Σε ιδιαίτερα ανοδική πορεία με ευνοϊκές προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης φαίνεται να κινείται το ηλεκτρονικό εμπόριο στην Ελλάδα, τόσο σε επίπεδο ηλεκτρονικών αγορών από την πλευρά των καταναλωτών, όσο και σε επίπεδο συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.

 

Όπως αναλύει ο Καθηγητής Γιώργος Δουκίδης, Διευθυντής Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) στο Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, και σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Focus Bari, οι Έλληνες online shoppers κυμαίνονται μεταξύ 650 και 700 χιλιάδων, αποτελούν δηλαδή το ένα τρίτο του συνόλου των Ελλήνων χρηστών του Ίντερνετ. Κατά μέσο όρο πραγματοποιούν δέκα ηλεκτρονικές αγορές τον χρόνο, ενώ, κάθε χρήστης δαπανά από 1.000 έως 1.600 ευρώ συνολικά για τις αγορές του στο Διαδίκτυο. «Αυτό σημαίνει, ότι για το 2009, θα κυμανθούμε περίπου σε αξία συναλλαγών που θα φτάσει το ένα δισεκατομμύριο ευρώ» εξηγεί ο κ. Δουκίδης.

 

«Μέσα σε αυτό το ποσό, δεν περιλαμβάνονται μόνο αγορές φυσικών προϊόντων αλλά και υπηρεσιών, όπως το να κλείσουμε ένα ταξίδι ή να κάνουμε κράτηση σε ένα ξενοδοχείο». Αν αναλογιστεί μάλιστα κάποιος ότι πριν από τέσσερα με πέντε χρόνια, οι χρήστες που πραγματοποιούσαν online αγορές δεν ξεπερνούσαν το 4-5% του συνόλου, καταλαβαίνει ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο σε αυτό το επίπεδο εξελίσσεται σημαντικά και στη χώρα μας.

 

Σε ότι αφορά τα προϊόντα που ελκύουν το ενδιαφέρον των Ελλήνων καταναλωτών στο Διαδίκτυο, στις πρώτες θέσεις βρίσκονται οι τουριστικές υπηρεσίες γενικότερα και η αγορά αεροπορικών εισιτηρίων. Ακολουθούν τα προϊόντα τεχνολογίας, όπως περιφερειακά και εξαρτήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, αλλά και βιβλία.

 

Για αρκετά χρόνια, χαρακτηριστικό στοιχείο της συμπεριφοράς των Ελλήνων χρηστών σε ότι αφορά τις ηλεκτρονικές αγορές, ήταν η καχυποψία σχετικά με την ασφάλεια των συναλλαγών αλλά και του εμπόρου που διέθετε προϊόντα προς πώληση στο Ίντερνετ. «Αυτό που βλέπουμε τελευταία είναι η καλύτερη οργάνωση των ελληνικών τραπεζών στο θέμα», αναφέρει ο κ. Δουκίδης. «Από τη στιγμή μάλιστα που δημιουργήθηκε μια κρίσιμη μάζα καταναλωτών που αγοράζουν μέσω Ίντερνετ, οι τράπεζες αντιλήφθηκαν τα οφέλη τους». Αυτό δεν αναιρεί βέβαια το γεγονός ότι ο Έλληνας ως καταναλωτής στο Διαδίκτυο εξακολουθεί να είναι διστακτικός όταν πρόκειται να δώσει στοιχεία πιστωτικής κάρτας ή άλλης μεθόδου συναλλαγής.

 

Μία δεύτερη, εξίσου σημαντική πτυχή του ηλεκτρονικού εμπορίου αφορά τις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων, μεταβάλλοντας και εξελίσσοντας την διαχείριση τους σε επίπεδο καθημερινότητας, αυτοματοποιώντας τις επιχειρηματικές συναλλαγές. Όπως εξηγεί ο κ. Δουκίδης, από την πλευρά του επιχειρηματία απαιτείται τόσο επένδυση, όσο και εκπαίδευση για την μετάβαση σε αυτή την επιχειρησιακή λειτουργία, δημιουργώντας έτσι μια αγορά στην οποία δραστηριοποιούνται εταιρείες που αναλαμβάνουν την διεκπεραίωση αυτών των επιχειρηματικών συναλλαγών, γεγονός που έδωσε σημαντική ώθηση στο Business to Business κομμάτι του ηλεκτρονικού εμπορίου.

 

Τα οφέλη για την επιχείρηση από την δραστηριοποίηση της στο B2B ηλεκτρονικό εμπόριο είναι πολλά, και αφορούν κυρίως την αυτοματοποίηση των διαδικασιών αποστολής και λήψης των παραστατικών, την άμεση ηλεκτρονική αρχειοθέτησή τους, αλλά και τη σημαντική μείωση του κόστους διαχείρισης τους.

 

Σύμφωνα με στοιχεία του ELTRUN, περίπου 1.500 επιχειρήσεις στην Ελλάδα χρησιμοποιούν το e-commerce στην καθημερινότητά τους και πραγματοποιούν περίπου δέκα εκατομμύρια συναλλαγές το χρόνο, ενώ η συνολική αξία των συναλλαγών φτάνει τα δέκα δισεκατομμύρια ευρώ. Μάλιστα, τονίζει ο καθηγητής του ΟΠΑ, το ποσό αυτό συμβαδίζει και με τα ξένα standards που θέλουν την αναλογία των B2C με τις B2B συναλλαγές να είναι της τάξης του 1:10.

 

Στο δημόσιο τομέα, παρατηρείται ήδη η δημιουργία μιας σωστής υποδομής στο υπουργείο Οικονομικών με τη δυνατότητα που παρέχει στους φορολογουμένους να συνδιαλέγονται ηλεκτρονικά με τις αρμόδιες υπηρεσίες και να τακτοποιούν εκκρεμότητες τους, όπως για παράδειγμα η καταβολή του ΦΠΑ. Το επόμενο βήμα, σύμφωνα με τον κ. Δουκίδη, θα είναι η χρήση του ηλεκτρονικού εμπορίου στις συναλλαγές των υπουργείων με τους προμηθευτές τους, αλλά και η απλοποίηση του νομικού πλαισίου γύρω από την ηλεκτρονική τιμολόγηση, ώστε σταδιακά να καταργηθεί το φυσικό χάρτινο τιμολόγιο.

 

Σήμερα, εξαιτίας της πολυπλοκότητας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, οι επιχειρήσεις είναι υποχρεωμένες να αποστείλουν και τα χάρτινα τιμολόγια, ανεξάρτητα από την ηλεκτρονική τιμολόγηση. Σε αυτό το ζήτημα, ο κ. Δουκίδης εκτιμά ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δώσει λύση μέσα στο 2009 ή το 2010.

 

Source.png Πηγή: kathimerini.gr