Η Apple απουσιάζει επιδεικτικά από τον κατάλογο των εταιρειών που αναπτύσσουν τα δικά τους προϊόντα τεχνητής νοημοσύνης, αλλά ένα νέο δημοσίευμα των New York Times δείχνει ότι αυτό μπορεί να αλλάξει πολύ σύντομα.

Τις τελευταίες εβδομάδες, η Apple φέρεται να έχει ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με μεγάλους εκδότες και ειδησεογραφικούς οργανισμούς, ζητώντας την άδεια να χρησιμοποιήσει το περιεχόμενό τους για την εκπαίδευση του γεννετικού συστήματος τεχνητής νοημοσύνης (generative ai) που αναπτύσσει. Ωστόσο, η Apple δεν αναμένει δωρεάν πρόσβαση στο περιεχόμενό τους και λέγεται ότι προσφέρει συμφωνίες ύψους τουλάχιστον 50 εκατομμυρίων δολαρίων για πρόσβαση σε αρχεία ειδήσεων.

Προφανώς, ορισμένοι από τους εκδότες που προσέγγισε η Apple έχουν ανησυχίες σχετικά με το να της επιτρέψουν την ευρεία χρήση των ειδησεογραφικών τους άρθρων κατά τη διάρκεια των ετών. Πιστεύουν ότι μια ευρεία συμφωνία αδειοδότησης για τα αρχεία θα μπορούσε να οδηγήσει σε νομικά ζητήματα στη συνέχεια. Οι εκδότες ανησυχούν επίσης για τον ενδεχόμενο ανταγωνισμό που θα προκύψει από τις προσπάθειες της Apple στον τομέα αυτό.

Ωστόσο, η Apple φέρεται να έχει οικοδομήσει υπεραξία ζητώντας απλώς άδεια και επιδεικνύοντας προθυμία να πληρώσει γι’αυτή. Για χρόνια, η ηγεσία της Apple συζητούσε για το πως θα αποκτήσει δεδομένα για την ανάπτυξη γεννητικής τεχνητής νοημοσύνης. Λόγω της δέσμευσής της στην προστασία της ιδιωτικής ζωής, δίσταζε να χρησιμοποιήσει πληροφορίες που συλλέγονται από το διαδίκτυο.

Άλλες εταιρείες με τα δικά τους generative AI συστήματα έχουν κατηγορηθεί ότι κλέβουν περιεχόμενο και το χρησιμοποιούν για την εκπαίδευση προϊόντων χωρίς τη ρητή συγκατάθεση των δημιουργών και των κατόχων δικαιωμάτων. Η OpenAI, για παράδειγμα, αντιμετωπίζει πολλαπλές αγωγές για μη εξουσιοδοτημένη χρήση πνευματικής ιδιοκτησίας, συμπεριλαμβανομένης μιας που κατατέθηκε από τους γνωστούς σεναριογράφους George R.R. Martin και John Grisham. Μια άλλη αγωγή προέρχεται από συγγραφείς μη μυθοπλαστικών έργων, οι οποίοι δήλωσαν ότι η OpenAI και η Microsoft δημιούργησαν μια επιχείρηση "αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, λαμβάνοντας τα συνδυασμένα έργα της ανθρωπότητας χωρίς άδεια".