Προς το περιεχόμενο

Ενδιαφεροντα αρθρα Ψυχολογιας


Τοξοβολος_UK

Προτεινόμενες αναρτήσεις

Θα πρότεινα, ως χρήστης, να αποφεύγεις να αναφέρεσαι σε θέματα για τα οποία δεν προτίθεσαι να συζητήσεις.

 

 

Σου εστειλα ηδη και πμ για αυτο .Σε γενικες γραμμες ναι δεν νομιζω υπαρχει προβλημα να τοποθετηθω ως χρηστης (οχι ως Ψυχολογος) προς την σημασια η το ενδιαφερον που εμφανιζει καποιο αρθρο που θα παρουσιαζω,απλα θεωρω ειναι καλυτερο για τους λογους που εχω εκθεσει να μην εμπλεκομαι βαθεια στην συζητηση αφηνοντας το βημα για διαλογο/σχολια σε αλλους χρηστες.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

  • Απαντ. 145
  • Δημ.
  • Τελ. απάντηση

Συχνή συμμετοχή στο θέμα

Συχνή συμμετοχή στο θέμα

Σου εστειλα ηδη και πμ για αυτο .Σε γενικες γραμμες ναι δεν νομιζω υπαρχει προβλημα να τοποθετηθω ως χρηστης (οχι ως Ψυχολογος) προς την σημασια η το ενδιαφερον που εμφανιζει καποιο αρθρο που θα παρουσιαζω,απλα θεωρω ειναι καλυτερο για τους λογους που εχω εκθεσει να μην εμπλεκομαι βαθεια στην συζητηση αφηνοντας το βημα για διαλογο/σχολια σε αλλους χρηστες.

 

From my point of view, έτσι χρησιμοποιεις τους χρηστες σαν πειραματοζωα για να βγαλεις τα συμπερασματα σου σαν επαγγελματιας. contribute on your own threads plx&thx (tits or gtfo).

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

From my point of view, έτσι χρησιμοποιεις τους χρηστες σαν πειραματοζωα για να βγαλεις τα συμπερασματα σου σαν επαγγελματιας. contribute on your own threads plx&thx (tits or gtfo).

 

Ε οχι βρε παιδια,νομιζω οτι αισθητηριο του μεσου αναγνωστη κατανοει οτι δεν θα ηταν ιδιαιτερα ευχαριστο να μπαινει η γνωμη ενος ''ειδικου'' στην ελευθερη συζητηση,η γνωμη μου ως χρηστη ευχαριστως να μπει αλλα κ παλι με τους περιορισμους που ηδη αναφερω.

 

Οπως κ να εχει θα επανελθω με ενα ενδιαφερον αρθρο ενος συναδελφου (φορουμερ του ινσομνια μαλιστα!) ο οποιος ευγενικα μου επετρεψε την αναπαραγωγη των αρθρων του.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Εδω να ευχαριστησω προσωπικα τον πολυ δικο μας ινσομνιακ yannis27gr που μου επετρεψε την αναπαραγωγη των αρθρων του στο φορουμ.Ο Γιαννης κανει μια πολυ καλη αναλυση των θεματων γυρω απο το validity and reliability των Ψυχομετρικων τεστ (τα οποια χρησιμοποιουμε κατα κορον στην Εργασιακη Ψυχολογια επισης) καθως ακομα κ μια αξιοζηλευτη ιστορικη αναδρομη των προσπαθειων της Ψυχολογιας για το λεγομενο quantification της ανθρωπινης νοημοσυνης!Εξηγει με απλα Ελληνικα τοσο τους περιορισμους οσο κ τα οφελη της ποσοτικοποιησης της ευφυιας απο την Ψυχολογια κ σας δινει μια καλη ιδεα γιατι οι Ψυχολογοι κατα κοινη παραδοχη ειμαστε κατα το ημισυ σχεδον statisticians :P

 

 

 

 

 

Ευφυΐα - Ο μεγάλος άγνωστος

 

Δημοσίευση από yannis27gr

 

Θυμάμαι ένα ρεπορτάζ τηλεοπτικού δελτίου που παρουσίαζε με καμάρι και θαυμασμό ένα παιδί 10 χρονών το οποίο ήταν, σύμφωνα με τα λόγια του παρουσιαστή, «απίστευτης ευφυΐας». Το ρωτούσε π.χ. για τη Νικαράγουα και του έλεγε, σαν ποίημα, τον πληθυσμό, τη γλώσσα, θρησκεία, νόμισμα, κ.τ.λ. όλα δηλαδή τα στοιχεία που συναντούσε στις σελίδες του βιβλίου της γεωγραφίας.

Απίστευτης ευφυΐας…

Μήπως απλώς απίστευτης μνήμης;

 

Έχουμε ένα καναρίνι το οποίο το αφήνουμε ελεύθερο να τριγυρίζει στο σπίτι. Είναι χαρακτηριστικό ότι τη στιγμή ακριβώς που στρώνουμε τραπεζομάντιλο για το μεσημεριανό βγαίνει από το κλουβί και στρογγυλοκάθεται στο τραπέζι, περιμένοντας να φάει.

Έξυπνο πουλί.

Μήπως απλώς αντανακλαστικά συντελεστικής μάθησης;

 

Στο άρθρο αυτό θα αναλύσουμε την έννοια της ευφυΐας. Θα δούμε από τι απαρτίζεται, πώς ορίζεται και αν τελικά μπορεί να μετρηθεί.

 

 

Ορισμός

 

Ας τα πάρουμε όλα με τη σειρά. Κάθε φορά που γίνεται μια συζήτηση, είναι απολύτως απαραίτητο να ξεκαθαρίζουν οι συζητητές το βασικότερο στοιχείο της συζήτησης: Τον ορισμό της έννοιας που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση. Μου έχει τύχει πάρα πολλές φορές να παρευρεθώ σε συζητήσεις και να παλεύω να εξηγήσω ότι ο λόγος που διαφωνούν είναι γιατί, πολύ απλά, έχουν διαφορετική εικόνα της έννοιας (π.χ. φιλία) που συζητούν. Ας δούμε λοιπόν πώς ορίζεται η ευφυΐα:

 

Ορισμός από την Αμερικανική Εταιρεία Ψυχολογίας: Ικανότητα κατανόησης σύνθετων προβλημάτων, προσαρμογή στο περιβάλλον, μάθηση από τις εμπειρίες, ικανότητα συμμετοχής σε διάφορες συζητήσεις, υπερπήδηση εμποδίων με χρήση σκέψης. Παρόλο που υπάρχουν διαφορές στα επίπεδα αυτών των ικανοτήτων από άτομο σε άτομο, ωστόσο υπάρχουν όλες σε κάποιο βαθμό σε όλα τα άτομα.

 

Υπάρχουν κι άλλοι ορισμοί χωρίς να διαφέρουν, ουσιαστικά, από τον παραπάνω. Είναι άλλωστε τόσο γενικός κι αόριστος, ώστε να καλύπτει τις βασικές πτυχές της ανθρώπινης γνωστικής δραστηριότητας και να εμπεριέχει κάθε άλλο ορισμό καθώς και όλο σχεδόν το φάσμα των ανθρώπινων ικανοτήτων. Γι αυτό και υπάρχει τόσο μεγάλη σύγχυση, όχι μόνο σε επιστημονικό επίπεδο, γύρω απ’ αυτό το θέμα. Αυτό ωστόσο δεν εμπόδισε κάποιους ψυχολόγους να ξεκινήσουν προσπάθειες μέτρησης της.

 

Θα πρέπει οπωσδήποτε, πριν προχωρήσουμε στα τεστ νοημοσύνης, να σημειωθεί ότι η έννοια της νοημοσύνης είναι άμεσα συνυφασμένη με το δυτικό τρόπο σκέψης που βάζει στο κέντρο των πάντων το άτομο. Στην ανατολική φιλοσοφία όπου η έννοια του συνόλου είναι πιο σημαντική απ’ αυτήν του ατόμου, η ευφυΐα συναντάται αλλά δεν της δίνεται τόσο μεγάλη βαρύτητα όσο σε μας.

 

Τεστ Νοημοσύνης

 

Είναι προφανές ότι για τους περισσότερους, η ευφυΐα είναι μια καθαρά γνωστική ικανότητα (κάποιοι μιλάνε, όπως θα δούμε αργότερα, και για άλλων ειδών νοημοσύνες όπως κινητική, ενδοπροσωπική, κ.α.). Αναπτύσσεται με την ηλικία αν και, κατά βάση, το δυναμικό της φαίνεται από τις απαρχές της παιδικής ηλικίας. Έχει ως άμεσο αποτέλεσμα πολύ καλές σχολικές επιδόσεις, διακρίσεις σε ακαδημαϊκό επίπεδο και επιτυχία στη ζωή.

 

Είναι πράγματι η νοημοσύνη αναγκαίος και επαρκής παράγοντας για όλες αυτές τις επιτυχίες; Όπως θα δούμε σε επόμενο άρθρο, ο πλέον σημαντικός παράγοντας δεν είναι η γνωστική νοημοσύνη (στην ουσία αυτήν διαπραγματευόμαστε στην παρούσα συζήτηση και σ’ αυτήν αναφέρονται οι περισσότεροι όταν μιλούν για «εξυπνάδα») αλλά η συναισθηματική νοημοσύνη, δηλαδή η καλλιέργεια και ο χειρισμός των συναισθημάτων μας. Προς το παρόν ας δούμε τα τεστ νοημοσύνης. Κι επειδή συχνά συναντάμε τους όρους «εγκυρότητα» και «αξιοπιστία», ειδικά όταν μιλάμε για τεστ, ας δούμε τι σημαίνουν. Θα χρησιμοποιήσω απλή ορολογία για ευκολία στην κατανόηση.

 

Εγκυρότητα: Πολύ απλά, ένα τεστ είναι έγκυρο όταν πραγματικά μετράει το χαρακτηριστικό που υποτίθεται ότι φτιάχτηκε να μετράει. Π.χ. Αν θέλουμε να μετρήσουμε το βάρος ενός ατόμου, προφανώς θα είμαστε μη έγκυροι αν αντί για ζυγαριά πάρουμε μια μεζούρα…

 

Αξιοπιστία: Αντίστοιχα, ένα τεστ είναι αξιόπιστο όταν μετρά σωστά αυτό που υποτίθεται ότι μετράει. Δηλαδή, το να χρησιμοποιούμε ζυγαριά για να μετρήσουμε το βάρος ενός ατόμου μας κάνει έγκυρους, αν η ζυγαριά όμως χάνει τότε είμαστε αναξιόπιστοι.

 

Φαίνεται εύκολο να φροντίσει κάποιος για την εγκυρότητα και αξιοπιστία ενός τεστ, δεν είναι όμως έτσι. Ειδικά για τη νοημοσύνη, τα πράγματα είναι εξαιρετικά ασαφή καθώς κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς πρέπει να μετρήσει για να είναι σίγουρος ότι μετρά νοημοσύνη. Περαιτέρω, είναι ακόμη πιο δύσκολο να είναι σίγουρος ότι τα μέτρησε σωστά.

 

Οι δυσκολίες αυτές όμως δεν πτόησαν του ψυχολόγους που ξεκίνησαν, από τα τέλη του 19ου αιώνα, προσπάθειες μέτρησής της.

Η προσπάθεια να μετρηθεί η νοημοσύνη θεωρείται ότι ξεκίνησε από τον Francis Galton, ανιψιό του Δαρβίνου.

Ο Galton σπούδασε ιατρική κι έκανε πολλά ταξίδια σε διάφορες χώρες, Σταδιακά άρχισε να αναπτύσσει τη θεωρία περί ευγονικής ενώ τα ταξίδια του στην Αφρική τον έκαναν να πιστέψει ότι οι ιθαγενείς ήταν τουλάχιστον 2 επίπεδα πιο χαμηλά, όσον αφορά τις νοητικές τους ικανότητες, από τη φυλή των ΑγγλοΣαξόνων. Στη συνέχεια εφηύρε μια σειρά από τεστ με σκοπό να μετρήσουν το δυναμικό των ανθρώπων. Παρόλο που θεωρείται το πρώτο τεστ νοημοσύνης, οι δοκιμασίες του στην ουσία μετρούσαν το αισθητηριακό δυναμικό των ανθρώπων (τον υψηλότερο ήχο που μπορούσε να συλλάβει κανείς, διάκριση κουτιών με διαφορετικό περιεχόμενο και βάρος, κ.τ.λ.)

 

Τη δουλειά πάνω στη μέτρηση της ανθρώπινης εξυπνάδας ανέλαβε να συνεχίσει ένας συνεργάτης του Galton ο James Catell Ξεκίνησε τις σπουδές του δίπλα στον πρώτο ψυχολόγο που προσπάθησε να μετρήσει ανθρώπινα χαρακτηριστικά (όπως το χρόνο αντίδρασης, τη συναίσθηση διαφορετικών βαρών, κ.α. αυτά δηλαδή που προσπάθησε να μετρήσει λίγα χρόνια αργότερα και ο Galton) τον Wilhelm Wundt . Επιστρέφοντας στην Αμερική δούλεψε πάρα πολύ στην αναγνώριση της ψυχολογίας ως επιστήμης ισότιμης με τις φυσικές επιστήμες. Δούλεψε με τον Galton στην Αγγλία πάνω στα ζητήματα της μέτρησης της ανθρώπινης νοημοσύνης και επιστρέφοντας στην Αμερική προχώρησε στη δημιουργία τεστ.

 

Ένας μαθητής του όμως ο Clark Wisler έκανε κάτι πολύ απλό (και καταστροφικό για τους 2 συνεργάτες): Εξέτασε τα τεστ να δει αν προέβλεπαν επιτυχία στη ζωή ή, ακόμη σημαντικότερο, το ένα το άλλο (αν επιτυχία στο ένα δηλαδή σήμαινε επιτυχία και στο άλλο). Δυστυχώς για τους δημιουργούς τους, τα τεστ αποδείχτηκαν άχρηστα.

 

Την ίδια εποχή (1904) ανακαλύφθηκε από τον Charles Spearman ο παράγοντας g. Ο Charles Spearman χρησιμοποίησε τεστ νοημοσύνης για να καθορίσει την ευφυΐα 24 παιδιών στο σχολείο της περιοχής του. Με εξαιρετικές γνώσεις στατιστικής έκανε ανάλυση παραγόντων στα αποτελέσματα των τεστ και βρήκε ότι πρέπει να υπάρχει ένας παράγοντας, που τον ονόμασε g, και που βρίσκεται πίσω από κάθε νοητική δραστηριότητα. Βέβαια, υπάρχει έντονη κριτική καθώς πολλοί υποστηρίζουν ότι ο παράγοντας αυτός είναι μαθηματική εφεύρεση κι όχι κάτι το πραγματικό (δέστε εδώ και εδώ για περισσότερες λεπτομέρειες επί του θέματος).

 

Πιο συστηματική δουλειά πάνω στα τεστ, με αποτέλεσμα αυτά να παγιωθούν, έκανε ο Γάλλος ψυχολόγος Alfred Binet . Ο Binet σπούδασε ιατρική και με το πέρας των σπουδών στράφηκε στην ύπνωση. Η γέννηση όμως των 2 κορών του τον οδήγησε στην αναπτυξιακή ψυχολογία. Η πολύ σημαντική δουλειά του στο τομέα αυτό έχει παραγνωριστεί κι έμεινε διάσημος μόνο για τα τεστ νοημοσύνης, για τη δημιουργία των οποίων στάθηκε αφορμή η ανάθεση που του έγινε να βρει έναν τρόπο να ξεχωρίζει τα καθυστερημένα παιδιά, στα δημοτικά σχολεία, απ’ αυτά που είναι μεν έξυπνα όμως αποτυγχάνουν. Ο Binet μαζί με τον Simon παρατηρούσαν για χρόνια τα παιδιά σε διάφορες ηλικίες και κατέγραφαν τις δραστηριότητες για τις οποίες ήταν ικανά σε κάθε ηλικία. Έτσι, δημιούργησαν την κλίμακα που φέρει το όνομα τους και η οποία λειτουργεί ως εξής: Έχει μια σειρά από ασκήσεις (30) οι οποίες σταδιακά αυξάνουν σε πολυπλοκότητα. Ένα παιδί 6 χρονών που παίρνει βαθμό 1,00 (ή 100 όπως έχει γίνει γνωστό) έχει νοητικό πηλίκο 1,00*6=6, όσο δηλαδή ετών είναι. Άρα, μπορεί να λύνει τις ασκήσει που λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων, δεν μπορεί να λύσει ασκήσεις που δε λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων (και που ίσως λύνει με ευκολία η πλειοψηφία των 8χρονων) και δε δυσκολεύεται καθόλου να λύσει ασκήσεις που λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων (αλλά που παιδεύει τα 5χρονα). Αυτό και μόνο αυτό μας δείχνουν τα IQ τεστ (και τα σύγχρονα δεν έχουν μεγάλες διαφορές από τα αρχικά). Ο στόχος του ήταν να ξεχωρίσει τα παιδιά που έχουν σχολικά προβλήματα (δηλαδή αυτά που έχουν ικανό νοητικό δυναμικό αλλά χαμηλές επιδόσεις που οφείλονται σε άλλες αιτίες) από αυτά με νοητική καθυστέρηση, και το πέτυχε σε εξαιρετικό βαθμό. Έτσι, τα παιδιά με νοητικό πηλίκο 100 αλλά χαμηλότατες επιδόσεις γίνονταν αμέσως κατανοητό ότι είναι ικανά να πετύχουν υψηλές επιδόσεις αλλά μένουν πίσω για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με τη νοημοσύνη τους (βία στην οικογένεια, παραμέληση, κ.τ.λ.).

Σε καμία περίπτωση το τεστ δεν έδειχνε γενικότερη νοητική ικανότητα (προβλέπει, σε ικανοποιητικό βαθμό, μονάχα τη σχολική επιτυχία και τίποτε άλλο) και δεν αποτελεί προβλεπτικός δείκτης επιτυχίας σε άλλους τομείς της ζωής.

 

Ας το δούμε αυτό πιο αναλυτικά: Τα τεστ έχουν βαθμό συσχέτισης 0,4 με 0,6, κάτι που στατιστικά είναι ικανοποιητικό. Τι σημαίνει αυτό; Υψώνουμε στο τετράγωνο το βαθμό συσχέτισης κι έτσι ανακαλύπτουμε το ποσοστό της ποικιλίας που το τεστ εξηγεί.

Μάλλον σας μπέρδεψα περισσότερο… Ας πάρουμε ένα τεστ με βαθμό συσχέτισης 0,5. Υψώνουμε στο τετράγωνο και πολλαπλασιάζουμε με 100: 0,5*0,5*100=25%. Το τεστ αυτό εξηγεί το 25% της ποικιλίας στις ατομικές επιδόσεις. Για το υπόλοιπο 75% δεν έχει τίποτα να πει.

Και να γίνω ακόμα πιο επεξηγηματικός, σ’ αυτό το τεστ νοημοσύνης (που έχει βαθμό συσχέτισης 0,5) 100 παιδιά πετυχαίνουν βαθμολογία 120, που είναι πολύ πάνω από το μέσο όρο (ο μέσος όρος είναι 100, κάτω από 80 αρχίζουν τα νοητικά προβλήματα, πάνω από 120 αρχίζει η εξαιρετική νοημοσύνη –με 135 γίνεται κανείς μέλος της MENSA ). Ε, λοιπόν, σύμφωνα με αυτό το τεστ μπορούμε να είμαστε «σίγουροι» ότι 25 παιδιά (25%) θα έχουν επιτυχία στο σχολείο. Για τα άλλα 75 δεν μπορούμε να πούμε τίποτα. Υπάρχουν άλλοι παράγοντες που θα καθορίσουν το μέλλον τους και που το τεστ αδυνατεί να συλλάβει και να μετρήσει.

Όταν δε χρησιμοποιούμε αυτά τα τεστ για να προβλέψουμε άλλα πράγματα όπως εργασιακή επιτυχία ή ακόμα και την ίδια την εύρεση εργασίας, το ποσοστό πέφτει κάτω από 10%!! Προφανώς λοιπόν υπάρχουν άλλοι παράγοντες (τους οποίους και θα δούμε σε επόμενο άρθρο).

 

Κατά τη διάρκεια του ‘Α Παγκοσμίου Πολέμου τα τεστ γνώρισαν τεράστια άνθηση. Ζητήθηκε, πελάτης ήταν ο Αμερικανικός στρατός, από τους ψυχολόγους να βρουν τρόπους να μετρηθεί η νοητική ικανότητα των χιλιάδων στρατιωτών. Τα αποτελέσματα αυτών των τεστ αποτέλεσαν πλούσιο υλικό για του δημιουργία, τελικά, του SAT (Scholastic Assessment Test) που αποτελεί το κυρίαρχο τεστ νοημοσύνης για παιδιά.

 

Σημαντικό μειονέκτημα των τεστ είναι η προκατάληψη που δείχνουν. Έχουν σχεδιαστεί από δυτικούς, όπως αναφέραμε και στην αρχή, και απευθύνονται σε ανθρώπους που έχουν την ίδια κουλτούρα μ’ αυτούς. Όμως η χρήση τους σε ανθρώπους άλλης κουλτούρας προϋποθέτει κάτι περισσότερο από απλή στάθμιση: Ριζικό επανασχεδιασμό.

 

Ας πάρουμε για παράδειγμα την εξής ερώτηση:

 

Ποιο από τα παρακάτω δεν ταιριάζει με τα υπόλοιπα:

- Μήλο – Λεμόνι – Λάχανο

 

Σύμφωνα με τα δικά μας κριτήρια, η κατηγοριοποίηση πρέπει να γίνει με βάση το είδος. Δηλαδή, σωστή απάντηση είναι η 3, αφού τα 1 και 2 είναι φρούτα ενώ το 3 λαχανικό. Σύμφωνα όμως με τις αφρικανικές κουλτούρες, η κατηγοριοποίηση πρέπει να γίνεται με βάση τη λειτουργία των φαγώσιμων, ποια δηλαδή τρώγονται. Έτσι, γι αυτούς σωστή απάντηση είναι η 2, αφού τα 1 και 3 τρώγονται ενώ το 2 στύβεται.

 

Η έρευνα και τα τεστ για τη νοημοσύνη παρουσίασαν ύφεση κατά τις δεκαετίες του ’60 και ’70, τα τελευταία χρόνια όμως οι ψυχολόγοι άρχισαν και πάλι –κυρίως χάρη στην άνθιση της τεχνητής νοημοσύνης- να ενδιαφέρονται για το φαινόμενο της νοημοσύνης και για τρόπους μέτρησης της. Η σύγχρονη έρευνα εστιάζει στους πολύπλοκους παράγοντες που συνιστούν την έννοια της ευφυΐας και φαίνεται να αποκρυσταλλώνει την πεποίθηση ότι τελικά μιλάμε για ευρεία γκάμα από νοημοσύνες (τουλάχιστον 7, σύμφωνα με τις μελέτες του

Howard Gardner).

 

Ο Gardner ενδιαφέρεται για ένα τεστ που θα έχει καθολική προβλεπτικότητα και αξία. Δε θα μετρά δηλαδή μόνο την λεκτική και τη λογικο-μαθηματική ικανότητα (όπως κάνουν τα παρόντα τεστ κι έτσι έχουν προβλεπτική αξία μόνο στο σχολείο που έχει κατά βάση τέτοιες απαιτήσεις) αλλά και άλλες ικανότητες, όπως:

 

- Μουσική (μέγιστο παράδειγμα ο Wolfgang Amadeus Mozart)

- Χωρική (αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες τη διαθέτουν, Michelangelo)

- Κιναισθητική (χορευτές, Νουρέγιεφ)

- Διαπροσωπική (ψυχολόγοι, Carl Rogers – Sigmund Freud)

- Ενδοπροσωπική (ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε και να ελέγχουμε τα συναισθήματα μας, Δαλάι Λάμα)

 

Τελευταία πρόσθεσε κι άλλες κατηγορίες ενώ άλλοι ψυχολόγοι έχουν ανεβάσει αυτό τον αριθμό μέχρι και στο 150!!

 

Συνοψίζοντας, παρατηρούμε ότι είναι αλήθεια πως τα υπάρχοντα τεστ νοημοσύνης δε μας λένε τίποτα ουσιαστικό (πέρα από την πιθανή επιτυχία μας στο σχολείο). Χρειαζόμαστε μια ευρύτερη προσέγγιση του όλου θέματος και νέα τεστ που θα ενσωματώνουν τις ποικίλες ικανότητες του ανθρώπου και θα μπορούν να καταδείξουν τόσο τα σημεία στα οποία έχει αυξημένη ικανότητα όσο και αυτά που οφείλει να αναπτύξει περισσότερο ώστε να γίνει πιο ολοκληρωμένος.

 

 

Υ.Γ. Το παρόν άρθρο είναι σύντομο (αναμφίβολα) και περιεκτικό (θέλω να πιστεύω). Αν κάποιος επιθυμεί πραγματικά να επεκτείνει τις γνώσεις του στο θέμα, του προτείνω να ακολουθήσει τον παρακάτω σύνδεσμο: http://www.psychologyinspain.com/content/full/2000/13.htm να ξεσκονίσει τα αγγλικά του και να κατεβάσει το άρθρο που η σελίδα φιλοξενεί.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Και κατι που εχετε ρωτησει πολλοι....

 

Ενδεικτικα παραθετω ΟΛΟΚΛΗΡΟ τον Κωδικα Δεοντολογιας του Συλλογου Ελληνων Ψυχολογων.Σημειωτεον οτι στην Ελλαδα ΝΟΜΙΚΑ ΟΥΔΕΙΣ ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ απο τον παρακατω Κωδικα μιας κ δεν υφισταται ΝΠΔΔ για το Επαγγελμα του Ψυχολογου που να υποχρεωνει την κατα νομο εγραφη του σε αυτο.Ο Κωδικας δινεται κσθαρα πληροφοριακα για την ενημερωση σας κ προερχεται απο τον εναν εκ των δυο Συλλογων Ψυχολογων που υπαρχουν σημερα στην Ελλαδα.Σημειωτεον δεν ειμαι μελος κανενος εκ των δυο συλλογων στην Ελλαδα.Απλα αυτος ο ΚΔ με εκφραζει περισσοτερο.

 

 

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

 

 

 

Ο παρών κώδικας δεοντολογίας σκοπό έχει να κρατήσει υψηλά το κύρος του επαγγέλματος του ψυχολόγου στην Ελλάδα και να συντελέσει στην πραγμάτωση της αποστολής του.

Ο κώδικας απευθύνεται στους ψυχολόγους είτε ασκούν κλινική πράξη (έργο) είτε διεξάγουν έρευνα είτε διδάσκουν είτε συγγράφουν ψυχολογικού περιεχομένου κείμενα.

Για την Ελλάδα η κατάρτιση κώδικα και η πιστή τήρηση των βασικών αρχών επαγγελματικής διαγωγής που διαγράφει, επιβάλλεται και για έναν επιπρόσθετο λόγο: την έλλειψη επαγγελματικής παραδόσεως εξ αιτίας της νεότητας του επαγγέλματος.

 

Ι

Γενικές Υποχρεώσεις

1. - Πρωταρχική υποχρέωση του ψυχολόγου είναι να διαφυλάξει το κύρος του επαγγέλματός του που το επιτυγχάνει:

Με το σεβασμό προς τον άνθρωπο και τα δικαίωματά του, την αντικειμενικότητα, την αξιοπρέπεια, την ευσυνειδησία, την υψηλή συναίσθηση ευθύνης και την συμπεριφορά που εμπνέει εμπιστοσύνη και γενικά τη διατήρηση του έργου του σε υψηλά επίπεδα.

2. - Ειδικότερα ο ψυχολόγος φροντίζει ώστε οι πράξεις, οι ενέργειες και γενικά η συμπεριφορά του να μη μειώνουν το επάγγελμά του στην κοινή γνώμη και ιδίως να μην έρχονται σε αντίθεση προς το «δημόσιο αίσθημα» του τόπου, όπου το ασκεί.

3. - Ο ψυχολόγος φροντίζει να διατηρεί υψηλό το επίπεδο της εργασίας και να προφυλάσσει την επιστήμη του και τις μεθόδους της από κάθε φθορά στην κοινή γνώμη. Ειδικότερα φροντίζει να εξασφαλίζει κατάλληλους όρους και συνθήκες για την διεξαγωγή της εργασίας του.

4. - Ο ψυχολόγος όταν ασκεί την επαγγελματική πράξη, βασίζεται σε μεθόδους και τεχνικές που έχουν κατακυρωθεί (κατοχυρωθεί) ως όργανα επιστημονικής ψυχολογικής εξέτασης, έχει υπ’ όψη του τα όριά του και φροντίζει να επαληθεύει τα ευρήματά του.

5. - Όταν δεν υφίστανται εγγυήσεις για την τήρηση όρου ή όρων των εδαφίων 1, 2 ή 3, ο ψυχολόγος απέχει από το να προσφέρει τις υπηρεσίες του.

6. - Η ιδιότητα του μέλους του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων δεν χρησιμοποιείται για σκοπούς που έρχονται σε αντίθεση με το καταστατικό του.

 

ΙΙ

Σχέση προς συναδέλφους

1. - Αυτονόητο είναι ότι η παρουσίαση των τίτλων σπουδών καθώς και η αναγραφή ενδεχομένως των τίτλων και της εξειδίκευσης του ψυχολόγου σε πινακίδες, επισκεπτήρια και άλλα έντυπα, πρέπει να ανταποκρίνεται απόλυτα προς την πραγματικότητα.

2. - Η γνωστοποίηση της επαγγελματικής ιδιότητας του ψυχολόγου πρέπει να γίνει κατά τρόπο ανάλογο προς το επίπεδο του επαγγέλματος και το ρόλο του ψυχολόγου στην κοινωνία.

3. - Όταν ο ψυχολόγος προσφέρει τη βοήθειά του αντί αμοιβής, η αμοιβή του δεν πρέπει να είναι κατώτερη από τα καθορισμένα για το επάγγελμα όρια.

4. - Δυσμενείς κρίσεις για συναδέλφους δημοσίως, έστω και χωρίς να αναφέρονται ονόματα, φθείρουν το επάγγελμα στην κοινή συνείδηση και είναι επιζήμιες για όλους τους εκπροσώπους του.

5. - όταν κάποιος πελάτης ζητά τις υπηρεσίες του ψυχολόγου, ενώ ήδη δέχεται τις υπηρεσίες ενός άλλου σχετικού επιστήμονα, ο ψυχολόγος εξετάζει προσεκτικά την κατάσταση και τους λόγους που οδήγησαν τον πελάτη να απευθυνθεί για πρόσθετη βοήθεια και έρχεται σε συνεννόηση με τον αρχικό επιστήμονα, ώστε να αποφευφθούν συγχύσεις ή συγκρούσεις με τον πελάτη ή τον συνάδελφο. Επίσης συνιστάται ο ψυχολόγος που προσλαμβάνεται σε μια θέση ή που αναλαμβάνει τη διδασκαλία μαθημάτων, να ενημερώνει σχετικά τον προκάτοχό του, εφόσον υπάρχει.

6. - Όσοι έχουν συμβάλλει σε μια εργασία που ανακοινώνεται, ή στη διαμόρφωση ενός τεστ, μνημονεύονται ονομαστικά ανάλογα με τη συμβολή τους είτε συγγραφείς είτε στον πρόλογο ή σε υποσημείωση.

Ο ψυχολόγος επίσης δεν ιδιοποιείται την εργασία άλλου επιστήμονα. Όταν καταχωρεί σε εργασία του υλικά άλλων συναδέλφων, διατηρεί τα στοιχεία του επιστήμονα που εκπόνησε την εργασία ή το τεστ.

 

ΙΙΙ

Σχέση προς εκπροσώπους άλλων επαγγελμάτων

1. - Ο ψυχολόγος δεν εισέρχεται στα έργα και στη δικαιοδοσία συγγενών επαγγελμάτων από υπέρβαση άσκησης του δικού του επαγγέλματος. Ειδικότερα, οφείλει να μην αναλαμβάνει να κάνει διάγνωση ή να καθορίσει θεραπευτική αγωγή ή να προσφέρει υπηρεσία ή συμβουλές για προβλήματα ή συμπτώματα που βρίσκονται έξω από τα αναγνωρισμένα όρια της ψυχολογικής πράξης.

2. - Όταν εκπρόσωπος άλλης ειδικότητας παραπέμπει ένα άτομο σε ψυχολόγο, σε περίπτωση που παρουσιασθεί ανάγκη ο ψυχολόγος να αποστείλει το άτομο αυτό σε άλλο συνάδελφο, ψυχολόγο ή ψυχίατρο, ο ψυχολόγος πρέπει να έλθει προηγουμένως σε συνεννόηση με εκείνον που αρχικά παρέπεμψε την περίπτωση.

3. - Στοιχεία για τον πελάτη που ανακοινώνονται στον ψυχολόγο από συνάδελφό του ή άλλον ειδικό επιστήμονα, γνωστοποιούνται μόνο ύστερα από συγκατάθεση εκείνου που τα παρείχε.

 

IV

Σχέση προς τις Υπηρεσίες όπου εργάζεται

1. - Ο ψυχολόγος κατά την άσκηση της επαγγελματικής πράξης, κλινικής η σχολικής, ή βιομηχανικής ψυχολογίας, μέσα σε σχολικές, κοινωνικές ή οικονομικές μονάδες, τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο όχι μόνο προκειμένου για πρόσωπα που εξετάζει, αλλά και για θέματα που αφορούν τις μονάδες αυτές.

2. - Ο ψυχολόγος που αναλαμβάνει εργασία σε κάποιον φορέα, ενημερώνει ευθύς εξ αρχής τον εργοδότη του για τους περιορισμούς και τις υποχρεώσεις που του διαγράφει η δεοντολογία του.

3.- Στην περίπτωση που φορέας αναθέτει σε ψυχολόγο τη διεξαγωγή μιας έρευνας ή μελέτης, συνιστάται να καθορίζονται από πριν, με ειδική γραπτή συμφωνία, τα χρονικά όρια από την κατάθεση της εργασίας έως τη δημοσίευσή της από τον φορέα, η κυριότητα του ανεπεξέργαστου Ψυχολογικού υλικού και οι λοιποί όροι συνεργασίας.

 

 

V

Σχέση προς τους πελάτες ή προς Υποκείμενα πειραματισμού

1. - Ο ψυχολόγος έχει πρωταρχική υποχρέωση απέναντι στον πελάτη του να τηρεί πλήρη εχεμύθεια για ό,τι περιέχεται σε γνώση του από την ιδιωτική ζωή και τις πράξεις του ακόμα και αν δεν του τα έχει ανακοινώσει ο ίδιος ο πελάτης. Η ίδια υποχρέωση ισχύει και για τα υποκείμενα έρευνας, που πρέπει οπωσδήποτε να κατοχυρώνεται η ανωνυμία τους, εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά.

2. - Ο ψυχολόγος δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει για ιδιοτελείς σκοπούς πληροφορίες που έτυχε να αντλήσει από τον πελάτη του.

3. - Συνιστάται ο ψυχολόγος να μην προβαίνει σε μαγνητοφώνηση, κινηματογραφική λήψη ή φωτογράφηση (εκτός της καταγραφής συμπεριφοράς κοινωνικού συνόλου) χωρίς να το γνωρίζει ο πελάτης του ή τα υποκείμενα της έρευνας.

4. - Ο ψυχολόγος δεν προσφέρει αυτόβουλα τις υπηρεσίες του σε μελλοντικούς πελάτες είτε παρακινεί κανένα να υποβληθεί σε ψυχολογική εξέταση από αυτόν, ακόμη και χωρίς αμοιβή.

5. - Ο ψυχολόγος καλό είναι να μην προσφέρει ψυχολογικές υπηρεσίες σε πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος ή σε πρόσωπα που τα συνδέει στενή φιλία μαζί του.

6. - Λύση της υποχρέωσης για την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου ο ψυχολόγος έχει σχηματίσει τη γνώμη ότι κινδυνεύει η ζωή (ασφάλεια) του πελάτη του ή η ζωή και η σωματική ακεραιότητα τρίτων προσώπων. Στην περίπτωση αυτή, η ανακοίνωση γίνεται μόνο σε αρμόδια πρόσωπα ή φορείς (οικείους, κηδεμόνα, δικαιοσύνη).

7. - Δεν επιτρέπεται στον ψυχολόγο να παρουσιασθεί ως μάρτυρας υπεράσπισης ή κατηγορίας του πελάτη του.

8. - Ο ψυχολόγος δεν συζητά, περιπτώσεις πελατών του σε κύκλους εξωεπαγγελματικούς ή μη συγγενών επαγγελμάτων. Αν κατά τη διδασκαλία του ή στα συγγράματά του θέλει να χρησιμοποιήσει υλικό περιπτώσεων, φροντίζει οπωσδήποτε να κατοχυρωθεί η απόλυτη ανωνυμία τους.

9. - Ο ψυχολόγος μεριμνά για τη διαφύλαξη της ασφάλειας του υλικού που κατέχει και αφορά τους πελάτες του, περιλαμβανομένων στοιχείων που διατηρεί σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Όταν δεν μπορεί να έχει πλήρη έλεγχο των κατοχυρωμένων στο αρχείο του πληροφοριών, κάνει διάκριση στις πληροφορίες που εισάγει ή κωδικοποιεί τις περιπτώσεις.

10. - Ο ψυχολόγος κατά την διεξαγωγή ερευνών, πληροφορεί τους εξεταζόμενους για τις πτυχές της έρευνας που πιθανώς να επηρέαζαν τη θέληση τους να συμμετέχουν σε αυτήν και δίνει εξηγήσεις σε θέματα που εγείρουν οι συμμετέχοντες. Σε περιπτώσεις παιδιών ή ατόμων που αδυνατούν να δώσουν τη συγκατάθεσή τους, πρέπει να ζητείται η συγκατάθεση του νόμιμου εκπροσώπου τους.

Ο ερευνητής αναγνωρίζει το δικαίωμα στα συμμετέχοντα σε μια έρευνα υποκείμενα, να αποσυρθούν από την έρευνα, οποιαδήποτε στιγμή.

11. - Ο ψυχολόγος κατά την διεξαγωγή ερευνών προσπαθεί να αποφεύγει υπέρμετρη κατανόηση, συγκίνηση ή ταλαιπωρία των εξεταζομένων., σωματική ή ψυχική, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ανηλίκους. Ακόμα, εξετάζει προσεχτικά την πιθανότητα μακροπρόθεσμων ανεπιθύμητων συνεπειών στα υποκείμενα που μετέχουν στην έρευνα, κι έχει την ευθύνη για να τις επισημάνει και να τις αφαιρέσει, τροποποιώντας πιθανώς το πειραματικό σχέδιο, όσο αυτό είναι δυνατόν. Ανάλογη φροντίδα πρέπει να λαμβάνεται και για τα πειραματόζωα μέσα στα πλαίσια των σχετικών πειραματισμών.

12.- Ο ψυχολόγος αποφεύγει να επαναλάβει ψυχολογικές δοκιμασίες που έχουν ήδη γίνει από συνάδελφό του στο ίδιο πρόσωπο, πριν περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα.

 

VI

Μέριμνα για το ψυχολογικό υλικό

1. - Δεν επιτρέπεται η διάδοση τεστ κατά οποιοδήποτε τρόπο μεταξύ προσώπων μη ειδικών, είτε ως κυκλοφορία τους είτε ως ανατύπωση ή περιγραφή τους σε εκλαϊκευτικές περιοδικές εκδόσεις, έντυπα ή εκπομπές καθώς και η χρησιμοποίηση τους για άλλους σκοπούς εκτός αυτούς της ψυχολογικής εκτίμησης γιατί τα φθείρει και τα αχρηστεύει ως ψυχομετρικά όργανα άσκησης του επαγγέλματος. Εάν υποπέσει στην αντίληψη του ψυχολόγου, σχετικά συμβάν, οφείλει ν α ενημερώσει χωρίς αναβολή τον Σύλλογο.

2. - Όταν χρησιμοποιεί ψυχολογικές δοκιμασίες, ο ψυχολόγος σέβεται το δικαίωμα του πελάτη του να έχει επεξήγηση της φύσης και του σκοπού των δοκιμασιών αυτών. Οι επεξηγήσεις πρέπει να είναι σε γλώσσα χωρίς τεχνικούς όρους, που ο εξεταζόμενος μπορεί να κατανοήσει χωρίς να παρερμηνεύσει. Αν η εκ των προτέρων γνώση του τι μετρά το τεστ (π.χ. προσωπικότητας) καθιστά άκυρο το όργανο αυτό, ο ψυχολόγος μπορεί να δώσει επεξηγήσεις μετά την χορήγηση του τεστ. Αν η κατάσταση του πελάτη είναι ειδική (π.χ. παιδί), τότε επεξηγήσεις δίνονται στον εκπρόσωπό του.

3. - Η χορήγηση, αξιολόγηση και ερμηνεία ψυχολογικών τεστ., από υπηρεσίες ή μονάδες που χρησιμοποιούν γι’ αυτά ηλεκτρονικούς υπολογιστές, θεωρείται επαγγελματική δραστηριότητα και διέπεται από τις ανάλογες αρχές, τις οποίες ο υπεύθυνος της μονάδας και οι συνεργάτες του οφείλουν να εφαρμόζουν.

4. - Η συλλογή υλικού με ομαδική χορήγηση τεστ, γίνεται είτε από τον ίδιο τον ερευνητή είτε από άλλα πρόσωπα, με ανάλογη όμως ειδική προάσκηση και με την προσωπική εποπτεία και ευθύνη του ερευνητή.

5. - Ο ψυχολόγος μειώνει την αξιοπιστία των πορισμάτων των ερευνών του, αν παράλληλα προς αυτά δεν παρουσιάσει ακριβή και πλήρη στοιχεία για τις μεθόδους, το δείγμα, το υλικό και τις συνθήκες γενικά διεξαγωγής των ερευνών.

6. - Σε περίπτωση που ο ψυχολόγος θα χρειασθεί να χορηγήσει γραπτή γνωμάτευση, οφείλει να αναφέρει μέσα τον αποδέκτη και τον σκοπό για τον οποίο χορηγείται.

7. - Ψυχολογικές γνωματεύσεις ή εκθέσεις χορηγούνται από τον ψυχολόγο μόνο για επαγγελματική χρήση και όχι για ιδιωτική χρήση και απευθύνονται μόνο σε αρμόδια πρόσωπα ή υπηρεσίες.

8. - Δεν επιτρέπεται η γραπτή ή προφορική ανακοίνωση του Δείκτη Νοημοσύνης (Ι.Q) σε γονείς, ασθενείς, σε ιδρύματα ή υπηρεσίες, όταν δεν διατηρούν ψυχολογικές υπηρεσίες. Ανακοινώνεται μόνο η κατηγορία στην οποία ανήκει ο πελάτης (π.χ. κανονική, ανωτέρα κ.α.). Γενικά αποφεύγεται η ανακοίνωση κάθε λεπτομέρειας που μπορεί να οδήγησε σε παρερμηνείες.

 

 

 

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια Πάνο. Μόλις γύρισα από μια διάλεξη που έδωσα σε γονείς για τις "Θεωρίες Προσωπικότητας και τις σχέσεις Γονέων-Παιδιών". Μπορώ να σου στείλω αν θες τη διάλεξη να την παρουσιάσεις αν και είναι μεγαλούτσικη (14 σελίδες με Verdana 10) και δε νομίζω να χωρά στον συγκεκριμένο χώρο. Γι αυτό σε λέω να το προχωρήσεις το θέμα ;)

 

Υ.Γ. Συμφωνώ κι εγώ με την άποψη ότι η γνώμη του ειδικού, αν δεν είναι επικριτική και ειρωνική, μπορεί να βοηθήσει τη συζήτηση γιατί τη βάζει στον "σωστό δρόμο".

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια Πάνο. Μόλις γύρισα από μια διάλεξη που έδωσα σε γονείς για τις "Θεωρίες Προσωπικότητας και τις σχέσεις Γονέων-Παιδιών". Μπορώ να σου στείλω αν θες τη διάλεξη να την παρουσιάσεις αν και είναι μεγαλούτσικη (14 σελίδες με Verdana 10) και δε νομίζω να χωρά στον συγκεκριμένο χώρο. Γι αυτό σε λέω να το προχωρήσεις το θέμα ;)

 

Υ.Γ. Συμφωνώ κι εγώ με την άποψη ότι η γνώμη του ειδικού, αν δεν είναι επικριτική και ειρωνική, μπορεί να βοηθήσει τη συζήτηση γιατί τη βάζει στον "σωστό δρόμο".

 

Εγινε Γιαννη,αν θελεις στειλε μου ενα πμ και θα προσπαθησω να συνοψισω τα κυρια σημεια της διαλεξης σου μιας και φαινεται αρκετα ενδιαφερουσα!

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Επικαιρο,ενδιαφερον κ λιτο ,με μια προσεγγιση απο την σκοπια της Εργασιακης Ψυχολογιας.

 

ΨΥΧΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

 

 

Η Ψυχολογία της Οικονομικής Κρίσης

 

 

on 14/03/2011

 

Από τη Μαρία Μπάδα, Ψυχολόγο, Επικοινωνιολόγο, ΜΑ, Υπ. Διδάκτωρ Παντείου

 

Η εργασία αποτελεί την κυριότερη απασχόληση στην καθημερινή ζωή του μέσου ενήλικα. Το επάγγελμα είναι η σχεδόν επικρατέστερη μοναδική επίδραση στην ζωή του ανθρώπου. Πράγματι αν αφαιρέσουμε τις ώρες του ύπνου, ο άνθρωπος είτε εργάζεται, είτε προετοιμάζεται για την εργασία, είτε αναπαύεται από την εργασία, είτε προσπαθεί να βρει υποκατάστατα για την εργασία.

 

Επομένως, η επαγγελματική προσαρμογή αποτελεί βασικό μέρος της γενικής προσαρμογής του ατόμου στην ζωή του και μία κατ` εξοχήν δυνατότητα να συμπληρώσει την ιδέα για τον εαυτό (self-concept).

 

Η εργασία αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την διαμόρφωση της ταυτότητας του ατόμου. Αποκτούμε ταυτότητες μέσω των κοινωνικο-πολιτιστικών ομαδοποιήσεων στις οποίες ανήκουμε.

 

Η απώλεια της εργασίας και μάλιστα όταν συμβαίνει ξαφνικά, όπως σε περίοδο μιας οικονομικής κρίσης, μπορεί να επηρεάσει τα άτομα αρνητικά. Εκτός φυσικά των οικονομικών δυσκολιών, τα άτομα που χάνουν την εργασία τους βρίσκονται αρχικά σε μια κατάσταση σοκ. Η αίσθηση της απώλειας είναι έντονη. Ακολουθούν συναισθήματα άγχους, ντροπής, προσωπικής απαξίωσης. Τέλος μια παρατεταμένη τέτοια κατάσταση μπορεί να οδηγήσει το άτομο σε κάποια ψυχολογική διαταραχή, όπως η κατάθλιψη.

 

Στην έρευνα των Joelson και Wahlquist (1987) στην Σουηδία, η ανεργία βρέθηκε ότι συντελεί σε μια διαδικασία που αποτελείται από μια προοδευτική ψυχολογική κρίση, εξαιτίας της έλλειψης σημαντικών παραγόντων που συμβάλλουν στην διαμόρφωση της ταυτότητας. Η φάση της αναμονής ήταν μια πολύ επιβαρυμένη φάση της ανεργίας εξαιτίας της παρατεταμένης αβεβαιότητας. Εκτός από τις καταθλιπτικές αντιδράσεις των ατόμων μια ακόμα ψυχολογική αντίδραση ήταν η παράλογη συμπεριφορά αναζήτησης εργασίας.

 

Ήδη από το πρώτο στάδιο της ανεργίας, απειλούνται πολλοί παράγοντες που διαμορφώνουν την προσωπική ταυτότητα: 1) Η εργασία αποτελεί παράγοντα δόμησης του χρόνου. 2) Η εργασία αποτελεί απόδειξη των ικανοτήτων κάποιου, παρέχοντας του την δυνατότητα του ελέγχου και της κυριαρχίας. 3) Η εργασία αποτελεί παράγοντα δόμησης των σχέσεων.

 

Η ανεργία σημαίνει λοιπόν, απώλεια της ταυτότητας; Το αν μπορούμε να διαχειριστούμε αυτή την απώλεια με ένα αποδεκτό τρόπο καθορίζεται από τις εναλλακτικές δυνατότητες που διαθέτουμε και που μας προσφέρει η κοινωνία. Η έρευνα έδειξε ότι εκείνα τα άτομα που διέθεταν λιγότερες εναλλακτικές δυνατότητες (π.χ. συμπαράσταση από φίλους), ήταν πιο ευάλωτα ψυχολογικά.

 

Πρώτον δεν χρειάζεται πανικός. Η αιτία του άγχους πολλών ατόμων κατά τη διάρκεια μιας οικονομικής κρίσης σχετίζεται φυσικά με τα χρήματα, αλλά αυτό πολλαπλασιάζεται όταν ανησυχούμε για κάτι που δεν ελέγχουμε. Η ανησυχία δεν αλλάζει την κατάσταση αλλά αντίθετα, μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα του στρες και να προκαλέσει αγωνία, η οποία στη συνέχεια οδηγεί σε παράλογη σκέψη και κατά συνέπεια μικρή αποφασιστικότητα.

 

Είναι εύκολο να αρχίσουμε να έχουμε εμμονή με πράγματα στη ζωή μας τα οποία ελέγχουμε ελάχιστα ή καθόλου. Η ενασχόληση με την οικογένεια και τους φίλους, με κάποιο παλιό χόμπι δεν κοστίζουν τίποτα και μειώνουν το άγχος και την αίσθηση ανησυχίας.

 

Βιβλιογραφία

Joelson, L., Wahlquist, L. (1987). The psychological meaning of job insecurity and job loss: Results of a longitudinal study. Social Science and Medicine, 25 (2), 179-182.

 

Κάντας, Α., Χαντζή, Α. Ψυχολογία της Εργασίας, Θεωρίες Επαγγελματικής Ανάπτυξης. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα,1991.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Δημοσ. (επεξεργασμένο)

Σχετικά με το άρθρο για τους εφήβους δεύτερης γενιάς,

η έκφραση "Εθνοτική ταυτότητα" τι ακριβώς σημαίνει και ποια η διαφορά από την "Εθνική ταυτότητα" ? Στα αγγλικά πως θα το μεταφράζατε "national / ethnic identity" ?

Επεξ/σία από RedPanda
Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Σχετικά με το άρθρο για τους εφήβους δεύτερης γενιάς,

η έκφραση "Εθνοτική ταυτότητα" τι ακριβώς σημαίνει και ποια η διαφορά από την "Εθνική ταυτότητα" ? Στα ανγγλικά πως θα το μεταφράζατε "national / ethnic identity" ?

 

Χωρις να ειμαι φωστηρας στα Ελληνικα,νομιζω οτι το ''εθνοτικη'' κ το ''εθνικη'' σημαινουν το ιδιο πραγμα,τουλαχιστον σε αυτο το context.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Απο την σκοπια της Κοινωνικης Ψυχολογιας ενα πολυ ενδιαφερον αρθρο της κατεξοχην ειδικοτητας της Ψυχολογιας που καταπιανεται με τα στερεοτυπα,αντιληψεις κ προκαταληψεις.Συγκεκριμενα το παρακατω αρθρο αναλυει το περιεχομενο των στερεοτυπων συμφωνα με την Ψυχολογικη θεωρια καθως κ εξεταζει τις σχεσεις μεταξυ ομαδων οι οποιες συχνα ειναι κεντρικες στη διαμορφωση του περιεχομενου του στερεοτυπων!

 

Κοινωνική Ψυχολογία θεωρία και έρευνα στην Κοινωνική Ψυχολογία

 

Το περιεχόμενο των στερεοτύπων

 

Η προκατάληψη είχε οριστεί από τον Allport τη δεκαετία του 1950 ως μίσος και αντιπάθεια. Παρόλα αυτά ήδη εκείνη την εποχή είχε διατυπωθεί πως η απουσία αρνητικής στάσης και αντιλήψεων απέναντι σε κάποιον (άτομο ή ομάδα) δε σημαίνει απαραίτητα και απουσία προκατάληψης. Αυτή η παρατήρηση αφορά το περιεχόμενο των στερεοτύπων. Πέρα από τη διαδικασία σχηματισμού των στερεοτύπων (σε ενδοατομικό και ομαδικό επίπεδο) η μελέτη του περιεχομένου που παίρνουν τα στερεότυπα έχει απασχολήσει την κοινωνικοψυχολογική έρευνα.

Έχει προταθεί πως το περιεχόμενο των στερεοτύπων εμπεριέχει ένα θετικό κι ένα αρνητικό στοιχείο. Ικανότητα και θέρμη, έμφαση στην επίτευξη ή έμφαση στο κοινό καλό (agentic versus communal). Αυτή η ιδέα της διπλής διάστασης των στερεοτύπων ενυπάρχει και στον Asch (1946) ο οποίος σύγκρινε ένα πρόσωπο ικανό και ψυχρό κι ένα πρόσωπο ικανό και θερμό. Το θερμός/ψυχρός αποτελεί τη μια διάσταση του περιεχομένου του στερεοτύπου και ενώ η ικανότητα αποτελεί την άλλη. Ο Asch κρατούσε την ικανότητα σταθερή (γενναιόδωρος, έξυπνος, ευτυχισμένος, ευδιάθετος, δημοφιλής, αξιόπιστος, φιλάνθρωπος, σοβαρός, συγκρατημένος) και άλλαζε την άλλη διάσταση (θερμός/ψυχρός) προκαλώντας τελείως διαφορετικές αντιδράσεις (όπως και στο πείραμά μας). Έχουμε δηλαδή δύο περιπτώσεις, στη μια το ικανό πρόσωπο μας είναι συμπαθές ενώ στην άλλη όχι.

Έχει προταθεί πως αυτό που διαμορφώνει το περιεχόμενο των στερεοτύπων είναι η δομή των σχέσεων ανάμεσα σε δύο ομάδες. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση αυτό που διαμορφώνει τα στερεότυπα είναι οι κοινωνικοί ρόλοι που λαμβάνουν τα άτομα. Τα φυλετικά στερεότυπα διαμορφώνονται από τους διαφορετικούς ρόλους που καταλαμβάνουν τα δύο φύλα κοινωνικά. Το επάγγελμα που ασκεί κάποιος διαμορφώνει και το περιεχόμενο του στερεότυπου που του αποδίδεται (Campbell, 1967). Η Eagly (1987) για παράδειγμα έδειξε πειραματικά πως τα στερεότυπα για τα δύο φύλα προκύπτουν από τους διαφορετικούς ρόλους που αναλαμβάνουν οι άνδρες και οι γυναίκες στην κοινωνία. Οι γυναίκες στη φροντίδα του σπιτιού και των παιδιών και οι άνδρες ως εξασφαλιστές των απαραίτητων για τη συντήρηση μιας οικογένειας. Οι θεωρίες αυτές υποθέτουν πως υπάρχει ένας πυρήνας αλήθειας στα στερεότυπα, δηλαδή καθρεφτίζουν υπαρκτές διαφορές. Αυτό που δεν απαντά η θεωρία είναι πως δημιουργήθηκαν αυτές οι διαφορές.

Μια άλλη προσέγγιση που εξετάζει τις δομικές σχέσεις ανάμεσα σε ομάδες ως κεντρικές στη διαμόρφωση του περιεχομένου του στερεοτύπων είναι αυτή των Glick και Fiske (2001). Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση τα στερεότυπα διαμορφώνονται σε σχέση με το κοινωνικό στάτους και το είδος της αλληλεξάρτησης (ανταγωνισμός ή συνεργασία) που έχουν οι ομάδες μεταξύ τους. Το στάτους συνδέεται με την ικανότητα και η αλληλεξάρτηση με τη θέρμη. Ομάδες και άτομα χαρακτηρίζονται και με τις δύο διαστάσεις κι ανάλογα με το στάτους και την αλληλεξάρτηση μπορεί να είναι ψηλά στη μια διάσταση και χαμηλά στην άλλη ή αντίστροφα αλλά ποτέ ψηλά και στις δύο διαστάσεις. Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση μια ομάδα να είναι χαμηλά και στις δύο διαστάσεις. Παρόλα αυτά αυτό είναι σπάνιο. Εκτός αν πρόκειται για τη δική μας ομάδα που υπερτερεί φυσικά (βάσει της θεωρίας της κοινωνικής ταυτότητας) σε όλα τα χαρακτηριστικά. Εκτός αν η ομάδα σύγκρισης έχει «αντικειμενικό» προβάδισμα σε σχέση με την ικανότητα. Σε σχέση με τη θέρμη τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα.

Βάσει αυτής της προσέγγισης της διπλής φύσης των στερεοτύπων μπορεί να υπάρχει προκατάληψη ακόμη κι αν μια ομάδα περιγράφεται θετικά. Είτε στη διάσταση της ικανότητας (π.χ. οι μετανάστες μας είναι αντιπαθείς αλλά συγχρόνως μπορεί να είναι πετυχημένοι, να τα έχουν καταφέρει πολύ καλά) είτε στη διάσταση της θέρμης (π.χ. οι ηλικιωμένοι μπορεί να περιγράφονται ως συμπαθείς αλλά συγχρόνως ως άνθρωποι που δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα).

Αυτό μας βοηθά να καταλάβουμε τη διπλή φύση της προκατάληψης. Η προκατάληψη μπορεί δηλαδή να πάρει δύο μορφές: την πατερναλιστική και την εχθρική. Στην πατερναλιστική προκατάληψη η άλλη ομάδα θεωρείται συμπαθής αλλά ανίκανη (επομένως χρήζει προστασίας). Κλασικό τέτοιο παράδειγμα είναι τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και οι γυναίκες. Στην εχθρική προκατάληψη η άλλη ομάδα θεωρείται ικανή αλλά αντιπαθής. Τέτοιο είναι το παράδειγμα με τους μετανάστες, τους Τούρκους και άλλους «εχθρούς». Η προκατάληψη μπορεί να είναι και απόλυτα αρνητική, δηλαδή μια ομάδα να περιγράφεται ως ψυχρή και ανίκανη συγχρόνως (κοινωνικό βάρος). Αυτό που πρέπει να έχουμε στο νου μας είναι η χρησιμότητα των στερεοτύπων στη δικαιολόγηση του κοινωνικού κόσμου, των σχέσεων δηλαδή που διαμορφώνονται γύρω μας.

 

 

 

Ενω εδω,μια αρκετα ενδιαφερουσα ιστορικη αναδρομη των κυριοτερων θεωριων αναφορικα με την βελτιωση των διομαδικων σχεσεων μεσα απο το πρισμα της Κοινωνικης Ψυχολογιας.Παρακατω δινονται οι κυριες θεωριες που αφορουν στην αλλαγη των διομαδικων στερεοτυπων/σχεσεων αρχιζοντας απο την πολυτιμη δουλεια του Allport.Μια καλη προσπαθεια για οσους ενδιαφερονται για τον συγκεκριμενο τομεα της Κοινωνικης Ψυχολογιας.

 

Κοινωνική Ψυχολογία θεωρία και έρευνα στην Κοινωνική Ψυχολογία

 

Αλλαγή Στερεοτύπων: η υπόθεση της επαφής

 

 

Η πιο δημοφιλής θεωρία για τη βελτίωση των διομαδικών σχέσεων είναι η υπόθεση της επαφής που πρωτοδιατυπώθηκε από τον Allport (1954). Η θεωρία υποστηρίζει πως η επαφή μεταξύ δύο ομάδων θα έχει θετικές συνέπειες στη μείωση των προκαταλήψεων. Δεν θέλει και πολύ να σκεφτεί κανείς πως η εμπειρία για την επαφή διαφορετικών ομάδων μόνο τις προκαταλήψεις δε μειώνει. Τα πειράματα του Sherif άλλα δείχνουν. Έτσι διατυπώθηκε πως απλή επαφή δεν αρκεί αν δε συντρέχουν κάποιες προϋποθέσεις (Pettigrew, 1998):

Τα μέλη των δύο ομάδων πρέπει να έρχονται σε επαφή σε καταστάσεις όπου νιώθουν πως έχουν την ίδια θέση.

Οι δύο ομάδες πρέπει να επιδιώκουν την επίτευξη κοινών στόχων (όπως έγινε και στο πείραμα του Sherif).

Η επαφή ανάμεσα στις δύο ομάδες πρέπει να γίνεται υπό συνθήκες συνεργασίας.

Πρέπει να υπάρχει κοινωνική και θεσμική υποστήριξη μέτρων που προωθούν την επαφή μεταξύ των ομάδων.

Η επαφή πρέπει να γίνεται υπό συνθήκες όπου υπάρχει δυνατότητα ουσιαστικής γνωριμίας ανάμεσα στα μέλη των δύο ομάδων.

Η επαφή δεν είναι δυνατόν να συμβεί μεταξύ όλων των μελών μιας ομάδας όταν μιλάμε για μεγάλες ομάδες. Επομένως, αν η επαφή είναι ο τρόπος για καλύτερες διομαδικές σχέσεις θα πρέπει να βρούμε πως μπορεί να γενικευτούν σε όλη την ομάδα τα θετικά στοιχεία της επαφής με μέρος της άλλης ομάδας. Αυτό μπορεί να γίνει με τουλάχιστον τέσσερις τρόπους:

Προσωποποιημένη επαφή: οι Brewer και Miller (1984) προτείνουν την προσωποποιημένη επαφή που καταργεί τη διαφοροποίηση ανάμεσα στις δύο ομάδες. Αν η δημιουργία των προκαταλήψεων οφείλεται στην κατηγοροποίηση ατόμων σε ομάδες, αν με κάποιο τρόπο καταφέρουμε να φέρουμε σε προσωπική επαφή άτομα διαφορετικών ομάδων με τρόπο που η επαφή να συμβαίνει σε διαπροσωπικό επίπεδο, τότε υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα για διάψευση του αρνητικού στερεοτύπου. Παρόλα αυτά η γενίκευση στο σύνολο των μελών της άλλης ομάδας είναι δύσκολη εδώ αφού η αλλαγή έγινε σε διαπροσωπικό επίπεδο.

Διομαδική επαφή: Αντίθετα οι Hewstone και Brown (1986) υποστηρίζουν πως η επαφή πρέπει να γίνεται σε διομαδικό επίπεδο για να διασφαλιστεί η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πιθανότητα γενίκευσης σε όλη την ομάδα. Βασικό στοιχείο δηλαδή της επαφής είναι να θεωρούνται τα μέλη των ομάδων τυπικά μέλη της ομάδας τους.

Κοινή ενδοομαδική ταυτότητα: στο δίλημμα σαν άτομα ή σαν μέλη των ομάδων τους ο Geartner και οι συνεργάτες του (1993) προτείνουν την επανακατηγοριοποίηση των δύο ομάδων σε ένα υπερκείμενο επίπεδο όπου τα μέλη και των δύο ομάδων επανακαθορίζουν την κοινή ταυτότητά τους. Όπως και με την προσωποποιημένη επαφή που δίνει έμφαση στην παράβλεψη των συνόρων ανάμεσα στις δύο ομάδες έτσι και σύμφωνα με την κοινή ενδοομαδική ταυτότητα, τα σύνορα ανάμεσα στις δύο ομάδες καταργούνται. Πολύ αισιόδοξα ακούγονται όμως όλα αυτά. Πως είναι δυνατόν να καταργηθούν όλες αυτές οι κατηγοριοποιήσεις που δίνουν νόημα στην ύπαρξή μας: φύλο, έθνος, κόμμα…Το ζήτημα της γενίκευσης επιστρέφει.

Μοντέλο διττής ταυτότητας: οι Gonzalez και Brown (2003) έρχονται να δώσουν τη λύση με το μοντέλο της διττής ταυτότητας που υποστηρίζει πως δεν χρειάζεται σώνει και καλά τα μέλη των δύο ομάδων να απαρνηθούν τις παλιές τους ταυτότητες. Μπορούν να διατηρούν και τις δύο! Εκεί αρχίζουν άλλα προβλήματα σε σχέση με τον κίνδυνο να χάσει κανείς μια πολύτιμη ταυτότητα μέσα από τη διαδικασία ταύτισης σε ένα υπερκείμενο επίπεδο. Η θεωρία της οριακής διάκρισης (Optimal Distinctiveness Theory, Brewer 1991) ασχολείται ακριβώς με αυτά τα ζητήματα.

Βιβλιογραφία

Allport, G. W. (1954) The nature of prejudice. Reading, MA: Addison-Wesley

Brewer, M. (1991) The social self: on being the same and different at the same time. Personality and Social Psychology Bulletin, 17, 475-482

Brewer,M.B. and Miller,N. (1984) Beyond the contact hypothesis. Theoretical perspectives on desegregation. In N.Miller and M.B. Brewer (eds) Groups in contact: the psychology of desegregation. Orlando, FL: Academic Press

Gonzalez, R. and Brown, R. (2003) Generalisation of positive attitude as a function of subgroup and superordinate group identifications in intergroup contact. European Journal of Social Psychology, 33,195-214

Hewstone, M. and Brown, R. (1986) Contact is not enough: an intergroup perspective on the “contact hypothesis”. In M.Hewstone and R. Brown (eds) Contact and conflict in intergroup encounters. Oxford: Blackwell

Pettigrew,T. F. (1998) Intergroup contact theory. Annual Review of Psychology, 49, 65-85

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Σχετικά με το άρθρο για τους εφήβους δεύτερης γενιάς,

η έκφραση "Εθνοτική ταυτότητα" τι ακριβώς σημαίνει και ποια η διαφορά από την "Εθνική ταυτότητα" ? Στα αγγλικά πως θα το μεταφράζατε "national / ethnic identity" ?

 

Εθνοτική = ethnic, εθνική = national.

Εθνοτικός είναι αυτός που ανήκει σε μια εθνότητα στο πλαίσιο ενός έθνους.

 

Καλή και χρήσιμη η ερώτησή σου.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Μια ενδιαφερουσα οπτικη γωνια για την ερμηνεια της Προσωπικοτητας

 

Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ

 

 

Βιολογική ερμηνεία της προσωπικότητας

Είναι εντυπωσιακό ότι ετυμολογικά η λέξη «ψυχή» προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα «ψύχω» ( «πνέω»), ότι αρχικό περιεχόμενο της έννοιας της ψυχής υπήρξε η «πνοή», δηλαδή η βιολογική λειτουργία της αναπνοής, η οποία χαρακτηρίζει τους ζωντανούς οργανισμούς. Κατ αυτόν τον τρόπο και ο όρος έμψυχα όντα αναφέρεται ετυμολογικά στα όντα που έχουν την βιολογική λειτουργία της αναπνοής. Στον Όμηρο παρατηρείται πιθανά για πρώτη φορά στην αρχαιοελληνική γραμματεία, η απόδοση στον όρο ψυχή, χαρακτηριστικών της προσωπικότητας των ανθρώπων και νοητικών λειτουργιών όπως σκέψεις, αναμνήσεις, συναισθήματα,

 

τα οποία «διατηρούνταν αναλλοίωτα», όταν μετά το τέλος της ζωής τους, οι άνθρωποι βρίσκονταν στα Ηλύσια Πεδία.

 

Σε αυτή την μικρή ιστορική αναδρομή, αναφέρει ο ψυχολόγος κ. Νικόλαος Βακόνδιος, βλέπουμε πόσο από την αρχή περιπλέχθηκαν οι έννοια της προσωπικότητας και του φιλοσοφικού, θρησκευτικού όρου της ψυχής.

 

Πως ορίζουμε επιστημονικά την προσωπικότητα;

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος όταν ερχόμαστε στην ζωή, διαθέτει έναν έμφυτο γενετικό «εξοπλισμό» τρόπων-σχημάτων συμπεριφοράς για την προσαρμογή μας στο περιβάλλον. Για παράδειγμα, τέτοιοι είναι το κλάμα του νεογνού με βιολογικό σκοπό να προσελκύσει την προστασία των ενηλίκων, το σεξουαλικό ένστικτο με σκοπό την διαιώνιση του είδους κλπ. Επιπλέον αυτό που χαρακτηρίζουμε ως «ιδιοσυγκρασία», είναι κατά 40% θα λέγαμε γενετικά κληρονομημένο από τους γονείς μας, όμως αυτό δεν σημαίνει πολλά καθώς η προσωπικότητά μας θα διαμορφωθεί τελικά από την αλληλεπίδραση με το πολύ σημαντικό ποσοστό του 60% που διαδραματίζει το περιβάλλον, πρωταρχικά οι γονείς μας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το γενετικό δυναμικό μας απλά καθορίζει ότι «μπορούμε» να γίνουμε η α, η β, η ε προσωπικότητα και όχι η φ, χ, ψ προσωπικότητα, το ποια από αυτές όμως θα προκύψει, θα είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης του μυαλού μας με το περιβάλλον.

 

Έτσι για παράδειγμα πολλοί άνθρωποι μπορούν να διδαχθούν την κλασσική μουσική και να γίνουν εξαιρετικοί μουσικοί, το έμφυτο όμως δυναμικό τους προκαθορίζει το αν θα μπορέσουν να φτάσουν στο επίπεδο ενός Μότσαρτ. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αν υπάρχει προδιάθεση μιας προσωπικότητας να είναι πιο αγχώδης, αυτό δεν μπορεί να αλλάξει. Ένα συχνό λάθος είναι η «απόδοση» από τους ανθρώπους τρόπων, χαρακτηριστικών της συμπεριφοράς τους, όπως το άγχος, στην έννοια «χαρακτήρας» ή «προσωπικότητα», οι οποίες σημαίνουν στην καθομιλουμένη κάτι το οποίο δεν μεταβάλλεται στην ζωή. Είναι εντυπωσιακό ότι επιστημονικά γνωρίζουμε ότι ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Ας δούμε ένα παράδειγμα μιας εργαζόμενης μητέρας η οποία βιώνει άγχος, προσπαθώντας να συνδυάσει τους ρόλους της. Αποφεύγει να ζητήσει από την δική της μητέρα την φύλαξη για κάποιες ώρες του παιδιού, «φοβούμενη» ότι θα δείξει λιγότερο «ικανή» απέναντι στην μητέρα της. Καθώς δεν έχει «συνείδηση» του «φόβου» απέναντι στην μητέρα της, θεωρεί τον χαρακτήρα της ως «αγχώδη».

 

Με τον όρο Προσωπικότητα, εννοούμε αυτό το διακριτό σύνολο που χαρακτηρίζουμε εαυτό, και το οποίο αποτελείται από σχετικά σταθερά σχήματα διαντίδρασης και αλληλεπίδρασης του ατόμου με το περιβάλλον, όπως για παράδειγμα ο τάδε που θυμώνει σχετικά εύκολα, ο δείνα ο οποίος αγχώνεται σχετικά εύκολα. Προσωπικότητα δεν σημαίνει μόνο την συμπεριφορά μας προς τους άλλους, αλλά και το πως αντιδρούμε, νιώθουμε, σκεφτόμαστε απέναντι σε εξωτερικά ερεθίσματα ή εσωτερικά, για παράδειγμα σε δικές μας σκέψεις. Ακόμη και το πως εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, αν τα εξωτερικεύουμε ή όχι.

 

Αποτελεί όμως θεμελιώδους σημασία η κατανόηση ότι η προσωπικότητά μας είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό, «προϊόν μάθησης», γεγονός που εξηγεί γιατί ακόμη και μονοζυγωτικά δίδυμα με ίδιο γενετικό υλικό, αναπτύσσουν διαφορετικές προσωπικότητες. Η κατανόηση της έννοιας αυτής είναι ιδιαίτερα σημαντική διότι ειδάλλως δεν μπορεί να γίνει κατανοητή η επιστημονική θεμελίωση του αντικειμένου της ψυχολογίας και της ψυχοθεραπείας στον καθημερινό άνθρωπο.

 

Γνωρίζουμε ότι η μάθηση δεν είναι μία απλή διαδικασία όπως την ζούμε. Όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο, το περιεχόμενό του «αποθηκεύεται» στον εγκέφαλό μας μέσω της δημιουργίας συνάψεων (νέων ενώσεων των εγκεφαλικών κυττάρων). Όταν μαθαίνουμε να οδηγούμε αυτοκίνητο, θα μπορούσαμε απλουστευμένα πολύ να πούμε, ότι ένας μεγάλος αριθμός εγκεφαλικών κυττάρων «ενώνεται» σε μία «συνεργασία, προκειμένου να εκτελεί την «διαδικασία» της οδήγησης. Πρόκειται για το τεράστιο «δίσκο ηχογράφησης» του μυαλού μας, σαν τα παλιά γραμμόφωνα. Μόνο που το συγκεκριμένο έχει μία ασύλληπτη χωρητικότητα αποθήκευσης και όχι μόνο. Έχουμε την ικανότητα να έχουμε πρόσβαση στο συνειδητό ή και στο ασυνείδητο μέρος αυτής της τεράστιας μνήμης, να «επεξεργαζόμαστε» ξανά τα περιεχόμενά της και να «εξάγουμε» έτσι και νέες πληροφορίες. Κατ αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να δώσουμε ένα απλοποιημένο υποθετικό παράδειγμα, για το πως νόηση και μνήμη διαμορφώνουν σταδιακά την «εικόνα» που έχουμε για τον εαυτό μας, η οποία επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την συμπεριφορά μας απέναντι σε νέες εμπειρίες που συναντούμε κάθε μέρα.

 

Ένα από τα πιο δύσκολα να κατανοηθούν, «αντικείμενα» που μαθαίνει το μυαλό μας, είναι η εκμάθηση συμπεριφορών, ακόμα και συναισθηματικών αντιδράσεων. Από μικρή ηλικία, η συμπεριφορά των γονέων, μεταξύ τους, προς το νεογνό, είναι αντικείμενο παρατήρησης από αυτό, «αποθήκευσης», επεξεργασίας και εξαγωγής «συμπερασμάτων, σχεδόν όπως αργότερα ως ενήλικες θα παρατηρούμε τον δάσκαλο οδήγησης. Έτσι, αν μία μητέρα είναι υπερπροστατευτική και δεν αφήνει το παιδί να εξερευνήσει, το περιβάλλον του, αυτό μπορεί να «αποθηκευτεί» από το παιδί ως μία συμπεριφορά που πρέπει να αποφεύγεται. Το μυαλό του μπορεί επίσης να αποθηκεύσει τον φόβο της μητέρας για την συμπεριφορά του, με αποτέλεσμα, η ίδια συμπεριφορά πλέον να δημιουργεί και στο ίδιο, χωρίς να είναι παρούσα η μητέρα. Το συναίσθημα του φόβου, η «ανασφάλεια» που μαθαίνει να νιώθει το άτομο, μπορεί αργότερα να γενικευτεί και σε καταστάσεις που μοιάζουν με αυτή που εμποδίστηκε από την μητέρα. Μπορεί ακόμα και να δημιουργηθεί μία γενική «εικόνα» ανασφάλειας-έλλειψης ικανοτήτων να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος, αν οι υπερπροστατευτικές παρεμβάσεις των γονέων είναι συνεχείς. Αυτή η ανασφάλεια, μπορεί να δημιουργεί άγχος σε συνθήκες όπως πχ εξετάσεις στο σχολείο, όπου και γι αυτόν τον λόγο το άτομο να έχει μειωμένες επιδόσεις. Είναι πολύ φυσικό η αρχή αυτού του «μίτου της Αριάδνης» να μην είναι συνειδητή στο άτομο, πολλές φορές ούτε στους γονείς του, οι οποίοι δεν λειτούργησαν παρά μονάχα με καλή πρόθεση. Εδώ ταιριάζει ξανά το παράδειγμα της «αγχώδους» μητέρας που αναφέραμε προηγουμένως.

 

Αυτό αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της αιτιολόγησης των λόγων Α) Ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν ότι η προσωπικότητα δεν μεταβάλλεται στον χρόνο, θεωρούν για παράδειγμα ότι το άγχος με το οποίο μπορεί να αντιμετωπίζουν καταστάσεις, είναι «έμφυτο» με την έννοια ότι δεν μπορούν να το «σταματήσουν», «δεν αλλάζει» όπως συχνά νομίζουν. Η αιτιολογία αυτής της πεποίθησης οφείλεται στο γεγονός, ότι ο ίδιος ο άνθρωπος, δεν μπορεί να είναι αντικειμενικός παρατηρητής και «αναλυτής» των αλληλεπιδράσεων του με το περιβάλλον από την βρεφική ηλικία, ούτε μπορεί λόγω γνώσεων αλλά και υποκειμενικότητας να «μεταβάλλει» τις επιδράσεις αυτές.

Η μεταβολή των επιδράσεων αυτών είναι εφικτή και αποτελεί συχνό αντικείμενο της ψυχολογίας (αποφεύγοντας εδώ για λόγους στερεοτύπων,τον όρο ψυχοθεραπεία, ο οποίος ετυμολογικά αναφέρεται στην ψυχή, και όχι στην νόησή μας). Και είναι θεμελιώδης ο ρόλος της επεξεργασίας (με τη νόηση) από τον άνθρωπο,, με την καθοδήγηση του ειδικού, των επιδράσεων στην προσωπικότητά του, οι οποίες μπορεί να αποτελούν την πραγματική αιτία ενός άγχους και όχι οι διάφορες καταστάσεις.. Είναι όμως απαραίτητο να κατανοήσουμε το εξής για το θαυμαστό ανθρώπινο μυαλό , στα πρότυπα του οποίου κατασκεύασε ο άνθρωπος τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Ένας σημαντικός τρόπος με τον οποίο μπορούμε να έχουμε «πρόσβαση» σε αυτό, είναι η εγκεφαλική λειτουργία του ανθρώπινου λόγου. Ο νους μας επεξεργάζεται τον λόγο, «χρησιμοποιεί» τον λόγο για να εκφράσει συναισθήματα, ανακαλούμε πράγματα από την μνήμη μας, επειδή μπορεί συγκεκριμένες λέξεις να τις «φέρουν» πάλι στην συνείδησή μας.

 

Β) Το μυαλό μας διαθέτει «μηχανισμούς», πολύπλοκους στο να αναλυθούν, οι οποίοι αποσκοπούν πρωτογενώς στο να μας προστατέψουν, μακροπρόθεσμα όμως μας βλάπτουν, «αλλοιώνοντας» την ερμηνεία του ανθρώπου για τον ίδιο του τον εαυτό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο μηχανισμός της άρνησης, όπως του ανθρώπου που πίνει αλκοόλ συστηματικά, «πείθοντας τον εαυτό του ότι το ελέγχει, του ανθρώπου που βιώνει έντονο άγχος ή μελαγχολία και αποφεύγει την επαφή με ειδικό, από φόβο ότι πρόκειται για κάτι μη ιάσιμο, το οποίο «θεωρεί» ότι θα ακούσει «επίσημα», από το στόμα του ειδικού. Δεν είναι τυχαίο ότι στην πρακτική ο ειδικός συναντά ανθρώπους, οι οποίοι πέρασαν ακόμα και χρονικά διαστήματα δέκα ετών ψυχοφθόρας ταλαιπωρίας τους, μέχρι να βρουν το θάρρος να επισκεφθούν ειδικού και να υπάρξει ίαση. Φόβος ο οποίος σε ένα βαθμό είναι αναμενόμενος κρίνοντας από την εικόνα που έχει ο μέσος άνθρωπος για την ψυχολογία. Από την μία πλευρά, καθώς ο κάθε άνθρωπος λειτουργεί ως ένας «καθημερινός αναλυτής» του εαυτού του και των άλλων, υπάρχει η φυσιολογική «ψευδαίσθηση ότι ο ειδικός «γνωρίζει» την ανθρώπινη συμπεριφορά κατά τον ίδιο τρόπο. Επιπλέον, επιδράσεις στην ανατροφή από το περιβάλλον, κυρίως προς το ανδρικό φύλο, δημιουργούν την αίσθηση ότι ο άνθρωπος «πρέπει» να γνωρίζει και να αντιμετωπίζει τα πάντα γύρω από τον εαυτό του, ειδάλλως δεν είναι συναισθηματικά «ισχυρός».

 

Σε ένα βαθμό και η ψυχολογία μπορεί να μπερδεύει επιπρόσθετα όσον αφορά την υπάρχουσα άγνοια για το αντικείμενό της , καθώς συχνά εστιάζεται η θεματολογία της στην ανάλυση των σχέσεων των δύο φύλων και μόνο, ή άθελά της ενισχύει το στερεότυπο ότι το «ψυχικό» κομμάτι, σημαίνει κάτι το μη ιάσιμο, κάτι το «άυλο». Δεν είναι παράξενο ότι κάποιες φορές οι γιατροί μπορεί να ντραπούν να προτείνουν σε έναν άνθρωπο, έχοντας αποκλείσει την οργανική αιτιολογία με εξετάσεις, την επιστήμη της ψυχολογίας, από φόβο μήπως «προσβάλλουν» τον άνθρωπο αυτόν, με το στίγμα της ψυχικής ασθένειας. Από την άλλη πλευρά, πολλοί γιατροί συχνά, γνωρίζουν να προτείνουν με λεπτότητα, εξηγώντας ότι στην ψυχολογία δεν «ευσταθεί» συχνά και γι αυτό δεν χρησιμοποιείται ο όρος ασθενής,

Τελικά μεταβάλλεται η προσωπικότητά μας κατά την διάρκεια της ζωής μας; η απάντηση είναι ναι, σε όλη μας την ζωή, μέσα από τις εμπειρίες και την επεξεργασία τους από το ανθρώπινο μυαλό που γίνεται ασυνείδητα και συνεχώς. Συχνά όμως παρατηρούμε εντυπωσιακές μεταβολές στην συμπεριφορά ανθρώπων που πέρασαν ή περνούν ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, καθώς το μυαλό τους «υποχρεώνεται» από τις συνθήκες να «επανεξετάσει» και να ιεραρχήσει, τις αξίες στην ζωή τους, τους τρόπους συμπεριφοράς τους, αν αξίζει να αγχώνονται για πράγματα που έμοιαζαν προτεραιότητες ενώ δεν ήταν τόσο, αν θεωρούσαν τις ανάγκες των άλλων προτεραιότητα δική τους, σε σημείο που να παραμελούν τον εαυτό τους ή να νιώθουν και άγχος προσπαθώντας να ανταποκριθούν στα πάντα. Τέτοια παραδείγματα δείχνουν πόσο ισχυρή είναι η μάθηση των «σχημάτων συμπεριφοράς» προς το περιβάλλον, καθώς και ότι δεν πρέπει να «αφήνεται» στις εμπειρίες της ζωής, η αλλαγή τους, εφ όσον το άτομο διαισθάνεται κάποια δυσφορία στην καθημερινότητά του.

 

Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγος, πτυχιούχος Α.Π.Θ

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Δημιουργήστε ένα λογαριασμό ή συνδεθείτε για να σχολιάσετε

Πρέπει να είστε μέλος για να αφήσετε σχόλιο

Δημιουργία λογαριασμού

Εγγραφείτε με νέο λογαριασμό στην κοινότητα μας. Είναι πανεύκολο!

Δημιουργία νέου λογαριασμού

Σύνδεση

Έχετε ήδη λογαριασμό; Συνδεθείτε εδώ.

Συνδεθείτε τώρα

  • Δημιουργία νέου...