για την αποτελεσματική και ασφαλή εγκατάσταση της σε ένα σύστημα υπολογιστή. Η συσκευασία περιλαμβάνει όλα όσα χρειάζεστε για να πραγματοποιήσετε την εγκατάσταση εύκολα, ωστόσο θα χρειαστείτε ένα μακρύ κατσαβίδι (για να βιδώσετε την ψύκτρα στους βραχίονες της βάσης) που δεν περιλαμβάνεται δυστυχώς στη συσκευασία για λόγους μείωσης του συνολικού κόστους. Πέρα από το εγχειρίδιο χρήσης (σε 6 γλώσσες), υπάρχουν οι απαραίτητοι μηχανισμοί εγκατάστασης (mounting brackets, βίδες, O-rings, βραχίονες στήριξης, αποστάτες, παξιμάδια, κλιπ για την προσαρμογή των ανεμιστήρων κ.ά) για τις πλατφόρμες των AMD και Intel. Στη βάση της, υπάρχει ήδη προ-εφαρμοσμένο θερμοαγώγιμο υλικό. Χαρακτηριστικά Η ψύκτρα υποστηρίζει τους επεξεργαστές της Intel και της AMD που ταιριάζουν στα sockets LGA 1150/ 1151/ 1155/ 1200/ 1700 και 1851 και AM4/ AM5 αντίστοιχα. Τα εκατοντάδες πτερύγια (fins) είναι κατασκευασμένα από αλουμίνιο ενώ οι θερμαγωγοί (heatpipes) και η βάση αποτελούν στοιχεία κατασκευασμένα από χαλκό αν και επινικελωμένα για να αποφευχθούν φαινόμενα τυχόν φαινόμενα διάβρωσης, σκουριάς ή αλλοίωσης του φινιρίσματος. Τα «πτερύγια» (fins) είναι 100 σε αριθμό (50 μονάδες ανά πύργο) ενώ οι θερμαγωγοί είναι 6 σε αριθμό και με διάμετρο 6 χιλ. Οι διαστάσεις της ψύκτρας -χωρίς τον μηχανισμό εγκατάστασης- είναι 139 x 124 x 155 χιλ. ενώ το βάρος της μαζί με τους ανεμιστήρες φτάνει τα 1.070 περίπου γραμμάρια. Όπως αναφέραμε, η ψύκτρα που μπορεί να διαχειριστεί έως και 250W θερμικού φορτίου συνοδεύεται από δύο ανεμιστήρες Pure Wings 3 120mm PWM (120 x 120 x 25 χιλ.) με μέγιστη ταχύτητα περιστροφής 2.000 rpm και ροή αέρα 59,6 CFM. Η ψύκτρα Pure Rock Pro 3 διαθέτει σχεδιασμό «dual-tower», με κάθε «πύργο» να διαθέτει 50 φλοίδες αλουμινίου/πτερύγια. Όσον αφορά στους δύο ανεμιστήρες Pure Wings 3 120mm PWM, ο πρώτος τοποθετείται στην δεξιά πλευρά της ψύκτρας ενώ ο δεύτερος τοποθετείται ανάμεσα στους δύο πύργους. Η ψύκτρα διατηρεί το φυσικό φινίρισμα του αλουμινίου ωστόσο τα δύο «καπάκια» από πλαστικό των δύο πύργων είναι μαύρου χρώματος. Η ψύκτρα διαθέτει 6 χάλκινους θερμαγωγούς (heatpipes) τύπου «U» με διάμετρο 6mm που είναι επινικελωμένοι και επεκτείνονται από την βάση της ψύκτρας -που χωρίζεται σε δύο τμήματα- έως τις κορυφές των δύο πύργων. Η βάση της ψύκτρας είναι κατασκευασμένη από χαλκό και είναι επινικελωμένη και γυαλισμένη σε κυκλικό μοτίβο με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά λεία, ώστε η επαφή της με τον θερμοδιαχύτη (heatspreader) του επεξεργαστή να είναι η βέλτιστη δυνατή. Ανάμεσα τους βρίσκονται και δύο που είναι αφαιρούμενα, για να φτάσετε με το σταυροκατσάβιδο στο κάτω μέρος της ψύκτρας και να προχωρήσετε στην ασφάλιση της στη βάση του επεξεργαστή. Όπως αναφέραμε και πιο πάνω στο άρθρο, οι δύο ανεμιστήρες ανήκουν στη σειρά Pure Wings 3 120mm PWM ωστόσο είναι βελτιστοποιημένοι για τη συγκεκριμένη υλοποίηση. Έτσι, διαθέτουν εξαγωγή αέρα σε σχήμα χοάνης για μεγαλύτερη διασπορά στα πτερύγια της ψύκτρας ενώ η φτερωτή διαθέτει λεπίδες που βρίσκονται υπό συγκεκριμένη γωνία για την μεγιστοποίηση της πίεσης αέρα. Οι ανεμιστήρες διαθέτουν 4πολικό μοτέρ και μηχανισμό με σφαιρικά ρουλεμάν ενώ χρησιμοποιούν 4-pin PWM connector για την τροφοδοσία τους (παρέχεται Υ-splitter για τη σύνδεση τους με τους κατάλληλους ακροδέκτες στο mainboard). Καθώς δεν διαθέτουν μονάδες LED ARGB, η εμφάνιση της Pure Rock Pro 3 είναι αναμφισβήτητα περισσότερο διακριτική. Παρόλα αυτά, πολλοί χρήστες ενδέχεται να περιμέναν περισσότερα από την be quiet! στον τομέα της εμφάνισης. Εγκατάσταση Η εγκατάσταση της ψύκτρας, ειδικά αν η μητρική είναι ήδη εγκατεστημένη στο σύστημα σας, θα αποτελέσει μία μικρή πρόκληση. Αν ωστόσο πρόκειται να «στήσετε» ένα νέο σύστημα, η εγκατάσταση είναι πιο απλή, ενδεχομένως απλούστερη σε σχέση με το παρελθόν. Σε κάθε περίπτωση, φροντίστε να έχετε ήδη εγκατεστημένες τις μνήμες. Στη περίπτωση μας, με το σύστημα της AMD, έπρεπε να βιδώσουμε πρώτα τα «mounting brackets» στο backplate. Και καθώς το σύστημα μας διαθέτει επεξεργαστή AMD Ryzen 7000-Series (και πιο συγκεκριμένα τον Ryzen 9 7950X) χρησιμοποιήσαμε τις βίδες στις παράκεντρες οπές των στηριγμάτων (offset mounting). Περισσότερα για την συγκεκριμένη παράκεντρη τοποθέτηση (offset mounting) μπορείτε να διαβάσετε στο σχετικό review μας εδώ. Πέρα από τα δύο brackets, θα χρειαστείτε τέσσερις βίδες και τους κατάλληλους τέσσερις «αποστάτες», οι οποίοι είναι κατασκευασμένοι από πλαστικό. Καθώς, η εταιρεία έχει προ-εφαρμόσει θερμοαγώγιμη πάστα στην ψύκτρα, έχετε μόνο να καθαρίσετε καλά την επιφάνεια του θερμοδιαχύτη (heatspreader) του επεξεργαστή. Στη συνέχεια, θα χρειαστείτε τον βραχίονα στήριξης και τις δύο βίδες του. Τοποθετήστε τον βραχίονα στο άνω τμήμα της βάσης και στη συνέχεια προχωρήστε με την τοποθέτηση της ψύκτρας. Ακουμπήστε με προσοχή τη βάση της ψύκτρας ακριβώς πάνω στον θερμοδιαχύτη του επεξεργαστή. Στη συνέχεια, είναι απαραίτητο με μικρές κινήσεις να ευθυγραμμίσετε τις οπές του βραχίονα με τις οπές των μεταλλικών στηριγμάτων (brackets). Τοποθετήστε στη συνέχεια με το χέρι τις βίδες στις δύο οπές και ολοκληρώστε το βίδωμα (βιδώνετε εναλλάξ ανά λίγες στροφές) με το μακρύ σταυροκατσάβιδο από τις οπές στο άνω τμήμα της ψύκτρας. Προσοχή. Μην τοποθετήσετε τον ανεμιστήρα που βρίσκεται ανάμεσα στους δύο πύργους πριν την εγκατάσταση, γιατί δεν θα μπορείτε να προσεγγίσετε τις βίδες για την ασφάλιση της. Αφού βιδώσετε την ψύκτρα, μπορείτε να τοποθετήσετε τον ανεμιστήρα. Η διαδικασία ενδεχομένως θα… παίξει με τα νεύρα σας και θα σας προκαλέσει σύγχυση. Στη συνέχεια μένει να τοποθετήσετε τις τροφοδοσίες των δύο ανεμιστήρων στις κατάλληλες υποδοχές για ανεμιστήρες στη μητρική σας κάρτα και είστε έτοιμοι. Η ψύκτρα είναι όμορφη ωστόσο το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν ακόμα πιο εντυπωσιακό αν στη συσκευασία της συμπεριλαμβάνονταν φωτιζόμενοι ανεμιστήρες. Αυτό που είναι απολύτως απαραίτητο να εξετάσετε -πριν την αγορά της- είναι κατά πόσο είναι συμβατή με τις μνήμες που διαθέτετε καθώς όπως μπορείτε να δείτε και από τις φωτογραφίες… τις σκεπάζει. Υπάρχει περιθώριο πάντως και αρκετό χάρη στην «παράκεντρη» σχεδίαση της (offset design). Παρόλα αυτά, αν στο σύστημα σας διαθέτετε ψύκτρες με μεγάλους και υψηλούς διαχύτες με φωτισμό, δεν είναι σίγουρο ότι δεν θα συναντήσετε κάποιο πρόβλημα. Μετρήσεις Για τις μετρήσεις μας, χρησιμοποιήσαμε τα παρακάτω υποσυστήματα: Το σύστημα μέτρησης αποτελείται: Mainboard: ASRock B550 Taichi Επεξεργαστής: AMD Ryzen 9 5900X Μνήμη: HyperX Predator 2 x 8GB DDR4-3200 Κάρτα γραφικών: AMD Radeon RX 6700ΧΤ SSD: Samsung NVMe M.2 SSD 970 EVO Plus 500GB Τροφοδοτικό: be quiet! Straight Power 11 850W Platinum Κουτί: be quiet! Silent Base 801 Λογισμικό: Windows 11 Pro 64-bit Δυστυχώς, η ψύκτρα ήταν αδύνατο να τοποθετηθεί στην νεότερη πλατφόρμα μας (με τον AMD Ryzen 9 7950X κ.ά.) καθώς «έβρισκε» παντού περιμετρικά από το socket της μητρικής κάρτας GIGABYTE X670E AORUS MASTER (στην ψύκτρα του VRM, στην ψύκτρα για το πρώτο M.2 NVMe PCIe SSD, στις μνήμες) και έτσι προχωρήσαμε με τις μετρήσεις με τη χρήση της παλαιότερης πλατφόρμας μας. To κουτί be quiet! Silent Base 801 διαθέτει ήδη εγκατεστημένους τρεις ανεμιστήρες (δύο 140mm στο μπροστινό τμήμα και έναν επίσης 140mm, όλοι τους Pure Wings 2) με αποτέλεσμα να σχηματίζεται ένα αρκετά δυνατό ρεύμα αέρα στο εσωτερικό. Οι ανεμιστήρες της ψύκτρας δεν «ακούγονται» και επομένως, με τους υπόλοιπους ανεμιστήρες στο κουτί να λειτουργούν κανονικά, δεν άλλαξε το παραμικρό από άποψη παραγόμενου θορύβου συνολικά. Ακόμα και με τον φόρτο εργασίας του επεξεργαστή στο 100%, ο παραγόμενος θόρυβος δεν αντιληπτός στην πράξη. Η μέτρηση για τον θόρυβο έγινε απλώς για να… γίνει. Δεν παρατηρήσαμε ουσιαστική διαφορά μεταξύ των διαμορφώσεων και ο απλός χρήστης δεν πρόκειται να παρατηρήσει διαφορά μεταξύ των συστημάτων ή και γενικότερα εφόσον διαθέτει επιπλέον ανεμιστήρες στο σύστημα του. Συμπέρασμα Η ψύκτρα be quiet! Pure Rock Pro 3 είναι μία πολύ καλή πρόταση στην αγορά, ειδικά από άποψη απόδοσης/κόστους. Αν διαθέτετε επεξεργαστή με πολλούς πυρήνες, όπως στην περίπτωση μας, και χρειάζεστε μία αποτελεσματική και σχετικά αθόρυβη λύση αερόψυξης, η Pure Rock Pro 3 είναι μία πολύ καλή λύση που δεν θα σας απογοητεύσει. Επειδή ωστόσο είναι εξαιρετικά ογκώδης, ελέγξτε ότι μπορεί να τοποθετηθεί στο σύστημα σας για να μην βρεθείτε προ… εκπλήξεως. -
Η κατηγορία των business laptops είναι μία από τις πλέον υπερπλήρεις. Οι εποχές άλλωστε που οι επαγγελματίες βασίζονταν σε desktops για να κάνουν τη δουλειά τους έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί, με τα laptops να αποτελούν ουσιαστικά μονόδρομο, ακόμα κι αν ο εργαζόμενος δεν το κουνάει από το γραφείο του. Ως εκ τούτου, το να βρεθεί πρόταση που να ξεχωρίσει και μάλιστα με διαφορά από το σύνολο είναι αρκετά σπάνιο. Με αυτό κατά νου, αντιλαμβάνεστε γιατί η περίπτωση του ExpertBook B9 OLED της ASUS διαφέρει. Ένα business laptop που μοιάζει να «τικάρει» όλα τα κουτάκια, ικανοποιώντας και με το παραπάνω τα «θέλω» του απαιτητικού χρήστη, δίχως φαινομενικά να υστερεί κάπου. Είναι όντως έτσι τα πράγματα; Πάμε να δούμε. Η ASUS καυχιέται πως το ExpertBook B9 OLED είναι το ελαφρύτερο business laptop με οθόνη OLED στις 14 ίντσες και δεν έχουμε λόγο να μην την πιστέψουμε. Με διαστάσεις 31,1 x 21,5 x 1,57 εκατ. και βάρος 1008 γραμμάρια (όπως το μετρήσαμε εμείς και όχι 990 όπως υποστηρίζει η εταιρεία), πρόκειται για ένα πραγματικό τεχνολογικό «θαύμα». Αυτό που κάνει το τελικό αποτέλεσμα όμως ακόμα πιο εντυπωσιακό, είναι η ποιότητα κατασκευής του συστήματος. Το να πετύχει κάποιος κατασκευαστής βάρος ενός κιλού, ας πούμε ότι είναι εφικτό. Το να το καταφέρει ικανοποιώντας παράλληλα τις προϋποθέσεις του άκρως απαιτητικού προτύπου MIL-STD 810H του αμερικανικού στρατού, είναι απλά ανήκουστο. Για την κατασκευή του ExpertBook B9 OLED έχει χρησιμοποιηθεί κράμα μαγνησίου-λιθίου, το οποίο είναι 14% ελαφρύτερο σε σχέση με το μαγνησίου-αλουμινίου (η πυκνότητά του κράματος μαγνησίου-λιθίου είναι 1,6 g/cm3, σε σχέση με τα 1,81 g/cm3 του μαγνησίου-αλουμινίου και τα 2,69 g/cm3 του αλουμινίου). Παράλληλα, η πατενταρισμένη διαδικασία Thixomolding μειώνει τα απαιτούμενα υλικά κατά 29% και τον χρόνο παραγωγής κατά 75% συμβάλλοντας τα μέγιστα σε ένα «πράσινο» προϊόν. Σε αυτό το πλαίσιο, αξίζει να σημειώσουμε πως το laptop συνοδεύεται από πιστοποιήσεις EPEAT Gold, Energy Star 8.0, A στο RIF (Repairability Index for French), WEEE, RoHS και FSC MIX. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος η Samsung φρέσκαρε τη σειρά των premium smartphones της, Galaxy S, με τρία νέα μοντέλα. Τα Galaxy S25, S25+ και S25 Ultra διατίθενται στο κοινό από σήμερα διαθέτοντας φρεσκαρισμένο design, βελτιωμένα τεχνικά χαρακτηριστικά αλλά και την καλύτερη - με διαφορά – υλοποίηση AI που έχουμε δει ως τώρα σε mobile συσκευή. Έχοντας στα χέρια μας το Galaxy S25 Ultra, τη ναυαρχίδα της σειράς, αναφέρουμε αναλυτικά τις εντυπώσεις μας από τη φετινή προσπάθεια της νοτιοκορεατικής εταιρείας για την οποία έχουμε να αναφέρουμε πολλά. Δεν χρειάζεται να περιεργαστεί κάποιος το Galaxy S25 Ultra για να αντιληφθεί τις διαφορές του σε σχέση με τον προκάτοχό του αφού οι πρώτες αφορούν τον σχεδιασμό. Το δωρικό design με τις αυστηρές γωνίες είναι πλέον παρελθόν και τη θέση του έχει δώσει σε ένα νέο, πολύ πιο καλαίσθητο look. Η συσκευή διαθέτει πλέον στρογγυλεμένες γωνίες που γλυκαίνουν την εμφάνισή της, το πλαίσιο της οθόνης έχει συρρικνωθεί φτάνοντας τα 1,32 χιλ. ενώ τα εμπνευσμένα από τη φύση χρώματα στα οποία διατίθεται (ασημί με τόνους μπλε, γκρι, συνδυασμός ασημί και λευκού και μαύρο) αναδεικνύουν ακόμα περισσότερο την αναβαθμισμένη της αισθητική. Τα δύο πλήκτρα (ενεργοποίηση, ένταση ήχου) βρίσκονται στα δεξιά ενώ στην πίσω πλευρά, οι τέσσερις κάμερες και το φλας υιοθετούν την ίδια διάταξη με πέρυσι. Οι διαστάσεις του Galaxy S25 Ultra (162,8 x 77,6 x 8,2 χιλ.) διαφέρουν ελαφρώς, με το μήκος να έχει αυξηθεί και το προφίλ να έχει μειωθεί ανεπαίσθητα. Αυτό που όμως κάνει τη διαφορά είναι το πλάτος που έχει πέσει από τα 79 στα 77,6 χιλ. προσφέροντας έτσι ακόμα πιο άνετο κράτημα. Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η μείωση στο βάρος αφού από τα 232 γραμμάρια του Galaxy S24 Ultra έχει κατέβει πλέον στα 219 γραμμάρια, κάτι που γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακό αν λάβει κάποιος υπ’ όψιν του το πλαίσιο τιτανίου που διαθέτει η συσκευή. Γενικώς, η Samsung έδωσε τεράστια προσοχή στην ανθεκτικότητα της τελευταίας, χρησιμοποιώντας Corning Gorilla Armor για την προστασία της οθόνης και της πλάτης. Αξίζει να σημειώσουμε τέλος πως το Galaxy S24 Ultra διαθέτει προστασία από νερό και σκόνη βάσει IP68. Διαβάστε ολόκληρο το review
- 47 απαντήσεις
-
- 1
-
-
- samsung
- Galaxy S25
-
(και 1 περισσότερα)
Ετικέτα με:
-
Σύμφωνα με την εταιρεία, στην κατασκευή των μοντέλων Silent Loop 3 εφάρμοσε κάθε γνώση και καινοτομία της, με απώτερο στόχο την καλύτερη δυνατή απόδοση σε συνδυασμό με την πλέον αθόρυβη λειτουργία. Πιο συγκεκριμένα, η εταιρεία δηλώνει: «Αυτή η σειρά ολοκληρωμένων μονάδων υδρόψυξης (All-in-One) αντιπροσωπεύει το πάθος μας για τις τεχνολογικές καινοτομίες, όλες τους συγκεντρωμένες σε ένα σύστημα AiO, που αποτελεί το αποκορύφωμα των δυνατοτήτων μας στην υδρόψυξη. Το Silent Loop 3 ανταποκρίνεται επίσης στο όνομα της επωνυμίας “be quiet!”. Αρχικός στόχος μας ήταν να προσφέρουμε μια σχεδόν αθόρυβη εμπειρία. Κάθε μοντέλο αυτής της σειράς μπορεί να θεωρηθεί μια επιστολή αγάπης προς τη γερμανική μηχανική». Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Η γνωστή Γερμανική εταιρεία be quiet! προχώρησε τελευταία στην επέκταση της προσφοράς ολοκληρωμένων (All In One) συστημάτων υδρόψυξης της, ανακοινώνοντας μοντέλα Silent Loop 3, τα οποία θα διατεθούν σε εκδόσεις των 420mm, 360 mm και 240 mm με μαύρου χρώματος φινίρισμα. Σύμφωνα με την εταιρεία, στην κατασκευή των μοντέλων Silent Loop 3 εφάρμοσε κάθε γνώση και καινοτομία της, με απώτερο στόχο την καλύτερη δυνατή απόδοση σε συνδυασμό με την πλέον αθόρυβη λειτουργία. Πιο συγκεκριμένα, η εταιρεία δηλώνει: «Αυτή η σειρά ολοκληρωμένων μονάδων υδρόψυξης (All-in-One) αντιπροσωπεύει το πάθος μας για τις τεχνολογικές καινοτομίες, όλες τους συγκεντρωμένες σε ένα σύστημα AiO, που αποτελεί το αποκορύφωμα των δυνατοτήτων μας στην υδρόψυξη. Το Silent Loop 3 ανταποκρίνεται επίσης στο όνομα της επωνυμίας “be quiet!”. Αρχικός στόχος μας ήταν να προσφέρουμε μια σχεδόν αθόρυβη εμπειρία. Κάθε μοντέλο αυτής της σειράς μπορεί να θεωρηθεί μια επιστολή αγάπης προς τη γερμανική μηχανική». Βασικά χαρακτηριστικά Το Silent Loop 3 360mm αποτελεί μία σχεδόν αθόρυβη και εξαιρετικά υψηλής απόδοσης μονάδα υδρόψυξης All-in-One που περιλαμβάνει τεχνολογία αιχμής. Υψηλών προδιαγραφών μπλοκ υδρόψυξης Αντλία με σχεδιασμό τριπλής θαλάμης που μειώνει σημαντικά τις αναταράξεις και τον θόρυβο Ρυθμιζόμενη αντλία με σχεδιασμό απόσβεσης κραδασμών και εξαπολικό μοτέρ Υψηλής ταχύτητας ανεμιστήρες Silent Wings 4 PWM 120 mm με ειδικά σχεδιασμένες γωνίες για ψυγεία που είναι σχεδόν αθόρυβοι Κομψή σχεδίαση με φινίρισμα υψηλής ποιότητας και διακριτικό φωτισμό ARGB Εύκολα προσβάσιμη οπή αναπλήρωσης (συμπεριλαμβάνεται φιάλη ψυκτικού υγρού) Εύκαμπτοι σωλήνες με «υφασμάτινη» εξωτερική επένδυση μανίκι Εγγύηση 3 ετών Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά Ένα ολοκληρωμένο σύστημα υδρόψυξης αποτελείται συνήθως από μία κεφαλή ή μπλοκ με ενσωματωμένη συνήθως αντλία, εύκαμπτες σωληνώσεις, το ψυγείο, τους ανεμιστήρες και το ψυκτικό μέσο (υγρό). Τέτοιου τύπου διάταξη έχουμε και στην περίπτωση της νέας σειράς ολοκληρωμένων συστημάτων υδρόψυξης be quiet! Silent Loop 3. Σημαντικό χαρακτηριστικό, το οποίο υπήρχε και στο ολοκληρωμένο σύστημα υδρόψυξης Light Loop 240mm που δοκιμάσαμε σχετικά πρόσφατα είναι ότι δεν πρόκειται για ένα εντελώς κλειστό κύκλωμα υδρόψυξης (ή κλειστού βρόγχου) καθώς διαθέτει μία βαλβίδα συμπλήρωσης ή αναπλήρωσης του ψυκτικού μέσου (στη συσκευασία, το σύστημα AiO συνοδεύεται από ένα μπουκάλι ψυκτικού υγρού). Η σχετική βαλβίδα, στην οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια είναι «ασφαλισμένη» με ένα ειδικό πώμα που «ξεβιδώνει» επιτρέποντας την αναπλήρωση του υγρού όταν κριθεί απαραίτητο, όπως για παράδειγμα όταν η απόδοση της ψύξης έχει μεταβληθεί ή έχουν σχηματιστεί φυσαλίδες αέρα στον βρόγχο που προκαλούν θόρυβο. Ένα ακόμη σημαντικό χαρακτηριστικό βρίσκεται στην κεφαλή με την ενσωματωμένη αντλία τριπλής θαλάμης και είναι τα πολλαπλά πτερύγια πολύ καλύπτουν επιφάνεια 1.800 mm², η οποία είναι τουλάχιστον διπλάσια σε σύγκριση με τις κεφαλές άλλων συστημάτων υδρόψυξης AiO της συγκεκριμένης κατηγορίας. Η κεφαλή ενσωματώνει ραβδώσεις με ARGB μονάδες LED για εντυπωσιακά «πολυεπίπεδα» εφέ φωτισμού. Συσκευασία Σε μία θήκη από σκληρό χαρτόνι, υπάρχει ο κλειστός βρόγχος ψυγείου-σωληνώσεων-μπλοκ/αντλίας, οι τρεις ανεμιστήρες Silent Wings 4 PWM 120 mm με τον καθένα να βρίσκεται στη δική του συσκευασία και ένα μικρό κουτί με τα διάφορα στηρίγματα και βίδες για κάθε σύγχρονη βάση επεξεργαστή (π.χ. θερμοαγώγιμο υλικό, καλώδιο Y κ.ά). Προσφέρεται συμβατότητα με τις βάσεις LGA 1851, 1700, 1200, 1150, 1151 και 1155 της Intel και AM4, AM5, TR4 και TR5 όσον αφορά τις βάσεις για επεξεργαστές της AMD (η συμβατότητα με επεξεργαστές Threadripper αποτελεί δείγμα της ανώτερης ψυκτικής ικανότητας του συγκεκριμένου συστήματος υδρόψυξης). Επίσης, υπάρχει μία φιάλη αναπλήρωσης ψυκτικού υγρού (μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα χρήσης ενδέχεται να διαπιστώσετε περισσότερο θόρυβο ή μειωμένη απόδοση, οπότε μπορείτε να «επαναφέρετε» το σύστημα υδρόψυξης στην αρχική του κατάσταση εύκολα και ανέξοδα συμπληρώνοντας ή αναπληρώνοντας το ψυκτικό μέσο καθώς το ψυγείο διαθέτει βαλβίδα αναπλήρωσης). Στη συσκευασία επίσης βρίσκουμε και το εγχειρίδιο χρήσης. Μπλοκ Το πλέον εντυπωσιακό στοιχείο του συστήματος υδρόψυξης Silent Loop 3 360mm είναι το περίτεχνο, τετράγωνου σχήματος και με εξωτερικές αυλακώσεις φωτιζόμενο (ARGB) μπλοκ. Το κάλυμμα του μπλοκ διαθέτει μαύρο φινίρισμα -με το λογότυπο της be quiet! να βρίσκεται σε μία «γέφυρα» στο κέντρο- και αποτελείται από πολλά πτερύγια μεταξύ των οποίων μεσολαβούν φωτιζόμενες ραβδώσεις ARGB. Ακόμα και χωρίς τον φωτισμό, το συγκεκριμένο μπλοκ δείχνει όμορφο. Στο εσωτερικό του, διαθέτει αμέτρητα αυλάκια και πτερύγια σε πυκνή διάταξη, τα οποία καλύπτουν 100% μεγαλύτερη επιφάνεια σε σύγκριση με τον προκάτοχό του. Πιο συγκεκριμένα, καλύπτουν επιφάνεια 1.800mm² που είναι σχεδόν διπλάσια συγκριτικά με την θερμοαπαγωγική επιφάνεια άλλων τέτοιων μπλοκ αυτής της κλάσης. Η εσωτερική σχεδίαση βελτιώνει σημαντικά τη μεταφορά θερμότητας ενώ εξασφαλίζει την κάλυψη όλων των θερμών σημείων του επεξεργαστή. Η εταιρεία κατάφερε να επιτύχει τη δημιουργία μίας τόσο εκτενούς επιφάνειας πτερυγίων και αυλακώσεων χάρη στον σχεδιασμό χωρίς βίδες για την προσαρμογή της βάσης στην αντλία. Φυσικά, το κάτω μέρος της βάσης που έρχεται σε επαφή με τον θερμοδιαχύτη του επεξεργαστή είναι κατασκευασμένη από χαλκό ωστόσο έχει επινικελωθεί (για να αποφευχθούν φαινόμενα διάβρωσης ή σκουριάς). Σε συνδυασμό με τους παρεχόμενους μηχανισμούς τοποθέτησης, το μπλοκ είναι συμβατό με τις τελευταίες γενιές των επεξεργαστών της AMD και της Intel που «κουμπώνουν» σε υποδοχές τύπου TR4/ TR5/ AM4/ AM5 και LGA 1155/ 1151/ 1150/ 1200/ 1700/ 1851 αντίστοιχα. Αντλία Το μπλοκ ενσωματώνει μία νέα αθόρυβη αντλία με ειδική φλάντζα στεγανοποίησης και απόσβεσης κραδασμών και σχεδιασμό τριπλής θαλάμης για την ελαχιστοποίηση των αναταράξεων που προκαλούν θόρυβο (ο δεύτερος θάλαμος λειτουργεί κατά κάποιον τρόπο ως δεξαμενή ώστε το ψυκτικό μέσο να έχει πρόσθετο χώρο για να «εξαπλωθεί», χαρακτηριστικό που μειώνει τις αναταράξεις προτού εγκαταλείψει την αντλία). Επιπλέον, η αντλία εξοπλίζεται με ένα προηγμένο εξαπολικό μοτέρ (6-pole motor) που λειτουργεί με ταχύτητα που κυμαίνεται μεταξύ 1.700 και 3.500 στροφών το λεπτό. Ψυγείο και σωληνώσεις Οι σωληνώσεις μήκους 400 mm διαθέτουν ποιοτική εξωτερική, πλεκτή επένδυση μαύρου χρώματος (ανάλογα την έκδοση) που καταλήγουν σε ένα όμοιου χρώματος ψυγείο με διάσταση 360 mm (397 x 120 x 27 mm). Το ψυγείο που διαθέτει οπή πλήρωσης (καλοδεχούμενη η δυνατότητα συμπλήρωσης ή αναπλήρωσης του ψυκτικού μέσου) είναι κατασκευασμένο από αλουμίνιο και διαθέτει υψηλής ποιότητας μαύρου χρώματος φινίρισμα και δέχεται 3 ανεμιστήρες (στην έκδοση 360 mm). Η γνωστή εταιρεία ανακοίνωσε ότι η νέα σειρά Silent Loop 3 αποτελείται από τρεις εκδόσεις, 420mm, 360 mm και 240 mm, οι οποίες ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις ψύξης τουλάχιστον ενός επεξεργαστή AMD Ryzen 9, ενός Intel Core i9 ή ακόμα και ενός AMD Ryzen Threadripper. Για μέγιστη απόδοση και μακροζωία, το ψυγείο που διαθέτει βαλβίδα αναπλήρωσης συνοδεύεται από ένα μπουκάλι ψυκτικού υγρού που περιλαμβάνεται στη συσκευασία. Η βαλβίδα που «ασφαλίζει» με βίδα επιτρέπει την αναπλήρωση του υγρού όταν είναι απαραίτητο, όπως για παράδειγμα όταν η απόδοση ψύξης έχει μεταβληθεί ή οι φυσαλίδες αέρα στο βρόχο δημιουργούν θόρυβο. Ανεμιστήρες Οι τρεις ανεμιστήρες υψηλής ταχύτητας Silent Wings 4 120mm PWM που συνοδεύουν το σύστημα υδρόψυξης είναι εξαιρετικής ποιότητας και αρκετά ακριβοί (ένας από αυτούς στοιχίζει περίπου €25) ενώ χαρακτηρίζονται από υψηλή απόδοση και χαμηλά επίπεδα θορύβου. Οι συγκεκριμένοι ανεμιστήρες βασίζονται σε τριφασικό 6πολικό μοτέρ και σε υδροδυναμικά (fluid-dynamic) ρουλεμάν για μεγάλη διάρκεια ζωής που σύμφωνα με την εταιρεία φτάνει τις 300.000 ώρες. Σε σύγκριση τη σειρά Silent Wings 3, η φτερωτή και τα πτερύγια της έχουν διαφορετικό σχήμα ενώ το διάκενο από την άκρη του πτερυγίου μέχρι το «κέλυφος», το εξωτερικό τμήμα που περιβάλλει τη φτερωτή δηλαδή, είναι κατά 0,2mm μικρότερο σε σχέση με την περασμένη γενιά (1,0 mm για όλα τα μοντέλα Silent Wings 4 έναντι 1,2 mm για τη σειρά Silent Wings 3). Επίσης, η εισαγωγή αέρα σε σχήμα κώνου/ χοάνης αντικαταστάθηκε με μία έξοδο αέρα επίσης σε σχήμα χοάνης που έχει στόχο να διασκορπίζει τον αέρα σε μεγαλύτερη περιοχή/ έκταση. Σύμφωνα με την be quiet!, ο ανασχεδιασμός έχει βελτιώσει δραστικά τη στατική πίεση, καθιστώντας τους ανεμιστήρες Silent Wings 4 ιδανικούς για την προσαρμογή τους ψύκτρες ή ψυγεία συστημάτων υδρόψυξης. Ο παραγόμενος θόρυβος διατηρείται στα γνωστά, εντυπωσιακά χαμηλά επίπεδα της σειράς Silent Wings. Καθώς δεν διαθέτουν μονάδες LED ARGB, η εμφάνιση του συστήματος υδρόψυξης είναι πιο διακριτική ωστόσο πολλοί χρήστες ενδέχεται να περιμέναν περισσότερα από την be quiet! στον συγκεκριμένο τομέα. Εγκατάσταση Η εγκατάσταση του συστήματος υδρόψυξης όπως και στην περίπτωση των Light Loop 240 mm και Pure Loop 2 FX ήταν σχετικά απλή διαδικασία, δεδομένου ότι είχαμε στη διάθεση μας και το κουτί Silent Base 801, το οποίο έχει πολλές ευκολίες όπως την συρταρωτή βάση τοποθέτησης του ψυγείου που βρίσκεται εσωτερικά, στο άνω τμήμα του κουτιού. Αρχικά τοποθετήσαμε τους ανεμιστήρες στο ψυγείο (φροντίστε τόσο οι ανεμιστήρες όσο και τα καλώδια τους να βρίσκονται από τη σωστή πλευρά και τα καλώδια τους να βρίσκονται από την ανάποδη, δηλαδή προς την δεξιά πλευρά του κουτιού που διαθέτει το συμπαγές πλαϊνό κάλυμμα). Καθώς στο σύστημα μας υπήρχε ένας διανομέας-ελεγκτής ARGB-PWM για τη σύνδεση έως και 6 συσκευών (τον διατηρήσαμε από την εποχή του Pure Loop 2 FX 360mm) στην πίσω μεριά του κουτιού προχωρήσαμε με τις συνδέσεις των ανεμιστήρων για την τροφοδοσία τους (αν είχαν και φωτισμό θα μπορούσαμε να πραγματοποιήσουμε και τις συγκεκριμένες συνδέσεις). Δυστυχώς, τέτοιος ελεγκτής-διανομέας ARGB-PWM δεν υπήρχε στη συσκευασία του Silent Loop 3 360mm. Αν δεν έχετε τέτοιο hub θα πρέπει αναγκαστικά να συνδέσετε τους ανεμιστήρες απευθείας στην μητρική κάρτα σας. Λίγο μετά, ήρθε η ώρα να τοποθετήσουμε το ψυγείο στο «συρταράκι» του κουτιού μας και ακολούθως το μπλοκ με την ενσωματωμένη αντλία (αφού πρώτα απλώσαμε θερμοαγώγιμο υλικό στον επεξεργαστή κ.λπ.). Καθώς το σύστημα μας αποτελείται από την μητρική κάρτα GIGABYTE X670E AORUS MASTER και τον επεξεργαστή AMD Ryzen 9 7950X, δεν κρίθηκε απαραίτητο να αλλάξουμε και το backplate της βάσης στο mainboard (ούτε μπήκαμε στον κόπο να αφαιρέσουμε το mainboard από το κουτί για την εγκατάσταση του μπλοκ με την αντλία). Οι χρήστες ωστόσο με επεξεργαστή Intel, ενδέχεται να χρειαστεί να κάνουν ένα ή δύο βήματα παραπάνω για την τοποθέτηση των βραχιόνων στήριξης του μπλοκ. Το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα ικανοποιητικό, το μπλοκ διακριτικά όμορφο και ο φωτισμός εξαιρετικά ικανοποιητικός. Μετρήσεις Καθώς το σύστημα μας ενσωματώνει έναν από τους ισχυρότερους επεξεργαστές που κυκλοφορούν, η θερμοκρασία αγγίζει τους 95°C όταν ενεργοποιείται το σύνολο των πυρήνων μέσω του Cinebench R23. Η θερμοκρασία, σύμφωνα με την AMD, βρίσκεται σε φυσιολογικά επίπεδα για τέτοιο φόρτο εργασίας, και η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε διαπιστώσει το παραμικρό πρόβλημα τόσους μήνες που έχουμε τον επεξεργαστή στη διάθεση μας, ανεξαρτήτως εργασίας. Από άποψη θορύβου, το Silent Loop 3 360 mm είναι αθόρυβο και μόνο όταν οι ανεμιστήρες ξεκινήσουν να λειτουργούν με την υψηλότερη ταχύτητα περιστροφής αρχίζουν να ακούγονται ελαφρώς. Για να είναι περισσότερο ευδιάκριτες οι διαφορές σε σχέση με το σύστημα ψύξης Pure Loop 2 FX 360mm ή σε σχέση με το Light Loop 240mm, απενεργοποιήσαμε τους μισούς πυρήνες του επεξεργαστή μας (στην ουσία απενεργοποιήσαμε το CCD 1) και επαναλάβαμε το τεστ με το Cinebench R23. Επιπλέον, παίξαμε και ένα παιχνίδι (Gear 5) για να αποκτήσουμε μία εικόνα για το που κυμαινόταν η θερμοκρασία κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Παρακάτω μπορείτε να δείτε τις μετρήσεις μας. Το σύστημα μέτρησης αποτελείται: Mainboard: GIGABYTE X670E AORUS MASTER Επεξεργαστής: AMD Ryzen 9 7950X Μνήμη: G.SKILL Trident Z5 Neo 2 x 16GB DDR5-6000 Κάρτα γραφικών: AMD Radeon RX 6800 SSD: Samsung NVMe M.2 SSD 970 EVO Plus 500GB Τροφοδοτικό: be quiet! Straight Power 11 850W Platinum Κουτί: be quiet! Silent Base 801 Λογισμικό: Windows 11 Pro 64-bit Η θερμοκρασία σε συνθήκες πλήρους φόρτου έφτασε σε πολύ υψηλά επίπεδα, ωστόσο όπως αναφέραμε και πιο πάνω, η AMD θεωρεί τέτοιες θερμοκρασίες φυσιολογικές για τη σειρά Ryzen 7000-series. Με απενεργοποιημένο το CCD 1 και επομένως τους οκτώ από τους δεκαέξι πυρήνες, η θερμοκρασίες είναι σαφώς χαμηλότερες με το Silent Loop 3 360 mm να αποδίδει πολύ καλά και να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα συστήματα υδρόψυξης. To κουτί be quiet! Silent Base 801 διαθέτει ήδη εγκατεστημένους τρεις ανεμιστήρες (δύο 140mm στο μπροστινό τμήμα και έναν επίσης 140mm, όλοι τους Pure Wings 2) με αποτέλεσμα να σχηματίζεται ένα αρκετά δυνατό ρεύμα αέρα στο εσωτερικό. Οι ανεμιστήρες της ψύκτρας δεν «ακούγονται» και επομένως, με τους υπόλοιπους ανεμιστήρες στο κουτί να λειτουργούν κανονικά, δεν άλλαξε το παραμικρό από άποψη παραγόμενου θορύβου συνολικά. Ακόμα και με τον φόρτο εργασίας του επεξεργαστή στο 100%, ο παραγόμενος θόρυβος δεν αντιληπτός στην πράξη. Η μέτρηση για τον θόρυβο έγινε απλώς για να… γίνει. Δεν παρατηρήσαμε ουσιαστική διαφορά μεταξύ των διαμορφώσεων και ο απλός χρήστης δεν πρόκειται να παρατηρήσει διαφορά μεταξύ των συστημάτων ή και γενικότερα εφόσον διαθέτει επιπλέον ανεμιστήρες στο σύστημα του. Συμπέρασμα Η τιμή του συστήματος υδρόψυξης Silent Loop 3 360 mm μπορεί να χαρακτηριστεί σχετικά υψηλή, ωστόσο είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική σε σχέση με τον άμεσο ανταγωνισμό. Επιπλέον, προσφέρει χαρακτηριστικά και δυνατότητες, όπως η εξαιρετική ποιότητα κατασκευής, η βαλβίδα αναπλήρωσης του ψυκτικού μέσου, ο ελεγκτής-διανομέας PWM/ARGB έξι συσκευών και οι καλοί ανεμιστήρες που δεν συναντώνται εύκολα σε άλλες λύσεις. Από άποψη απόδοσης, μείναμε εξαιρετικά ικανοποιημένοι, με την έννοια ότι οι διαφορές σε σύγκριση με τα Pure Loop 2 FX 360 mm και Light Loop 240mm ήταν κάτι περισσότερο από εμφανείς. Αν αναζητάτε ένα σύστημα υδρόψυξης που εξασφαλίζει μακροζωία και υψηλή απόδοση, το Silent Loop 3 360 mm είναι μία εξαιρετική πρόταση που προτείνουμε ανεπιφύλακτα.
-
Η γνωστή Γερμανική εταιρεία be quiet! προχώρησε τελευταία στην επέκταση της προσφοράς ολοκληρωμένων (All In One) συστημάτων υδρόψυξης της, ανακοινώνοντας μοντέλα Silent Loop 3, τα οποία θα διατεθούν σε εκδόσεις των 420mm, 360 mm και 240 mm με μαύρου χρώματος φινίρισμα. Σύμφωνα με την εταιρεία, στην κατασκευή των μοντέλων Silent Loop 3 εφάρμοσε κάθε γνώση και καινοτομία της, με απώτερο στόχο την καλύτερη δυνατή απόδοση σε συνδυασμό με την πλέον αθόρυβη λειτουργία. Πιο συγκεκριμένα, η εταιρεία δηλώνει: «Αυτή η σειρά ολοκληρωμένων μονάδων υδρόψυξης (All-in-One) αντιπροσωπεύει το πάθος μας για τις τεχνολογικές καινοτομίες, όλες τους συγκεντρωμένες σε ένα σύστημα AiO, που αποτελεί το αποκορύφωμα των δυνατοτήτων μας στην υδρόψυξη. Το Silent Loop 3 ανταποκρίνεται επίσης στο όνομα της επωνυμίας “be quiet!”. Αρχικός στόχος μας ήταν να προσφέρουμε μια σχεδόν αθόρυβη εμπειρία. Κάθε μοντέλο αυτής της σειράς μπορεί να θεωρηθεί μια επιστολή αγάπης προς τη γερμανική μηχανική». Διαβάστε ολόκληρο το review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος η Samsung… πιστή στην παράδοση λάνσαρε τη Fan Edition του πιο πρόσφατου Galaxy S smartphone της. Το Galaxy S24 FE είναι εδώ αποτελώντας μία πιο προσιτή οικονομικά πρόταση (πολλά εισαγωγικά εδώ) για όσους ναι μεν καλοβλέπουν την αγορά μίας εκ των κορυφαίων συσκευών της κορεατικής εταιρείας, αλλά το Galaxy S24 παραμένει εκτός των οικονομικών τους δυνατοτήτων. Όχι πως το Galaxy S24 FE είναι φθηνό δηλαδή: με τιμή που ξεκινά από τα €779, στοιχίζει μόλις €170 λιγότερα σε σχέση με την οικονομικότερη έκδοση του αρχικού Galaxy S24. Όπως αντιλαμβάνεστε, το μεγάλο ερώτημα φυσικά είναι αν αξίζουν οι παραχωρήσεις που θα κληθεί να κάνει ο χρήστης, προκειμένου να γλιτώσει 18% από την τιμή του βασικού μοντέλου της σειράς S24. Ας κάνουμε μία απόπειρα να το απαντήσουμε. Η διαφορά του Galaxy S24 FE σε σχέση με το Galaxy S24 που γίνεται αντιληπτή με την πρώτη ματιά αφορά το μέγεθός του, με τη Samsung να επιλέγει να ανεβάσει τη νέα της πρόταση στις 6,7 ίντσες από τις 6,2. Η απόφαση αυτή έχει ως αποτέλεσμα το smartphone να έχει σεβαστό βάρος που αγγίζει τα 213 γραμμάρια, ούσα παράλληλα ικανών διαστάσεων στα 162 x 77,3 x 8 χιλ. Στην πράξη δηλαδή πρόκειται για ένα Galaxy S24 στο μέγεθος όμως του Galaxy S24+. Το design του Galaxy S24 FE δεν διαφέρει ιδιαίτερα από την υπόλοιπη σειρά και με αυτό εννοούμε πως από μακριά δύσκολα θα το ξεχωρίσει κανείς από τα υπόλοιπα μοντέλα. Η πλάτη του προστατεύεται από Gorilla Glass Victus+ με το πλαίσιό του ναι είναι από αλουμίνιο. Το Gorilla Glass Victus+ προστατεύει και την οθόνη ενώ η συσκευή διαθέτει και προστασία από νερό και σκόνη βάσει IP68. Η διάθεσή της γίνεται σε τέσσερις παλ αποχρώσεις του πράσινου, κίτρινου, μπλε και μαύρου. Τα πλήκτρα ενεργοποίησης και αυξομείωσης της έντασης του ήχου βρίσκονται όλα στην δεξιά πλευρά, στην επάνω υπάρχει η υποδοχή για την κάρτα SIM (χωρίς αντίστοιχη για κάρτα μνήμης αφού η τελευταία δεν υποστηρίζεται) ενώ στην κάτω συναντάμε τη USB Type-C 3.2. Όσο για την πρόσοψη, η προσοχή πέφτει στο αρκετά μεγάλο πλαίσιο (για να καταλάβετε, το iPhone 16 Pro Max έχει τις ίδιες διαστάσεις αλλά οθόνη 6,9 ιντσών). Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Το καλό WiFi στην άνεση των σπιτιών μας έχει γίνει ουσιαστικό μέρος της ζωής μας. Ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για τηλεργασία, κατ' οίκον εκπαίδευση, streaming, gaming ή γυμναστήριο στο σπίτι. Η πρόκληση είναι να υπάρχει WiFi σε όλο το σπίτι. Αυτό μπορεί να γίνει δύσκολο, ειδικά όταν πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν το WiFi ταυτόχρονα. Αν θέλετε να εργαστείτε στο γραφείο σας και παράλληλα τα παιδιά να παίζουν στο παιδικό δωμάτιο και να κατεβάζετε και μια ταινία ώστε να τη δείτε αργότερα ίσως να μην μπορείτε. Γιατί; Το router μπορεί να βρίσκεται σε μια γωνία και οι τοίχοι να αποτρέπουν το WiFi να λειτουργεί αποτελεσματικά. Με τα Devolo WiFi 6 Repeater 5400 και 3000, αποδεικνύουμε πόσο εύκολο είναι να επεκτείνετε το WiFi του router σας στο διαμέρισμά σας. Τη Devolo τη γνωρίζουμε από τα PLC της, τα οποία έχουμε παρουσιάσει μέσα από την σελίδα του Insomnia. Πρόσφατα κυκλοφόρησε δύο νέα WiFi Repeater, το WiFi 6 Repeater 5400 και WiFi 6 Repeater 3000. Πρόκειται για δύο νέα Repeaters που προστέθηκαν στην οικογένεια της Devolo, για επέκταση του ασύρματου δικτύου ενός χώρου, τα οποία όμως φέρνουν τεχνολογίες που έχουμε δει ως τώρα στα Powerlines της Devolo. Η Devolo παρουσιάζει τα Devolo WiFi 6 Repeater 3000 και 5400, δύο Repeaters με δυνατότητα δημιουργίας ενός ενιαίου δικτύου Mesh. Εξοπλισμένα με Wi-Fi 6 και ταχύτητες 5400Mbps και 3000Mbps αντίστοιχα, είναι εδώ για να λύσουν τα προβλήματα κάλυψης και ταχύτητας που ενδεχομένως να αντιμετωπίζουμε στο χώρο μας. Οι δυνατότητες της τεχνολογίας Mesh είναι εδώ για να κάνουν την εμπειρία μας ακόμα καλύτερη, αφού τα προτερήματα που προσφέρει η συγκεκριμένη τεχνολογία είναι πάρα πολλά. Ήρθαν για να λύσουν τα προβλήματα με το Wi-Fi που μπορεί να έχει οποιοδήποτε σπίτι – ιδίως μεγαλύτερα σπίτια, μεζονέτες, σπίτια με πολλαπλά δωμάτια ή ορόφους, γραφεία ή οτιδήποτε παρεμφερές. Ο τρόπος σύνδεσης των Devolo WiFi 6 Repeater 5400 και 3000 όπως θα δούμε στην συνέχεια, είναι εξαιρετικά απλός και ο καθένας μπορεί να το εγκαταστήσει μόνος του. Οπότε η ευκολία σε συνδυασμό με τις παροχές που προσφέρει είναι ένας εξαιρετικά δελεαστικός συνδυασμός. Ας τα δούμε λίγο πιο αναλυτικά, καταγράφοντας τις εντυπώσεις και την εμπειρία μας με αυτά. Διαβάστε ολόκληρο το review Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο
-
Το περυσινό ASUS Zenbook Duo (UX8406) ήταν μία από τις κυκλοφορίες που ξεχώρισαν στην κατηγορία των laptops. Η ASUS αρίστευσε σε μία κατηγορία με ελάχιστο ανταγωνισμό (πρακτικά μόνο το Yoga Book 9i της Lenovo), παρουσιάζοντας μία ολοκληρωμένη συσκευή με ελάχιστα ψεγάδια. Με δεδομένο δε ότι το Zenbook Duo σε γενικές γραμμές… δούλευε, η εταιρεία δεν είχε κανέναν λόγο να προβεί σε ρηξικέλευθες αλλαγές φέτος και πράγματι, αυτό ακριβώς έκανε, αφού η έκδοση του συστήματος για το 2025 έρχεται με το απαραίτητο φρεσκάρισμα στα τεχνικά της χαρακτηριστικά, διατηρώντας ανέπαφα όλα τα άλλα στοιχεία – ακόμα και το κωδικό όνομα UX8406, κάτι που ενδεχομένως να μπερδέψει ορισμένους. Πάμε να δούμε λοιπόν αν το Zenbook Duo 2025 (UX8406) διατηρεί τη γοητεία του προκατόχου του. Σχεδιασμός – Οθόνες Το design του Zenbook Duo 2025 όταν αυτό είναι κλειστό δεν προδίδει τα όσα μπορεί να προσφέρει αυτό αφού μοιάζει με ένα τυπικό (αν και χοντρό, με προφίλ 1,99 εκατ. όταν το Zenbook A14 π.χ. βρίσκεται στα 1,34 εκατ.) laptop 14 ιντσών. Ανοίγοντάς το βέβαια, ο χρήστης καταλαβαίνει με τι έχει να κάνει: το σύστημα διαθέτει δύο οθόνες αφής Lumina OLED ιδίου μεγέθους με εκείνη στη βάση να καλύπτεται αρχικά από το πληκτρολόγιο και το touchpad. Η επιφάνεια που τα φιλοξενεί ασφαλίζει μαγνητικά με έναν αρκετά ισχυρό μηχανισμό και αφαιρείται με μία κίνηση. Ως προς τις οθόνες, υπάρχουν δύο επιλογές. Είτε με ανάλυση 2880 x 1800 pixels στα 120 Hz (αυτή που είχαμε στα χέρια μας), είτε με ανάλυση 1920 x 1200 pixels στα 60 Hz. Αμφότερες προσφέρουν χρόνο απόκρισης 0,2 ms, μέγιστη φωτεινότητα 500 nits και 100% κάλυψη του χρωματικού χώρου DCI-P3, ενώ φέρουν πιστοποιήσεις από τις TUV Rheinland και Pantone, καθώς και Display HDR True Black 500 και SGS Eye Care. Όποια επιλογή κι αν επιλέξετε, τα χρώματα είναι εκπληκτικά και η εικόνα πεντακάθαρη (δεν χορταίναμε να streamάρουμε σειρές) ενώ σε κάθε περίπτωση θα έχετε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσετε και γραφίδα ASUS Pen 2.0 για πιο φυσική εισαγωγή κειμένου. Οι διατάξεις που προσφέρει το Zenbook Duo 2025 είναι τρεις. Αρχικά τοποθετώντας τις οθόνες τη μια πάνω στην άλλη. Στη βάση του συστήματος υπάρχει ένα εξαιρετικά σταθερό σταντ ενώ η σύνδεσή τους γίνεται μέσω ενός τρομερά σταθερού μηχανισμού άρθρωσης ο οποίος τις διατηρεί ακούνητες – παρά το λογικό άγχος του χρήστη στην αρχή μην τυχόν και… καταρρεύσει το όλο σύστημα. Με τον τρόπο αυτό η μία οθόνη θα βρίσκεται στο ύψος των ματιών σας, προσφέροντας μία πολύ πιο άνετη εμπειρία χρήσης αφού δεν θα χρειάζεται να σκύβετε ασυναίσθητα προκειμένου να την κοιτάξετε. Μπορείτε π.χ. να έχετε τα βασικά σας προγράμματα (browser, Office, Photoshop, Premiere κλπ) στην επάνω οθόνη και τυχόν βοηθητικά (Slack, Discord, Spotify, Notepad++ κ.α.) στην κάτω. Μία εναλλακτική επιλογή την οποία η ASUS χρησιμοποιεί κατά κόρον στο προωθητικό υλικό του συστήματος, θέλει τις δύο οθόνες πλάι-πλάι, σαν ανοιχτό βιβλίο (το σταντ στη βάση εγγυάται και εδώ τη σταθερότητα). Σύμφωνα με την ASUS η εν λόγω διάταξη θα φανεί ιδιαίτερα χρήσιμη στους προγραμματιστές και όσους συντάσσουν κείμενα και μολονότι δεν είχαμε τη δυνατότητα να ελέγξουμε το πρώτο, αναφορικά με το δεύτερο μάλλον θα διαφωνήσουμε. Ναι, ο κατακόρυφος προσανατολισμός είναι ένα κλικ πιο βολικός από τον οριζόντιο, όμως για χάρη του αναγκαζόμαστε να θυσιάσουμε κάποιες από τις θύρες I/O (είτε μία Thunderbolt 4, μία USB Type-A και τη θύρα 3,5 χιλ., είτε μία Thunderbolt 4 και την HDMI). Τέλος, υπάρχει πάντα η δυνατότητα χρήσης του συστήματος ως ένα συμβατικό, τυπικό laptop, με το – φοβερά βολικό – πληκτρολόγιο και το touchpad να καλύπτουν τη δεύτερη οθόνη, κάτι που έχει νόημα μόνο όταν δεν υπάρχει χώρος όπως π.χ. σε ένα αεροπλάνο, στο τρένο ή μία αίθουσα αναμονής. Να δώσουμε, τέλος, τα εύσημα στην ASUS για την ποιότητα κατασκευής της επιφάνειας του πληκτρολογίου και του touchpad. Αν και με προφίλ μόλις 0,53 εκατ. και βάρος 300 γραμμάρια, είναι εντυπωσιακά στιβαρή (δεν κάμπτεται ακόμα κι όταν δεν ακουμπά κάπου σταθερά – π.χ. στα πόδια σας) ενώ το απαλό πλαστικό στη βάση της εξασφαλίζει πως δεν πρόκειται να φθαρεί η οθόνη από κάτω του, με όσο μίσος κι αν πληκτρολογείτε. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Η πιο premium έκδοση του συστήματος έρχεται με Intel Core Ultra 9 285H, 32 GB ενσωματωμένης LPDDR5x RAM στα 7467 MHz και δίσκο PCIe 4.0 NVMe M.2 SSD χωρητικότητας 2 TB. Υποστηρίζεται πλέον Wi-Fi 7 ενώ στα της συνδεσιμότητας υπάρχει και Bluetooth 5.4. Η μπαταρία έχει παραμείνει στις 75 Wh με την αυτονομία της όμως να έχει αυξηθεί ελαφρώς, φτάνοντας και τις εννιά ώρες με χρήση και των δύο οθονών – αν χρησιμοποιήσετε το Zenbook Duo 2025 ως τυπικό laptop, τότε αγγίζει και τις 12 ώρες. Η αλήθεια είναι ότι η επιλογή επεξεργαστή δεν είναι κι ό,τι καλύτερο για όσους δίνουν έμφαση στην AI αφού η ενσωματωμένη NPU έχει απόδοση 13 TOPS, κάτι που σημαίνει πως το σύστημα δεν πληροί τις προδιαγραφές ενός Copilot+ PC. Όσον αφορά στη συνολική του απόδοση πάντως, είναι εξαιρετικός. Σε συνδυασμό με την ταχύτατη RAM θα σας επιτρέψει να τρέξετε όλα όσα απαιτεί η καθημερινότητά σας χωρίς το σύστημα να αρχίσει να… αγκομαχά. Η δε ενσωματωμένη κάρτα Arc 140T με τους οκτώ πυρήνες (σημειώστε πως βασίζεται στην αρχιτεκτονική Xe+ και όχι στη νεότερη Xe2) θα σας καλύψει και ως προς το gaming, ιδίως αν είστε διατεθειμένοι να πέσετε στα 720p και με τα settings στο medium (στην καλύτερη περίπτωση). Όσο περισσότερο ζορίζετε το μηχάνημα βέβαια, τόσο περισσότερο θα αρχίσει να ανεβαίνει η θερμοκρασία του, χωρίς πάντως εκείνη να φτάνει σε απαγορευτικά επίπεδα. Το πιθανότερο άλλωστε είναι πως το πληκτρολόγιο – και άρα και τα χέρια σας – θα βρίσκεται μακριά από τη βάση. Το Zenbook Duo διαθέτει κάμερα ανάλυσης 1080p με υπέρυθρες για άμεση σύνδεση μέσω Windows Hello. Δυστυχώς δεν διαθέτει φυσικό κάλυμμα και η αλήθεια είναι πως η ανάλυσή της θα μπορούσε να βρισκόταν ένα κλικ πιο πάνω. Όσο για τα ηχεία του συστήματος, υποστηρίζουν τεχνολογία Dolby Atmos και γενικώς προσφέρουν κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό ήχο – τηρουμένων των αναλογιών. Τα Windows πλαισιώνει το λογισμικό της ASUS το οποίο προσφέρει εύκολη πρόσβαση σε διάφορες συντομεύσεις, εργαλεία ελέγχου και χρήσιμες λειτουργίες. Μιλώντας περί συντομεύσεων, το ευμέγεθες (12,97 x 7,4 εκατ.) touchpad ErgoSense υποστηρίζει χειρονομίες με τρία και τέσσερα δάχτυλα. Συμπέρασμα «If it ain’t broke, don’t fix it» λένε, και η ASUS ακολούθησε το ρητό κατά γράμμα. Το Zenbook Duo 2025 (UX8406) αποτελεί μία ανανεωμένη έκδοση του περυσινού επιτυχημένου μοντέλου που κλείνει πονηρά το μάτι στους επαγγελματίες που όντως έχουν τον τρόπο να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις αστείρευτες δυνατότητές του. Με πλήθος τρόπων χρήσης (μέχρι που κάποιος μπορεί να το κρατήσει στο χέρι του ανοιχτό όπως ένα περιοδικό!), σπουδαίες οθόνες και τεράστια ευελιξία, είναι ιδανικό για ένα μεγάλο εύρος εργασιών, από δημιουργία κώδικα και επεξεργασία βίντεο, μέχρι απαιτητικό multitasking και gaming. Κι αν το αποκτήσετε από έναν εξουσιοδοτημένο μεταπωλητή της ASUS έως το τέλος Μαρτίου, θα έχετε και έναν χρόνο δωρεάν επέκταση εγγύησης.
-
Το TCL 50 Pro NXTPAPER 5G είναι η ναυαρχίδα της φετινής σειράς smartphones της κινεζικής εταιρείας. Η TCL άλλωστε έδωσε το «παρών» σε κάθε μεγάλη έκθεση τεχνολογίας φέτος παρουσιάζοντας τις νέες συσκευές της και μαζί με αυτές την τεχνολογία NXTPAPER 3.0 η οποία είναι και εκείνη που διαφοροποιεί τις προτάσεις της – στον χώρο τόσο των smartphones, όσο και των tablets – από εκείνες του ανταγωνισμού. Το 50 Pro NXTPAPER 5G, όπως είναι η πλήρης ονομασία του ισχυρότερου smartphone της, είναι μία συσκευή που ναι μεν ανήκει στην κατηγορία των προσιτών οικονομικά τηλεφώνων (έστω και οριακά, καθώς η τιμή της βρίσκεται κάτω από το όριο των €300), όμως έχει δυνατότητες και λειτουργίες που του χαρίζουν άριστη σχέση τιμής/απόδοσης. Ποιες είναι αυτές; Ας τις αναλύσουμε. Με μία πρώτη γρήγορη ματιά, δεν υπάρχει κάτι που να ξεχωρίζει ιδιαίτερα στον σχεδιασμό του TCL 50 Pro NXTPAPER 5G. Με διαστάσεις 167,5 x 75,5 x 7,99 χιλ. είναι στο μέγεθος που θα περίμενε κανείς όσον αφορά ένα smartphone με οθόνη 6,8 ιντσών. Το βάρος του είναι στα 196 γραμμάρια με το σώμα του να είναι από πλαστικό και έτσι να αφήνει μία μάλλον μέτρια αίσθηση – το πλαίσιό του πάντως είναι μεταλλικό. Δυστυχώς η TCL δεν έχει εξασφαλίσει στη συσκευή της προστασία από νερό και σκόνη (βλ. IP), κάτι που σημαίνει πως ο χρήστης θα πρέπει να είναι προσεκτικός χρησιμοποιώντας τη. Στην πρόσοψη κυριαρχεί φυσικά η οθόνη στην οποία θα αναφερθούμε παρακάτω. Ψηλά στο κέντρο της βρίσκεται η selfie κάμερα σε στυλ punch hole. Στην πλάτη της συσκευής ξεχωρίζει φυσικά το κυκλικό υπερυψωμένο τμήμα όπου βρίσκονται οι φακοί των τριών καμερών του συν το φλας. Στην κάτω αριστερή γωνία υπάρχει το λογότυπο της TCL. Η δεξιά πλευρά είναι εκείνη που συγκεντρώνει όλο το ενδιαφέρον αφού συναντάμε τα πλήκτρα προσαρμογής της έντασης του ήχου και ενεργοποίησης, συν ένα ακόμα για την εναλλαγή λειτουργίας οθόνης. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Όπως πέρυσι τέτοια εποχή, έτσι και φέτος η Xiaomi μας παρουσίασε τη νέα της ναυαρχίδα, με τα αποκαλυπτήρια να γίνονται στη Βαρκελώνη και το MWC 2025, όμως να έχουμε τη δυνατότητα να δοκιμάσουμε τη συσκευή από πριν και για αρκετές ημέρες. Το Xiaomi 15 Ultra είναι μία απόλυτα εντυπωσιακή συσκευή, τόσο από πλευράς εμφάνισης, όσο και από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών. Αν και σε τέτοιου είδους «ετήσιες» κυκλοφορίες, είθισται να αναφέρουμε πως ο εκάστοτε κατασκευαστής φρόντισε να διορθώσει τα κακώς κείμενα του προηγούμενου μοντέλου, σε αυτή τα πράγματα δεν έχουν έτσι. Μην παρερμηνεύσετε τα παραπάνω: το περυσινό Xiaomi 14 Ultra ήταν μία επίσης υπέροχη πρόταση με συγκεκριμένα θετικά και αρνητικά στοιχεία. Ε, ο φετινός του αντικαταστάτης, κατά έναν περίεργο τρόπο ενισχύει ακόμα περισσότερο τα πλεονεκτήματα που «κληρονομεί» χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα για να λειάνει τις ατέλειές του – κάτι που, όσο να ‘ναι, χτυπάει άσχημα σε μία συσκευή του ενάμισι χιλιάρικου. Πάμε να δούμε όμως αναλυτικά τις εντυπώσεις μας. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Το realme 14 Pro+ δεν περνά απαρατήρητο. Πόσο συχνά άλλωστε συναντά κανείς μία συσκευή που αλλάζει χρώμα ανάλογα με τη θερμοκρασία; Βέβαια από την άλλη, αυτός δεν είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο κάποιος θα πειστεί να δαπανήσει το ποσό των €599 για μία συσκευή, οπότε ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχουν τα όσα μπορεί να προσφέρει η πρόταση της realme. Ποια είναι αυτά; Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Η συσκευή, όπως προείπαμε, δίνει έμφαση στο design. Η realme ανέθεσε τον σχεδιασμό της στο δανικό στούντιο Valeur Designers – που έχει υπογράψει πολλές από τις δημιουργίες της Bang & Olufsen – και το αποτέλεσμα είναι πραγματικά όμορφο. Άλλωστε η σχέση της realme με το design πάει πίσω αρκετά μοντέλα και μάλιστα με ευρωπαικά στούντιο, κάτι που σίγουρα δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε από κατασκευαστές από την Κίνα. Το realme 14 Pro+ έρχεται σε δύο χρώματα, γκρι και λευκό με υφή που παραπέμπει σε μαργαριτάρι. Η δεύτερη είναι και εκείνη που αλλάζει χρώμα, υιοθετώντας έντονη μπλε υφή όταν η θερμοκρασία πέσει κάτω από τους 16ο C, απόρροια της τεχνολογίας με θερμοχρωμικές ίνες σύντηξης που χρησιμοποίησε η εταιρεία. Αξίζει να σημειώσουμε βέβαια πως με τον καιρό η ικανότητα αλλαγής χρώματος μειώνεται οπότε το όλο εφέ μετά τον πρώτο χρόνο χάνει τη γοητεία του. Ενδιαφέρον είναι ακόμα το γεγονός ότι κανένα realme 14 Pro+ δεν είναι ίδιο με το άλλο, αφού το μοτίβο στο πίσω μέρος είναι διαφορετικά σε κάθε συσκευή. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Βασισμένη στην αρχιτεκτονική AMD RDNA 4, η νέα σειρά καρτών γραφικών AMD Radeon RX 9070 σχεδιάστηκε για να προσφέρει την ισχύ που χρειάζονται οι σημερινοί gamers για να απολαμβάνουν τα παιχνίδια τους με υψηλά framerates χωρίς ιδιαίτερους συμβιβασμούς στην ποιότητα απεικόνισης. Επιπλέον ενσωματώνει χαρακτηριστικά που την τοποθετούν σε θέση ετοιμότητας για το μέλλον καθώς είναι ενισχυμένα με Τεχνητή Νοημοσύνη. Οι νέοι επεξεργαστές γραφικών της AMD ενσωματώνουν ισχυρούς επιταχυντές AI και Ray Tracing, «επικοινωνούν» μέσω διαύλου 256-bit με 16 GB μνήμης GDDR6 ενώ προσφέρουν καλύτερη ποιότητα εικόνας για τη μετάδοση/ροή και την επεξεργασία βίντεο χάρη σε βελτιστοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στο AMD Software. Η αρχιτεκτονική AMD RDNA 4 διαθέτει ισχυρές, ενοποιημένες υπολογιστικές μονάδες (Unified Compute Units) που προσφέρουν την απόδοση που χρειάζονται οι σημερινοί χρήστες για να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις σημερινές υψηλής ανάλυσης και «γρήγορες» οθόνες για παιχνίδια. Το σύνολο χαρακτηριστικών AMD HYPR-RX σύμφωνα με την εταιρεία, ωθεί το παιχνίδι στα όρια του με τις τεχνολογίες για υψηλής ποιότητας upscaling στην ανάλυση, δημιουργίας καρέ (frame-generation) και μείωσης της υστέρησης (Anti-Lag). Οι αναβαθμισμένοι επίσης επιταχυντές ακτινανίχνευσης ή ιχνηλάτησης ακτίνας (Ray Tracing Accelerators) ενισχύουν τον ρεαλισμό στα παιχνίδια καθώς προσφέρουν φωτισμό, σκιές και αντανακλάσεις που μιμούνται την πραγματικότητα. Οι προηγμένες τεχνολογίες αναβάθμισης/κλιμάκωσης της ανάλυσης (Resolution Upscaling) και της παραγωγής/δημιουργίας καρέ (Frame Generation) που ενισχύονται από Τεχνητή Νοημοσύνη και Μηχανική Εκμάθηση και αποτελούν βασικά στοιχεία του AMD FidelityFX Super Resolution 4 επιτρέπουν στους χρήστες να απολαμβάνουν υψηλότερες επιδόσεις (framerates) με ανώτερη ποιότητα εικόνας στα παιχνίδια που το υποστηρίζουν. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Όπως πέρυσι τέτοια εποχή, έτσι και φέτος η Xiaomi μας παρουσίασε τη νέα της ναυαρχίδα, με τα αποκαλυπτήρια να γίνονται στη Βαρκελώνη και το MWC 2025, όμως να έχουμε τη δυνατότητα να δοκιμάσουμε τη συσκευή από πριν και για αρκετές ημέρες. Το Xiaomi 15 Ultra είναι μία απόλυτα εντυπωσιακή συσκευή, τόσο από πλευράς εμφάνισης, όσο και από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών. Αν και σε τέτοιου είδους «ετήσιες» κυκλοφορίες, είθισται να αναφέρουμε πως ο εκάστοτε κατασκευαστής φρόντισε να διορθώσει τα κακώς κείμενα του προηγούμενου μοντέλου, σε αυτή τα πράγματα δεν έχουν έτσι. Μην παρερμηνεύσετε τα παραπάνω: το περυσινό Xiaomi 14 Ultra ήταν μία επίσης υπέροχη πρόταση με συγκεκριμένα θετικά και αρνητικά στοιχεία. Ε, ο φετινός του αντικαταστάτης, κατά έναν περίεργο τρόπο ενισχύει ακόμα περισσότερο τα πλεονεκτήματα που «κληρονομεί» χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα για να λειάνει τις ατέλειές του – κάτι που, όσο να ‘ναι, χτυπάει άσχημα σε μία συσκευή του ενάμισι χιλιάρικου. Πάμε να δούμε όμως αναλυτικά τις εντυπώσεις μας. Εμφάνιση – Σχεδιασμός Ο σχεδιασμός του Xiaomi 15 Ultra είναι τάλε-κουάλε με εκείνον του προκατόχου του. Με βάρος που κυμαίνεται μεταξύ 226 και 229 γραμμαρίων, ανάλογα το χρώμα που θα επιλέξει κάποιος, και διαστάσεις 161,3 x 75,3 x 9,4 χιλ. πρόκειται για μία συσκευή που… κάνει αισθητή την παρουσία της στο χέρι ή την τσέπη. Υπάρχει προστασία από νερό και σκόνη βάσει IP68 που αν και πέρυσι ήταν επαρκής, φέτος βρίσκεται ένα κλικ πίσω από τον ανταγωνισμό ο οποίος έχει περάσει πια στην εποχή του IP69. Το Xiaomi 15 Ultra περιλαμβάνει όλα κι όλα δύο φυσικά πλήκτρα στη δεξιά του πλευρά: ένα για την ενεργοποίηση (ή το Gemini) και ένα για την προσαρμογή της έντασης του ήχου. Στη διάθεσή σας βρίσκονται τρεις χρωματικές εκδοχές κι αν η λευκή και η μαύρη είναι λίγο-πολύ συμβατικές, θα μας επιτρέψετε να σταθούμε στην τρίτη που κάνει και τη μεγάλη διαφορά και την οποία είχαμε στη διάθεσή μας. Σε χρώμα που η Xiaomi ονομάζει silver chrome, ουσιαστικά σπάει την πλάτη της συσκευής στα τρία οριζοντίως: το επάνω 1/3 φέρει λείο ασημί φινίρισμα ενώ τα άλλα 2/3 είναι επενδεδυμένα με vegan δέρμα (η νέα λέξη για το πλαστικό δηλαδή για αρκετούς κατασκευαστές). Η υφή του τελευταίου εκτός από ευχάριστη προσφέρει και σταθερότερο κράτημα ενώ η όλη διχρωμία σε συνδυασμό με τη στρογγυλή, ανυψωμένη επιφάνεια που φιλοξενεί τους φακούς, βγάζει έντονα ρετρό vibes παραπέμποντας στη θρυλική M3 της Leica. Μιας που αναφερθήκαμε στους φακούς, η Xiaomi ακολουθεί την πεπατημένη τοποθετώντας τους σε ένα στρογγυλό πλαίσιο που ανασηκώνεται από την υπόλοιπη πλάτη κατά 5,1 χιλ. με καμπυλότητα που παραπέμπει σε ηφαίστειο. Η στεφάνη του είναι οδοντωτή και αν παρατηρήσετε προσεκτικά, θα δείτε ότι οι φακοί στο εσωτερικό του είναι κάπως… άτακτα τοποθετημένοι. Αυτό συμβαίνει λόγω των προδιαγραφών του περισκοπικού τηλεφακού (υπομονή, θα αναφερθούμε σ’ αυτόν παρακάτω) και δεν πρόκειται να σας απασχολήσει ούτε μία φορά. Η επιφάνεια των φακών, τέλος, προστατεύεται από Gorilla Glass 7i, μία μάλλον φτηνή επιλογή δεδομένου του κόστους του Xiaomi 15 Ultra. Οθόνη Η οθόνη του Xiaomi 15 Ultra είναι ίδια με εκείνη του περυσινού μοντέλου με μία εξαίρεση. Πρόκειται λοιπόν για μία LTPO AMOLED 6,73 ιντσών ανάλυσης 1440 x 3200 pixels στα 522 ppi. Υποστηρίζει Dolby Vision, HDR10+ και HDR Vivid με τον ρυθμό ανανέωσής της να φτάνει τα 120 Hz. Ως προς αυτό το τελευταίο ο χρήστης μπορεί να κάνει τις δικές του ρυθμίσεις (θέτοντας ανώτατο όριο τα 60 ή τα 120 Hz) αν η καλύτερη επιλογή είναι να αφήσει το ίδιο το smartphone να κάνει παιχνίδι – ο ρυθμός ανανέωσης προσαρμόζεται αυτόματα μέχρι και στα βίντεο. Εκεί που ενδεχομένως να χρειαστεί να επέμβετε είναι κατά το gaming – η Xiaomi έχει εφοδιάσει τη συσκευή με σχετικό εργαλείο ελέγχου απ’ όπου μπορείτε να προσαρμόσετε τη λειτουργία της στα video games. Η μόνη διαφορά σε σχέση με το Xiaomi 14 Ultra είναι στη φωτεινότητα η οποία και έχει αυξηθεί στα 3200 nits – παραμένοντας πάντως πιο χαμηλά από τα 4500 nits του OnePlus 13 και μεγαλύτερη απ΄ αυτή του Galaxy S25 Ultra. Η εμπειρία θέασης που προσφέρει πάντως το Xiaomi 15 Ultra είναι εξαιρετική. Όσο το είχαμε στη διάθεσή μας, απολαύσαμε (με όλη τη σημασία της λέξης) σειρές και ντοκιμαντέρ και παίξαμε τα video games της αρεσκείας μας με κρυστάλλινη ποιότητα εικόνας. Τα χρώματα είναι ολοζώντανα ενώ ακόμα κι όταν βρεθήκαμε σε εξωτερικούς χώρους μέρα μεσημέρι, δεν είχαμε κανένα απολύτως πρόβλημα να χρησιμοποιήσουμε τη σ συσκευή. Το μόνο μας σοβαρό παράπονο έχει να κάνει με την προστατευτική μεμβράνη. Δεν αναφερόμαστε στο Xiaomi Shield Glass 2.0, τη νεότερη – και κατά 16 φορές ανθεκτικότερη σε σχέση με το Gorilla Glass Victus – έκδοση της επικάλυψης της Xiaomi αλλά την επιπρόσθετη μεμβράνη, η οποία και έπειτα από λίγες μέρες εμφάνισε φουσκάλες με αποτέλεσμα να χρειάζεται αλλαγή – φαινόμενο που παρατηρήσαμε και στο Mobile World Congress στις συσκευές που υπήρχαν στον εκθεσιακό χώρο της Xiaomi. Κάμερες Φυσικά το μεγάλο όπλο του Xiaomi 15 Ultra δεν είναι άλλο από τις επιδόσεις του στη φωτογραφία και το βίντεο, κάτι στο οποίο έχει βάλει το χεράκι της η Leica – η παρουσία της οποίας στο φετινό Ultra είναι πιο έντονη από ποτέ. Το σύστημα της συσκευής λοιπόν αποτελείται από τέσσερις φακούς: ευρυγώνιο Sony LYT-900 μίας ίντσας στα 50 MP (f/1,6, 23 χιλ., 1,6 μm, dual-pixel PDAF, OIS), τηλεφακό Sony IMX858 50 MP (f/1,8, 70 χιλ., 1/2,51”, 0,7 μm, dual-pixel PDAF, OIS, 3x οπτικό zoom), υπερευρυγώνιο Samsung ISOCELL JN5 στα 50 MP (f/2,2, 14 χιλ., 115ο οπτικό πεδίο, 1/2,76”, 0,64 μm, dual-pixel PDAF) και περισκοπικό τηλεφακό Samsung ISOCELL HP9 στα 200 MP (f/2,6, 100 χιλ., 1/1,4”, 0,56 μm, multidirectional PDAF, OIS, 4,3x οπτικό zoom). Η εμπρόσθια κάμερα είναι ολόιδια με πέρυσι (32 MP, f/2,0, 21 χιλ., 1/3,14”) με καλές επιδόσεις αν προτιμήσετε τα 12 MP αλλά τίποτα που να αξίζει ιδιαίτερη αναφορά. Όπως και με την οθόνη, έτσι και με τις κάμερες, οι επιδόσεις του Xiaomi 14 Ultra ήταν έτσι κι αλλιώς τρομερές. Εδώ πάντως η Xiaomi βρήκε τον τρόπο να κάνει το κάτι παραπάνω με την προσθήκη του άκρως εντυπωσιακού περισκοπικού τηλεφακού ο οποίος θα λέγαμε ότι δικαίως παίρνει τον τίτλο της κύριας ατραξιόν του Xiaomi 15 Ultra. Ο θηριώδης φακός που προτιμήθηκε (εξ ου και η περίεργη διάταξη των καμερών στην πλάτη της συσκευής) συνιστά τεράστια αναβάθμιση από τον περυσινό 1/2,51 ιντσών (μιλάμε για σχεδόν τριπλάσια επιφάνεια) αφού αιχμαλωτίζει πολύ περισσότερο φως, όντας έτσι καλύτερος ανεξαρτήτως φωτισμού. Πρακτικά, όσο χάλια κι αν είναι οι συνθήκες γύρω σας, οι λήψεις σας θα είναι φωτεινότερες, λεπτομερέστερες και με ανύπαρκτο θόρυβο – εμείς τουλάχιστον δεν κατέστη δυνατό να εντοπίσουμε περίπτωση που ο περισκοπικός τηλεφακός του Xiaomi 15 Ultra να μην είναι σε θέση να μας χαρίσει άριστες εικόνες και βίντεο. Σε σχέση με πέρυσι θυσιάστηκε το μεταβλητό διάφραγμα στην κύρια κάμερα ενώ και ο συνδυασμός των επιλογών οπτικού zoom στους τηλεφακούς δείχνει και είναι πιο λογικός (3x και 4,3x φέτος αντί 3,2x και 5x πέρυσι). Γενικώς η εντύπωση που αποκομίζουμε φέτος είναι πως η Xiaomi – σε συνεργασία φυσικά με τη Leica – κατάφερε να επιτύχει ένα πολύ πιο ισορροπημένο αποτέλεσμα με κάμερες που συμπληρώνουν η μία την άλλη, συνθέτοντας χωρίς καμία υπερβολή τον καλύτερο συνδυασμό που υπάρχει αυτή τη στιγμή στην αγορά και ξεκάθαρα τη No 1 επιλογή για κάθε χρήστη που θέτει τη φωτογραφία και το βίντεο ως βασική προτεραιότητα στο smartphone του. Στο φως της ημέρας, το Xiaomi 15 Ultra χαρίζει θεσπέσιες λήψεις με ρεαλιστικά χρώματα σε φυσικούς τόνους, χωρίς τα ενοχλητικά εφέ υπερβολικής επεξεργασίας που συναντάμε σε άλλες συσκευές. Τα πορτρέτα είναι τέλεια με το δέρμα να έχει τις σωστές αποχρώσεις και τα τοπία μαγικά ακόμα κι όταν υπάρχουν έντονες αντιθέσεις σε χρώματα ή/και φωτεινότητα. Οι επιδόσεις, όπως και πέρυσι, προσεγγίζουν εκείνες μίας DSLR και αν κάποιος έχει την όρεξη και τις γνώσεις να πειραματιστεί περαιτέρω, τα αποτελέσματα που θα πετύχει θα είναι ασυναγώνιστα. Σε πιο απαιτητικές συνθήκες ως προς τον φωτισμό, οι δύο τηλεφακοί δείχνουν την αξία τους, ακόμα και στα μέγιστα επίπεδα οπτικού zoom, αποτυπώνοντας σπουδαίες λεπτομέρειες με πραγματικά υψηλό δυναμικό εύρος, ελάχιστο θόρυβο και μηδενικό θόλωμα. Για το zoom, η ποιότητα είναι η καλύτερη που έχουμε δει και στις ψηφιακές καταστάσεις ακόμα και αν μιλάμε για 100-120χ, κάτι σίγουρα εντυπωσιακό. Όσο για το βίντεο, και οι τέσσερις κάμερες υποστηρίζουν εγγραφή 8K30 με την κύρια και τον περισκοπικό τηλεφακό να προσφέρουν και δυνατότητα 4K120 με πάρα πολύ καλή σταθεροποίηση (η κύρια κάμερα έχει OIS τεσσάρων αξόνων και βελτιωμένο EIS). Η Leica έχει προικίσει το Xiaomi 15 Ultra με δύο προφίλ λήψεων, τα Vibrant και Authentic. Το πρώτο που είναι και το προεπιλεγμένο, είναι αναμφίβολα εκείνο που θα χρησιμοποιήσουν οι περισσότεροι προσφέροντας καλύτερα επίπεδα δυναμικού εύρους και περισσότερη ευελιξία σε σχέση με την επεξεργασία. Το Authentic είναι αυτό που λέμε «για τα vibes» αφού θα μιλήσει στους λάτρεις της φωτογραφίας που θα βρουν τον κορεσμό στο Vibrant υπερβολικό. Επιπρόσθετα, στη διάθεσή σας βρίσκονται και μία σειρά από φίλτρα που μπορείτε να ενεργοποιήσετε πριν από κάθε σας λήψη. Μιλώντας περί λειτουργιών, να πούμε πως ενεργοποιώντας το Pro, θα ξεκλειδώσετε τη δυνατότητα εγγραφής σε LOG – το φορμά που χρησιμοποιείται κυρίως σε επαγγελματικές κάμερες και κινηματογραφικές παραγωγές (για όσους πρόκειται να ασχοληθούν σοβαρά με επεξεργασία). Οι die-hard φαν της φωτογραφίας μπορούν μαζί με τη συσκευή να αποκτήσουν και το Photography Kit (διατίθεται ξεχωριστά στα €199). Σε εντυπωσιακό συνδυασμό κόκκινου-μαύρου χρώματος αλλά με τον ίδιο σχεδιασμό, μετατρέπει το Xiaomi 15 Ultra σε κανονική φωτογραφική μηχανή, διαθέτοντας λαβή για καλύτερο κράτημα, αποσπώμενο πλήκτρο κλείστρου, πλήκτρο εγγραφής βίντεο και ροδέλες για τη ρύθμιση ISO, EV, zoom και ισορροπίας λευκού, καθώς και δακτύλιο προσαρμογής φίλτρου 67 χιλ. Συνδέεται μέσω της USB Type-C και διαθέτει μπαταρία 2000 mAh. Όπως και πέρυσι, έτσι και φέτος το Photography Kit απευθύνεται σε όσους πρόκειται να χρησιμοποιήσουν πράγματι το Xiaomi 15 Ultra ως φωτογραφική μηχανή. Επιδόσεις – Μπαταρία Στα ενδότερα της συσκευής συναντάμε, αναμενόμενα, τον αγαπημένο μας Snapdragon 8 Elite. Τεχνολογίας 3 nm και με οκτώ πυρήνες, πλαισιώνεται από 16 GB ταχύτατης RAM και αποθηκευτικό χώρο 512 GB τύπου UFS 4.1, τουλάχιστον στην έκδοση που κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά (διότι βάσει τεχνικών χαρακτηριστικών υπάρχουν δύο ακόμα: 12/256 GB και 16/1 TB). Η Xiaomi διατείνεται πως το φετινό Ultra έχει κατά 45% καλύτερες επιδόσεις επεξεργαστή και κατά 44% καλύτερες επιδόσεις γραφικών από το περυσινό και πώς θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά τα πράγματα; Βάσει benchmarks πάντως, αν και το Xiaomi 15 Ultra ξεπερνά το OnePlus 13, εντούτοις βλέπει την πλάτη τόσο του Galaxy S25 Ultra, όσο και του «τέρατος επιδόσεων» ROG Phone 9 Pro. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως η συσκευή δεν αποτελεί ένα πραγματικό θηρίο, έτοιμο να φέρει εις πέρας κάθε αποστολή. Σε αυτό βοηθά σημαντικά και το HyperOS 2.0. Η νέα έκδοση του UI της Xiaomi που συμπληρώνει το Android 15 (η Xiaomi προσφέρει τέσσερα χρόνια αναβαθμίσεων λογισμικού και έξι ενημερώσεων ασφαλείας) έχει υποστεί αρκετές αλλαγές που αφορούν τόσο τη λειτουργικότητά της, όσο και την απόδοσή της αφού πλέον καταλαμβάνει λιγότερο χώρο δεσμεύοντας και λιγότερους πόρους. Οι ομοιότητες με το iOS είναι και πάλι… ύποπτα πολλές όμως η Xiaomi δείχνει να άκουσε το κοινό σχετικά με το τι δουλεύει και τι όχι – ο περυσινός απαράδεκτος τρόπος διαχείρισης ειδοποιήσεων για παράδειγμα είναι πια παρελθόν. Διορθωτικές κινήσεις έγιναν και αναφορικά με την παρουσία της AI η οποία πλέον έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Στη διάθεσή σας υπάρχει πάντα το Gemini το οποίο υποστηρίζει κανονικά Ελληνικά, ενώ η Xiaomi προσφέρει και δυνατότητα δημιουργίας κειμένου στο ύφος που προτιμάτε – επίσης με υποστήριξη Ελληνικών. Η τεχνητή νοημοσύνη είναι παρούσα και στη γκαλερί με τις φωτογραφίες σας, δίνοντάς σας τη δυνατότητα να τις επεξεργαστείτε κατά βούληση αφαιρώντας αντικείμενα, αντανακλάσεις, επεκτείνοντας το παρασκήνιο, αλλάζοντας στοιχεία κ.α. Τα περισσότερα από αυτά, τις περισσότερες φορές δουλεύουν άψογα ενώ ξεχωρίσαμε τους AI υπότιτλους και το Διερμηνέα AI για να μπορέσετε να επικοινωνήσετε με κάποιον που κανείς από τους δυο δεν μιλάει τη γλώσσα του άλλου. Μερικές παρατηρήσεις για την ενσωμάτωση του AI στο Xiaomi 15 Ultra είναι ότι οι σχετικές είναι όλες αναμενόμενες, χωρίς κάποια έκπληξη. Ακόμα μία είναι ότι δεν υπάρχει αυτή η αίσθητη της εγγενούς ενσωμάτωσης με το υπόλοιπο λειτουργικό, κάτι που είδαμε στο τελευταίο Galaxy και πιστεύουμε ότι είναι ο καταλληλότερος δρόμος. Φυσικά είναι πολύ θετικό ότι αν όχι όλες, η συντριπτική πλειοψηφία των AI λειτουργιών στο HyperOS 2.0, υποστηρίζει την ελληνική γλώσσα. Στα της μπαταρίας, η χωρητικότητά της έχει αυξηθεί από τα 5000 στα 5410 mAh. Δεν συμβαίνει το ίδιο και με την αυτονομία όμως η οποία και πάλι επαρκεί για μία «γεμάτη» ημέρα χρήσης και όχι παραπάνω. Το καλό είναι πως η φόρτιση δεν κρατά πολύ αφού το 0-100% ολοκληρώνεται σε κάτι παραπάνω από μία ώρα χάρη στην τεχνολογία Wired HyperCharge 90 W (υποστηρίζεται και Wireless HyperCharge 80 W). Μετρήσαμε έως και 65 λεπτά ανάλογα με τον φορτιστή και εδώ αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι η συσκευή έρχεται – δυστυχώς – μόνο με καλώδιο και χωρίς φορτιστή. Εν πάση περιπτώσει προσφέρεται και δυνατότητα ασύρματης αντίστροφης φόρτισης 10 W. Αν θέλετε να μειώσετε πάντως τον χρόνο φόρτισης, υπάρχει και λειτουργία Top Speed που ρίχνει το 0-100% στα 50 λεπτά – φθείροντας όμως, λογικά, περισσότερο τη μπαταρία. Ειδική μνεία θα πρέπει να κάνουμε στη θερμική συμπεριφορά του Xiaomi 15 Ultra. Η Xiaomi το έχει εξοπλίσει με έναν νέο θάλαμο ατμού μεγαλύτερου μεγέθους. Το προηγμένο σύστημα ψύξης 3D Dual-Channel IceLoop εκτείνεται στο 40% περίπου της συνολικής επιφάνειας της συσκευής, εξασφαλίζοντας τις χαμηλότερες δυνατές θερμοκρασίες λειτουργίας – ένα χαρακτηριστικό που αποτελεί σημείο υπεροχής για πολλά κορυφαία Android smartphones, με την Apple να φαίνεται πως προετοιμάζεται να υιοθετήσει παρόμοια προσέγγιση στο εγγύς μέλλον. Παίξαμε Genshin Impact, Call of Duty Mobile και Mortal Kombat μεταξύ άλλων και ίσα που παρατηρήσαμε μία ελαφριά αύξηση της θερμοκρασίας – κάτι που συνέβη και όταν ενεργοποιήσαμε τη λειτουργία φόρτισης-εξπρές Top Speed. Συμπέρασμα Πού καταλήγουμε λοιπόν; Το Xiaomi 15 Ultra έγινε καλύτερο στα σημεία που το Xiaomi 14 Ultra ήταν έτσι κι αλλιώς καλό, χωρίς όμως να βελτιώσει έστω και μία από τις ατέλειές του. Είναι χωρίς αμφιβολία το καλύτερο camera phone της αγοράς όμως η λογική λέει πως με κόστος €1499, ο εν δυνάμει κάτοχός του περιμένει μία πιο ολοκληρωμένη εμπειρία, εφάμιλλη με εκείνη που μπορεί να του προσφέρει π.χ. το Galaxy S25 Ultra. Αν πάλι η φωτογραφία για εσάς είναι το α και το ω, τότε η εν λόγω συσκευή παίζει χωρίς αντίπαλο (και μάλιστα προσφέρεται και με δώρο τον φορητό projector Xiaomi L1 αξίας €299). Είναι αναμενόμενο πως με τη σταδιακή μείωση της τιμής του στο επόμενο διάστημα -κάτι που παρατηρήθηκε και στο προηγούμενο μοντέλο-, το Xiaomi 15 Ultra θα αποτελέσει μια ολοένα και πιο ελκυστική επιλογή για καταναλωτές που αναζητούν μια κορυφαία συσκευή Android.
-
Το Xiaomi 15 Ultra είναι μία απόλυτα εντυπωσιακή συσκευή, τόσο από πλευράς εμφάνισης, όσο και από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών. Αν και σε τέτοιου είδους «ετήσιες» κυκλοφορίες, είθισται να αναφέρουμε πως ο εκάστοτε κατασκευαστής φρόντισε να διορθώσει τα κακώς κείμενα του προηγούμενου μοντέλου, σε αυτή τα πράγματα δεν έχουν έτσι. Μην παρερμηνεύσετε τα παραπάνω: το περυσινό Xiaomi 14 Ultra ήταν μία επίσης υπέροχη πρόταση με συγκεκριμένα θετικά και αρνητικά στοιχεία. Ε, ο φετινός του αντικαταστάτης, κατά έναν περίεργο τρόπο ενισχύει ακόμα περισσότερο τα πλεονεκτήματα που «κληρονομεί» χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα για να λειάνει τις ατέλειές του – κάτι που, όσο να ‘ναι, χτυπάει άσχημα σε μία συσκευή του ενάμισι χιλιάρικου. Πάμε να δούμε όμως αναλυτικά τις εντυπώσεις μας. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Βασισμένη στην αρχιτεκτονική AMD RDNA 4, η νέα σειρά καρτών γραφικών AMD Radeon RX 9070 σχεδιάστηκε για να προσφέρει την ισχύ που χρειάζονται οι σημερινοί gamers για να απολαμβάνουν τα παιχνίδια τους με υψηλά framerates χωρίς ιδιαίτερους συμβιβασμούς στην ποιότητα απεικόνισης. Επιπλέον ενσωματώνει χαρακτηριστικά που την τοποθετούν σε θέση ετοιμότητας για το μέλλον καθώς είναι ενισχυμένα με Τεχνητή Νοημοσύνη. Οι νέοι επεξεργαστές γραφικών της AMD ενσωματώνουν ισχυρούς επιταχυντές AI και Ray Tracing, «επικοινωνούν» μέσω διαύλου 256-bit με 16 GB μνήμης GDDR6 ενώ προσφέρουν καλύτερη ποιότητα εικόνας για τη μετάδοση/ροή και την επεξεργασία βίντεο χάρη σε βελτιστοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στο AMD Software. Γενικά χαρακτηριστικά και δυνατότητες Η αρχιτεκτονική AMD RDNA 4 διαθέτει ισχυρές, ενοποιημένες υπολογιστικές μονάδες (Unified Compute Units) που προσφέρουν την απόδοση που χρειάζονται οι σημερινοί χρήστες για να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις σημερινές υψηλής ανάλυσης και «γρήγορες» οθόνες για παιχνίδια. Το σύνολο χαρακτηριστικών AMD HYPR-RX σύμφωνα με την εταιρεία, ωθεί το παιχνίδι στα όρια του με τις τεχνολογίες για υψηλής ποιότητας upscaling στην ανάλυση, δημιουργίας καρέ (frame-generation) και μείωσης της υστέρησης (Anti-Lag). Οι αναβαθμισμένοι επίσης επιταχυντές ακτινανίχνευσης ή ιχνηλάτησης ακτίνας (Ray Tracing Accelerators) ενισχύουν τον ρεαλισμό στα παιχνίδια καθώς προσφέρουν φωτισμό, σκιές και αντανακλάσεις που μιμούνται την πραγματικότητα. Οι προηγμένες τεχνολογίες αναβάθμισης/κλιμάκωσης της ανάλυσης (Resolution Upscaling) και της παραγωγής/δημιουργίας καρέ (Frame Generation) που ενισχύονται από Τεχνητή Νοημοσύνη και Μηχανική Εκμάθηση και αποτελούν βασικά στοιχεία του AMD FidelityFX Super Resolution 4 επιτρέπουν στους χρήστες να απολαμβάνουν υψηλότερες επιδόσεις (framerates) με ανώτερη ποιότητα εικόνας στα παιχνίδια που το υποστηρίζουν. Οι βελτιωμένες Radiance Display Engine και Enhanced Media Engine προσφέρουν επόμενης γενιάς δυνατότητες καταγραφής και μετάδοσης/ροής βίντεο, με ομαλή, υψηλής ποιότητας αναπαραγωγή ενώ επιπλέον προσφέρουν βελτιστοποιημένη υποστήριξη AV1 για εξαιρετικά ευκρινή εικόνα που επιτρέπει στους χρήστες να παίζουν και να «στριμάρουν» όπως οι επαγγελματίες του χώρου. Οι τελευταίας γενιάς επιταχυντές Τεχνητής Νοημοσύνης (AI Accelerators) επίσης, «τρέχουν» όλους τους φόρτους εργασίας AI με έως και οκταπλάσια (8x) ικανότητα ή απόδοση σε σύγκριση με τους περασμένης γενιάς. Και όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την υποστήριξη των προτύπων PCIe Gen 5.0 και DisplayPort v2.1 και HDMI 2.1b επιτρέπουν στους παίκτες να «ξεκλειδώσουν» νέα επίπεδα ποιότητας εικόνας και απόδοσης. Αρχιτεκτονική AMD RDNA 4 Σύμφωνα με την AMD, η αρχιτεκτονική RDNA 4 αποτελεί μία καινοτομική σχεδιαστική προσέγγιση στην αρχιτεκτονική επεξεργαστών γραφικών και στοχεύει στο να καταστήσει τις εμπειρίες παιχνιδιού που απολαμβάνουν οι enthusiast χρήστες προσβάσιμες από τους περισσότερους από εμάς. Κατά τη σχεδίαση της αρχιτεκτονικής, οι μηχανικοί της AMD εστίασαν σε δύο πυλώνες: να προσδιορίσουν τις εμπειρίες που επιθυμούν οι χρήστες του σήμερα αλλά και τις τεχνολογίες που θα χρειάζονται οι αυριανοί χρήστες για να απολαύσουν τις εμπειρίες «εμβύθισης» του μέλλοντος. Βασικός στόχος της λοιπόν ήταν να διατηρήσει και να επεκτείνει την ηγετική της θέση στην αντιστοιχία «απόδοσης προς ευρώ» και να φέρει τις πιο προηγμένες τεχνολογίες στους gamers που τις χρειάζονται περισσότερο. Σηματοδοτώντας την ωριμότερη γενιά αρχιτεκτονικής AMD RDNA, η 4η γενιά φέρει πολλές βελτιστοποιήσεις στις υπολογιστικές μονάδες (Compute Units ή CUs), ενισχυμένη απόδοση ανά υπολογιστική μονάδα, μεγάλη βελτίωση από γενιά σε γενιά στην επιτάχυνση της τεχνικής ακτινανίχνευσης και των ροών εργασίας Τεχνητής Νοημοσύνης, ενισχυμένες συχνότητες λειτουργίας (Boost Clocks) που πλησιάζουν τα 3 GHz, βελτιωμένη ποιότητα καταγραφής και ροής βίντεο και όλες τις σύγχρονες τεχνολογίες ώστε τα συστήματα με Radeon RX 9070 να παραμείνουν επίκαιρα και αποδοτικά για αρκετά χρόνια. Ο επεξεργαστής γραφικών «Navi 48» που βρίσκεται στην καρδιά των νέων καρτών γραφικών της AMD κατασκευάζεται με μέθοδο N4C (EUV) στα 4 nm από την TSMC. Με επιφάνεια περίπου 356,5mm² ενσωματώνει 53,9 δισεκατομμύρια τρανζίστορ. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο επεξεργαστής «Navi 31» που τροφοδοτεί την Radeon RX 7900 XTX και κατασκευάζεται στα 5 nm/6 nm διαθέτει 57,8 δις τρανζίστορ, 96 υπολογιστικές μονάδες (CUs), μεγαλύτερη ποσότητα Infinity Cache και ευρύτερο δίαυλο 384-bit, τα νούμερα του «Navi 48» υποδηλώνουν, μία μικρότερου εμβαδού περιπλοκότερη κατασκευή. Υπολογιστικές μονάδες (CUs) Με την RDNA 4, οι μηχανικοί της AMD άδραξαν την ευκαιρία να βελτιώσουν γενικότερα τους raster και compute φόρτους εργασίας για να ενισχύσουν σημαντικά τις επιδόσεις και την αποδοτικότητα. Οι θεμελιώδεις αυτοί φόρτοι εργασίας εξακολουθούν να βρίσκονται σήμερα στην καρδιά των περισσότερων εμπειριών rendering πραγματικού χρόνου και αναμένεται να διατηρηθούν για αρκετό ακόμη καιρό επίκαιροι παρά την εμφάνιση νέων τεχνικών rendering. Στην καρδιά της αρχιτεκτονικής γραφικών RDNA 4 βρίσκεται η νέα διπλή υπολογιστική μονάδα (Dual Compute Unit) που περιλαμβάνει ένα σημαντικά αναβαθμισμένο υποσύστημα μνήμης, βελτιώσεις στις μονάδες scalar, μια νέα τεχνολογία που ονομάζεται δυναμική διευθυνσιοδότηση/κατανομή καταχωρητών (Dynamic Register Allocation) και διάφορες άλλες βελτιώσεις στην απόδοση της υπολογιστικής μονάδας και στα ρολόγια. Στο hardware της AMD, ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι της στοίβας ακτινανίχνευσης εξακολουθεί να εκτελείται στις μονάδες σκίασης (shaders). Παρόλα αυτά, η εταιρεία σημείωσε σημαντική πρόοδο στη μείωση του αντίκτυπου που έχει η ακτινανίχνευση στους πόρους σκίασης εισάγοντας τους δυναμικούς καταχωρητές (Dynamic Registers), ένα χαρακτηριστικό που βελτιώνει δραματικά τον παραλληλισμό. Σε αυτό βοηθά και ο AI-based denoiser της εταιρείας στον οποίο αναφερόμαστε παρακάτω. Κάθε CU διαθέτει δύο μπλοκ χρονοδρομολογητών (schedulers), που οδηγούν έναν καταχωρητή γενικού σκοπού (GPR) μεγέθους 192 KB, έναν βαθμωτό (scalar) καταχωρητή γενικού σκοπού, μεγέθους 8 KB, 32 αριθμητικές και λογικές μονάδες FMA (Fused Multiply-Add) και 32 αριθμητικές και λογικές μονάδες FMA+INT. Υπάρχουν επίσης 8 λογικές μονάδες transcendental. Με την αρχιτεκτονική RDNA 4 εισάγεται επίσης και η έννοια των διπλών διανυσματικών μονάδων SIMD32 για ακόμη μεγαλύτερο παραλληλισμό. Η βαθμωτή μονάδα (scalar unit) έρχεται με υποστήριξη για τις νεότερες διεργασίες Float32 ενώ οι χρονοδρομολογητές (schedulers) αναβαθμίστηκαν με επιταχυνόμενες λειτουργίες spill/fill. Βελτιωμένο επίσης είναι και το prefetching εντολών. Στο σύνολο τους, όλες αυτές οι βελτιώσεις φέρνουν σημαντική αύξηση στην απόδοση ανά υπολογιστική μονάδα επιτρέποντας στους νέους επεξεργαστές γραφικών Radeon RX 9070 και 9070 ΧΤ να προσφέρουν υψηλότερη απόδοση από τους προηγούμενης γενιάς επεξεργαστές γραφικών της σειράς Radeon RX 7900 διαθέτοντας συνολικά μικρότερο αριθμό υπολογιστικών μονάδων και επιδεικνύοντας παραπλήσια ή μικρότερη κατανάλωση ισχύος. 3ης γενιάς επιταχυντές RT Καθώς η τεχνική της ακτινανίχνευσης (Ray Tracing) αξιοποιείται πλέον από τις περισσότερες εταιρείες ανάπτυξης παιχνιδιών -και κάποιες φορές αποτελεί προαπαιτούμενο για την αναπαραγωγή κάποιου τίτλου- οι περισσότεροι παίκτες με παλαιότερες κάρτες γραφικών αναζητούν μία λύση αναβάθμισης που να προσφέρει υψηλή απόδοση χωρίς ιδιαίτερα υψηλό αντίτιμο. Με την αρχιτεκτονική AMD RDNA 4, οι 3ης γενιάς επιταχυντές ακτινανίχνευσης (Ray Tracing ή RT Accelerators) έχουν αναβαθμιστεί σημαντικά, προσφέροντας συνολικά διπλάσια (2x) απόδοση στην επιτάχυνση της ακτινανίχνευσης σε σύγκριση με την περασμένη γενιά. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, οι μηχανικοί της AMD πρόσθεσαν μία 2η Intersection Engine (μηχανή σημείων διασταύρωσης/τομής ακτίνων-αντικειμένων) ενώ προχώρησαν σε διάφορες βελτιστοποιήσεις για να μειώσουν τους πόρους που απαιτούνται για την εκτέλεση υπολογισμών ακτινανίχνευσης. Μία σημαντική αναβάθμιση των νέων RT Accelerators αρχιτεκτονικής AMD RDNA 4 σύμφωνα με την εταιρεία, είναι η καινοτομική προσέγγιση της στη διαχείριση της δομής BVH την οποία έχει ονομάσει «Oriented Bounding Boxes» και η οποία φροντίζει για την μείωση του μεγέθους και της περιπλοκότητας των δεδομένων BVH (Bounding Volume Hierarchy). Οι συγκεκριμένες αλλαγές βοηθούν στον αποδοτικότερο προσδιορισμό της τομής ακτίνων-αντικειμένων στον γεωμετρικό χώρο και με τον μικρότερο εφικτό αντίκτυπο στη μνήμη, αξιοποιώντας αποδοτικότερα τους πόρους που σχετίζονται με την χωρητικότητα της μνήμης (VRAM) και το διαθέσιμο εύρος ζώνης. Οι Ray Accelerators στις κάρτες γραφικών RDNA 4 αναβαθμίστηκαν με περισσότερο αποδοτικές μονάδες BVH traversal (Bounding Volume Hierarchy) και βελτιστοποιημένες μηχανές διασταύρωσης/τομής ακτίνας-κουτιού (ray-box) και ακτίνας-τριγώνου (ray-triangle). Ανοίγοντας εδώ μία παρένθεση, αξίζει να αναφέρουμε ότι βασικό στοιχείο των φόρτων εργασίας που σχετίζονται με την ακτινανίχνευση (ray tracing) αποτελεί η κατασκευή μίας ιεραρχικής δομής δεδομένων που μοιάζει με «δέντρο» για τον προσδιορισμό των γεωμετρικών ιδιοτήτων των δεδομένων μίας τρισδιάστατης σκηνής. Αυτή η ιεραρχική δομή δεδομένων που ονομάζεται Ιεραρχία Οριοθετημένου ή Περιοριστικού Όγκου (BVH, Bounding Volume Hierarchy) χρησιμοποιείται στα γραφικά υπολογιστών (ακτινανίχνευση) και στην υπολογιστική γεωμετρία για την επιτάχυνση της διαδικασίας ανίχνευσης συγκρούσεων (collision detection) και του προσδιορισμού των σημείων τομής ακτίνων και αντικειμένων (ray-object intersections). Αντί κάθε ακτίνα φωτός να ελέγχεται ξεχωριστά για τη σύγκρουση της με όλα τα τρίγωνα ενός τρισδιάστατου μοντέλου, με τον αλγόριθμο BVH όλα τα αντικείμενα οργανώνονται ιεραρχικά σε τρισδιάστατα «κουτιά» (bounding volumes ή boxes). Για παράδειγμα, ένα τρισδιάστατο μοντέλο χωρίζεται σε μεγάλες περιοχές που περικλείονται από απλά γεωμετρικά σχήματα (συνήθως ορθογώνια παραλληλεπίπεδα, πολύεδρα κ.λπ.). Τα μεγαλύτερα «κουτιά» στη συνέχεια χωρίζονται σε μικρότερα υποσύνολα και τα μικρότερα υποσύνολα σπάνε σε ακόμη μικρότερα, μέχρι να περιέχουν λίγα ή ένα μόνο τρίγωνο. Κατά την εφαρμογή της τεχνικής ακτινανίχνευσης (ray tracing) αν μια ακτίνα δεν τέμνει κάποιο μεγάλο «κουτί», τότε δεν χρειάζεται να δοκιμαστούν/ελεγχθούν και τα μικρότερα αντικείμενα που περικλείει. Και καθώς η ακτίνα δεν χρειάζεται να ελεγχθεί έναντι κάθε τριγώνου της σκηνής εξοικονομούνται σημαντικοί πόροι. Μετά τον υπολογισμό της αλληλεπίδρασης μεταξύ της δέσμης φωτός και του αντικειμένου της εν λόγω σκηνής, αποφασίζεται ποια επεξεργασία πρέπει να γίνει -η ακτίνα ενδέχεται να ανακλαστεί, να απορροφηθεί ή ακόμα και να αλληλοεπιδράσει με άλλα στοιχεία της σκηνής κατά τη διάρκεια της διαδρομής της. Σε δεύτερο χρόνο, και αφού χαρτογραφηθούν όλες οι αλληλεπιδράσεις που συνέβησαν, σχηματίζεται κατά κάποιον τρόπο μία κοκκώδη εικόνα που επισημαίνει χαρακτηριστικά όπως το βάθος και το χρώμα. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας μία προηγμένη Τεχνητή Νοημοσύνη για τη μείωση του θορύβου (AI denoising, πραγματοποιείται με τη βοήθεια των hardware AI Accelerators), το συγκεκριμένο σύνολο σημείων μετατρέπεται πιστά σε εικόνα. Και όλα αυτά σε πραγματικό χρόνο. Οι επιταχυντές ακτινανίχνευσης νέας γενιάς (Ray Accelerators) RDNA 4 διαθέτουν διπλάσιους πόρους (2η Intersection Engine) τομής/διασταύρωσης ακτίνων-κουτιών και ακτίνων-τριγώνων σε σχέση με τους επιταχυντές RDNA 3, υποστήριξη για hardware instance transforms, βελτιώσεις στη διαχείριση της στοίβας RT, συμπίεση κόμβων BVH8 και ένα επαναστατικό χαρακτηριστικό που ονομάζεται «Oriented Bounding Boxes». Για να περιοριστεί ο αριθμός των ακτίνων που χρειάζεται πραγματικά να ιχνηλατηθούν έναντι ενός αντικειμένου, οι σύγχρονες τεχνολογίες ακτινανίχνευσης χρησιμοποιούν κάτι που ονομάζεται «bounding box» και το οποίο ορίζει μια περιοχή, συνήθως ευθυγραμμισμένη με τον άξονα (AABB ή axis-aligned bounding boxes) στην οποία μια γεωμετρία πρέπει να δοκιμαστεί/ελεγχθεί έναντι των ακτίνων φωτός. Πολλές φορές, η γεωμετρία έχει πολύ διαφορετικό ή και μικρότερο σχήμα από εκείνο ενός «bounding box» με αποτέλεσμα να εισάγονται ψευδώς θετικά σημεία διασταύρωσης/τομής που έχουν ως συνέπεια την κατασπατάληση πόρων (ουσιαστικά υπάρχουν κενές περιοχές χωρίς αντικείμενα). Με την καινοτομία των «Oriented Bounding Boxes», η AMD εισήγαγε έναν τρόπο μετατροπής των «bounding boxes» σε τρισδιάστατα σχήματα με συνιστώσα τον άξονα Z που προσανατολίζονται πιο κοντά στο σχήμα του πραγματικών αντικειμένων μειώνοντας παράλληλα τον αριθμό των ακτίνων που απαιτούνται για να ιχνηλατηθούν/ελεγχθούν απέναντι τους. Όπως αναφέραμε, εντός του επιταχυντή ακτινανίχνευσης προστέθηκε μία 2η μηχανή διασταύρωσης/τομής (Intersection Engine) που διπλασιάζει την απόδοση των μονάδων ακτίνας-κουτιού (ray-box) και ακτίνας-τριγώνου (ray-triangle) ενώ χάρη στη δημιουργία και την ενσωμάτωση μίας εξειδικευμένης μονάδας μετασχηματισμού ακτίνας (Ray Transform Block), η εταιρεία κατάφερε να αυξήσει σημαντικά την απόδοση του hardware καθώς οι ακτίνες περνούν προς τα χαμηλότερα επίπεδα της ιεραρχικής δομής δεδομένων BVH. Το αποτέλεσμα είναι η σημαντική ενίσχυση στην αποδοτικότητα του ray tracing για τα γραφικά Radeon που την καθιστά διαθέσιμη σε περισσότερους gamers (καθώς δεν χρειάζεται να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη τους για να την αποκτήσουν). Όπως αναφέραμε, εντός του επιταχυντή ακτινανίχνευσης προστέθηκε μία 2η μηχανή διασταύρωσης ακτίνων (Intersection Engine) που διπλασιάζει την απόδοση των μονάδων Ray Box και Ray Triangle ενώ χάρη στη δημιουργία και την ενσωμάτωση μία εξειδικευμένης μονάδας μετασχηματισμού ακτίνας (Ray Transform Block), η εταιρεία κατάφερε να αυξήσει σημαντικά την απόδοση του hardware καθώς οι ακτίνες περνούν προς τα χαμηλότερα επίπεδα του δέντρου BVH. Το αποτέλεσμα είναι μία μετασχηματιστική ενίσχυση στην αποδοτικότητα του ray tracing για τα γραφικά Radeon που την καθιστά διαθέσιμη σε περισσότερους gamers χωρίς να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη τους. 2ης γενιάς επιταχυντές AI Με τους 2ης γενιάς επιταχυντές AI, η αρχιτεκτονική AMD RDNA 4 είναι έτοιμη να τροφοδοτήσει τις τελευταίας γενιάς εμπειρίες AI στο παιχνίδι, στη δημιουργία περιεχομένου και στις εφαρμογές της παραγωγικής ή δημιουργικής Τεχνητής Νοημοσύνης. Οι βελτιστοποιήσεις σε επίπεδο επιτάχυνσης AI επιτρέπουν την αποδοτική επεξεργασία προηγμένων μοντέλων AI ταχύτερα από ότι στο παρελθόν χάρη σε ένα ορισμένο αριθμό ενισχύσεων που περιλαμβάνει την προσθήκη περισσότερων μαθηματικών pipelines για υπολογισμούς AI, την επέκταση των δυνατοτήτων του AI Accelerator ώστε να υποστηρίζει νέα σετ δεδομένων όπως τα FP8, E4M3, E5M2 (χαρακτηριστικό που ενισχύει την ευελιξία στη διαχείριση ποικιλόμορφων φόρτων εργασίας AI) και η υποστήριξη τεχνικών βελτιστοποίησης του συμπερασμού ή της εξαγωγής συμπερασμάτων (inference) όπως είναι η δομική ισχνότητα (Structural Sparsity). Oι επιταχυντές Τεχνητής Νοημοσύνης νέας γενιάς διαθέτουν δύο 16-bit matrix compute rates και τέσσερις 8-bit/4-bit, υποστήριξη δομημένης ισχνότητας 4:2 για διπλασιασμό της απόδοσης, βελτιωμένο ως προς την απόδοση ή την ενεργειακή αποδοτικότητα WMMA (Wave Matrix Multiply-Accumulate) και matrix loads με αντιστροφή (transpose). Οι νέοι επιταχυντές AI προσφέρουν έως 8 φορές υψηλότερη απόδοση INT8 ανά υπολογιστική μονάδα (CU) σε σύγκριση με την προηγούμενη γενιά σύμφωνα με την AMD. Η σχετική αναβάθμιση επιταχύνει την εκτέλεση περίπλοκων αλγορίθμων AI, βοηθώντας σημαντικά σε εργασίες Μηχανική Εκμάθησης και ανάλυσης δεδομένων σε πραγματικό χρόνο. Με το λανσάρισμα της αρχιτεκτονικής RDNA 4, η εταιρεία κατάφερε να επιτύχει το μεγαλύτερο άλμα στην απόδοση AI από γενιά σε γενιά καρτών γραφικών. FidelityFX Super Resolution 4 (FSR 4) Οι παραπάνω βελτιώσεις στους επιταχυντές AI ενισχύουν σημαντικά τα χαρακτηριστικά ΑΙ των επεξεργαστών γραφικών RDNA 4 όπως τη τεχνολογία FidelityFX Super Resolution 4 (FSR 4). Το FSR 4 βασίζεται στη μηχανική εκμάθηση για την αναβάθμιση της ανάλυσης και της ποιότητας εικόνας (AI ML-powered super resolution) και επιτρέπει στις κάρτες γραφικών της εταιρείας, όπως θα διαπιστώσετε και από ορισμένες από της μετρήσεις μας, να έχουν υψηλή απόδοση ακόμα και σε απαιτητικά σενάρια παιχνιδιού, όπως το παιχνίδι σε ανάλυση 4K με ενεργοποιημένο το ray tracing (ή και το path tracing). Ο στόχος των τεχνολογιών FSR και DLSS είναι να προσφέρουν -με απλά λόγια- υψηλότερα framerates με αναβαθμισμένη, ευκρινέστερη ποιότητα εικόνας. Με το FSR 3, η AMD εισήγαγε την τεχνική δημιουργίας/παραγωγής τεχνητών καρέ που τοποθετούνταν εμβόλιμα μεταξύ δύο άλλων καρέ για την αύξηση του framerate. Η 4η γενιά του FSR συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε το FSR 3 και καταφέρνει να δημιουργήσει ακόμα περισσότερα τεχνητά καρέ για ακόμα υψηλότερα framerates. Επειδή ωστόσο αυτό ενδέχεται να δημιουργήσει ζητήματα με την ευκρίνεια/ποιότητα της εικόνας και καθυστερήσεις, η AMD εισήγαγε το Anti-Lag 2, μία εξελιγμένη έκδοση του χαρακτηριστικού που ελαχιστοποιεί τις καθυστερήσεις για ακόμα πιο ομαλό παιχνίδι και ευκρινέστερη εικόνα. Βελτιστοποιημένη Media Engine Διάφορες αναβαθμίσεις επίσης που έχουν πραγματοποιηθεί στην Media Engine έχουν ως αποτέλεσμα σημαντικές βελτιώσεις στην ποιότητα κωδικοποίησης κατά την εγγραφή ή την μετάδοση/ροή εικόνας και βίντεο με τη χρήση σημαντικών codecs όπως οι H.264, HEVC και AV1. Κατά τη χρήση για παράδειγμα του κωδικοποιητή H.264 στα 6.000 Kbps, ένα ιδιαίτερα δημοφιλές φορμά μεταξύ των game streamers, οι αναβαθμίσεις στην Media Engine είχαν ως αποτέλεσμα σημαντικές βελτιώσεις στην ποιότητα εικόνας. Οι επεξεργαστές γραφικών (Navi 48) που βρίσκονται πίσω από τις νέες κάρτες γραφικών Radeon RX 9070 και 9070 XI διαθέτουν διπλή μηχανή πολυμέσων, με κάθε μία από αυτές να μπορεί να εκτελέσει ταυτόχρονα κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση. Η μηχανή πολυμέσων νέας γενιάς προσφέρει έως και 25% αύξηση στην ποιότητα κωδικοποίησης H.264 με χαμηλή υστέρηση και 11% βελτίωση στην ποιότητα κωδικοποίησης HEVC. Τόσο η κωδικοποίηση όσο και η αποκωδικοποίηση AV1 επίσης απόκτησαν υποστήριξη B-frames, χαρακτηριστικό που βελτιώνει σημαντικά τα bitrates. Ένα B-frame είναι ένα καρέ που δεν διαθέτει πληροφορίες εικόνας παρά τιμές διανύσματος-κίνησης, οι οποίες επιτρέπουν στον αποκωδικοποιητή να ανακατασκευάσει στοιχεία εικόνας με τη χρήση προηγούμενων ή επόμενων I-Frames (καρέ με δεδομένα εικόνας). Τα παραπάνω χαρακτηριστικά επιτρέπουν στη νέα μηχανή πολυμέσων να έχει κατά 50% αυξημένη απόδοση σε σύγκριση με την περασμένης γενιάς και με μικρότερη επιβάρυνση στη μνήμη. Η νέα μηχανή Radiance 2 έχει αναβαθμιστεί σε επίπεδο hardware για χαμηλότερη κατανάλωση ενέργειας σε κατάσταση αδράνειας σε περιπτώσεις συστημάτων πολλαπλών οθονών. Επίσης υποστηρίζει το χαρακτηριστικό flip-metering στο hardware (μειώνεται η επιβάρυνση του επεξεργαστή κατά την αναπαραγωγή βίντεο ενώ βελτιώνεται ο ρυθμός των καρέ βίντεο στον επεξεργαστή γραφικών) ενώ υπάρχει και ένα χαρακτηριστικό βελτίωσης της ευκρίνειας της εικόνας επίσης σε επίπεδο hardware, και το οποίο βρίσκεται πίσω από το Radeon Image Sharpening. Προδιαγραφές Ο επεξεργαστής γραφικών Radeon RX 9070 XT διαθέτει 64 υπολογιστικές μονάδες με κάθε μία να διαθέτει 64 shaders (συνολικά 4.096). Υπάρχουν 256 μονάδες χαρτογράφησης υφών (TMUs), 128 μονάδες raster operation (ROPs), 128 επιταχυντές Τεχνητής Νοημοσύνης (AI Accelerators)και 64 επιταχυντές ακτινανίχνευσης (Ray Accelerators). Αν και μοιράζονται το ίδιο hardware, στην περίπτωση της Radeon RX 9070, οι 8 από τις 64 υπολογιστικές μονάδες είναι απενεργοποιημένες με αποτέλεσμα ο αριθμός των shaders να μειώνεται στους 3.584, των μονάδων texture mapping στους 224, των επιταχυντών AI σε 112 και των επιταχυντών RT σε 56. Το μόνο που δεν αλλάζει «εσωτερικά» είναι ο αριθμός των ROPs. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε 64MB Infinity Cache, εύρος διαύλου 256-bit και μνήμη 16GB τύπου GDDR6 (20Gbps). Μερικές ακόμα διαφορές εντοπίζονται στα ρολόγια και στην κατανάλωση, με την Radeon RX 9070 XT να χρονίζεται στα 2,97 GHz και να καταναλώνει 304 W και την Radeon RX 9070 να διαθέτει συχνότητα λειτουργίας 2,52 GHz και να καταναλώνει 220 W. Σύστημα μέτρησης Για τις μετρήσεις των καρτών γραφικών, χρησιμοποιήσαμε το παρακάτω hardware: CPU: AMD Ryzen 9 7950X Mainboard: GIGABYTE X670E AORUS MASTER Μνήμη: G.SKILL Trident Z5 Neo 2 x 16GB DDR5-6000 Σύστημα ψύξης: be quiet! Pure Loop 2 FX 360mm SSD: Samsung NVMe M.2 SSD 980 Pro 1TB και 970 EVO Plus 500GB Τροφοδοτικό: be quiet! Dark Power 13 1000W Κουτί: be quiet! Silent Base 801 Λογισμικό: Windows 11 Pro 64-bit Στην περίπτωση των νέων καρτών γραφικών της AMD, είχαμε στη διάθεση μας τα μοντέλα Sapphire PURE AMD Radeon RX 9070 και Sapphire PURE AMD Radeon RX 9070 ΧΤ, οι οποίες έχουν ακριβώς όμοιο σύστημα ψύξης. Μετρήσεις Στον περιορισμένο χρόνο που είχαμε -οι κάρτες γραφικών έφτασαν στα χέρια μας μόλις πριν από λίγες ημέρες- προσπαθήσαμε να «τρέξουμε» όσο το δυνατόν περισσότερα παιχνίδια, ωστόσο για χάριν ευκολίας, καλύτερης διαχείρισης του χρόνου και αξιοπιστίας χρησιμοποιήθηκαν υποχρεωτικά τίτλοι παιχνιδιών με ενσωματωμένες ρουτίνες benchmark. Συνθετικά benchmarks Όσον αφορά στα benchmarks, χρησιμοποιήθηκαν τα συνθετικά benchmarks UL Solutions 3D Mark (με τις ρουτίνες Speed Way, Port Royal και Time Spy Extreme) και Unigine Superposition. Σε όλες τις περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν οι εξ ορισμού ρουτίνες χωρίς να κάνουμε παρεμβάσεις στις ρυθμίσεις. UL Solutions 3D Mark Το 3DMark αποκαλύπτει την απόδοση του συστήματος στα τρισδιάστατα γραφικά. Αν και η συνεισφορά του επεξεργαστή δεν είναι αμελητέα, εντούτοις η κάρτα γραφικών είναι εκείνη που καθορίζει το αποτέλεσμα. Τρέξαμε τα benchmarks «Speed Way», «Port Royal» και «Time Spy Extreme» με τα δύο πρώτα -κυρίως το Speed Way- να εξαρτάται ιδιαίτερα από τις δυνατότητες ray tracing του hardware. 3D Mark Speed Way Το 3D Mark Speed Way που βασίζεται στο DirectX 12 Ultimate είναι από τα πλέον σύγχρονα benchmarks αξιολόγησης καρτών γραφικών της UL Solutions και επικεντρώνεται στις πλέον σύγχρονες τεχνολογίες όπως στο real-time ray tracing, στα reflections-global illumination με ray tracing, στους mesh shaders, στο variable rate shading κ.ά. 3D Mark Port Royal Πρόκειται για το πρώτο benchmark αξιολόγησης της απόδοσης ray tracing που αναπτύχθηκε από την UL Solutions. Αξιολογεί τις δυνατότητες των καρτών γραφικών στο ray tracing για φωτισμό, αντανακλάσεις και σκιές, χρησιμοποιεί physically based rendering και διάφορα post processing εφέ για να προσομοιώσει AAA παιχνίδια. 3D Mark Time Spy Extreme Το Time Spy Extreme είναι ένα αρκετά απαιτητικό DirectX 12 benchmark και χρησιμοποιεί multi-threaded rendering, ανάλυση 4K (3840 x 2160 pixels), physically based rendering και διάφορα post processing εφέ για να προσομοιώσει AAA τίτλους. Superposition Το απαιτητικό Superposition benchmark μας αποκαλύπτει την συνολική απόδοση του συστήματος κατά την επεξεργασία τρισδιάστατων γραφικών. Η κάρτα γραφικών, παίζει το σημαντικότερο ρόλο και ακριβώς για αυτόν τον λόγο παραθέτουμε frames per second. Χρησιμοποιεί τη μηχανή γραφικών Unigine 2 και χρησιμοποιεί physically based rendering, dynamic global illumination, screen space reflections, depth of field κ.ά. Παιχνίδια Για την αξιολόγηση χρησιμοποιήσαμε τα παιχνίδια: Assassin’s Creed Valhalla, Black Myth Wukong, ChernobyLite, Cyberpunk 2077, Dirt 5, F1 ‘24, Far Cry 6, Gears 5, Godfall, Metro Exodus και Shadow of the Tomb Raider. Λάβαμε μετρήσεις στις αναλύσεις 1920 x 1080 pixels, 2560 x 1440 pixels και 3840 x 2160 pixels χρησιμοποιώντας κυρίως τις υψηλότερες δυνατές προεπιλεγμένες ρυθμίσεις με μικρές παρεμβάσεις όπου κρίθηκε απαραίτητο (Very High, Ultra, Ultra High κ.ο.κ.). Χρησιμοποιήσαμε παιχνίδια με ενσωματωμένες ρουτίνες benchmarking για μεγαλύτερη ευκολία και αξιοπιστία. Assassin’s Creed Valhalla Το Assassin’s Creed Valhalla βασίζεται στην Ubisoft Anvil, μια ισχυρή μηχανή γραφικών που αποδίδει ρεαλιστικά περιβάλλοντα, φωτοσκιάσεις και καιρικά εφέ. Υποστηρίζει HDR, dynamic global illumination και screen-space reflections. Το παιχνίδι διαθέτει υψηλής ανάλυσης textures και προηγμένα physics-based animations. Black Myth Wukong Το Black Myth Wukong χρησιμοποιεί την Unreal Engine 5, προσφέροντας ρεαλιστικά μοντέλα χαρακτήρων, προηγμένο φωτισμό και υψηλής ποιότητας υφές. Υποστηρίζει ray tracing και τις τεχνολογίες DLSS και FSR για βελτιωμένη απόδοση και οπτική πιστότητα στις μάχες χρησιμοποιούνται advanced particle effects και destruction physics. ChernobyLite Το ChernobyLite χρησιμοποιεί την Unreal Engine 4, αποδίδοντας σκοτεινή ατμόσφαιρα με photogrammetry-based περιβάλλοντα. Το χαρακτηριστικό RTX global Illumination βελτιώνει τον φωτισμό ενώ τα Screen-Space Reflections και Volumetric Fog δημιουργούν έντονη αίσθηση ρεαλισμού. Υποστηρίζει ray tracing και DLSS. Cyberpunk 2077 Το Cyberpunk 2077 χρησιμοποιεί τη REDengine 4 με πλήρη υποστήριξη ray tracing για αντανακλάσεις, σκιές και global illumination. Η τεχνολογία Path Tracing παρέχει κινηματογραφικής αίσθησης φωτισμό ενώ οι υψηλής ανάλυσης υφές αυξάνουν τον ρεαλισμό. Υποστηρίζει DLSS, FSR και XeSS για υψηλότερη απόδοση όταν απαιτείται. Dirt 5 Το Dirt 5 χρησιμοποιεί μία εξελιγμένη έκδοση της μηχανής γραφικών που αναπτύχθηκε για το παιχνίδι Onrush. Η υποστήριξη για Variable Rate Shading (VRS) βελτιώνει την απόδοση ενώ τα χαρακτηριστικά Screen-Space Reflections και HDR δίνουν φυσικό βάθος στις σκηνές. Υποστηρίζονται ray traced shadows και υψηλής ποιότητας υφές. F1 ‘24 Το F1 ‘24 βασίζεται στη βελτιωμένη EGO Engine, προσφέροντας ρεαλιστική απεικόνιση πίστας και καιρικών φαινομένων. Το χαρακτηριστικό dynamic global illumination και τα υψηλής ακρίβειας μοντέλα αυτοκινήτων και υφές προσφέρουν κινηματογραφική ποιότητα. Υποστηρίζει ray tracing για αντανακλάσεις και σκιές καθώς και τις τεχνολογίες DLSS, FSR και XeSS. Far Cry 6 Το Far Cry 6 χρησιμοποιεί τη Dunia 2 Engine και υποστηρίζει ray traced reflections και shadows, global illumination και volumetric clouds. Υποστηρίζει επίσης DXR ray tracing και FSR ενώ διαθέτει υψηλής ανάλυσης υφές μεγαλύτερο ρεαλισμό. Gears 5 Το Gears 5 χρησιμοποιεί την Unreal Engine 4 και υποστηρίζει screen-space reflections, volumetric lighting, HDR και variable rate shading (VRS). Επίσης διαθέτει υψηλής ανάλυσης υφές και particle effects και υποστηρίζει raytraced global illumination. Godfall Το Godfall χρησιμοποιεί την Unreal Engine 4 και υποστηρίζει physically based rendering (PBR), screen-space reflections και HDR. Για ρεαλισμό χρησιμοποιεί επίσης raytraced shadows και ambient occlusion αλλά και FSR. Metro Exodus Το Metro Exodus χρησιμοποιεί την 4A Engine και αρκετά ρεαλιστικό raytraced φωτισμό. Υποστηρίζει RTX global illumination για ρεαλιστικές σκιές και αντανακλάσεις ενώ διαθέτει υψηλής ποιότητας υφές και δυναμικά καιρικά φαινόμενα. Υποστηρίζει DLSS. Shadow of the Tomb Raider Το Shadow of the Tomb Raider χρησιμοποιεί τη Foundation Engine με υποστήριξη raytraced shadows και screen-space reflections για αυξημένο ρεαλισμό. Κατανάλωση Η κατανάλωση του συστήματος μετρήθηκε κατά την αξιολόγηση/μέτρηση των καρτών γραφικών στο benchmark του Cyberpunk 2077. Συμπέρασμα Αν λάβουμε υπόψη μας και το κόστος, οι δύο νέες κάρτες γραφικών της AMD, Radeon RX 9070 και 9070 ΧΤ (εμείς όπως αναφέραμε είχαμε τις εκδόσεις Sapphire PURE) αποτελούν εξαιρετικές επιλογές για τον σημερινό gamer. Ακόμα και αν τα παιχνίδια είναι ιδιαίτερα απαιτητικά σε πόρους, η εφαρμογή του FSR αλλάζει τα δεδομένα αφού αυξάνει σημαντικά την απόδοση όταν θέλεις να παίζεις σε υψηλές αναλύσεις και με το ray tracing -ή και άλλες τεχνικές βελτιστοποίησης- ενεργοποιημένο. Πραγματικά, δεν θέλει και πολύ σκέψη αν αυτό που βασικά σας ενδιαφέρει είναι η απόδοση σε συνάρτηση με το κόστος. Πρόκειται για δύο πολύ καλές περιπτώσεις, με την Radeon RX 9070 μάλιστα να ξεπερνά ή να προσφέρει εφάμιλλες επιδόσεις σε κάποια παιχνίδια με την GeForce RTX 4070 Ti που είχαμε στη διάθεση μας και μέχρι πριν από λίγο καιρό βρισκόταν στην κορυφή των προτιμήσεων των χρηστών -μαζί με τις SUPER εκδόσεις που κυκλοφόρησαν μετέπειτα. Αν λοιπόν η σειρά Radeon RX 6000 εκδημοκράτισε κατά κάποιον τρόπο το 4K gaming στα 60 fps, η νέα σειρά Radeon RX 9070 προσφέρει ακόμα υψηλότερη απόδοση με ανώτερη ποιότητα εικόνας και πρόσθετα future-proof χαρακτηριστικά ΑΙ. Οι νέες κάρτες γραφικών Radeon RX 9070 και 9070 XT από την AMD αποτελούν εξαιρετικές εναλλακτικές λύσεις στην προσφορά της NVIDIA. Αν σας ενδιαφέρει πρωτίστως να παίζετε τα αγαπημένα σας παιχνίδια με υψηλά framerates και με υψηλή ποιότητα απεικόνισης αλλά δεν θέλετε να επενδύσετε ένα σκασμό χρήματα -όχι ότι στη χώρα μας δεν θα στοιχίζουν αρκετά- μπορείτε να τις βάλετε στην κορυφή της λίστας σου αν σκοπεύετε να αγοράσετε νέο υπολογιστή. Και αν θέλετε να αναβαθμίσετε, ακόμα καλύτερα. Ενημέρωση 6/3 - Με βάση τις πρώτες επίσημες τιμές που έχουν κάνει την εμφάνισή τους στα ηλεκτρονικά καταστήματα της χώρας, οι τιμές των Radeon RX 9070 ξεκινούν αυτή τη στιγμή από τα 899€ και των Radeon RX 9070 XT από τα 949€.
-
Βασισμένη στην αρχιτεκτονική AMD RDNA 4, η νέα σειρά καρτών γραφικών AMD Radeon RX 9070 σχεδιάστηκε για να προσφέρει την ισχύ που χρειάζονται οι σημερινοί gamers για να απολαμβάνουν τα παιχνίδια τους με υψηλά framerates χωρίς ιδιαίτερους συμβιβασμούς στην ποιότητα απεικόνισης. Επιπλέον ενσωματώνει χαρακτηριστικά που την τοποθετούν σε θέση ετοιμότητας για το μέλλον καθώς είναι ενισχυμένα με Τεχνητή Νοημοσύνη. Οι νέοι επεξεργαστές γραφικών της AMD ενσωματώνουν ισχυρούς επιταχυντές AI και Ray Tracing, «επικοινωνούν» μέσω διαύλου 256-bit με 16 GB μνήμης GDDR6 ενώ προσφέρουν καλύτερη ποιότητα εικόνας για τη μετάδοση/ροή και την επεξεργασία βίντεο χάρη σε βελτιστοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στο AMD Software. Η αρχιτεκτονική AMD RDNA 4 διαθέτει ισχυρές, ενοποιημένες υπολογιστικές μονάδες (Unified Compute Units) που προσφέρουν την απόδοση που χρειάζονται οι σημερινοί χρήστες για να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις σημερινές υψηλής ανάλυσης και «γρήγορες» οθόνες για παιχνίδια. Το σύνολο χαρακτηριστικών AMD HYPR-RX σύμφωνα με την εταιρεία, ωθεί το παιχνίδι στα όρια του με τις τεχνολογίες για υψηλής ποιότητας upscaling στην ανάλυση, δημιουργίας καρέ (frame-generation) και μείωσης της υστέρησης (Anti-Lag). Οι αναβαθμισμένοι επίσης επιταχυντές ακτινανίχνευσης ή ιχνηλάτησης ακτίνας (Ray Tracing Accelerators) ενισχύουν τον ρεαλισμό στα παιχνίδια καθώς προσφέρουν φωτισμό, σκιές και αντανακλάσεις που μιμούνται την πραγματικότητα. Οι προηγμένες τεχνολογίες αναβάθμισης/κλιμάκωσης της ανάλυσης (Resolution Upscaling) και της παραγωγής/δημιουργίας καρέ (Frame Generation) που ενισχύονται από Τεχνητή Νοημοσύνη και Μηχανική Εκμάθηση και αποτελούν βασικά στοιχεία του AMD FidelityFX Super Resolution 4 επιτρέπουν στους χρήστες να απολαμβάνουν υψηλότερες επιδόσεις (framerates) με ανώτερη ποιότητα εικόνας στα παιχνίδια που το υποστηρίζουν. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Η OnePlus αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση κατασκευαστή smartphones. Ξεκίνησε την πορεία της πριν από περίπου μία δεκαετία, έχοντας ως στόχο οι συσκευές της να γίνουν «flagship killers». Η κινεζική εταιρεία λανσάρει πρακτικά δύο μοντέλα (το κύριο συν το R, μία εκδοχή του με ελαφρώς πιο αδύναμα χαρακτηριστικά) και ισάριθμες ανανεωμένες εκδοχές τους κάθε χρόνο. Κοινός παρονομαστής όλων αυτών είναι η καλή σχέση τιμής/απόδοσης που επιτυγχάνουν: μπορεί οι τιμές να έχουν ανέβει αισθητά από την περίοδο που μας συστήθηκε για πρώτη φορά η OnePlus (και άρα ο χαρακτηρισμός «flagship killer» να μην βρίσκει πια την ίδια εφαρμογή) όμως ακόμα κι έτσι παραμένουν χαμηλότερες από ναυαρχίδες παρόμοιων χαρακτηριστικών από εταιρείες όπως η Apple και η Samsung. Το OnePlus 13 λοιπόν έφτασε στα χέρια μας κι εμείς είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε αν η OnePlus κατάφερε να διορθώσει τα όποια κακώς κείμενα του πολύ καλού OnePlus 12. Να σημειώσουμε κάπου εδώ πως η τιμή του είναι στα €1199 για το μοντέλο με 16GB RAM και 512GB αποθηκευτικό χώρο, χωρίς κάποια θήκη στη συσκευασία ή φορτιστή, παρά μόνο το καλώδιο φόρτισης που έρχεται και πάλι στο χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα της εταιρείας. Εμφάνιση – Σχεδιασμός Το OnePlus 13 είναι ένα πανέμορφο smartphone. Η OnePlus ανέκαθεν έδινε βάρος στον σχεδιασμό των συσκευών της δηλαδή, οπότε η φετινή της κυκλοφορία δεν αποτελεί έκπληξη. Το design είναι πολύ κοντά στα περυσινά στάνταρ με τη διαφορά ότι φέτος έχει «καθαρίσει» ακόμα περισσότερο. Το στρογγυλό πλαίσιο που φιλοξενεί τους φακούς των καμερών κλέβει για άλλη μία φορά την παράσταση, ωστόσο τώρα δεν έχει τίποτε άλλο γύρω του (στο OnePlus 12, αν θυμάστε, η επιφάνεια στην αριστερή του πλευρά συνεχιζόταν με αποτέλεσμα ο κύκλος να μην αναδεικνύεται όσο θα έπρεπε) πέραν μίας όμορφης οριζόντιας μεταλλικής γραμμής. Εκτός του λογοτύπου της OnePlus, υπάρχει και εκείνο της Hasselblad – της εταιρείας με την οποία έχει συνεργαστεί η OnePlus για την ανάπτυξη της βασικής κάμερας της συσκευής. Το OnePlus 13 κυκλοφορεί σε τρία χρώματα: λευκό, μαύρο και μπλε, με το πρώτο και το τελευταίο να είναι και τα πλέον εντυπωσιακά. Η επιλογή σας μπορεί να εξαρτάται πρωτίστως από την αισθητική και το στυλ σας, όμως θα έχει και πρακτικό αντίκτυπο. Οι διαστάσεις της συσκευής, βλέπετε, είναι 162,9 x 76,5 χιλ. με το πάχος να είναι 8,5 χιλ. στη λευκή και τη μαύρη έκδοση και 8,9 χιλ. στη μπλε! Διαφοροποίηση υπάρχει και στο βάρος το οποίο εντοπίζεται στα 213 γραμμάρια στη λευκή και τη μαύρη και τα 210 γραμμάρια στη μπλε έκδοση. Το OnePlus 13 αφήνει ευχάριστη αίσθηση στην αφή. Στην πλάτη του έχει χρησιμοποιηθεί «vegan microfiber», που επί της ουσίας είναι πλαστικό, ωστόσο αποπνέει premium αέρα χωρίς να συγκεντρώνει δαχτυλιές. Πέρυσι είχαμε συμπεριλάβει στα αρνητικά του OnePlus 12 την απουσία προστασίας IP65 και η OnePlus φαίνεται πως μας άκουσε. Μάλιστα όχι απλά «θωράκισε» τη φετινή συσκευή της απέναντι σε νερό και σκόνη αλλά το έκανε και βάσει πιστοποίησης IP69, χαρίζοντάς της έτσι αντοχή σε πίδακες – γλυκού – νερού υψηλής πίεσης και θερμοκρασίας. Μάλιστα, η χρήση του κινητού μπορεί να γίνει κανονικότατα ακόμα κι όταν η οθόνη του είναι βρεγμένη – απλά όχι σε πολύ extreme περιπτώσεις αφού τα αγγίγματα και οι κινήσεις σας δεν πρόκειται να καταγραφούν. Στην οθόνη υπάρχει και υπερηχητικός αισθητήρας δακτυλικών αποτυπωμάτων ο οποίος μπορεί μεν να είναι καλύτερος από άλλους, ωστόσο παραμένει πιο αργός στην απόκριση (ελάχιστα, έστω) από έναν capacitive ή οπτικό. Οθόνη – Κάμερες Η οθόνη του OnePlus 12 ήταν έτσι κι αλλιώς τρομερής ποιότητας, οπότε τα όσα είχε να βελτιώσει σε αυτή η OnePlus φέτος ήταν μάλλον περιορισμένα. Η συσκευή έρχεται λοιπόν με ProXDR οθόνη 6,82 ιντσών που καταλαμβάνει το 90,7% της επιφάνειας πρόσοψης, προσφέροντας ανάλυση 1440 x 3168 pixels (QHD+ σαν να λέμε) στα 510 ppi. Ο λόγος διαστάσεών της είναι 19,8:9 καθιστώντας την μία από τις πιο ευρείες οθόνες που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην αγορά ενώ υπάρχει και μια μικρή κυρτότητα και στις 4 πλευρές, που κάνει πιο άνετο το κράτημα και το χειρισμό με τις χειρονομίες. Κατά τα άλλα διαθέτει δυναμικό ρυθμό ανανέωσης που κυμαίνεται μεταξύ 1-120 Hz (υπάρχει τεχνολογία LTPO 4.1 και προσφέρεται λειτουργία always on), θεωρητική μέγιστη φωτεινότητα 4500 nits (800 nits τυπικής και 1600 nits σε λειτουργία υψηλής φωτεινότητας HBM), κάλυψη χρωματικού χώρου Display P3 σε ποσοστό 100% και 10-bit βάθος χρώματος. Όσο για την ποιότητα της οθόνης; Η πιστοποίηση Α++ από τη DisplayMate δίνει το δικαίωμα στην OnePlus να ισχυρίζεται πως πρόκειται για την καλύτερη στην αγορά και εμείς δεν πρόκειται να διαφωνήσουμε ιδιαίτερα: αν δεν είναι η καλύτερη, βρίσκεται σίγουρα στις κορυφαίες δυο-τρεις. Τα χρώματα είναι υπέροχα με τον χρήστη να έχει τη δυνατότητα να τα προσαρμόσει στις προτιμήσεις του, η αντίθεση είναι εκπληκτική ενώ και η απόκριση δεν πρόκειται να σας αφήσει ανικανοποίητους ακόμα κι εκεί που απαιτείται πραγματική σβελτάδα (τουτέστιν στο gaming). Η τεχνολογία RadiantView ρυθμίζει τη φωτεινότητα ανάλογα με τον χώρο που βρίσκεστε ούσα αρκετά χρήσιμη σε εξωτερικές τοποθεσίες – την απόδοση του OnePlus 13 σε αυτές εγγυάται σε έναν βαθμό η σχετική πιστοποίηση (Eye Care with High Visibility) της TUV Rheinland. Η τελευταία έχει πιστοποιήσει το OnePlus 13 και με το πρότυπο Eye Care 4.0 για αυξημένη φροντίδα ματιών. Αξίζει να σημειώσουμε πως η OnePlus έχει χρησιμοποιήσει τεχνολογία dimming 2160 Hz σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού (όταν κάποιες οθόνες OLED τερματίζουν στα 240 Hz ή τα 480 Hz). Έτσι η εναλλαγή της φωτεινότητας γίνεται απόλυτα ομαλά χωρίς ο χρήστης να μπορεί να εντοπίσει τρεμόπαιγμα. Όπως εξηγήσαμε η οθόνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί κανονικά όταν η ίδια (ή τα χέρια σας) είναι βρεγμένη χάρη στην τεχνολογία Aqua Touch 2.0. Τέλος, μπορείτε να τη χειριστείτε ακόμα κι όταν φοράτε μάλλινα γάντια πάχους έως και 0,5 εκατ., κάτι που αν μη τι άλλο θα βρείτε αρκετά χρήσιμο τις πιο κρύες περιόδους του χρόνου. Περνώντας στις κάμερες, η OnePlus έχει εφοδιάσει το smartphone με τρεις φακούς, ο κύριος εκ των οποίων είναι ο ίδιος (ένας Sony LYT-808) με το OnePlus 12. Πρόκειται για έναν ευρυγώνιο ανάλυσης 50 MP (f/1,6, 23 χιλ., 1/1,43”, 1,12 μm) με OIS και PDAF. Οι αλλαγές που έχουν γίνει αφορούν τις άλλες δύο κάμερες η ανάλυση των οποίων έχει εξισορροπηθεί στα 50 MP. Ο περισκοπικός τηλεφακός (αισθητήρας Sony LYT-600, f/2,6, 73 χιλ., 1/1,95”, 0,8 μm) προσφέρει 3x οπτικό zoom, PDAF και OIS, ενώ ο υπερευρυγώνιος (αισθητήρας ISOCELL JN5, f/2,0, 15 χιλ., 1/2,75”, 0,64 μm) διαθέτει γωνία θέασης 120ο. Το όλο σύστημα φέρει την υπογραφή της Hasselblad προσφέροντας μάλιστα εκτός των άλλων και λειτουργία πορτρέτου που εξομοιώνει όσο καλύτερα γίνεται τους επαγγελματικούς φακούς (XCD 30, 65 και 90V ας πούμε) της εταιρείας. Οι επιδόσεις του OnePlus 13 στη φωτογραφία και το βίντεο δεν πρόκειται να σας αφήσουν παραπονεμένους. Η OnePlus έχει θέσει στη διάθεσή σας μία σειρά από χρήσιμες λειτουργίες (Smart, Clear Burst, Action, Portrait) που θα σας επιτρέψουν να αιχμαλωτίσετε το θέμα σας με τις καλύτερες δυνατές ρυθμίσεις. Η εμπειρία μας ήταν εξαιρετική με κινούμενα θέματα αφού σχεδόν πάντα, το OnePlus 13 ήταν σε θέση να μας χαρίσει εικόνες χωρίς θολώματα. Κάτι ακόμα που παρατηρήσαμε, ήταν πως δεν υπήρχαν διαφορές (τουλάχιστον διαφορές που να αντιληφθήκαμε) στα αποτελέσματα ανάλογα με τις συνθήκες λήψης: είτε βρισκόμασταν έξω κατά τη διάρκεια μίας ηλιόλουστης ημέρας, είτε σε ένα υπόγειο πάρκινγκ, είτε σε έναν πεζόδρομο γεμάτο φώτα μέσα στη νύχτα, οι φωτογραφίες μας ήταν ευκρινείς, με ελάχιστο – αν όχι καθόλου – θόρυβο, με φυσικά χρώματα και χωρίς σημάδια επεξεργασίας. Το δε δυναμικό εύρος ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Ως προς τον περισκοπικό τηλεφακό, έχει χρησιμοποιηθεί η τεχνολογία Triprism η οποία, όπως προδίδει και η ονομασίας της, χρησιμοποιεί τρία πρίσματα αντανακλώντας το φως τρεις φορές, με αποτέλεσμα το εστιακό μήκος να αντιστοιχεί σε περίπου 73 χιλ. και άρα σε 3x οπτικό zoom – και μάλιστα χωρίς να επηρεάζει αρνητικά το βάρος ή το μέγεθος του φακού. Από τη λειτουργία εστίασης δεν είχαμε κανένα παράπονο. Οι εικόνες μας ήταν πεντακάθαρες και με άριστα χρώματα, διατηρώντας τη λεπτομέρειά τους, τουλάχιστον κατά τη χρήση του οπτικού zoom. Στα υψηλότερα επίπεδα, το zoom ενισχύεται μέσω AI, μόνο που η τελευταία παραέχει πολλές ελευθερίες και ως εκ τούτου οι λήψεις μοιάζουν υπερβολικά επεξεργασμένες. Η OnePlus συνεχίζει τη συνεργασία της με τη Hasselblad, προσφέροντας στο κορυφαίο της μοντέλο φέτος μια αναβαθμισμένη συλλογή φίλτρων φωτογραφίας για τους λάτρεις της φωτογραφικής τέχνης. Η συσκευή διαθέτει τη βελτιωμένη λειτουργία Hasselblad Portrait Mode, η οποία μπορεί να αναπαράγει την εμφάνιση και το εφέ bokeh των κλασικών φακών Hasselblad, όπως οι XCD 30, 65 prime καθώς και του 90V. Επιπλέον, το OnePlus 13 εισάγει τρία νέα φίλτρα σχεδιασμένα να μιμούνται κλασικά στυλ φιλμ, διευρύνοντας τις δημιουργικές δυνατότητες των χρηστών. Τα φίλτρα, εμπνευσμένα από τη Hasselblad, όχι μόνο βελτιώνουν την αναπαραγωγή χρωμάτων αλλά προσδίδουν και μια μοναδική αισθητική στις εικόνες, επιτρέποντας στους φωτογράφους να πετύχουν ένα χαρακτηριστικό αποτέλεσμα που θυμίζει επαγγελματικές κάμερες Hasselblad. Στον τομέα του βίντεο, προσφέρεται δυνατότητα εγγραφής σε ανάλυση 4K στα 60 fps με Dolby Vision HDR – και μάλιστα αυτό αφορά και τις τέσσερις κάμερες (ναι, ακόμα και τη selfie cam των 32 MP, f/2,4, 21 χιλ., 1/2,74”, 0,8 μm στην πρόσοψη). Το Ultra Steady Mode είναι εξαιρετικά χρήσιμο: εμείς το είχαμε πρακτικά διαρκώς ενεργοποιημένο και το πιθανότερο είναι πως το ίδιο θα κάνει και ο μέσος χρήστης. Κατά την εγγραφή μάλιστα θα έχετε την άνεση να εναλλάσσεστε μεταξύ διαφορετικών φακών, κάτι που μας έκανε εντύπωση αφού πρόκειται για χαρακτηριστικό που δεν το συναντάμε συχνά. Εν κατακλείδι, οι κάμερες του OnePlus 13 είναι με μία λέξη εξαιρετικές και όπως και η οθόνη του, συγκαταλέγονται στο top 3 μαζί με εκείνες των Galaxy S25 Ultra και iPhone 16 Pro, ξεπερνώντας αυτή του Google Pixel 9 Pro. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Στο εσωτερικό του, το OnePlus 13 κρύβει τον πύραυλο που λέγεται Snapdragon 8 Elite, τεχνολογίας 3 nm, τον οποίο πλαισιώνουν 16 GB RAM και 512 GB αποθηκευτικού χώρου UFS 4.0 (στο site της OnePlus υπάρχει και έκδοση 12/256GB χωρίς διαθεσιμότητα, ενώ σε ορισμένες αγορές η συσκευή διατίθεται και σε πακέτο 24GB/1TB). Προσφέρεται ενσύρματη συνδεσιμότητα USB Type-C 3.2 και ασύρματη Wi-Fi 7 και Bluetooth 5.4 με A2DP, LE, aptX HD και LHDC 5. Η δε συνολική χωρητικότητα μπαταρίας φτάνει τα 6000 mAh (επί της ουσίας μιλάμε για δύο μπαταρίες των 3000 mAh έκαστη) με την αυτονομία της σε τυπικές συνθήκες χρήσης να αγγίζει και τις δύο μέρες (η μιάμιση ημέρα θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη σε κάθε περίπτωση). Η συσκευή υποστηρίζει ταχεία ενσύρματη φόρτιση SUPERVOOC 100 W και ασύρματη AIRVOOC 50 W. Ακολουθώντας το trend των τελευταίων ετών μάλιστα, στη συσκευασία δεν περιλαμβάνεται φορτιστής παρά μόνο το καλώδιο USB Type-A σε Type-C. Για τη φόρτιση ό,τι και να πούμε θα είναι λίγο. Σε κάτι λιγότερο από 15 λεπτά, η μπαταρία του OnePlus 13 γεμίζει στο μισό, ενώ για το 0-100% δεν απαιτείται ούτε μισή ώρα. Ακόμα κι αν δεν θέλετε να μπλέκετε με καλώδια, μία πλήρης ασύρματη φόρτιση χρειάζεται μέσες-άκρες μία ώρα, χρόνο που άλλες ναυαρχίδες δεν πετυχαίνουν ούτε ενσύρματα. Γενικά, η μπαταρία του OnePlus 13 δεν είναι κάτι που θα σας απασχολήσει: αφ’ ενός αδειάζει δύσκολα κι αφ’ ετέρου γεμίζει ταχύτατα, δίνοντας μαθήματα στα δύο μεγάλα ονόματα της αγοράς (Samsung και Apple για να μην ψάχνετε). Ο Snapdragon 8 Elite δεν είναι μόνο ενεργειακά αποδοτικός αλλά προσφέρει και άριστες επιδόσεις. Είναι ταχύτατος και προσφέρει άριστη απόδοση σε ό,τι κι αν θελήσει να κάνει κανείς. Σε συνδυασμό δε με την άπλετη RAM και την οθόνη των 120 Hz, προσφέρει μία πραγματικά απολαυστική εμπειρία απόδοσης – το multitasking απλά δεν θα μπορούσε να ήταν πιο ομαλό. Το OnePlus 13 ανταποκρίθηκε περίφημα και όταν το ζορίσαμε κατά το gaming. Τρέχοντας ό,τι πιο απαιτητικό υπάρχει αυτή τη στιγμή στο Play Store, δεν ανέβασε ποτέ θερμοκρασία, δείχνοντας ό,τι μπορεί να διαχειριστεί ακόμα και τον πιο υψηλό φόρτο εργασίας. Η OnePlus εξ άλλου έχει αναβαθμίσει το σύστημα ψύξης το οποίο πλέον καλύπτει 9925 τετραγωνικά χιλ. ή αλλιώς το 79,6% της συνολικής επιφάνειας του κινητού. Το Android 15 συνεπικουρείται από το OxygenOS 15 με την OnePlus να εγγυάται τέσσερα χρόνια αναβαθμίσεων λογισμικού και έξι ενημερώσεων ασφαλείας. Δεν είναι και η καλύτερη προσφορά στην αγορά αλλά αν μη τι άλλο κρίνεται ικανοποιητική . Αυτό που δεν είναι ικανοποιητικό είναι το ίδιο το OxygenOS το οποίο για ακόμα μία χρονιά χαρακτηρίζεται από αχρείαστες εφαρμογές και bloatware που δεν δίνει την καλύτερη εντύπωση. Πρόκειται πάντως για το UI που προσπαθεί να μοιάσει όσο το δυνατόν περισσότερο στο iOS με τα αποτελέσματα να μην είναι πάντα τα επιθυμητά (η υλοποίηση του dynamic island ας πούμε είναι ανεπαρκής). Η δε λειτουργία Share with iPhone που διαφημίζει η OnePlus μόνο άμεση δεν είναι αφού απαιτεί από τους χρήστες iPhone τη χρήση ειδικής εφαρμογής που ουσιαστικά ακυρώνει τον σκοπό της. Όσο για την AI, η OnePlus AI βαδίζει στα χνάρια του ανταγωνισμού προσφέροντας λίγο-πολύ τις ίδιες – βασικές – λειτουργίες όπως τοπική αναζήτηση με χρήση φυσικής γλώσσας, σύνοψη σημειώσεων, αναζήτηση κυκλώνοντας το θέμα, σάρωση boarding passes και προσθήκη στο Google Wallet και υποστήριξη Google Gemini. Το όλο πακέτο όμως είναι αρκετά υποδεέστερο από εκείνα άλλων εταιρειών όπως π.χ. της Samsung, της Xiaomi ή της Apple, κάτι που συνιστά πραγματικά χαμένη ευκαιρία, δεδομένων των δυνατοτήτων του Snapdragon 8 Elite. Ίσως η OnePlus να αποπειραθεί να καλύψει το χαμένο έδαφος με μελλοντική ενημέρωση (όπως φερ’ ειπείν έκανε η Samsung με τη Galaxy AI) όμως για την ώρα έχει μείνει πίσω. Συμπέρασμα Η εμπειρία μας με το OnePlus 13 ήταν άριστη. Πρόκειται για μία πληρέστατη (flagship) συσκευή που πατά επάνω στην περυσινή πρόταση της εταιρείας, κάνοντας ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Με φρεσκαρισμένα τεχνικά χαρακτηριστικά και ενδιαφέρουσες λειτουργίες, μπορεί να μην προσφέρει επαρκείς λόγους αναβάθμισης σε έναν κάτοχο OnePlus 12, όμως αποτελεί ξεκάθαρα μία πρόταση που οφείλει να εξετάσει όποιος βρίσκεται στο κυνήγι ναυαρχίδας με budget γύρω στα €1200.
-
Η κινεζική εταιρεία λανσάρει πρακτικά δύο μοντέλα (το κύριο συν το R, μία εκδοχή του με ελαφρώς πιο αδύναμα χαρακτηριστικά) και ισάριθμες ανανεωμένες εκδοχές τους κάθε χρόνο. Κοινός παρονομαστής όλων αυτών είναι η καλή σχέση τιμής/απόδοσης που επιτυγχάνουν: μπορεί οι τιμές να έχουν ανέβει αισθητά από την περίοδο που μας συστήθηκε για πρώτη φορά η OnePlus (και άρα ο χαρακτηρισμός «flagship killer» να μην βρίσκει πια την ίδια εφαρμογή) όμως ακόμα κι έτσι παραμένουν χαμηλότερες από ναυαρχίδες παρόμοιων χαρακτηριστικών από εταιρείες όπως η Apple και η Samsung. Το OnePlus 13 λοιπόν έφτασε στα χέρια μας κι εμείς είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε αν η OnePlus κατάφερε να διορθώσει τα όποια κακώς κείμενα του πολύ καλού OnePlus 12. Να σημειώσουμε κάπου εδώ πως η τιμή του είναι στα €1199 για το μοντέλο με 16GB RAM και 512GB αποθηκευτικό χώρο, χωρίς κάποια θήκη στη συσκευασία ή φορτιστή, παρά μόνο το καλώδιο φόρτισης που έρχεται και πάλι στο χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα της εταιρείας. Το OnePlus 13 είναι ένα πανέμορφο smartphone. Η OnePlus ανέκαθεν έδινε βάρος στον σχεδιασμό των συσκευών της δηλαδή, οπότε η φετινή της κυκλοφορία δεν αποτελεί έκπληξη. Το design είναι πολύ κοντά στα περυσινά στάνταρ με τη διαφορά ότι φέτος έχει «καθαρίσει» ακόμα περισσότερο. Το στρογγυλό πλαίσιο που φιλοξενεί τους φακούς των καμερών κλέβει για άλλη μία φορά την παράσταση, ωστόσο τώρα δεν έχει τίποτε άλλο γύρω του (στο OnePlus 12, αν θυμάστε, η επιφάνεια στην αριστερή του πλευρά συνεχιζόταν με αποτέλεσμα ο κύκλος να μην αναδεικνύεται όσο θα έπρεπε) πέραν μίας όμορφης οριζόντιας μεταλλικής γραμμής. Εκτός του λογοτύπου της OnePlus, υπάρχει και εκείνο της Hasselblad – της εταιρείας με την οποία έχει συνεργαστεί η OnePlus για την ανάπτυξη της βασικής κάμερας της συσκευής. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Η OnePlus αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση κατασκευαστή smartphones. Ξεκίνησε την πορεία της πριν από περίπου μία δεκαετία, έχοντας ως στόχο οι συσκευές της να γίνουν «flagship killers». Η κινεζική εταιρεία λανσάρει πρακτικά δύο μοντέλα (το κύριο συν το R, μία εκδοχή του με ελαφρώς πιο αδύναμα χαρακτηριστικά) και ισάριθμες ανανεωμένες εκδοχές τους κάθε χρόνο. Κοινός παρονομαστής όλων αυτών είναι η καλή σχέση τιμής/απόδοσης που επιτυγχάνουν: μπορεί οι τιμές να έχουν ανέβει αισθητά από την περίοδο που μας συστήθηκε για πρώτη φορά η OnePlus (και άρα ο χαρακτηρισμός «flagship killer» να μην βρίσκει πια την ίδια εφαρμογή) όμως ακόμα κι έτσι παραμένουν χαμηλότερες από ναυαρχίδες παρόμοιων χαρακτηριστικών από εταιρείες όπως η Apple και η Samsung. Το OnePlus 13 λοιπόν έφτασε στα χέρια μας κι εμείς είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε αν η OnePlus κατάφερε να διορθώσει τα όποια κακώς κείμενα του πολύ καλού OnePlus 12. Να σημειώσουμε κάπου εδώ πως η τιμή του είναι στα €1199 για το μοντέλο με 16GB RAM και 512GB αποθηκευτικό χώρο, χωρίς κάποια θήκη στη συσκευασία ή φορτιστή, παρά μόνο το καλώδιο φόρτισης που έρχεται και πάλι στο χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα της εταιρείας. Το OnePlus 13 είναι ένα πανέμορφο smartphone. Η OnePlus ανέκαθεν έδινε βάρος στον σχεδιασμό των συσκευών της δηλαδή, οπότε η φετινή της κυκλοφορία δεν αποτελεί έκπληξη. Το design είναι πολύ κοντά στα περυσινά στάνταρ με τη διαφορά ότι φέτος έχει «καθαρίσει» ακόμα περισσότερο. Το στρογγυλό πλαίσιο που φιλοξενεί τους φακούς των καμερών κλέβει για άλλη μία φορά την παράσταση, ωστόσο τώρα δεν έχει τίποτε άλλο γύρω του (στο OnePlus 12, αν θυμάστε, η επιφάνεια στην αριστερή του πλευρά συνεχιζόταν με αποτέλεσμα ο κύκλος να μην αναδεικνύεται όσο θα έπρεπε) πέραν μίας όμορφης οριζόντιας μεταλλικής γραμμής. Εκτός του λογοτύπου της OnePlus, υπάρχει και εκείνο της Hasselblad – της εταιρείας με την οποία έχει συνεργαστεί η OnePlus για την ανάπτυξη της βασικής κάμερας της συσκευής. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Η περίπτωση της Oppo δεν διαφέρει ιδιαίτερα από εκείνες πολλών κινεζικών εταιρειών στον χώρο των smartphones. Έχοντας ξεκινήσει με budget και value-for-money συσκευές ως επί το πλείστον, η Oppo πλέον είναι σε θέση να λανσάρει πλήρεις προτάσεις με εντυπωσιακά χαρακτηριστικά και τιμές που τις κατατάσσουν στη high-end κατηγορία και το Reno13 Pro είναι μία τέτοια. Με μία πρώτη ματιά στις προδιαγραφές του μοιάζει σαν μία πιο light έκδοση των Oppo Find X8 Pro και OnePlus 13 (λογικό, μιας και η Oppo έχει επενδύσει στην OnePlus). Σε τι βαθμό όμως αυτό αρκεί για να πείσει κάποιον να το κάνει δικό του; Εμφάνιση – Σχεδιασμός Όλα κι όλα. Η Oppo έχει κάνει σπουδαία δουλειά στο στο look του Reno13 Pro, ειδικά στην έκδοση σε απαλό μωβ (σαν λεβάντα) με ένα ιδιαίτερο εφέ που αντιδρά στο φως στην πλάτη (η συσκευή βγαίνει και σε σκούρο γκρι). Το ματ φινίρισμα κρατά τις δαχτυλιές μακριά με τη γυάλινη πλάτη να αποπνέει έναν premium αέρα. Όσο για το πλαίσιο από αλουμίνιο αεροδιαστημικών προτύπων, προσδίδει την απαραίτητη στιβαρότητα. Στο εσωτερικό του smartphone, ένας ειδικός προστατευτικός μηχανισμός απορροφά την ενέργεια των κραδασμών προστατεύοντας τα διάφορα υποσυστήματα. Το βάρος εντοπίζεται στα 195 γραμμάρια με την κατανομή του να είναι άριστη. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις κυρτές άκρες της οθόνης, προσφέρει άνετο κράτημα. Όσο για τις διαστάσεις του, στα 162,7 x 76,6 x 7,6 χιλ. το Reno13 Pro δεν ξεφεύγει από τον μέσο όρο της κατηγορίας. Αξίζει να σημειώσουμε πως η συσκευή φέρει πιστοποίηση ανθεκτικότητας σε νερό και σκόνη IP69, έχοντας τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει σε πίδακες ζεστού νερού αλλά και να παραμείνει σε γλυκό νερό βάθος 1,5 μέτρου (η Oppo διατείνεται πως αντέχει και στα δύο μέτρα) για διάστημα 30 λεπτών χωρίς κανένα πρόβλημα. Οθόνη – Κάμερες Η οθόνη AMOLED των 6,83 ιντσών καλύπτει το 93,8% της πρόσοψης με το πλαίσιό της να είναι πρακτικά ανύπαρκτο. Έχει ανάλυση 1272 x 2800 pixels στα 450 ppi με ρυθμό ανανέωσης 120 Hz (προσφέρονται ακόμα 60 και 90 Hz) και ρυθμό δειγματοληψίας 240 Hz. Καλύπτει τον χρωματικό χώρο DCI-P3 σε ποσοστό 100% (με τον χρήστη να μπορεί να προσαρμόσει ο ίδιος τις ρυθμίσεις) έχοντας δυνατότητα απεικόνισης 1,07 δισ. χρωμάτων με μέγιστη φωτεινότητα 1200 nits. Αυτό το τελευταίο κρατήστε το αφού ενδεχομένως να σας κάνει τη ζωή δύσκολη σε εξωτερικούς χώρους: για να είμαστε ειλικρινείς θα περιμέναμε κάτι καλύτερο. Η οθόνη, τέλος, προστατεύεται από Corning Gorilla Glass 7i και αν εξαιρέσουμε τη φωτεινότητα, δεν είχαμε παράπονο από αυτή. Η Oppo έχει εφοδιάσει το smartphone με τέσσερεις κάμερες – τρεις στην πλάτη και μία στην πρόσοψη. Το βασικό σετ αποτελείται από ευρυγώνια 50 MP (f/1,8, 1/1,56 ιντσών, 24 χιλ., 1,0 μm, φακός 6P, PDAF, OIS), τηλεφακό 50 MP (f/2,8, 85 χιλ., φακός 1G3P, 3,5x οπτικό & 7x lossless zoom, PDAF, OIS) και υπερευρυγώνια 8 MP (f/2,2, 1/4 ιντσών, 15 χιλ., 1,12 μm, 116ο, φακός 5P, AF). Οι δύο πρώτες τα καταφέρνουν περίφημα. Ειδικά στην περίπτωση του τηλεφακού, το 3x οπτικό zoom είναι άκρως εντυπωσιακό, ενώ μέχρι και τα επίπεδα του 7x (αυτό που η Oppo ονομάζει lossless), η απώλεια στην ποιότητα είναι ελάχιστη – ειδικά αν οι λήψεις σας προορίζονται για τα socials και την οθόνη ενός smartphone ή tablet. Τα χρώματα διατηρούν τους φυσικούς τους τόνους, ενώ η επεξεργασία είναι περιορισμένη. Σαν πέφτει το σκοτάδι ή εν πάση περιπτώσει, σε συνθήκες περιορισμένου φωτισμού, θα σας προτείναμε να χρησιμοποιήσετε κατά βάση την κύρια κάμερα αφού υπερτερεί των άλλων δύο. Είτε μέρα, είτε νύχτα, η υπερευρυγώνια είναι ξεκάθαρα πιο πίσω από τις άλλες δύο με αποτέλεσμα όσο είχαμε στα χέρια μας τη συσκευή να έχει διακοσμητικό χαρακτήρα. Στη διάθεσή μας βρέθηκαν και ορισμένες ενδιαφέρουσες λειτουργίες AI μέσω των οποίων είχαμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε καρέ, να ενισχύσουμε την ποιότητα των χρωμάτων, να ξεθολώσουμε λήψεις και να αφαιρέσουμε αντανακλάσεις (εξαιρετικά χρήσιμο αν τραβάτε φωτογραφίες μέσα από τζάμι). Πολλές από αυτές ωστόσο αφ’ ενός δεν είχαν πάντα τα επιθυμητά αποτελέσματα και αφ’ ετέρου η χρήση τους απαιτεί σύνδεση στο internet αφού είναι cloud-based. Χαρακτηριστικά – Επιδόσεις Η Oppo επέλεξε το SoC MediaTek Dimensity 8300 Ultra με οκτώ πυρήνες και τεχνολογία 4 nm. Αν και για καθημερινή χρήση το εν λόγω είναι μια χαρά, σε πιο απαιτητικές καταστάσεις όπως π.χ. gaming τα βρίσκει σκούρα συγκριτικά με ανταγωνιστικές λύσεις – τουλάχιστον δεν είδαμε να ανεβαίνει ιδιαίτερα η θερμοκρασία του, απόδειξη της καλής δουλειάς που κάνει το σύστημα ψύξης του. Στα χρήματα του Reno13 Pro μπορείτε να βρείτε προτάσεις που διαθέτουν μεταξύ άλλων Exynos 2400, A16 Bionic, Dimensity 9300+, Exynos 2400e και A18 – όλα τους ανώτερα SoC από το Dimensity 8300 Ultra. Η συσκευή έρχεται με 12 GB LPDDR5X RAM στα 4266 MHz και χωρητικότητα 256 ή 512 GB τύπου UFS 3.1, ανάλογα με την έκδοση που θα επιλέξετε. Υποστηρίζονται φυσικά 5G συνδεσιμότητα, Wi-Fi 6E, Bluetooth 5.4 και προς έκπληξή μας υπέρυθρες! Η μπαταρία του Reno13 Pro είναι της τάξης των 5800 mAh, ακολουθώντας το trend της ολοένα αυξανόμενης χωρητικότητας – όχι ότι μας χαλάει, κάθε άλλο. Όσον αφορά στην αυτονομία, εδώ είναι που εντοπίζεται και το μεγάλο πλεονέκτημα του SoC του κινητού. Σε συνθήκες καθημερινής χρήσης με κάμποσο browsing, πολύωρο streaming – κυρίως – μουσικής και – δευτερευόντως – βίντεο, φωτογραφίες, πλοήγηση και gaming, το Reno13 Pro δεν είχε κανένα πρόβλημα να βγάλει ολόκληρη μέρα και κάτι παραπάνω. Με λίγο πιο προσεκτική διαχείριση αλλά χωρίς ακρότητες, άντεξε ολόκληρο διήμερο. Η τεχνολογία ταχείας φόρτισης SUPERVOOC 80 W σε συνδυασμό με τον φορτιστή που περιλαμβάνεται στη συσκευασία, το 0-100% παίρνει περίπου τρία τέταρτα. Το ColorOS είναι αρκετά βολικό, με κάμποσες συντομεύσεις, εντυπωσιακές δυνατότητες εξατομίκευσης και εύκολη πρόσβαση σε ρυθμίσεις. Χωρίς υπερβολή από αυτή την άποψη, είναι ένα από τα τρία-τέσσερα καλύτερα UI της αγοράς. Δεν γίνεται να παραβλέψουμε ωστόσο το υπερβολικό bloatware το οποίο μας άφησε άσχημη εντύπωση. Η Oppo προσφέρει τρία χρόνια αναβαθμίσεων λογισμικού και τέσσερα ενημερώσεων ασφαλείας – not great, not terrible. Αναφορικά με το buzzword των τελευταίων ετών και πέραν των όσων ενδιαφερόντων αναφέραμε στις κάμερες, το Reno13 Pro ενσωματώνει τις τυπικές λειτουργίες AI (μετάφραση, δημιουργία κειμένου, σύνοψη) συν το Gemini Live της Google. Συμπέρασμα Το Reno13 Pro δεν είναι άσχημη πρόταση. Τα καταφέρνει μια χαρά σε κάθε τομέα χωρίς να αριστεύει σε κάποιον – jack of all trades ή all-arounder, που λέμε. Η τιμή του όμως το τοποθετεί στο κατώτατο επίπεδο της high-end κατηγορίας, φέρνοντάς το αντιμέτωπο με σπουδαίες λύσεις σε Android αλλά και iOS. Αν αναζητάτε μία κομψή συσκευή με καλή οθόνη, δυνατές κάμερες, ικανοποιητική αυτονομία και εύχρηστο περιβάλλον χρήστη, αξίζει την προσοχή σας.
-
Η περίπτωση της Oppo δεν διαφέρει ιδιαίτερα από εκείνες πολλών κινεζικών εταιρειών στον χώρο των smartphones. Έχοντας ξεκινήσει με budget και value-for-money συσκευές ως επί το πλείστον, η Oppo πλέον είναι σε θέση να λανσάρει πλήρεις προτάσεις με εντυπωσιακά χαρακτηριστικά και τιμές που τις κατατάσσουν στη high-end κατηγορία και το Reno13 Pro είναι μία τέτοια. Με μία πρώτη ματιά στις προδιαγραφές του μοιάζει σαν μία πιο light έκδοση των Oppo Find X8 Pro και OnePlus 13 (λογικό, μιας και η Oppo έχει επενδύσει στην OnePlus). Σε τι βαθμό όμως αυτό αρκεί για να πείσει κάποιον να το κάνει δικό του; Όλα κι όλα. Η Oppo έχει κάνει σπουδαία δουλειά στο στο look του Reno13 Pro, ειδικά στην έκδοση σε απαλό μωβ (σαν λεβάντα) με ένα ιδιαίτερο εφέ που αντιδρά στο φως στην πλάτη (η συσκευή βγαίνει και σε σκούρο γκρι). Το ματ φινίρισμα κρατά τις δαχτυλιές μακριά με τη γυάλινη πλάτη να αποπνέει έναν premium αέρα. Όσο για το πλαίσιο από αλουμίνιο αεροδιαστημικών προτύπων, προσδίδει την απαραίτητη στιβαρότητα. Στο εσωτερικό του smartphone, ένας ειδικός προστατευτικός μηχανισμός απορροφά την ενέργεια των κραδασμών προστατεύοντας τα διάφορα υποσυστήματα. Το βάρος εντοπίζεται στα 195 γραμμάρια με την κατανομή του να είναι άριστη. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις κυρτές άκρες της οθόνης, προσφέρει άνετο κράτημα. Όσο για τις διαστάσεις του, στα 162,7 x 76,6 x 7,6 χιλ. το Reno13 Pro δεν ξεφεύγει από τον μέσο όρο της κατηγορίας. Αξίζει να σημειώσουμε πως η συσκευή φέρει πιστοποίηση ανθεκτικότητας σε νερό και σκόνη IP69, έχοντας τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει σε πίδακες ζεστού νερού αλλά και να παραμείνει σε γλυκό νερό βάθος 1,5 μέτρου (η Oppo διατείνεται πως αντέχει και στα δύο μέτρα) για διάστημα 30 λεπτών χωρίς κανένα πρόβλημα. Διαβάστε ολόκληρο το review
-
Η περίπτωση της Oppo δεν διαφέρει ιδιαίτερα από εκείνες πολλών κινεζικών εταιρειών στον χώρο των smartphones. Έχοντας ξεκινήσει με budget και value-for-money συσκευές ως επί το πλείστον, η Oppo πλέον είναι σε θέση να λανσάρει πλήρεις προτάσεις με εντυπωσιακά χαρακτηριστικά και τιμές που τις κατατάσσουν στη high-end κατηγορία και το Reno13 Pro είναι μία τέτοια. Με μία πρώτη ματιά στις προδιαγραφές του μοιάζει σαν μία πιο light έκδοση των Oppo Find X8 Pro και OnePlus 13 (λογικό, μιας και η Oppo έχει επενδύσει στην OnePlus). Σε τι βαθμό όμως αυτό αρκεί για να πείσει κάποιον να το κάνει δικό του; Όλα κι όλα. Η Oppo έχει κάνει σπουδαία δουλειά στο στο look του Reno13 Pro, ειδικά στην έκδοση σε απαλό μωβ (σαν λεβάντα) με ένα ιδιαίτερο εφέ που αντιδρά στο φως στην πλάτη (η συσκευή βγαίνει και σε σκούρο γκρι). Το ματ φινίρισμα κρατά τις δαχτυλιές μακριά με τη γυάλινη πλάτη να αποπνέει έναν premium αέρα. Όσο για το πλαίσιο από αλουμίνιο αεροδιαστημικών προτύπων, προσδίδει την απαραίτητη στιβαρότητα. Στο εσωτερικό του smartphone, ένας ειδικός προστατευτικός μηχανισμός απορροφά την ενέργεια των κραδασμών προστατεύοντας τα διάφορα υποσυστήματα. Το βάρος εντοπίζεται στα 195 γραμμάρια με την κατανομή του να είναι άριστη. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις κυρτές άκρες της οθόνης, προσφέρει άνετο κράτημα. Όσο για τις διαστάσεις του, στα 162,7 x 76,6 x 7,6 χιλ. το Reno13 Pro δεν ξεφεύγει από τον μέσο όρο της κατηγορίας. Αξίζει να σημειώσουμε πως η συσκευή φέρει πιστοποίηση ανθεκτικότητας σε νερό και σκόνη IP69, έχοντας τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει σε πίδακες ζεστού νερού αλλά και να παραμείνει σε γλυκό νερό βάθος 1,5 μέτρου (η Oppo διατείνεται πως αντέχει και στα δύο μέτρα) για διάστημα 30 λεπτών χωρίς κανένα πρόβλημα. Διαβάστε ολόκληρο το review